Φλαμανδός γιατρός της Αναγέννησης, που έφερε επανάσταση στην άσκηση της Ιατρικής με την προσεκτική περιγραφή της ανατομικής του ανθρώπινου σώματος. Βασιζόμενος σε ανατομές που έκανε μόνος του, έγραψε και εικονογράφησε το πρώτο εκτεταμένο εγχειρίδιο Ανατομικής με τίτλο «De humani corporis fabrica» («Περί της κατασκευής του ανθρωπίνου σώματος»), που αναπαράχθηκε με τα νέα τυπογραφικά πιεστήρια της εποχής του Γουτεμβέργιου και οδήγησε σε ουσιαστικές καινοτομίες στην εκπαίδευση και την άσκηση της Ιατρικής.
Ο Άντρις φαν Βέζελ (Andries van Wesel) γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1514 στις Βρυξέλλες, που τότε ανήκαν στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους, από οικογένεια γιατρών και φαρμακοποιών. Αντρέας Βεσάλιους (Andreas Vesalius) ήταν εκλατινισμένο όνομά του, συνήθεια των επιστημόνων της εποχής του. Από αυτό προήλθε και το εξελληνισμένο, Ανδρέας Βεσάλιος.
Ο Βεσάλιος παρακολούθησε μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Λουβέν, όπου σπούδασε «ανθρωπιστικά γράμματα» από το 1529 ως το 1533. Φιλοδοξία του ήταν να ακολουθήσει μια λαμπρή και πετυχημένη σταδιοδρομία στην υπηρεσία κάποιου ισχυρού, αν ήταν δυνατό του ισχυρότερου ηγεμόνα της εποχής Καρόλου Ε', αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και βασιλιά της Ισπανίας, τον οποίο είχε υπηρετήσει ο πατέρας του ως φαρμακοποιός. Η επιθυμία να πραγματοποιήσει τη φιλοδοξία αυτή και η απόφασή του να το πετύχει με σκληρή εργασία υπήρξαν γνωρίσματα της προσωπικότητας του Βεσάλιου.
Το διάστημα 1533-1536 παρακολούθησε μαθήματα στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, όπου έμαθε να ανατέμνει ζώα υπό την επίβλεψη δύο πολύ γνωστών ανατόμων, του Γιάκομπους Σίλβιους και του Γκουιντέριους Αντερνάχους. Είχε επίσης την ευκαιρία να ανατάμει ανθρώπινα πτώματα και αφιέρωσε πολύ από το χρόνο του στη μελέτη των οστών του ανθρώπου, που εκείνο τον καιρό ήταν προσιτά στα παρισινά νεκροταφεία.
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ Καρόλου Ε' και Φραγκίσκου Α' της Γαλλίας το 1536, ο Βεσάλιος επέστρεψε στη γενέτειρά του για να αφιερώσει άλλον ένα χρόνο στο Πανεπιστήμιο της Λουβέν, όπου κυριαρχούσε ακόμη η επίδραση της αραβικής ιατρικής. Ακολουθώντας την επικρατούσα συνήθεια, ετοίμασε το 1537 μια παράφραση του έργου του Άραβα γιατρού του 10ου αιώνα Ραζή, ικανοποιώντας πιθανώς τις απαιτήσεις για τη λήψη του πτυχίου της Ιατρικής. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Παδούης (σημερινή Πάντoβα), ένα προοδευτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα με ισχυρή παράδοση ανατομικών εργασιών. Παίρνοντας τον ίδιο χρόνο το διδακτορικό δίπλωμα εκλέχθηκε λέκτορας της χειρουργικής, με την ευθύνη της εκτέλεσης ανατομικών επιδείξεων.
Επειδή γνώριζε ότι μία κατά βάθος γνώση της ανθρώπινης ανατομίας ήταν σημαντική για τη χειρουργική, αφιέρωσε πολύ από το χρόνο του στην εκτέλεση ανατομιών σε πτώματα, επιμένοντας να τις κάνει ο ίδιος αντί να βασίζεται σε ανεκπαίδευτους βοηθούς. Στην αρχή, ο Βεσάλιος δεν είχε λόγους να θέσει υπό αμφισβήτηση τις θεωρίες του Γαληνού, του Έλληνα γιατρού που είχε υπηρετήσει στον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο στη Ρώμη και του οποίου τα ανατομικά βιβλία θεωρούνταν ακόμη αυθεντικά για την ιατρική εκπαίδευση την εποχή του Βεσαλίου.
