Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 10 Σεπ 2018
Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018
 
Ανατολή Ήλιου: 07:01 – Δύση Ήλιου: 19:42
  • Παγκόσμια Ημέρα κατά της Αυτοκτονίας
  • Γιορτάζουν:  Μηνοδώρα, Μητροδώρα, Νυμφοδώρα

Σαν Σήμερα...

Γιβραλτάρ


Το Γιβραλτάρ είναι μια λιλιπούτεια αποικία της Μεγάλης Βρετανίας, με μεγάλη όμως γεωστρατηγική σημασία, καθώς επιτηρεί τη δυτική πύλη της Μεσογείου. Η Ισπανία τη διεκδικεί από το 1704, όταν την έχασε από τη Μεγάλη Βρετανία, στον Πόλεμο της Ισπανικής Διαδοχής. Η διαφορά τους αυτή αποτελεί αγκάθι στις μεταξύ τους σχέσεις.

Ουσιαστικά πρόκειται για ένα ασβεστολιθικό βράχο ύψους 425 μ. που καταλαμβάνει το νότιο άκρο της Ιβηρικής Χερσονήσου. Έχει μήκος 5 χιλιόμετρα, πλάτος 500 μέτρα και συνδέεται με την Ισπανία με ένα χαμηλό αμμώδη ισθμό μήκους 1600 μέτρων.

Η ονομασία Γιβραλτάρ (Gibraltar) προέρχεται από την παραφθορά της αραβικής του ονομασίας Τζαμπάλ Ταρίκ, που σημαίνει «Το Βουνό του Ταρίκ», προς τιμήν του μουσουλμάνου πολέμαρχου Ταρίκ ιμπν Ζιγιάντ, που κατέλαβε τη χερσόνησο το 711.

Το Γιβραλτάρ με 32.194 κατοίκους (2015), είναι η 5η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή του κόσμου. Οι κάτοικοί του είναι ως επί το πλείστον ισπανικής καταγωγής, αλλά παραμένουν πιστοί στο βρετανικό στέμμα, όπως υποδηλώνουν και τα δημοψηφίσματα του 1967 και 2002.

Το Γιβραλτάρ είναι μία φτωχή σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους περιοχή κι επιβιώνει χάρη στις εξωχώριες εταιρείες (offshοre), τον τζόγο και το χρηματοπιστωτικό τομέα. Η Μεγάλη Βρετανία διατηρεί σημαντικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις στον Βράχο.

Το Γιβραλτάρ ήταν γνωστό στους αρχαίους Έλληνες ως Κάλπη και μαζί με το απέναντι βράχο της Θέουτα (αρχαία Αβίλη) στην αφρικανική ακτή σχηματίζουν τις Ηράκλειες Στήλες, τις οποίες, σύμφωνα με τη μυθολογία, έχτισε ο Ηρακλής επιστρέφοντας από τον κήπο των Εσπερίδων.

Το Γιβραλτάρ ήταν η πρώτη περιοχή που κατέλαβαν οι μουσουλμάνοι, κατά την προέλασή τους στην Ιβηρική Χερσόνησο (30 Απριλίου 711) και από τότε απέκτησε τη σπουδαιότητα του προνομιούχου λιμανιού. Το 1309 οι Ισπανοί ανακατέλαβαν και πάλι το Γιβραλτάρ για να το καταλάβουν ξανά οι μουσουλμάνοι το 1333. Το 1462 επανήλθε στην κυριαρχία της Ισπανίας.

Το 1704, κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ισπανικής Διαδοχής, οι Άγγλοι το κατέλαβαν εξ εφόδου. Η Συνθήκη της Ουτρέχτης (1713) αναγνώρισε την κυριαρχία τους, την οποία διατηρούν μέχρι σήμερα, παρά τις απόπειρες ανακατάληψής του από τους Ισπανούς (1705, 1727, 1779, 1782).

Η στρατηγική σημασία του Γιβραλτάρ επιβεβαιώθηκε κατά τους Ναπολεοντείους Πολέμους (1803-1815), τον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου αποτέλεσε στρατηγική βάση ελέγχου των θαλασσίων οδών προς το Σουέζ και το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας. Το 1940, ο Χίτλερ σχεδίασε μία χερσαία επιχείρηση κατάληψής του, αλλά ο Φράνκο αρνήθηκε να επιτρέψει τη διέλευση των γερμανικών στρατευμάτων από ισπανικά εδάφη.

Μεταπολεμικά, οι κάτοικοι του Γιβραλτάρ κλήθηκαν να αποφασίσουν για το μέλλον της περιοχής τους με δημοψήφισμα. Στις 10 Σεπτεμβρίου 1967, με συντριπτική πλειοψηφία (12.138 ψήφοι έναντι μόλις 44) αποφάσισαν να παραμείνουν υπήκοοι της αυτού Μεγαλειότητας της βασίλισσας Ελισάβετ.

Τότε, η Ισπανία απέκλεισε τα χερσαία σύνορά της με το Γιβραλτάρ, δημιουργώντας αξεπέραστα προβλήματα στη μικροσκοπική αποικία. Κατόπιν διαπραγματεύσεων με τη Μεγάλη Βρετανία, τα εμπόδια άρθηκαν το 1984.

Το 1973 το Γιβραλτάρ εισήλθε μαζί με τη Μεγάλη Βρετανία στην τότε ΕΟΚ (νυν Ευρωπαϊκή Ένωση) και θα εξέλθει μαζί της τα επόμενα χρόνια, λόγω Brexit, παρόλο που η κάτοικοί του ψήφισαν υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε. στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016.

Το 2001 η Βρετανία και η Ισπανία ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για καθεστώς συγκυριαρχίας στο Γιβραλτάρ. Οι κάτοικοί του, στις 7 Νοεμβρίου 2002, με νέο δημοψήφισμα, επαναβεβαίωσαν με συντριπτική πλειοψηφία (17.900 ψήφοι έναντι 187) την πίστη τους στο βρετανικό στέμμα.

Γεγονότα

 


μ.Χ.
1897

Η Σφαγή του Λάτιμερ

Αιματηρό επεισόδιο από την ιστορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ. Στις 10 Σεπτεμβρίου 1897, οι άνδρες του τοπικού σερίφη άνοιξαν πυρ και σκότωσαν 19 απεργούς ανθρακωρύχους στα ορυχεία του Κάλβιν Παρντί στο Λάτιμερ της Πενσυλβάνιας.

Στα τέλη του 19ου αιώνα η κατάσταση στα αμερικανικά ορυχεία ήταν άθλια. Η οικονομική ύφεση και η αθρόα εισροή μεταναστών από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (Πολωνών, Τσεχοσλοβάκων, Λιθουανών και Γερμανών) είχαν προκαλέσει σημαντική πτώση στο βιοτικό επίπεδο των αμερικανών εργατών, ενώ τα μέτρα ασφαλείας στα ανθρακωρυχεία ήταν ανύπαρκτα, με αποτέλεσμα τα θανατηφόρα εργατικά δυστυχήματα να αποτελούν καθημερινή υπόθεση. Συν τοις άλλοις, η χρησιμοποίηση των μεταναστών από την εργοδοσία ως απεργοσπαστικού μηχανισμού ενέτεινε την εχθρότητα με τους ντόπιους ανθρακωρύχους, που ήταν βρετανικής καταγωγής.

Στις αρχές Αυγούστου του 1897, ένα ορυχείο στην κομητεία Λαζέρν της Πενσυλβάνιας προχώρησε σε απολύσεις, μειώσεις μισθών και αυξήσεις ενοικίων στα οικήματα της εταιρείας. Οι εργαζόμενοι απάντησαν με απεργία, η οποία αστραπιαία επεκτάθηκε και στα γειτονικά ανθρακωρυχεία. Τις κινητοποιήσεις συντόνιζε η συνδικαλιστική οργάνωση United Mine Workers (Ενωμένοι Μιναδόροι), με επικεφαλής τον δραστήριο ιρλανδό ακτιβιστή Τζον Μίτσελ (1870-1919), μία από τις σημαντικές προσωπικότητες του αμερικανικού συνδικαλιστικού κινήματος. Στόχος του Μίτσελ ήταν να αποσπάσει τους σλαβόφωνους και γερμανόφωνους μετανάστες ανθρακωρύχους από την επιρροή της εργοδοσίας και να τους εντάξει ομαλά στο σωματείο, όπου κυριαρχούσαν οι βρετανικής καταγωγής εργάτες.

Η πολιτική του Μίτσελ άρχισε σύντομα να αποδίδει καρπούς. Οι εργοδότες υποχώρησαν και δέχθηκαν πολλά από τα αιτήματα των απεργών. Οι απεργίες μέχρι το τέλος Αυγούστου είχαν λυθεί. Όμως, στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1897 οι ιδιοκτήτες των ανθρακωρυχείων υπαναχώρησαν και οι απεργίες ξανάρχισαν με μεγαλύτερη ένταση. Οι μπράβοι της εργοδοσίας δεν μπόρεσαν αυτή τη φορά να κάμψουν το ηθικό των απεργών κι έτσι ζητήθηκε η συνδρομή της τοπικής αστυνομίας. Ο σερίφης της κομητείας Λαζέρν, Φρανκ Μάρτιν (πρώην εργοδηγός ανθρακωρυχείων) ανταποκρίθηκε πρόθυμα και συγκρότησε τάχιστα ένα απόσπασμα με 100 βοηθούς, ιρλανδικής και αγγλικής καταγωγής.

Στις 11 το πρωί της 10ης Σεπτεμβρίου 1897, μια ομάδα σλαβογερμανών απεργών πορεύθηκε προς το ορυχείο του Κάλβιν Παρντί, κοντά στην πόλη Λάτιμερ, για να παραστεί στα εγκαίνια του τοπικού παρατήματος των «Ενωμένων Μιναδόρων». Καθ’ οδόν οι διαδηλωτές ήλθαν αντιμέτωποι με τους άνδρες του σερίφη Μάρτιν, ο οποίος τους ζήτησε να διαλυθούν. Αυτοί, όμως, παράκουσαν την εντολή του και συνέχισαν την πορεία τους προς το ορυχείο. Ήταν η πρώτη αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο πλευρές. Στις 3.45 μ.μ. κι ενώ οι διαδηλωτές πλησίαζαν στο ορυχείο Παρντί, διατάχθηκαν και πάλι να διαλυθούν από τον σερίφη.

Η αρπαγή μιας αμερικάνικης σημαίας που κρατούσε ένας διαδηλωτής από ένα βοηθό του σερίφη, προκάλεσε λεκτική αντιπαράθεση, η οποία σχεδόν αμέσως εξελίχθηκε σε μικροσυμπλοκή. Τότε, από την πλευρά των βοηθών του σερίφη ακούστηκαν πυροβολισμοί. 19 ανθρακωρύχοι έπεσαν νεκροί και πάνω από πενήντα τραυματίστηκαν. Η κατάσταση ήταν εκτός ελέγχου. Απεργοί κατευθύνθηκαν στο σπίτι του επιστάτη του ανθρακωρυχείου, το οποίο λεηλάτησαν. Ο σερίφης Μάρτιν πανικόβλητος ζήτησε τη συνδρομή του στρατού. Το βράδυ της 10ης Σεπτεμβρίου, 2.500 άνδρες της 3ης Ταξιαρχίας της Εθνικής Φρουράς της Πενσυλβάνιας, υποστηριζόμενοι από πυροβολικό, αναπτύχθηκαν στην περιοχή και κατόρθωσαν να επιβάλουν την τάξη με τη βοήθεια των ηγετών της σλαβόφωνης κοινότητας της περιοχής, που ζήτησαν ηρεμία από τους ομοεθνείς τους.

Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία της περιοχής δεν θέλησε να αφήσει το τραγικό γεγονός ατιμώρητο. Συγκέντρωσε χρήματα από εράνους και έφερε ενώπιον της δικαιοσύνης τον σερίφη Μάρτιν και 73 από τους βοηθούς του, τον Φεβρουάριο του 1898. Αν και υπήρχαν συντριπτικά στοιχεία εις βάρος τους, αφού όλα τα θύματα πυροβολήθηκαν πισώπλατα, ο σερίφης Μάρτιν και οι βοηθοί του αθωώθηκαν. Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, οι κατηγορούμενοι υποστήριξαν ότι οι διαδηλωτές αρνήθηκαν να διαλυθούν παρακούοντας νόμιμη ενέργειά τους και ότι οι απεργοί επιτέθηκαν πρώτοι στους εκπροσώπους του νόμου και άρα αυτοί βρίσκονταν σε νόμιμη άμυνα.