Τον Ιανουάριο του 1540, εγκαταλείποντας την παράδοση που στηριζόταν στον Γαληνό, ο Βεσάλιος επέδειξε δημοσία τη μέθοδό του να εκτελεί ο ίδιος ανατομές, να μαθαίνει ανατομική από τα πτώματα και να αξιολογεί με κριτικό πνεύμα τα αρχαία κείμενα. Το έκανε αυτό επισκεπτόμενος το Πανεπιστήμιο της Βολωνίας (Μπολόνια). Τέτοιες μέθοδοι τον έπεισαν σύντομα ότι η ανατομική του Γαληνού δεν είχε βασιστεί στην ανατομή του ανθρώπινου σώματος, που απαγορευόταν αυστηρά από τη θρησκεία των Ρωμαίων. Η ανατομική του, υποστήριξε, ήταν εφαρμογή στο ανθρώπινο σώμα συμπερασμάτων που είχαν συναχθεί από ανατομές ζώων, κυρίως σκύλων, πιθήκων ή χοίρων. Αυτό ήταν το συμπέρασμα που είχε την τόλμη να διακηρύξει στα μαθήματά του, όταν ετοίμαζε βιαστικά για δημοσίευση ολοκληρωμένο το εγχειρίδιό του ανατομικής του ανθρώπου.
Στις αρχές του 1542 ταξίδεψε στη Βενετία για να επιβλέψει την ετοιμασία σχεδίων για την εικονογράφηση του κειμένου του, πιθανώς στο εργαστήριο του μεγάλου καλλιτέχνη της Αναγέννησης Τισιανού. Τα σχέδια των ανατομών του χαράχθηκαν σε ξύλινες πλάκες, που τις πήρε, μαζί με το χειρόγραφό του, στη Βασιλεία της Ελβετίας, όπου το 1543 τυπώθηκε το κύριο έργο του «De humani corporis fabrica», γνωστό συνήθως ως Fabrica. Στο έργο αυτό, που άφησε εποχή, ο Βεσάλιος ανέπτυξε όλα του τα επιστημονικά, τα ανθρωπιστικά και τα αισθητικά χαρίσματα. Η Fabrica ήταν η ευρύτερη και ακριβέστερη περιγραφή του ανθρώπινου σώματος από κάθε προγενέστερο έργο των ομότεχνών του. Έδωσε στην ανατομική μια νέα γλώσσα και με την κομψότητα της εκτύπωσης και οργάνωσης του βιβλίου μια τελειότητα μέχρι τότε άγνωστη.
Στις αρχές του 1543 ο Βεσάλιος αναχώρησε για τη Μαγεντία (Μάιντς) για να προσφέρει το έργο του στον αυτοκράτορα Κάρολο Ε', που τον προσέλαβε ως επίσημο γιατρό του βασιλικού οίκου. Έτσι, ο Βεσάλιος, χωρίς να έχει γίνει ακόμη 28 ετών, είχε πετύχει το στόχο του. Αφού παραιτήθηκε από τη θέση του στην Πάδουα και επανήλθε την άνοιξη του 1544 στη γενέτειρά του για να νυμφευθεί την Άννα φαν Χάμε, ανέλαβε νέα καθήκοντα στην υπηρεσία του αυτοκράτορα κατά τα ταξίδια του στην Ευρώπη.
Από το 1553 ως το 1556, ο Βεσάλιος διέθεσε τον περισσότερο χρόνο του στις Βρυξέλλες, όπου έχτισε ένα εντυπωσιακό σπίτι, που ταίριαζε στον αυξανόμενο πλούτο του, και παρείχε τις ιατρικές υπηρεσίες του στην ανθούσα πελατεία του. Το κύρος του μεγάλωσε και άλλο, όταν ο Κάρολος Ε', παραιτούμενος από τον ισπανικό θρόνο το 1556, του έδωσε ισόβια σύνταξη και τον έκανε κόμη.