Η Σφαγή του Λάτιμερ, όπως έμεινε στην ιστορία το αιματηρό περιστατικό, υπήρξε σημείο καμπής για το συνδικαλιστικό κίνημα των ανθρακωρύχων στις ΗΠΑ. Το σωματείο τους United Mine Workers γιγαντώθηκε και τα επόμενα χρόνια ήταν σε θέση να επιβάλει τους όρους του στην εργοδοσία. Οι μισθοί των ανθρακωρύχων αυξήθηκαν σημαντικά και οι συνθήκες εργασίας βελτιώθηκαν θεαματικά.

1898
H αυτοκράτειρα της Αυστροουγγαρίας Ελισάβετ, γνωστότερη ως Σίσσυ, δολοφονείται στη Γενεύη από τον αναρχικό Λουίτζι Λουκένι.

Ελισάβετ της Αυστρίας
1837 – 1898

Αυτοκράτειρα της Αυστρίας και βασίλισσα της Ουγγαρίας, γνωστή και ως Σίσι. Η τραγική ιστορία της ζωής της έγινε κοινό κτήμα όλου του κόσμου μέσα από την κινηματογραφική ταινία του Έρνστ Μάρισκα «Πριγκίπισσα Σίσι», που γυρίστηκε το 1955 με πρωταγωνίστρια τη Ρόμι Σνάιντερ.

Η δούκισα Ελισάβετ Μαρία Ευγενία γεννήθηκε στο Μόναχο στις 24 Δεκεμβρίου 1837. Ανήκε στον οίκο των Βίτελσμπαχ (όπως και και πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας Όθων) και ήταν κόρη του δούκα της Βαυαρίας Μαξιμιλιανού Ιωσήφ και της πριγκίπισσας Λουδοβίκας της Βαυαρίας. Τον Αύγουστο του 1853 γνώρισε τον 23χρονο εξάδελφό της Φραγκίσκο Ιωσήφ, αυτοκράτορα ήδη της Αυστρίας, ο οποίος την ερωτεύτηκε. Στα 15 της, η Ελισάβετ ήταν η ωραιότερη πριγκίπισσα της Ευρώπης. Ένα χρόνο αργότερα, στις 24 Απριλίου 1854, το ζευγάρι τέλεσε τους γάμους του στη Βιέννη.

Η δολοφονία της αυτοκράτειρας Ελισάβετ

Λίγο μετά το γάμο της, όμως, η Σίσι άρχισε να παρουσιάζει νευρικές διαταραχές, κληρονομιά από τους προγόνους της, τους Βίτελσμπαχ. Ένας από τους τόπους που κατέφευγε για να βρίσκει την ψυχική της ισορροπία ήταν η Κέρκυρα. Κατά τις επισκέψεις της στο νησί διέμενε στο «Αχίλλειο», το οποίο η ίδια έχτισε το 1890. Εκεί μελετούσε με πάθος τον Όμηρο στο αρχαίο κείμενο και γενικά λάτρευε τα δημιουργήματα της τέχνης. Ο συγγραφέας Κωνσταντίνος Χρηστομάνος (1867 - 1911), που τη γνώρισε προσωπικά (ήταν ο συνοδός της, όταν ήθελε να μιλήσει ελληνικά), περιγράφει τη ζωή της με λυρικό τρόπο στη μυθιστορηματική βιογραφία «Το βιβλίο της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ», που κυκλοφόρησε πρώτα στη Βιέννη το 1898 και το 1907 στην Ελλάδα.

Η Ελισάβετ ως αυτοκράτειρα της Αυστρίας ήταν αγαπητή στους υπηκόους της, αλλά συχνά προκαλούσε την αντιπάθεια της υψηλής κοινωνίας της Βιέννης με την περιφρόνηση που έδειχνε στους κανόνες του αυλικού πρωτοκόλλου. Οι Ούγγροι τη λάτρευαν, κυρίως για την επίτευξη του Αυστροουγγρικού Συμβιβασμού (Ausgleich) του 1867, χρονιά που στέφθηκε και βασίλισσα της Ουγγαρίας. Πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής της στο Γκέντερλε στα βόρεια της Βουδαπέστης, ο ενθουσιασμός της, όμως, για την Ουγγαρία ήταν πρόκληση για τους γερμανικής κατοίκους της αυτοκρατορίας των Αψβούργων.

Η αυτοκτονία του 30χρονου μοναχογιού της αρχιδούκα Ροδόλφου, στο Μάγιερλινγκ το 1889, ήταν για την Ελισάβετ ένα πλήγμα, από το οποίο δεν συνήλθε ποτέ. Στις 10 Σεπτεμβρίου 1898 κι ενώ βρισκόταν στην παραλία της Γενεύης δολοφονήθηκε από τον Ιταλό αναρχικό Λουίτζι Λουκένι (1873-1910), ο οποίος επιζητούσε μία συμβολική - θεαματική πράξη κατά της «καταπιεστικής άρχουσας τάξης» και στον δρόμο του βρήκε την Ελισάβετ.

1919
Υπογράφεται η Συνθήκη του Αγίου Γερμανού (Σεν Ζερμέν), μεταξύ των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και της νεοσύστατης Δημοκρατίας της Αυστρίας, που βάζει τέλος στην Αυτοκρατορία της Αυστροουγγαρίας. Με τη συνθήκη αναγνωρίζεται η ανεξαρτησία της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας και του Κράτους των Σλοβένων, Κροατών και Σέρβων.

Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος

Η μεγαλύτερη και πιο πολύνεκρη πολεμική αναμέτρηση που γνώρισε ο κόσμος μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Ξεκίνησε στις 28 Ιουλίου 1914, όταν η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Σερβίας και τελείωσε με την ταπεινωτική ήττα της Γερμανίας και των συμμάχων της στις 11 Νοεμβρίου 1918. Ονομάστηκε Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ή Μεγάλος Πόλεμος, επειδή εξαπλώθηκε πέρα από τα σύνορα της Ευρώπης και αναμίχθηκαν σ’ αυτόν όλες οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής.

Τα αίτια, που οδήγησαν στην έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου θα πρέπει να αναζητηθούν στις οικονομικές συνθήκες της εποχής και στις επεκτατικές βλέψεις των διαφόρων κρατών, που αύξησαν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Ειδικότερα, η οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, που προήλθε από τη ραγδαία εκβιομηχάνισή της, οδήγησε στην όξυνση του ανταγωνισμού της με την Αγγλία για την κυριαρχία στις μεγάλες αγορές του κόσμου. Ταυτόχρονα, η γαλλική πολιτική της «ρεβάνς», δηλαδή η επιθυμία της Γαλλίας να αποκαταστήσει το γόητρό της και να ανακτήσει την Αλσατία και τη Λορένη (που είχε χάσει στο Γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870 - 1871), είχε δημιουργήσει ένταση στις σχέσεις της με τη Γερμανία.

Την ίδια εποχή, η Αυστροουγγαρία βρισκόταν σε ανταγωνισμό με τη Ρωσία σχετικά με την κυριαρχία στα Βαλκάνια. Τα νέα εθνικά βαλκανικά κράτη, που είχαν δημιουργηθεί μετά την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κρατούσαν ευνοϊκή στάση απέναντι στις διεκδικήσεις των εθνικών μειονοτήτων της Αυστροουγγαρίας και απειλούσαν την ενότητά της. Έτσι, η Αυστροουγγαρία επιθυμούσε να διατηρηθεί το στάτους - κβο των Βαλκανίων. Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, επιθυμούσε να βρει διέξοδο στη Μεσόγειο, υποστήριζε την κίνηση του πανσλαβισμού και θεωρούσε τον εαυτό της φυσικό προστάτη των ορθόδοξων λαών των Βαλκανίων, πράγματα που έβρισκαν αντίθετες τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία.

Τη σπίθα του πολέμου άναψε η δολοφονία του διαδόχου του θρόνου της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του Σοφίας από τον νεαρό σερβοβόσνιο εθνικιστή Γκαβρίλο Πρίντσιπ στο Σαράγεβο της Βοσνίας στις 28 Ιουνίου 1914. Για τη δολοφονία οι Αυστριακοί θεώρησαν υπεύθυνη την κυβέρνηση της Σερβίας και της κήρυξαν τον πόλεμο στις 28 Ιουλίου 1914.

Την 1η Αυγούστου η Γερμανία κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Ρωσίας και δύο ημέρες αργότερα κατά της Γαλλίας. Στις 4 Αυγούστου η Αγγλία και στις 23 Αυγούστου η Ιαπωνία κηρύσσουν με τη σειρά τους τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, όταν αυτή εισβάλει στο Βέλγιο (4 Αυγούστου).

Με το μέρος της Γερμανίας και της Αυστρίας τάχθηκαν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Βουλγαρία, που αποτέλεσαν τις λεγόμενες «Κεντρικές Δυνάμεις». Από την άλλη πλευρά, με τους Αγγλογάλλους και τους Ρώσους συντάχθηκαν η Σερβία, το Μαυροβούνιο, το Βέλγιο, η Ιαπωνία, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Ελλάδα (από το 1916 η «κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης» και από το 1917 το ενωμένο ελληνικό κράτος), η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες (από το 1917). Όλες μαζί οι δυνάμεις αυτές συγκρότησαν τον συνασπισμό, γνωστό ως «Αντάντ» (Entente=Συνεννόηση στα γαλλικά).

Στην αρχή του πολέμου, οι πιο μεγάλες μάχες έγιναν στη Γαλλία και το Βέλγιο («Δυτικό Μέτωπο»). Οι Γερμανοί κυρίευσαν μεγάλο τμήμα των χωρών αυτών και απείλησαν το Παρίσι. Οι Γάλλοι κατόρθωσαν να οργανώσουν την άμυνά τους σ’ ένα μέτωπο 750 χλμ. από τη Βόρεια Θάλασσα ως το βορειοδυτικό άκρο της Ελβετίας, όπου έγινε ένας φοβερός πόλεμος χαρακωμάτων, που κράτησε έως το 1918.

Την περίοδο που οι Γερμανοί πολιορκούσαν το Παρίσι, τους επιτέθηκαν οι Ρώσοι και κυρίευσαν σημαντικά εδάφη της Ανατολικής Πρωσίας («Ανατολικό Μέτωπο»). Ο αρχιστράτηγος του γερμανικού στρατού φον Μόλτκε διόρισε διοικητή του στρατού της Ανατολικής Πρωσίας τον γηραιό στρατηγό Χίντεμπουργκ, ο οποίος κατόρθωσε να απωθήσει τους Ρώσους, νικώντας τους στις μάχες του Τάνεμπεργκ (26-31 Αυγούστου 1914) και των Μαζουριανών Λιμνών (9-14 Σεπτεμβρίου).

Οι Ρώσοι με νέες δυνάμεις οργάνωσαν την άμυνα τους στη γραμμή από την Ανατολική Πρωσία ως τα Καρπάθια (900 χλμ.) και ο πόλεμος αυτός έγινε αγώνας χαρακωμάτων. Τον Μάιο του 1915 οι Ρώσοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφού έχασαν πολύ στρατό.

Τον Οκτώβριο του 1915, η «Αντάντ» κήρυξε τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσπαθώντας να βοηθήσει τους Ρώσους. Ο συμμαχικός στόλος με βάση τη Λήμνο επιχείρησε να περάσει τα στενά των Δαρδανελλίων, αλλά δεν το κατόρθωσε, γιατί οι Τούρκοι τους απώθησαν. Απόπειρα να εισχωρήσουν από την ξηρά με απόβαση στη χερσόνησο της Καλλίπολης, επίσης, απέτυχε. Οι Σύμμαχοι αναζητούσαν βάση για το στόλο και το στρατό τους στο Αιγαίο και χωρίς την άδεια της Ελλάδας, που τηρούσε ουδετερότητα, αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη (2 Οκτωβρίου 1915). Οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι κατέλαβαν τη Σερβία κι έτσι δημιουργήθηκε το «Βαλκανικό Μέτωπο».