Ο Βεσάλιος πήγε στην Ισπανία το 1559 με τη γυναίκα του και την κόρη του για να αναλάβει τη θέση γιατρού στην αυλή της Μαδρίτης, όπου τον διόρισε ο Φίλιππος Β', γιος του Καρόλου Ε'. Το 1564 ο Βεσάλιος ζήτησε κι έλαβε άδεια για να πάει να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο. Ταξίδεψε στην Ιερουσαλήμ, σταματώντας στη Βενετία και την Κύπρο, ενώ η γυναίκα του και η κόρη του επέστρεψαν στις Βρυξέλλες. Το τελευταίο μήνυμα γι’ αυτόν ήταν μία επιστολή από το ίδρυμα του Παναγίου Τάφου προς τον Φίλιππο Β’, που γνωστοποιούσε ότι ο Βεσάλιος τους είχε φέρει μία δωρεά 500 δουκάτων από την ισπανική αυλή.
Το ταξίδι της επιστροφής θα είναι μοιραίο για τον μεγάλο επιστήμονα. Στα ανοιχτά της Ζακύνθου ο Βεσάλιος αρρώστησε. Τον αποβίβασαν στο νησί, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 15 Οκτωβρίου 1564. Υπάρχει και η εκδοχή ότι το πλοίο του έπεσε σε θαλασσοταραχή στο Ιόνιο και ναυάγησε στις ακτές της Ζακύνθου. Η κηδεία του έγινε στη Ζάκυνθο και η ταφή του κάπου στην Κέρκυρα.
Ο Ναξιώτης Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης υπήρξε διακεκριμένος μηχανικός του 19ου αιώνα και από τους πρώτους καθηγητές του νεοσύστατου Σχολείου των Βιομηχάνων Τεχνών (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, από το 1914). Ασχολήθηκε και με την πολιτική εκλεγείς επανειλημμένα βουλευτής Παροναξίας και Κυκλάδων. Στο τελευταίο στάδιο του Μικρασιατικού Πολέμου ανέλαβε την πρωθυπουργία της Ελλάδας και χρεώθηκε πολιτικά την ήττα των ελληνικών όπλων. Εξ αυτού του λόγου, δικάστηκε από Έκτακτο Στρατοδικείο («Δίκη των Έξι»), καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε δια τυφεκισμού στο Γουδή στις 15 Νοεμβρίου 1922.
Η γέννηση και οι σπουδές του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1859 στην Απείρανθο της Νάξου και ήταν γιος του εκπαιδευτικού Εμμανουήλ Πρωτοπαπαδάκη. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στην γενέτειρά του και τελείωσε το δημοτικό στην Χώρα της Νάξου. Στην συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Σύρο, όπου ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του το 1878. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά ένα μήνα μετά διέκοψε τις σπουδές του και μετέβη στο Παρίσι , χωρίς να υπολογίζει σε ουδεμία απολύτως υποστήριξη και με μοναδικό εφόδιο την ισχυρή του θέληση και τη πλήρη γνώση της ελληνικής γλώσσας, από την διδασκαλία της οποίας για μεγάλο χρονικό διάστημα προσποριζόταν τα προς το ζήν και χρηματοδοτούσε τις σπουδές του. Να σημειωθεί ότι , παρά το αυστηρό γλωσσικό πνεύμα της εποχής του, υπήρξε θιασώτης της δημοτικής.
Επί δύο χρόνια (1879 - 1881) σπούδασε ανώτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία ως εσωτερικός μαθητής του Λυκείου Σεν-Λουί, οικοδομική και μεταλλειολογία στην Πολυτεχνική Σχολή (1881-1883) και την Εθνική Σχολή Μεταλλείων των Παρισίων (1883-1887) και συγχρόνως σιδηροδρομική στην Εθνική Σχολή του Πον-ε-Σοσέ. Το 1885 διέκοψε τις σπουδές του και ήλθε στην Ελλάδα, λόγω της επιστράτευσης, και υπηρέτησε στο επιτελείο τού στρατηγού Βοσέρ, αρχηγού της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής.
Η ακαδημαϊκή και επαγγελματική καριέρα του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Από το 1887, οπότε επανήλθε οριστικά στην Ελλάδα, εργάστηκε ως καθηγητής της Στρατιωτικής Σχολής των Ευελπίδων, όπου δίδαξε ατμομηχανική, υδραυλική και αντοχή της ύλης και από τον επόμενο χρόνο ως καθηγητής της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων (1887-1890) στο μάθημα της Εφαρμοσμένης Μηχανικής. Παράλληλα εργαζόταν ως αρχιμηχανικός των σιδηροδρόμων Πελοποννήσου (ΣΠΑΠ) . Το 1889 εξελέγη καθηγητής Λιμενικών και Υδραυλικών Έργων στο Σχολείο των Βιομηχάνων Τεχνών (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, από το 1914). Κατά την περίοδο αυτή εξέδωσε τις παραδόσεις του στις στρατιωτικές σχολές και την μελέτη του «Κινητική καί δυναμική του σημείου».
Το 1890 ανέλαβε διευθυντής των έργων τομής του Ισθμού της Κορίνθου και ήταν ο μόνος Έλληνας μηχανικός, ο οποίος, κατά την εποχή εκείνη, μπορούσε να αναλάβει την εκτέλεση ενός τέτοιου σοβαρού και δυσχερούς έργου. Για την επιτυχή αποπεράτωση του τού απονεμήθηκε από τον βασιλιά Γεώργιο Α’ ο Χρυσούς Σταυρός του Σωτήρος. Δικαίως θεωρείτο ως καλύτερος μηχανικός που διέθετε η χώρα εκείνη την περίοδο.
Το 1893 ανέλαβε την κατασκευή τμήματος του σιδηροδρόμου Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης και το επόμενο έτος την απόφραξη και στερέωση επισφαλών τμημάτων του Ισθμού της Κορίνθου. Τις περιόδους 1899-1900 και 1914 -1915 διετέλεσε διευθυντής των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Αθηναίων και συνέταξε μελέτες για την υδροδότηση της πρωτεύουσας.
Τό έτος 1899 ίδρυσε μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα, τον Γεώργιο Δροσίνη και άλλους τον Σύλλογον προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, στην σειρά των εκδόσεων του οποίου ξεχωριστή θέση κατείχαν τα βιβλία του «Ήλιος, Ζωή και Κίνησις» καί «Η Γή».
Η πολιτική διαδρομή του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Στη πολιτική αναμίχθηκε το 1902 και στις εκλογές εκείνης της χρονιάς εξελέγη βουλευτής Παροναξίας, παρότι ανεξάρτητος και παρά την εναντίον του πολεμική από το Δηληγιαννικό Κόμμα, το οποίο και δια του αρχηγού του ακόμη με φανατισμό υποστήριξε την υποψηφιότητα του στρατηγού Μυκωνίου. Επανεξελέγη το 1906, το 1915 και το 1920. Πολιτεύτηκε με τη παράταξη του Γεωργίου Θεοτόκη και αργότερα με το Λαϊκό Κόμμα, του οποίου υπήρξε συνιδρυτής μαζί με τον Δημήτριο Γούναρη.
Κατά την διάρκεια της βουλευτικής θητείας του την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα , συνέταξε εμπεριστατωμένη εισήγηση προς την Βουλή για την σμύριδα Νάξου, η οποία δημοσιεύτηκε τότε δαπάναις της Βουλής, παρότι ο ίδιος ανήκε στην αντιπολίτευση. Ιδιαίτερα διακρίθηκε για την έκθεση του επί του προϋπολογισμού του 1907, ως εισηγητής της μειοψηφίας. Η εισήγησή του αυτή, η οποία, κατά κοινή ομολογία, διακρινόταν για την πρωτοφανή για την εποχή εκείνην, εμβρίθεια, αποτέλεσε τη βάση και τον οδηγό για την μετέπειτα σύνταξη των προϋπολογισμών του Κράτους για σειρά ετών.