Η παρουσία των συμμαχικών στρατευμάτων της «Αντάντ» στη Θεσσαλονίκη προκάλεσε αναστάτωση στην Ελλάδα, γιατί άλλα κόμματα είχαν φιλικές διαθέσεις προς τους συμμάχους και άλλα ήταν αντίθετα. Όταν οι Βούλγαροι κατέλαβαν τη Σερβία, ο ελληνικός στρατός δεν έσπευσε να βοηθήσει τους παλιούς του συμμάχους Σέρβους. Αυτό εξερέθισε τους Συμμάχους, που έριξαν την ευθύνη στο φιλογερμανό βασιλιά Κωνσταντίνο. Την άνοιξη του 1916 οι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική Μακεδονία κι έκαναν φοβερές σφαγές σε βάρος των Ελλήνων.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος τότε έκαμε το χωριστικό κίνημα (κίνημα «Εθνικής Αμύνης»). Πήγε στη Θεσσαλονίκη και σχημάτισε φιλική κυβέρνηση προς την «Αντάντ» (26 Αυγούστου 1916). Η Ελλάδα χωρίστηκε στα δυο: Το «κράτος των Αθηνών» υπό τον βασιλιά Κωνσταντίνο υποστήριζε την ουδετερότητα και το «κράτος της Θεσσαλονίκης» υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο την έξοδο στον πόλεμο στο πλευρό της «Αντάντ». Τη λύση έδωσαν οι Γάλλοι, δια του γερουσιαστή Ζονάρ, που υποχρέωσαν το βασιλιά Κωνσταντίνο να φύγει από την Ελλάδα. Έτσι, η ενωμένη Ελλάδα εισήλθε στον πόλεμο στο πλευρό της «Αντάντ» και στις 27 Ιουνίου 1917 κήρυξε τον πόλεμο κατά των «Κεντρικών Δυνάμεων».

Στο Δυτικό Μέτωπο, στις φονικές μάχες των χαρακωμάτων προστέθηκε το 1916 η φοβερή μάχη του Βερντέν, ανάμεσα σε Γάλλους και Γερμανούς, που κράτησε 10 μήνες (21 Φεβρουαρίου - 18 Δεκεμβρίου), με τρομακτικές απώλειες και για τους δύο αντιπάλους. Οι Σύμμαχοι, για να εξασθενήσουν τη Γερμανία, απέκλεισαν με τους στόλους τους τη Βαλτική και την Αδριατική. Οι Γερμανοί, όμως, με τα υποβρύχιά τους βύθισαν πολλά συμμαχικά πλοία. Στις 3 Φεβρουαρίου 1917, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήλθαν στον πόλεμο για να «εξασφαλίσουν την ελευθερία των θαλασσών», όπως διακήρυξε ο αμερικανός πρόεδρος Γούντροου Ουίλσον και βαθμηδόν η πλάστιγγα του πολέμου άρχισε να γέρνει προς τη μεριά της «Αντάντ».

Τον Μάρτιο του 1917 (Φεβρουάριο με το παλαιό ημερολόγιο) ξέσπασε επανάσταση στη Ρωσία που ανέτρεψε τον τσάρο Νικόλαο Β' και ανακηρύχτηκε δημοκρατία με επικεφαλής τον σοσιαλδημοκράτη πολιτικό Αλεξάντρ Κερένσκι. Ο ρωσικός στρατός συνέχισε να μάχεται στο ανατολικό μέτωπο, αλλά χωρίς ηθικό. Στις 24 Οκτωβρίου 1917, οι μπολσεβίκοι του Λένιν ανέτρεψαν τον Κερένσκι και ανέλαβαν την εξουσία, εγκαθιστώντας σταδιακά κομμουνιστικό καθεστώς στην αχανή χώρα («Οκτωβριανή Επανάσταση»). Το νέο καθεστώς υπέγραψε χωριστή συνθήκη με τη Γερμανία στις 3 Μαρτίου 1918 («Συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ») και η Ρωσία εξήλθε του πολέμου.

Παρά την απώλεια της Ρωσίας, η κατάσταση δεν άλλαξε δραματικά και το πάνω χέρι στον πόλεμο εξακολουθούσε να το έχει η «Αντάντ». Οι μεγάλες γερμανικές επιθέσεις στο «Δυτικό Μέτωπο» (μάχες Σεμέν Ντε Νταμ και Μάρνη) αποκρούστηκαν από τις γαλλοαμερικανικές δυνάμεις. Οι Άγγλοι νίκησαν τους Τούρκους στην Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία, όπως και ο ελληνικός στρατός τους Βούλγαρους στο Σκρα (17 Μαΐου 1918). Μεγάλες ήταν και οι επιτυχίες των Ιταλών κατά των Αυστριακών.

Οι Γερμανοί άρχισαν να βλέπουν ότι χάνουν τον πόλεμο. Για να αποφύγουν μεγαλύτερη αιματοχυσία, επαναστάτησαν και ζήτησαν να κλείσει ανακωχή με βάση τους 14 όρους του Αμερικανού προέδρου Γουίλσον, που είχαν δημοσιοποιηθεί σταδιακά από τις 8 Ιανουαρίου έως τις 27 Σεπτεμβρίου 1918 (4 Οκτωβρίου 1918).

Στις 9 Νοεμβρίου ανακηρύσσεται στη Γερμανία δημοκρατία και την επομένη ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β' εγκαταλείπει τη χώρα. Στις 5 το απόγευμα της 11ης Νοεμβρίου 1918 υπογράφεται η παράδοση της Γερμανίας μέσα σ’ ένα βαγόνι τραίνου και στις 11 το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, που στοίχισε 16 εκατομμύρια νεκρούς και εξαφανισθέντες και 20 εκατομμύρια τραυματίες στα πεδία των μαχών, λαμβάνει τέλος. Οι συνέπειές του, όμως, θα στοιχειώνουν για πολλά χρόνια ακόμα τη Γηραιά Ήπειρο. Στις 18 Ιουνίου 1919 υπογράφτηκε η συνθήκη των Βερσαλιών, με τη συμμετοχή του Ελευθερίου Βενιζέλου, που επέβαλε επαχθείς όρους στη Γερμανία.

Η Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, είχε συνολικές απώλειες 27.000 ανδρών στα πεδία των μαχών (6.000 νεκρούς και αγνοούμενους και 21.000 τραυματίες). Η Ελλάδα βγήκε κερδισμένη εδαφικά από τον Μεγάλο Πόλεμο. Με την συνθήκη του Νεϊγί (27 Νοεμβρίου 1919) της αποδόθηκε η Δυτική Θράκη, ενώ με τη συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) της παραχωρήθηκαν η Ανατολική Θράκη (μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης), τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, καθώς και η δυνατότητα εξάσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στην περιοχή της Σμύρνης. Στην Ιταλία δόθηκαν τα Δωδεκάνησα και το Καστελόρριζο, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία αναγνωρίστηκε η προσάρτηση της Κύπρου.

1972
Ο Πέτρος Γαλακτόπουλος κερδίζει το αργυρό μετάλλιο στα 74 κιλά της ελληνορωμαϊκής πάλης, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου.
1991
Οι Nirvana κυκλοφορούν τη μεγάλη επιτυχία τους «Smells Like Teen Spirit».
1995
Προβάλλεται στους ελληνικούς κινηματογράφους η ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Το βλέμμα του Οδυσσέα», που κέρδισε το μεγάλο βραβείο της κριτικής επιτροπής του Φεστιβάλ των Καννών.
2003
Άγνωστος καταφέρει πολλαπλά τραύματα με μαχαίρι στην υπουργό Εξωτερικών της Σουηδίας, Άννα Λιντ, την ώρα που ψωνίζει σε πολυκατάστημα της Στοκχόλμης. Θα υποκύψει στα τραύματά της την επόμενη μέρα.

Γεννήσεις

 


μ.Χ.

Αλέξιος Β’ Κομνηνός
1169 – 1183

Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, που βασίλεψε για τρία χρόνια (1180 – 1183), αλλά δεν κυβέρνησε ποτέ. Ανήκε στη δυναστεία των Κομνηνών.

Ο Αλέξιος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 10 Σεπτεμβρίου 1169 και ήταν γιος του αυτοκράτορα Μανουήλ Α' Κομνηνού και της δεύτερης συζύγου του Μαρίας, κόρης του γάλλου πρίγκηπα της Αντιοχείας Ραϊμούνδου του Πουατιέ. Στις 2 Μαρτίου 1180 και για λόγους πολιτικής του πατέρα του, ο δεκαετής Αλέξιος παντρεύτηκε την οκταετή πριγκίπισσα Αγνή, κόρη του φράγκου βασιλιά Λουδοβίκου του 7ου, η οποία έλαβε το όνομα Άννα.

Λίγους μήνες αργότερα, στις 24 Σεπτεμβρίου 1180, ο Μανουήλ Α' πέθανε και τον διαδέχθηκε ο εντεκάχρονος γιος του, Αλέξιος. Επειδή ήταν ανήλικος τον κηδεμόνευε η βασιλομήτωρ Μαρία, η οποία γρήγορα τον παραγκώνισε, αναθέτοντας την εξουσία στον εραστή της Αλέξιο Πρωτοσέβαστο, εξάδελφο του αυτοκράτορα Αλέξιου Β'. Η απροκάλυπτα φιλοδυτική στάση της Μαρίας και του ευνοούμενού της, καθώς και η ασυδοσία των λατίνων εμπόρων (Γενουατών και Πισατών) που κυριαρχούσαν στο θαλάσσιο εμπόριο και τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες στην αυτοκρατορία, προκάλεσαν την έξαρση των αντιδυτικών αισθημάτων του λαού και την αντίδραση της οικογένειας των Κομνηνών. Η ετεροθαλής αδελφή του ανήλικου αυτοκράτορα Μαρία Κομνηνή ή Πορφυρογέννητη και ο φράγκος σύζυγός της Καίσαρ Ιωάννης (Ρενιέ ντε Μονφερά, το γαλλικό όνομά του), προσπάθησαν να ξεσηκώσουν τον λαό της Κωνσταντινούπολης κατά του μισητού ζεύγους της Μαρίας και του Αλέξιου, αλλά απέτυχαν.

Τότε φάνηκε δυναμικά στο προσκήνιο ο Ανδρόνικος Κομνηνός, εξάδελφος του αποθανόντος αυτοκράτορα, που είχε πέσει σε δυσμένεια επί Μανουήλ Α', ως σφετεριστής του θρόνου και είχε απομακρυνθεί στον Πόντο. Με την προτροπή της Μαρίας Κομνηνής, την άνοιξη του 1182 στρατοπέδευσε στη Χαλκηδόνα (σημερινό Καντίκιοϊ), στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, προκαλώντας στάση μέσα στη Βασιλεύουσα.

Ο Αλέξιος Πρωτοσέβαστος εγκαταλείφθηκε από τους υποστηρικτές του, αιχμαλωτίστηκε από τους στασιαστές και τυφλώθηκε. Παράλληλα, ξεκίνησε ένα πογκρόμ κατά των ρωμαιοκαθολικών ή λατίνων κατοίκων της Κωνσταντινούπολης, που ανέρχονταν σε περίπου 60.000 και αποτελούνταν από εμπόρους και τις οικογένειές τους. Ανεξακρίβωτος αριθμός λατίνων κατεσφάγη από το μαινόμενο πλήθος, ενώ τουλάχιστον 4.000 πουλήθηκαν ως σκλάβοι στους Σελτζούκους Τούρκους. Οι διασωθέντες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους.

Στις 3 Μαΐου 1182 ο Ανδρόνικος Κομνηνός εισήλθε θριαμβευτικά στην Κωνσταντινούπολη ως προστάτης του ανήλικου ανιψιού του. Η πρώτη του ενέργεια ήταν να δηλητηριάσει τη Μαρία Κομνηνή και τον σύζυγό της Καίσαρα Ιωάννη. Ακολούθως, συνέλαβε τη βασιλομήτορα Μαρία, την οποία υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια και ανέθεσε τον στραγγαλισμό της στον σωματοφύλακά του Κωνσταντίνο Τρίψυχο.