Υπήρξε συνιδρυτής μαζί με τον Στέφανο Δραγούμη, τον Δημήτριο Γούναρη και άλλους της «Ομάδας των Ιαπώνων» (1906-1908), που επιχείρησε να φέρει έναν αέρα ανανέωσης στην ελληνική πολιτική σκηνή. Για ένα εξάμηνο (25 Φεβρουαρίου - 10 Αυγούστου 1915) διετέλεσε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Δημητρίου Γούναρη.
Το 1917, όταν την διακυβέρνηση της χώρας ανέλαβε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Πρωτοπαπαδάκης ιδιώτευσε και το 1919 αναχώρησε οικογενειακώς για την Ιταλία και εγκαταστάθηκε για ένα χρόνο στη Σιένα, όπου διέμενε και ο εξόριστος Δημήτριος Γούναρης. Την περίοδο αυτή συνέγραψε έργα μαθηματικού περιεχομένου, με κυριότερο μια μελέτη για τις κωνικές τομές, την οποία μετέφρασε ο ίδιος στα γαλλικά.
Κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας διετέλεσε υπουργός Επισιτισμού και προσωρινά Οικονομικών (24 Ιανουαρίου -26 Μαρτίου 1921) στην κυβέρνηση του Νικολάου Καλογερόπουλου και διατήρησε τα δυο χαρτοφυλάκια και στις διαδοχικές κυβερνήσεις του Δημητρίου Γούναρη (26 Μαρτίου 1921-3 Μαΐου 1922) . Στις 25 Μαρτίου 1922, πραγματοποίησε με εξαιρετική πολιτική τόλμη το αναγκαστικό δάνειο διχοτομώντας τα κυκλοφορούντα τραπεζογραμμάτια.
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης ανέλαβε την πρωθυπουργία στις 9 Μαΐου 1922, μετά την αποτυχία του Νικολάου Στράτου να εξασφαλίσει υποστήριξη από την Βουλή και παρέμεινε επικεφαλής της κυβέρνησης μέχρι τις 28 Αυγούστου 1922, οπότε είχε καταρρεύσει το μέτωπο στην Μικρά Ασία . Παράλληλα , εκτελούσε καθήκοντα υπουργού Στρατιωτικών (22 Μαΐου – 29 Αυγούστου), Συγκοινωνίας (4 -28 Αυγούστου 1922) και Εθνικής Οικονομίας (13 -28 Αυγούστου 1922).
Η σύλληψη και η καταδίκη σε θάνατο του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1922 συνελήφθη κατόπιν διαταγής της Επαναστατικής Επιτροπής και δικάστηκε ως ένας από τους πρωταιτίους της Μικρασιατικής Καταστροφής. Στην απολογία του υποστήριξε μεταξύ άλλων:«...Αντί απολογίας, κύριοι δικασταί, δια την κατηγορίαν της εσχάτης προδοσίας, η οποία μάς απεδόθη, επιτρέψατε, μοι να εκφέρω μίαν, ευχήν, η οποία θα αποτελέση. και τας τελευταίας λέξεις του πολιτικού μου σταδίου. Επιτρέψατε μοι να ευχηθώ, όπως ο εξευτελισμός, τον οποίον υπέστησαν μέχρι σήμερον τα ανώτατα αξιώματα του Κράτους εν τω προσώπω μου και εν τω προσώπω των συναδέλφων μου, μη παρεμποδίση όσους , ακόμη δύνανται να προσφέρωσιν υπηρεσίας εις την Πατρίδα να τας προσφέρωσι».
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης καταδικάστηκε σε θάνατο στις 15 Νοεμβρίου 1922 και εκτελέστηκε δια τυφεκισμού αυθημερόν στο Γουδή. Την πολιτική διαδρομή του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη ακολούθησαν ο γιος του Αριστείδης Πρωταπαπαδάκης (1906-1966), που εξελέγη βουλευτής Κυκλάδων με το Λαϊκό Κόμμα, τον Ελληνικό Συναγερμό και την ΕΡΕ και ο εγγονός του Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης (γ.1933), που εξελέγη βουλευτής Κυκλάδων με την Νέα Δημοκρατία τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Η δικαίωση του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Η πολιτική δικαίωση για τον Πρωτοπαπαδάκη ήλθε δέκα χρόνια αργότερα από τον αρχηγό της αντίπαλης παράταξης, Ελευθέριο Βενιζέλο. Μιλώντας στην Βουλή, στις 31 Μαρτίου 1933, ο Βενιζέλος αναφέρε χαρακτηριστικά: «...πρέπει δε να είπω ένα πράγμα, βέβαια, ότι από τους ανθρώπους εκείνους, επί των οποίων εγένετο η εκτέλεσίς της αποφάσεως του Στρατοδικείου, ο αδικώτερον τυφεκισθείς είναι ο μακαρίτης Πρωτοπαπαδάκης. Φοβούμαι, ότι η καταδίκη και η εκτέλεσίς του ωφείλετο κυρίως εις μίαν ανδρικήν πράξιν, την οποίαν έκαμε, εις το να προτίμηση να κόψη το χαρτονόμισμα είς δύο, παρά ν’ αρχίση να εκτυπώνη χαρτονομίσματα και να καταντήση την δραχμήν εις την τύχην του μάρκου. Θεωρώ, ότι σπανίως προσεφέρθη μεγάλη υπηρεσία εις μίαν χώραν, από εκείνην, την οποίαν προσέφερε τότε ο Πρωτοπαδάκης».
Χρόνια αργότερα, ο αρχηγός της Ενώσεως των Δημοκρατικών Αριστερών Ιωάννης Σοφιανόπουλος, μιλώντας στη Βουλή κατά τη ουνεδρίαση της 15ης Νοεμβρίου 1950, ανέφερε, μεταξύ άλλων, για τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη: «...είχα γνωρίσει εκ του σύνεγγυς τον ιδρυτήν του Λαϊκού Κόμματος Δημήτριον Γούναρην καί τον συνιδρυτήν του Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην καί έτρεφα προς αυτούς εκτίμησιν ως προς εντίμους πολιτικούς. Δεν θά είχα μάλιστα κάνενα δισταγμόν να χαρακτηρίσω τον Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην ως τον πλέον άσπιλον διαχειριστήν του δημοσίου χρήματος και τον πραγματικόν κέρβερον του δημοσίου θησαυρού...».
Ο Πρωτοπαπαδάκης δικαιώθηκε δικαστικά, όπως και οι άλλοι πέντε εκτελεσθέντες της «Δίκης των Εξ», από τον Άρειο Πάγο. Στις 20 Ιανουαρίου 2008, ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο και ζήτησε με αίτησή του την ακύρωση της απόφασης του Εκτάκτου Στρατοδικείου της 15ης Νοεμβρίου 1922 και την επανάληψη της διαδικασίας (δίκης), με το αιτιολογικό της ύπαρξης νέων στοιχείων, σύμφωνα με το άρθρο 525 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Τα νέα στοιχεία που επικαλέστηκε ο αιτών ήταν μια επιστολή του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου προς τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Παναγή Τσαλδάρη (Ιανουάριος 1929) και ένα απόσπασμα από την ομιλία του Ελευθερίου Βενιζέλου στη Βουλή στις 31 Μαρτίου 1932. Στις 20 Οκτωβρίου 2010 το αρμόδιο τμήμα του Αρείου Πάγου εξέδωσε την απόφασή του και έκανε δεκτή την αίτηση του Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκη, κρίνοντας αθώους τους έξι καταδικασθέντες σε θάνατο. Συγκεκριμένα, με την απόφαση 1675/2010 το Ζ' Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου ακύρωσε την απόφαση του Εκτάκτου Στρατοδικείου Αθηνών ως προς όλους τους καταδικασμένους για εσχάτη προδοσία και έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής.
Εργογραφία Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
- Ατμομηχανική
- Υδραυλική
- Αντοχή της Ύλης
- Κινητική και Δυναμική του Σημείου
- Κωνικοί Τομαί
- Άλγεβρα
- Γεωμετρία
- Περί Ναξίας σμύριδος
- Ήλιος, Ζωή και Κίνησις
- Η Γη
- Εισήγησις Μειοψηφίας εις Προϋπολογισμόν.