Ο Ανδρόνικος στέφθηκε συναυτοκράτορας και στις 24 Σεπτεμβρίου 1183 με διαταγή του δολοφονήθηκε ο 14χρονος αυτοκράτορας Αλέξιος Β' Κομνηνός. Τον στραγγάλισαν με τη χορδή ενός τόξου. Ο Ανδρόνικος αναγορεύθηκε σε αυτοκράτορα του Βυζαντίου ως Ανδρόνικος Α' Κομνηνός και για να νομιμοποιήσει την εξουσία του παντρεύτηκε τη χήρα του Αλέξιου Β', παρότι αυτός ήταν 65 ετών και η Άννα μόλις 13.

Τη δυναστική διαμάχη στο Βυζάντιο επί Αλεξίου Β' εκμεταλλεύτηκαν οι γείτονες της αυτοκρατορίας. Ο βασιλιάς των Ούγγρων Μπέλα ο 3ος, κατέλαβε περιοχές της Κάτω Πανονίας (σημερινή Βόρεια Σερβία και Βοσνία), η Βενετία τη Δαλματία και ο σουλτάνος των Σελτζούκων Τούρκων Κιλίτζ Αρσλάν ο 2ος προωθήθηκε δυτικότερα στη Μικρά Ασία, καταλαμβάνοντας το Κοτύαιον (σημερινή Κιουτάχεια) και τη Σωζόπολη της Πισιδίας.

Σχετικά...

«Αγνή η Φράγκα», ιστορικό μυθιστόρημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα Κώστα Κυριαζή (1920-1991). Πρωτοκυκλοφόρησε το 1980 από τις εκδόσεις της ΕΣΤΙΑΣ.

1927
Γεράσιμος Σκλάβος, έλληνας γλύπτης. (Θαν. 28/1/1967)
1933
Καρλ Λάγκερφελντ, γερμανός μόδιστρος.
1956
Γιάννης Μπέζος, έλληνας ηθοποιός.

Θάνατοι



μ.Χ.
Ούγκο Φόσκολο, (Ούγος Φώσκολος), ελληνικής καταγωγής ιταλός ποιητής. (Γεν. 6/2/1778)

1976
  Ντάλτον Τράμπο, αμερικανός σεναριογράφος και συγγραφέας, ένας από τους δέκα «μαυροπινακισμένους» του Χόλιγουντ. («Ο Τζόνι πήρε τ’ όπλο του») (Γεν. 9/12/1905)

Η ιστορία του Χόλιγουντ

Το Χόλιγουντ (Hollywood) θα ήταν ένα άσημο προάστιο του Λος Άντζελες, αν δεν γινόταν στο διάβα του χρόνου η πρωτεύουσα της πανίσχυρης αμερικανικής βιομηχανίας της κινούμενης εικόνας, πρώτα του κινηματογράφου και κατόπιν της τηλεόρασης.

Η ιστορία του ξεκινά μόλις το 1886, όταν στην περιοχή καταφθάνει ένας κτηματομεσίτης από το Κάνσας, ο 54χρονος Χάρβεϊ Χέντερσον Γουίλσον. Αγόρασε μία έκταση εξακοσίων στρεμμάτων και πολύ σύντομα άρχισε να ξεδιπλώνει το όραμά του. Θα δημιουργούσε μια κοινότητα για αφοσιωμένους χριστιανούς, που θα ζούσαν μια ηθική ζωή, απαλλαγμένη από τις αμαρτίες και το αλκοόλ. Το όνομα «Χόλιγουντ» ήταν έμπνευση της συζύγου του Νταΐντα. Είχε σχέση με τα πιστεύω τους και το εμπνεύστηκε από το όνομα της θερινής κατοικίας ενός οικογενειακού τους φίλου στο Σικάγο.

Τα επόμενα χρόνια, το Χόλιγουντ άρχισε ν’ αλλάζει όψη, όχι προς την κατεύθυνση που επιθυμούσε ο Γουίλκοξ, καθώς το όραμά του αποδείχτηκε μια ακόμη ουτοπία. Η περιοχή άρχισε να οικοδομείται με ταχείς ρυθμούς, εξαιτίας του καλού της κλίματος, αλλά και της ανάπτυξης και επέκτασης του σιδηροδρόμου. Η κεντρική λεωφόρος Πρόσπεκτ -η σημερινή Χόλιγουντ Άβενιου- μετατράπηκε σ' έναν δρόμο με κύρος, όπου κάθε πλούσιος από τη Δύση επιθυμούσε μία κατοικία. Το 1903 η κοινότητα απέκτησε νομική οντότητα, αλλά λόγω της έλλειψης πόσιμου νερού αναγκάστηκε να υπαχθεί το 1910 στην πόλη του Λος Άντζελες.

Το ίδιο διάστημα η πόλη υπέστη μια ακόμη μετάλλαξη, όταν μια μικρή ομάδα Εβραίων εμπόρων της Ανατολικής Ακτής, που πίστευαν πολύ στο μέλλον του κινηματογράφου, βρήκαν στην νότια Καλιφόρνια τις ιδανικές συνθήκες για τα γυρίσματα των ταινιών του. Συνδύαζε ήπιο κλίμα, παρατεταμένη ηλιοφάνεια και πολυμορφία χώρων, Το ήσυχο προάστιο του Λος Άντζελες με τις πορτοκαλιές, γέμισε σύντομα από πρόχειρα υπαίθρια πλατό, καθώς οι ταινίες τότε γυρίζονταν μόνο στο φως του ήλιου. Μέσα σε λίγα χρόνια, οι πρώην παλιατζήδες και πωλητές γαντιών κατάφεραν να μετατρέψουν αυτό το ριψοκίνδυνο πείραμα σε κερδοφόρα επιχείρηση και να καταστήσουν το Χόλιγουντ την πρωτεύουσα της βιομηχανίας των ονείρων με παγκόσμια απήχηση.

Οι ανάγκες αυτής της νέας βιομηχανίας έφεραν ραγδαίες αλλαγές στην κοινότητα, προκαλώντας συγκρούσεις ανάμεσα στους παλιούς και τους νέους κατοίκους. Οι αγροτικές εκτάσεις στα βόρεια της κεντρικής λεωφόρου κόπηκαν σε οικόπεδα, όπου χτίστηκαν σπίτια για τη φιλοξενία των εργαζομένων. Εμπορικά κέντρα, εστιατόρια, κινηματογράφοι, κλαμπ και τράπεζες άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού, κατά τις δεκαετίες του’ 20 και του '30.

Επί τρεις περίπου δεκαετίες, από τον βωβό κινηματογράφο ώς τις ομιλούσες ταινίες, προσωπικότητες όπως οι Ντέιβιντ Γκρίφιθ, Σάμιουελ Γκόλντουιν, Άντολφ Ζούκορ, Γουίλιαμ Φοξ, Λούις Μάγερ, Τζέσι Λάσκι, Ντάριλ Ζάνουκ και Χάρι Κον διετέλεσαν επικεφαλής τών μεγάλων κινηματογραφικών εταιρειών (20th Century Fox, Metro-Goldwyn-Mayer, Paramount Pictures, Columbia, Warner Brothers κ.ά.), παίζοντας καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του κινηματογράφου.

Οι πρωταγωνιστές των ταινιών, μυθικά ονόματα πλέον σε όλο τον κόσμο, ζούσαν και εργάζονταν μέσα σε ένα περιβάλλον πλούτου και λάμψης, ενώ η συμπεριφορά τους συχνά σκανδάλιζε την κοινή γνώμη. Η συντηρητική Αμερική θεωρούσε το Χόλιγουντ συνώνυμο της αμαρτίας και «Νέα Βαβυλώνα».

Το Χόλιγουντ ήταν πλέον μια αντιφατική πόλη, «…ελαφρόμυαλη και σοβαρή, τολμηρή και φιλόδοξη, ανήθικη και φανταχτερή, πρόστυχη και φτηνή και απίθανα μεγαλοπρεπής, σκουπίδια και μεγαλοφυία σε μια απίστευτη ένωση», όπως συμπέρανε μια ατάκα από ένα μιούζικαλ του 1935. Ποιος να φανταζόταν την εξέλιξη αυτή, με δεδομένο το αρχικό όραμα του ιδρυτή της.

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, άρχισε σταδιακά να χάνει την λάμψη του. Με τήν διάδοση της τηλεόρασης την δεκαετία του ’60, τα μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο εγκατέλειψαν την περιοχή και το Χόλιγουντ έγινε ή έδρα της τηλεοπτικής βιομηχανίας των ΗΠΑ. Οι περισσότεροι αστέρες της μεγάλης οθόνης μετακόμισαν στο κοντινό Μπέβερλι Χιλς και τα κομψά εστιατόρια και μαγαζιά τους ακολούθησαν.

2010
 

Γκιζέλα Ντάλι
1937 – 2010

Ελληνίδα ηθοποιός, που διακρίθηκε σε ρόλους μοιραίας και σέξι γυναίκας.

Η Αδαμαντία Μαυροειδή, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 23 Αυγούστου του 1937. Σπούδασε χορό στη σχολή Ανωμερίτη και υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Σχολείου.

Στον κινηματογράφο εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1960 στην κωμωδία «Ραντεβού στη Βενετία» του μετέπειτα συζύγου της Ντίμη Δαδήρα. Στη συνέχεια διακρίθηκε, κυρίως, για τις συμμετοχές της σε ερωτικές ταινίες («Αμαρτωλές», «Μιρέλα, η σάρκα της ηδονής» κ.ά.) και αναδείχθηκε σε σύμβολο του σεξ τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70. Ο φακός αποτύπωσε το τέλειο σώμα της σε πολλές αποκαλυπτικές σκηνές που έκοβαν την ανάσα στον ανδρικό πληθυσμό της εποχής. Στο θέατρο εμφανίστηκε, κυρίως, σε παραστάσεις επιθεώρησης.

Μετά το χωρισμό της με τον σκηνοθέτη Ντίμη Δαδήρα, εγκατέλειψε τη σόου-μπιζ κι εγκαταστάθηκε στη Νάξο, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Το 2004 εμφανίστηκε για τελευταία φορά στη μεγάλη οθόνη, παίζοντας ένα χαρακτηριστικό ρόλο στην ταινία του Γιώργου Πανουσόπουλου «Τεστοστερόνη».

Η Γκιζέλα Ντάλι πέθανε στη Νάξο στις 10 Σεπτεμβρίου 2010, σε ηλικία 73 ετών.

Φιλμογραφία

  • Ραντεβού στη Βενετία (1960)
  • Η Μπέττυ παντρεύεται (1961)
  • Αμαρτωλές (1962)
  • Η Ελληνίδα και ο έρωτας (1962)
  • Μη βαράτε όλοι μαζί (1962)
  • Οι τρεις σωματοφύλακες (1962)
  • Το καρπουζάκι (1962)
  • Του Κουτρούλη ο γάμος (1962)
  • Διεστραμμένοι (1963)
  • Ένας βλάκας με πατέντα (1963)
  • Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης (1963)
  • Σκάνδαλα στο νησί του έρωτα (1963)
  • Το γέλιο βγήκε απ' τον Παράδεισο (1963)
  • Τον βρήκαμε τον Παναή (1963)
  • Οι επικίνδυνοι (1964)
  • Νυχτοπερπατήματα (1964)
  • Όταν η μοίρα προστάζει (1964)
  • Τρία κορίτσια από την Αμέρικα (1964)
  • Φτωχός εκατομμυριούχος (1965)
  • Ου κλέψεις (1965)
  • Παίξε μπουζούκι μου γλυκό (1965)
  • Ο παρθένος (1966)
  • Δάφνης και Χλόη: Οι μικροί ερασταί (1969)
  • Καυτή εκδίκηση (1969)
  • Ένας Βέγγος για όλες τις δουλειές (1970)
  • Έρωτας δίχως σύνορα (1970)
  • Όσο υπάρχει έρωτας (1970)
  • Ο λιποτάκτης (1970)
  • Ο κύκλος της ανωμαλίας (1971)
  • Κυνηγημένοι εραστές (1972)
  • Δαίμονες της βίας και του σεξ (1973)
  • Μιρέλλα, η σάρκα της ηδονής (1973)
  • Αιμιλία, η διεστραμμένη (1974)
  • Η σπηλιά της αμαρτίας (1976)
  • Τεστοστερόνη (2004)

Τηλεοπτικά σήριαλ

  • Ποιος είναι ο ένοχος (ΥΕΝΕΔ, 1973)

πηγη: www.sansimera.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου