Loading...

Κατηγορίες

Τετάρτη 17 Ιαν 2018
Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018Σαν Σήμερα... Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

 

 
Ανατολή Ήλιου: 07:37 – Δύση Ήλιου: 17:33

 

Σαν Σήμερα...

Γεγονότα


μ.Χ.
Οι πολιτικές αντιθέσεις μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων εκφράζονται με την παρουσία δύο κυβερνήσεων: Η μία έχει την έδρα της στην Τρίπολη υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και η άλλη στο Κρανίδι υπό τον Γεώργιο Κουντουριώτη.
Ο Ποπάι κάνει το ντεμπούτο του σε δεύτερο ρόλο, σε μία σειρά κόμικς που δημοσιεύει η εφημερίδα της Νέας Υόρκης «Evening Journal».

Μόρτυ και Φέρντυ

Τα δίδυμα ανηψάκια του Μίκυ Μάους. Ανήκουν στο χάρτινο κόσμο των ηρώων της Ντίσνεϊ και παίζουν δευτεραγωνιστικό ρόλο στις ιστορίες του διάσημου θείου τους.

Ο Μόρτυ (Morty) και ο Φέρντυ (Ferdie) γεννήθηκαν από το πενάκι του αμερικανού σκιτσογράφου Φλόϊντ Γκότφρεντσον (1905-1986) και πρωτοεμφανίστηκαν σε κόμικ - στριπ στις 17 Ιανουαρίου 1932. Τον επόμενο χρόνο πέρασαν και στη μεγάλη οθόνη. Έπαιξαν δίπλα στον Μίκυ στο οκτάλεπτο καρτούν «Giantland», που έκανε πρεμιέρα στις 25 Νοεμβρίου 1933.

Τα δύο μικρά ανθρωπόμορφα ποντικάκια ζουν στο Μίκυ Σίτυ και είναι γιοι της ξαδέλφης του Μίκυ, Αμέλια Φιλντμάους και αγνώστου πατρός. Είναι υπερκινητικά και ατίθασα, μέχρι σημείου να φέρνουν τα πάνω κάτω για να γίνει το δικό τους. Ακούνε το θείο τους μόνο τις ελάχιστες φορές που τους λέει να κάνουν ό,τι θέλουν. Μία από τις πιο αγαπημένες τους ασχολίες είναι να τρυπώνουν στη σοφίτα, να ανακαλύπτουν παμπάλαια αντικείμενα και να υποχρεώνουν τον Μίκυ να τους διηγηθεί την ιστορία τους.

Στις νεώτερες ιστορίες του διδύμου αναδεικνύεται η άριστη σχέση τους με την τεχνολογία. Παίζουν στα δάχτυλα τους υπολογιστές και οι ώρες που έχουν περάσει παίζοντας βιντεοπαιγνίδια τους βοηθούν να προσφέρουν τις πολύτιμες συμβουλές τους στον Μίκυ σε αρκετές δύσκολες υποθέσεις.

Η διοίκηση του Ολυμπιακού εξαγγέλλει την κατασκευή γηπέδου στου Ρέντη, χωρητικότητας 110.000 θέσεων!
Αντιδράσεις και απογοήτευση προκαλεί στην Ελλάδα η χριστουγεννιάτικη πρωτοβουλία του Πάπα Ιωάννη Παύλου ΙΙ να απευθύνει για πρώτη φορά το εορταστικό του μήνυμα στη «μακεδονική», όπως λέει, γλώσσα.

Α’ Πόλεμος του Κόλπου

Ο πρόεδρος του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν

Ο πρόεδρος του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν

Στις 2 Αυγούστου 1990 το Ιράκ εισέβαλε και κατέλαβε το Κουβέιτ. Σχεδόν αμέσως σχηματίστηκε μια συμμαχική δύναμη 35 κρατών, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, η οποία απελευθέρωσε το Κουβέιτ στις 27 Φεβρουαρίου 1991. Αυτός είναι με δυο λόγια ο Α' Πόλεμος του Κόλπου (Περσικού), η «Μητέρα όλων των Μαχών» για τον ηγέτη του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, η «Επιχείρηση: Καταιγίδα της Ερήμου», σύμφωνα με τη στρατιωτική ορολογία. Ήταν ο πρώτος τηλεοπτικός πόλεμος της ιστορίας, αφού χάρις στο CNN μπήκε σε κάθε σπίτι κι έγινε τηλεοπτικό θέαμα.

Στα τέλη της δεκαετίας του '80 το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση, εξαιτίας του δεκαετούς ιρανο-ιρακινού πολέμου και των χαμηλών τιμών του πετρελαίου. Όταν το Κουβέιτ ανακοίνωσε την αύξηση της παραγωγής του κατά 40%, το Ιράκ ξεσήκωσε τον κόσμο ότι οι γείτονές του κάνουν γεωτρήσεις για πετρέλαιο υπό κλίση κι έτσι κλέβουν το δικό του πετρέλαιο. Ήταν η αφορμή για την εισβολή και την κατάληψη του μικροσκοπικού εμιράτου από το Ιράκ, που πάντα το θεωρούσε τμήμα της επικράτειάς του. Ο Σαντάμ προχώρησε στο εγχείρημά του, πιστεύοντας ότι έχει την ανοχή των Αμερικανών, αφού, όπως αποκάλυψαν αργότερα οι New York Times, σε συνάντησή του με την αμερικανίδα πρεσβευτή στη Βαγδάτη Έιπριλ Γκιλέσπι, αυτή δεν έδειξε ενδιαφέρον για τη διαμάχη Ιράκ - Κουβέιτ.

Μέσα σε λίγες ώρες από την εισβολή των Ιρακινών στο Κουβέιτ, οι ΗΠΑ προσέφυγαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας και πέτυχαν την έκδοση της Απόφασης 660, με την οποία καταδικαζόταν η εισβολή και αξιωνόταν η απόσυρση των ιρακινών δυνάμεων (3 Αυγούστου 1990). Ανάλογη απόφαση πήρε και ο Αραβικός Σύνδεσμος την ίδια μέρα, ενώ στις 6 Αυγούστου με νεώτερη απόφασή του (661) το Συμβούλιο Ασφαλείας επέβαλε οικονομικές κυρώσεις στο Ιράκ. Παράλληλα με τις διπλωματικές προσπάθειες, οι ΗΠΑ άρχισαν να αναπτύσσουν στρατιωτικές δυνάμεις στη Σαουδική Αραβία, φοβούμενες νέα εισβολή του Ιράκ στην πρώτη πετρελαιοπαραγωγό χώρα του κόσμου, με την οποία είχε διαφορές.

Στις 29 Νοεμβρίου 1990, το Συμβούλιο Ασφαλείας άναψε το «πράσινο φως» για στρατιωτική επέμβαση στο Κουβέιτ, δίνοντας προθεσμία έως τις 15 Ιανουαρίου 1991 στο Ιράκ να αποσύρει τις δυνάμεις του από το εμιράτο. Την ίδια ώρα, οι ΗΠΑ δια του Υπουργού Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ συγκροτούσαν μία στρατιωτική δύναμη από 35 χώρες για να επιβάλλουν με τη χρήση βίας τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Την αποτελούσαν όλες οι μεγάλες δυτικές δυνάμεις, χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αραβικά κράτη και η Ελλάδα, που απέστειλε μία φρεγάτα στον Κόλπο και παρείχε στρατιωτικές διευκολύνσεις κυρίως με τη Βάση της Σούδας.

Μέχρι τις 15 Ιανουαρίου 1991 που έληγε το τελεσίγραφο του ΟΗΕ έγιναν κάποιες χλωμές ειρηνευτικές προσπάθειες, αλλά προσέκρουσαν στην άρνηση του Ιράκ, που ήθελε να εξαργυρώσει τη δική του αποχώρηση από το Κουβέιτ με την απόσυρση των Ισραηλινών από τα κατεχόμενα συριακά και παλαιστινιακά εδάφη. Ο Σαντάμ επεδίωκε να φανεί ως ήρωας στα μάτια των Αράβων. Στις 12 Ιανουαρίου 1991 ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος έλαβε από το Κογκρέσο την εξουσιοδότηση για την ανάμιξη των αμερικανικών δυνάμεων στον επικείμενο πόλεμο, με αρκετούς εθνοπατέρες να διαφωνούν (52 - 47 στη Γερουσία και 250 - 183). Οι πληγές του Βιετνάμ δεν είχαν επουλωθεί ακόμα.

Τις παραμονές του πολέμου η Συμμαχία είχε αναπτύξει στον Κόλπο μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη, με όπλα νέας τεχνολογίας, τα λεγόμενα «έξυπνα» όπλα, για χειρουργικά πλήγματα ακριβείας. Με αρχηγό τον αμερικανό στρατηγό Νόρμαν Σβάρτζκοπφ, η συμμαχική δύναμη αριθμούσε 1.000.000 στρατιώτες, 1.820 αεροσκάφη, 3.318 τανκς, 8 αεροπλανοφόρα και μεγάλο αριθμό πολεμικών πλοίων. Στην αντίπερα όχθη, ο Σαντάμ είχε στη διάθεσή του 260.000 μάχιμους άνδρες και άλλους 800.000 σε εφεδρεία, 649 αεροσκάφη και 5.000 τανκς. Η υπεροχή των συμμαχικών δυνάμεων υπερτερούσε ποσοτικά, αλλά κυρίως ποιοτικά.

Τα ελικόπτερα «Απάτσι» έδωσαν το σύνθημα της επίθεσης στις 2:38 π.μ. ώρα Βαγδάτης της 17ης Ιανουαρίου 1991, καταστρέφοντας εγκαταστάσεις ραντάρ των Ιρακινών. Ακολούθησαν συνεχείς έξοδοι πολεμικών αεροσκαφών, που βομβάρδισαν αεροδρόμια και στρατηγικούς στόχους. Την ίδια στιγμή, η Βαγδάτη βομβαρδιζόταν με πυραύλους «Τόμαχοουκ» και η εικόνα αυτή έκανε το γύρο του κόσμου μέσω του CNN. Πέντε ώρες μετά την πρώτη συμμαχική επίθεση, ο Σαντάμ Χουσεΐν σε ραδιοφωνικό μήνυμά του διακήρυττε ότι «η μεγάλη μάχη, η μητέρα όλων των μαχών ξεκίνησε. Η αυγή της νίκης πλησιάζει».

Την πρώτη εβδομάδα των αεροπορικών επιχειρήσεων, το μεγαλύτερο μέρος της στρατιωτικής υποδομής του Ιράκ είχε καταστραφεί. Σχεδόν ανέπαφη έμεινε μόνο η πολεμική αεροπορία και αυτό γιατί μετακόμισε στο γειτονικό Ιράν. Πονοκέφαλο για τους Συμμάχους αποτελούσαν οι πύραυλοι «Σκουντ», οι οποίοι, παρότι απαρχαιωμένης τεχνολογίας, έκαναν τη δουλειά τους. Την πρώτη βραδιά της επίθεσης έπληξαν το Ισραήλ και προκάλεσαν τον θάνατο δύο ατόμων και πολλές ζημιές. Ήταν μια προσπάθεια του Σαντάμ να βγάλει το Ισραήλ στον πόλεμο και να διασπάσει τη Συμμαχία, που είχε στις τάξεις της και αραβικές χώρες. Στις 25 Φεβρουαρίου έπληξαν μια αμερικανική στρατιωτική βάση στη Σαουδική Αραβία και προκάλεσαν το θάνατο 28 στρατιωτικών.

Μετά την επιτυχία των εναέριων επιθέσεων ήλθε η σειρά των χερσαίων επιχειρήσεων για την ανακατάληψη του Κουβέιτ. Διήρκεσαν μόλις 100 ώρες (24 - 27 Φεβρουαρίου 1991), προς μεγάλη έκπληξη των αμερικανών στρατιωτικών, δείγμα της ανυπαρξίας της πολυδιαφημισμένης στρατιωτικής μηχανής του Σαντάμ. Στο διάστημα αυτό οι χερσαίες δυνάμεις των Συμμάχων απελευθέρωσαν το Κουβέιτ και έφθασαν 240 χιλιόμετρα από τη Βαγδάτη.

Ο Τζορτζ Μπους στη Σαουδική Αραβία

Στο σημείο αυτό, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους κήρυξε κατάπαυση του πυρός και ο πόλεμος έλαβε τέλος (27 Φεβρουαρίου 1991). Στην απορία πολλών γιατί δεν κατέλαβε τη Βαγδάτη για να ανατρέψει τον Σαντάμ Χουσεΐν, ο πατήρ Μπους απάντησε ότι ήθελε να κρατήσει ζωντανή τη Συμμαχία και δεν επιθυμούσε περαιτέρω ανθρώπινες απώλειες, που θα ήταν αχρείαστες. Άλλωστε και η εντολή που είχε από τον ΟΗΕ ήταν να απελευθερώσει μόνο το Κουβέιτ. Η ανατροπή του Σαντάμ θα ήταν έργο του γιου του, στον Β' Πόλεμο του Κόλπου (2003).

Οι απώλειες για τους Συμμάχους ήταν μικρές (358 νεκροί, 776 τραυματίες και 41 αιχμάλωτοι) και πολύ μεγάλες για τους Ιρακινούς (25.000 νεκροί στρατιωτικοί, 100.000 άμαχοι, 75.000 τραυματίες και 63.000 αιχμάλωτοι). Ο Α' Πόλεμος του Κόλπου είχε τις εξής συνέπειες:

  • Απελευθέρωση του Κουβέιτ.
  • Μεγάλες απώλειες και καταστροφές σε Ιράκ και Κουβέιτ.
  • Κούρδοι και Σιίτες γνώρισαν στη συνέχεια μεγάλη καταπίεση από το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν.
  • 400.000 άνθρωποι εκδιώχθηκαν από το Κουβέιτ ως συνεργάτες των ιρακινών εισβολέων (ανάμεσά τους και μεγάλος αριθμός Παλαιστινίων).
  • Κυρώσεις κατά του Ιράκ από τον ΟΗΕ.
  • Το αμερικανικό γόητρο ανυψώθηκε για πρώτη φορά μετά το Βιετνάμ.
  • Η αμερικανική στρατιωτική παρουσία έγινε μόνιμη στην περιοχή.
  • Κόστισε 61,1 δισεκατομμύρια δολάρια .Οι Αμερικανοί κατέβαλαν τα 9 δισεκατομμύρια και οι Σύμμαχοι τα υπόλοιπα.
Αρχίζει η επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου», κατά την οποία οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους επιτίθενται εναντίον του Ιράκ, που έχει καταλάβει και προσαρτήσει το Κουβέιτ. Το ίδιο βράδυ, το Ιράκ εκτοξεύει οκτώ πυραύλους Σκουντ εναντίον του Ισραήλ.

Το σκάνδαλο του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού

O αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Νίκος Αθανασόπουλος.

O αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Νίκος Αθανασόπουλος.

Ένα από τα σκάνδαλα της πρώτης διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (1981-1989), που είχε ως αποτέλεσμα την παραπομπή ενός κυβερνητικού στελέχους, του αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Νικολάου Αθανασόπουλου, στο Ειδικό Δικαστήριο (Υπουργοδικείο), για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση, και την καταδίκη του σε ποινή φυλάκισης για εγκλήματα περί τα υπομνήματα.

Όλα ξεκίνησαν στις 8 Μαΐου 1986, όταν το φορτηγό πλοίο «Αλφονσίνα» κατέπλευσε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης φορτωμένο με 9.000 τόνους αραβοσίτου (καλαμποκιού), προερχόμενο από το Κόπερ της Γιουγκοσλαβίας. Το πλοίο παρέμεινε στη ράδα του λιμανιού και εφοδιάστηκε, όπως αποδείχθηκε αργότερα με πλαστά έγγραφα, που έδειχναν ότι το καλαμπόκι είχε φορτωθεί στην Καβάλα και άρα ήταν ελληνικής προέλευσης και όχι γιουγκοσλαβικής, όπως ήταν στην πραγματικότητα. Οι εμπλεκόμενοι στη συναλλαγή, με την ενέργεια αυτή, βαφτίζοντας το καλαμπόκι ελληνικό, θα απέφευγαν την πληρωμή της αντισταθμιστικής εισφοράς, ύψους 182 εκατομμυρίων δραχμών και επιπροσθέτως θα επωφελούντο από την υψηλή τιμή της πώλησης και την καταβολή κοινοτικών επιδοτήσεων. Άμεσα ζημιωμένη, όπως είναι προφανές, θα ήταν η τότε ΕΟΚ (σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση).

Δικαιούχος του φορτίου ήταν η ελληνική κρατική εταιρεία ITCO, της οποίας επικεφαλής ήταν το στέλεχος του Κινήματος Σούλης Αποστολόπουλος. Η «Διεθνής Εταιρεία Διεθνούς Εμπορίου ITCO A.E», όπως ήταν η εμπορική της επωνυμία, ήταν μία από τις κρατικές εμπορικές εταιρείες που είχαν ιδρυθεί επί ΠΑΣΟΚ (ΠΡΟΜΕΤ, ΑΓΡΕΞ κ.ά.), με σκοπό να ασκούν παρεμβατικό ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών στην αγορά, αλλά γρήγορα ξέφυγαν του σκοπού τους και εξελίχθηκαν σε εκτροφεία σκανδάλων. Η περί ου ο λόγος ITCO λίγες ημέρες αργότερα πούλησε το επίμαχο φορτίο του καλαμποκιού στην ελβετική εταιρεία Granomar, συμφερόντων του Θεόδωρου (Ντόρη για τους φίλους του) Μαργέλλου, ενός επιχειρηματία με διασυνδέσεις στο χώρο του ΠΑΣΟΚ. Η τελευταία με τη σειρά της το μεταπώλησε ως ελληνικό σε βελγική εταιρεία.

Το νέο μαθεύτηκε γρήγορα στις Βρυξέλλες, προφανώς ύστερα από καταγγελία, και στις 17 Αυγούστου κλιμάκιο της ΕΟΚ κατέφθασε στην Ελλάδα για να ελέγξει το βάσιμο της συναλλαγής. Οι ελληνικές αρχές διαβεβαίωσαν τους κοινοτικούς ελεγκτές ότι το καλαμπόκι ήταν ελληνικό, αλλά παράλληλα φρόντισαν να πλαστογραφήσουν μία σειρά από έγγραφα για να τους παραπλανήσουν. Όλες οι ενέργειες ήταν εν γνώσει του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Νίκου Αθανασόπουλου (γ. 1923), ενός πολιτικού από το πολυάριθμο «αρκαδικό λόμπι» του ΠΑΣΟΚ, προερχόμενου από τον εισαγγελικό κλάδο. Στην ιστορία θα μείνει για την ατάκα, που του αποδίδεται, «όταν εμείς οι Έλληνες χτίζαμε Παρθενώνες, εσείς οι βάρβαροι τρώγατε βελανίδια», που απηύθυνε σε Βέλγο αξιωματούχο της τότε ΕΟΚ.

Στιγμιότυπο από την ψηφοφορία στη Βουλή για την παραπομπή του Ν. Αθανασόπουλου στο Ειδικό Δικαστήριο.

Τον Οκτώβριο του 1986 το θέμα έφτασε στη Βουλή με επερώτηση που κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία δια του βουλευτού Γεωργίου Παναγιωτόπουλου. Απαντώντας ο τότε υφυπουργός Εμπορίου Χρήστος Φωτίου, διαβεβαίωσε τον επερωτώντα βουλευτή ότι μετά από έλεγχο που πραγματοποίησε, δεν προέκυψε κάποια εγκληματική πράξη και πρόσθεσε ότι τα όσα καταγγέλλονται είναι συκοφαντίες. Τον αποστόμωσε, μάλιστα, με τη χαρακτηριστική φράση «Τι είναι αυτά που μας λέτε κύριε Παναγιωτόπουλε; Εμείς είμαστε Κίνημα, δεν είμαστε κόμμα, αυτά που μας λέτε για λαθρεμπόρια και για νοθείες είναι του παρελθόντος».

Τον Νοέμβριο του 1986, η ελληνική Δικαιοσύνη επιλαμβάνεται της υπόθεσης, ύστερα από μήνυση αλλοδαπής εταιρείας. Η Κομισιόν από την πλευρά της πιέζει τη χώρα μας να της δώσει εξηγήσεις για το διαφαινόμενο σκάνδαλο. Η ελληνική κυβέρνηση δια στόματος του Υπουργού Εξωτερικών και μετέπειτα Προέδρου της Δημοκρατίας, Κάρολου Παπούλια, αρνείται και τότε η Κομισιόν προσφεύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εναντίον της Ελλάδας. Η χώρα μας δεν παρέστη στη διαδικασία και στις 9 Μαΐου 1989 δικάσθηκε ερήμην και καταδικάστηκε. Η ζημιά για το ελληνικό κράτος ανήλθε σε 600.000.000 δραχμές.

Στις 2 Ιουλίου 1989 σχηματίστηκε η κυβέρνηση Τζανετάκη με τη σύμπραξη Νέας Δημοκρατίας και Συνασπισμού για να οδηγήσει τη χώρα στην «Κάθαρση» από τα σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ. Πέντε ημέρες αργότερα, στις 7 Ιουλίου, 144 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας κατέθεσαν πρόταση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής κατά του τέως αναπληρωτή Οικονομικών Νίκου Αθανασόπουλου για τη ζημιά που προκάλεσε στο ελληνικό δημόσιο η υπόθεση του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού. Η πρόταση υπερψηφίστηκε στις 12 Ιουλίου με ψήφους 170 (ΝΔ και Συνασπισμός), 1 κατά και 1 λευκό. Το ΠΑΣΟΚ απείχε της ψηφοφορίας, αλλά συμμετείχε στις διαδικασίες της προανακριτικής επιτροπής, που συγκροτήθηκε ύστερα από 15 ημέρες.

Στις 23 Αυγούστου 1989 η ολομέλεια της Βουλής συζήτησε το πόρισμα της προανακριτικής επιτροπής και αποφάσισε με ψήφους 170 (ΝΔ και Συνασπισμός) έναντι 118 (ΠΑΣΟΚ) την παραπομπή του Νίκου Αθανασόπουλου ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου (Υπουργοδικείο), με τις κατηγορίες της ηθικής αυτουργίας σε έκδοση ψευδών βεβαιώσεων, πλαστογραφίας και συνέργειας σε πλαστογραφία. Επίσης, αποφάσισε τη συνεκδίκαση της υπόθεσης για τους συμμετόχους μη πολιτικούς. Στην απολογία του ενώπιον της Βουλής, ο Νίκος Αθανασόπουλος ομολόγησε ότι αποφάσισε τη συγκάλυψη του σκανδάλου, μαζί με άλλους συναδέλφους του, τους οποίους δεν κατονόμασε, για λόγους εθνικού συμφέροντος. Σε παρέμβασή του, ο πρώην υπουργός Άκης Τσοχατζόπουλος υπογράμμισε ότι η όλη υπόθεση του καλαμποκιού «βγήκε στον αέρα» από τον ανταγωνισμό των πολυεθνικών εταιρειών, που έχουν συμφέροντα στη διακίνησή του. Στις 11 Ιανουαρίου 1990 προφυλακίστηκε ο πρώην πρόεδρος της ITCO Σούλης Αποστολόπουλος και ακολούθησε στις 19 Φεβρουαρίου 1990 ο Νίκος Αθανασόπουλος.

Η δίκη ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου υπό την προεδρία του Προέδρου του Αρείου Πάγου και μετέπειτα υπηρεσιακού πρωθυπουργού Ιωάννη Γρίβα άρχισε το πρωί της 28ης Μαΐου 1990. Στο εδώλιο του κατηγορούμενου κάθησαν οι:

  • Νίκος Αθανασόπουλος, τέως υπουργός Οικονομικών.
  • Σούλης Αποστολόπουλος, τέως πρόεδρος της ITCO.
  • Δημοσθένης Δελχανίδης, πρώην διευθυντής πωλήσεων της ITCO.
  • Θεόδωρος Αναγνωστόπουλος, πρώην διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών.
  • Γεώργιος Ράλλης, πρώην διευθυντής του Τελωνείου Καβάλας.
  • Ευστράτιος Γιαννάκος, πρώην προϊστάμενος του Τελωνείου Θεσσαλονίκης.
  • Σάββας Κοσμίδης, πρώην διευθυντής του Τελωνείου Καβάλας.

Στιγμιότυπο από τις συμπλοκές που ακολούθησαν την καταδικαστική απόφαση.

Το Δημόσιο παρέστη ως πολιτική αγωγή για το ποσό των 286.206.640 δραχμών, όση ήταν η βλάβη που υπέστη. Την κατηγορία εκ μέρους της Βουλής υποστήριξαν οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας Αναστάσιος Καραμάριος και Κώστας Σαψάλης και ο βουλευτής του Συνασπισμού (προερχόμενος από το ΚΚΕ) Αντώνης Σκυλλάκος.

Μετά από ακροαματική διαδικασία δυόμισι μηνών και 54 συνεδριάσεις, το Ειδικό Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του στις 11 Αυγούστου 1990. Στους έξι από τους επτά κατηγορουμένους (ο Δημοσθένης Δελχανίδης αθωώθηκε παμψηφεί) επέβαλε τις κάτωθι ποινές:

  • Νίκο Αθανασόπουλο, φυλάκιση 3 ετών και 6 μηνών.
  • Σούλη Αποστολόπουλο, φυλάκιση 3 ετών και 8 μηνών.
  • Θεόδωρο Αναγνωστόπουλο, φυλάκιση 16 μηνών με τριετή αναστολή.
  • Γεώργιο Ράλλη, φυλάκιση 12 μηνών με τριετή αναστολή.
  • Ευστράτιο Γιαννάκο, φυλάκιση 14 μηνών με τριετή αναστολή.
  • Σάββα Κοσμίδη, φυλάκιση 10 μηνών με τριετή αναστολή.

Από νωρίς το πρωί έξω από το Μέγαρο του Αρείου Πάγου, όπου διεξαγόταν η δίκη, είχε συγκεντρωθεί πλήθος οπαδών του ΠΑΣΟΚ. Μόλις τους ανακοινώθηκε η ετυμηγορία του δικαστηρίου, εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους κραυγάζοντες «Αίσχος, Αίσχος!», ενώ στη συνέχεια τραγούδησαν το «Πότε θα κάνει ξαστεριά» κι έψαλλαν τον Εθνικό Ύμνο.

Παρά την καταδίκη του, ο 67χρονος τότε Αθανασόπουλος επέστρεψε δυναμικά στο πολιτικό προσκήνιο. Για τον μέσο οπαδό του ΠΑΣΟΚ ήταν ένας ήρωας, που τον εκδικήθηκε η Δεξιά. Άλλωστε και ο ίδιος ο Αθανασόπουλος είχε τονίσει παλαιότερα ότι ο λόγος της παραπομπής του ήταν το μεγάλο μίσος που έτρεφε εναντίον του η Δεξιά και προσωπικά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, επειδή ως εισαγγελικός είχε πρωταγωνιστήσει στο ξήλωμα του παρακράτους μετά τη δολοφονία Λαμπράκη. Τον Σεπτέμβριο του 1990, αν και εξέτιε την ποινή φυλάκισής του, εξελέγη στην Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ στο 2ο Συνέδριο του κινήματος. Στις εκλογές του 1993, με τις οποίες επανήλθε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, εξελέγη πανηγυρικά βουλευτής της Β' Αθηνών με 116.474 σταυρούς. Στις 17 Ιανουαρίου του 1994, η Βουλή με πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ του απένειμε χάρη, ρίχνοντας την αυλαία στο σκάνδαλο του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού.

Καταστροφικός σεισμός μεγέθους 6,6 της κλίμακας Ρίχτερ πλήττει το Λος Άντζελες. Σκοτώνονται 61 άτομα και τραυματίζονται περισσότερα από 10.000.

 

Γεννήσεις

 


μ.Χ.
Λέοναρντ Φουξ, γερμανός βοτανολόγος, που έδωσε το όνομά του στο φυτό Φούξια. (Θαν. 10/5/1556)
Άντον Τσέχοφ, ρώσος θεατρικός συγγραφέας. («Ο Βυσσινόκηπος», «Θείος Βάνιας», «Τρεις Αδελφές») (Θαν. 2/7/1904)

Γκέργκι Καστριότι (Σκεντέρμπεης)
1405 – 1468

Γεώργιος Καστριώτης στα ελληνικά, γνωστότερος και ως Σκεντέρμπεης (Gjergj Kastrioti Skenderbeu). Αλβανός πρίγκιπας, εθνικός ήρωας των Αλβανών και μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της βαλκανικής ιστορίας, που απετέλεσε πηγή έμπνευσης και για τους έλληνες επαναστάτες του '21.

Γεννήθηκε στις 6 Μαΐου 1405 από αλβανό πατέρα και σερβίδα μητέρα, σε μια εποχή που η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπνεε τα λοίσθια. Εξισλαμίσθηκε σε νεαρή ηλικία, κατατάχθηκε στον οθωμανικό στρατό, όπου διακρίθηκε για την ανδρεία του και τις στρατιωτικές του ικανότητες. Ο σουλτάνος του δίνει το προσωνύμιο Σκεντέρμπεης, δηλαδή Αλέξανδρος ο άρχοντας, παραλληλίζοντας την αξία του με αυτή του μεγάλου στρατηλάτη.

Το 1443 αυτομολεί στις τάξεις των χριστιανών ηγεμόνων. Λαμβάνει το όνομα Γεώργιος και παντρεύεται τη βυζαντινή Ανδρονίκη Κομνηνή. Ανακηρύσσεται καπετάνιος της Αλβανίας και σύντομα θα κάνει δική του μια περιοχή, που περιλαμβάνει την Ήπειρο και τη σημερινή Αλβανία, προκαλώντας τους Οθωμανούς. Τρεις σουλτάνοι, ο Μουράτ, ο Μεχμέτ και ο πολύς Μωάμεθ ο Πορθητής, θα εκστρατεύσουν εναντίον του, αλλά θα αποτύχουν παταγωδώς. Μόνο μετά το θάνατό του από ελονοσία, στις 17 Ιανουαρίου 1468, οι Οθωμανοί θα καταλύσουν το πριγκιπάτο του.

Ο Γεώργιος Καστριώτης θα προκαλέσει τον θαυμασμό των Ευρωπαίων με τα κατορθώματά του, όμως, δεν θα λάβει καμία ουσιαστική βοήθεια για να αναχαιτίσει την οθωμανική λαίλαπα. Οι ιστορικοί πιστεύουν ότι με τους πολέμους του κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προστάτευσε την ιταλική χερσόνησο από τις επεκτατικές διαθέσεις των Τούρκων. Πολύ αργότερα, ο Βολτέρος θα γράψει ότι μόνο ο Σκεντέρμπεης θα μπορούσε να αναστήσει τη θνήσκουσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ενώ ο Βιβάλντι του αφιέρωσε μία όπερα.

Στο Εθνικό Μουσείο της Δανίας φυλάσσεται σφραγίδα, η οποία πιστεύεται ότι ανήκει στον Σκεντέρμπεη. Είναι στρογγυλή, διαμέτρου έξι εκατοστών, κατασκευασμένη από χαλκό και ζυγίζει 280 γραμμάρια. Εικονίζει τον δικέφαλο αετό και υπάρχει επιγραφή στα ελληνικά με τις λέξεις: «Αλέξανδρος Αυτοκράτωρ και Βασιλεύς. Αυτοκράτωρ των Ελλήνων και Βασιλεύς των Τούρκων, Αλβανών, Σέρβων και Βουλγάρων».

Αλ Καπόνε, ιταλόαμερικανός γκάνγκστερ, που έδρασε στις ΗΠΑ την εποχή της ποτοαπαγόρευσης. (Θαν. 25/1/1947)

Βιντάλ Σασούν
1928 – 2012

Βρετανός κομμωτής, που έφερε επανάσταση στο γυναικείο χτένισμα στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 με τα γεωμετρικά του σχήματα, ο άνθρωπος που «άλλαξε τον κόσμο με ένα ψαλίδι» και απελευθέρωσε τη γυναίκα από «την τυραννία του κομμωτηρίου».

Ο Βιντάλ Σασούν (Vidal Sassoon) γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1928 στη συνοικία Χάμερσμιθ του Λονδίνου από γονείς εβραϊκής καταγωγής. Ο πατέρας του Τζακ Σασούν είχε γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη και η μητέρα του Μπέτι καταγόταν από την Ουκρανία. Το 1931 ο Τζακ Σασούν εγκατέλειψε την οικογένειά του για μια άλλη γυναίκα και η πάμφτωχη Μπέτι αναγκάστηκε να εμπιστευτεί τα δύο παιδιά της στο εβραϊκό ορφανοτροφείο του Λονδίνου.

Σε ηλικία 14 ετών, ο Βιντάλ Σασούν εγκατέλειψε το σχολείο και άρχισε να δουλεύει ως μαθητευόμενος κοντά στον διάσημο κομμωτή Ρέιμοντ Μπεσόν (1911-1992), ο οποίος πίστευε ότι η γυναίκα θα πρέπει να έχει κοντό μαλλί, «επειδή το μακρύ μαλλί τις προσθέτει χρόνια». Σε ηλικία 17 ετών, ο Σασούν έγινε μέλος της εβραϊκής οργάνωσης 43 Group, που μαχόταν κατά του αντισημιτισμού και προσπαθούσε να εμποδίσει τα κηρύγματα μίσους του άγγλου φασίστα ηγέτη σερ Όσβαλντ Μόσλεϊ.

Το 1948, σε ηλικία 20 ετών, κατατάσσεται στη Χαγκάνα (Άμυνα), μια εβραϊκή παραστρατιωτική οργάνωση που πάλευε για τα δίκαια του εβραϊκού λαού της Παλαιστίνης και η οποία αποτέλεσε τον πυρήνα του στρατού του Ισραήλ. Ο Σασούν πολέμησε στον Αραβοϊσραηλινό Πόλεμο του 1948, που ξέσπασε αμέσως μετά την ανακήρυξη του κράτους του Ισραήλ. «Ήταν ο καλύτερος χρόνος της ζωής μου» δήλωσε σε μια συνέντευξή του.

Το 1954, έχοντας επιστρέψει στην Αγγλία, ανοίγει το πρώτο του κομμωτήριο στο Λονδίνο. Σχεδόν αμέσως γίνεται γνωστός για τις νέες τάσεις που κομίζει στην τέχνη της κομμωτικής: κοντοκουρεμένα μαλλιά με γεωμετρικά σχήματα, εύκολα στον χειρισμό από τη γυναίκα, που βγαίνει από το σπίτι για να δουλέψει και δεν έχει πολύ χρόνο να αφιερώσει στο κομμωτήριο. Είναι το αντίδοτο στις πολύπλοκες κομμώσεις, που κυριαρχούσαν έως τότε και βασίζονταν στα μακριά μαλλιά.

Στις αρχές της δεκαετίας του ογδόντα μετακομίζει στις ΗΠΑ, όπου δανείζει το όνομά του στην εταιρεία Procter & Gamble, η οποία δημιουργεί μια σειρά από σαμπουάν και κοντίσιονερ, που γνωρίζουν παγκόσμια επιτυχία. Παράλληλα, με την μέθοδο της δικαιόχρησης (franchising) δημιουργεί στη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ την αλυσίδα κομμωτηρίων Vidal Sassoon.

Το 1982 δημιουργεί το Διεθνές Κέντρο για τη Μελέτη του Αντισημιτισμού (SICSA), ενώ το 2010 η περιπετειώδης ζωή του γίνεται ταινία με τον τίτλο Vidal Sassoon: The Movie.

Ο Βιντάλ Σασούν παντρεύτηκε τέσσερις φορές: Το 1956 την Ιλέιν Γουντ, η οποία τον παράτησε δύο χρόνια αργότερα για τον πρωταθλητή του θαλάσσιου σκι Ντέιβιντ Νέισιονς, το 1967 την ηθοποιό Μπέβερλι Άνταμς, η οποία του χάρισε δύο γιους και δύο κόρες. Το ζευγάρι χώρισε το 1980. Το 1983 παντρεύεται για τρίτη φορά, την αθλήτρια της ιππασίας Τζάνετ Χάρτφορντ-Ντέιβις, η οποία τον εγκατέλειψε λίγους μήνες αργότερα για τον σουλτάνο του Μπρουνέι και το 1992 τη Ρόντα Σασούν.

Τον Ιούνιο του 2011 κυκλοφόρησε η φήμη ότι προσβλήθηκε από λευχαιμία. Ο Βιντάλ Σασούν πέθανε στις 9 Μαΐου 2012 στο Λος Άντζελες, σε ηλικία 84 ετών.

ΠΟΛΥΜΕΣΑ

Μοχάμεντ Άλι
1942 – 2016

Αμερικανός μποξέρ και ένα από τα σύμβολα της αφροαμερικανικής κοινότητας των ΗΠΑ για πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Θρύλος της παγκόσμιας πυγμαχίας, ο πρωτοκορυφαίος του αθλήματος και ο μόνος που κατέκτησε τρεις φορές τον παγκόσμιο τίτλο στην κατηγορία βαρέων βαρών της επαγγελματικής πυγμαχίας (1964,1974, 1978). Το 1960 αναδείχθηκε ολυμπιονίκης στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών, όντας ερασιτέχνης πυγμάχος. Στην επαγγελματική του καριέρα πυγμάχησε 61 φορές, με 56 νίκες στο ενεργητικό του (37 από τις οποίες με νοκ-άουτ) και 5 ήττες στο παθητικό του. φορές.

Ο Κάσιους Μαρσέλους Κλέι (Cassius Marcellus Clay), όπως ήταν το αρχικό ονοματεπώνυμο του προτού ασπασθεί τον Μουσουλμανισμό, γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1942 στο Λούισβιλ της πολι­τείας Κεντάκι των ΗΠΑ. Ο πατέρας του ήταν επιγραφοποιός και η μητέρα του οικιακή βοηθός. Η οικογένεια Κλέι είχε ακόμη δύο αγόρια και ένα κορίτσι.

Το 1954, σε ηλικία μόλις 12 ετών, ήλθε για πρώτη φορά σε επαφή με την πυγμαχία από ένα τυχαίο γεγονός. Του είχαν κλέψει το ποδήλατο και όταν ζήτησε από ένα διερχόμενο αστυνομικό την άδεια να καταδιώξει τον δράστη, αυτός του είπε ότι πρώτα θα έπρεπε να μάθει να χρησιμοποιεί τις γροθιές του. Ο αστυνομικός, ονόματι Τζον Μάρτιν, έτυχε να είναι και προπονητής πυγμαχίας και ήταν ο πρώτος που οδήγησε το νεαρό παιδί στο ρινγκ.

Η εξέλιξη του Κάσιους ήταν ραγδαία και το 1960 επελέγη να εκπροσωπήσει τις ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών (75-81 κιλά), όπου κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο με χαρακτηριστική άνεση. Τον ίδιο χρόνο κέρδισε και την διοργάνωση «Χρυσά Γάντια» της Ερασιτεχνικής Αθλητικής Ένωσης (Amateur Athletic Union). Ο δρόμος για τον κόσμο της επαγγελματικής πυγμαχίας και την παγκόσμια καταξίωση είχε ανοίξει ανοικτός.

Στις 25 Φεβρουαρίου 1964, αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών στην επαγγελματική πυγμαχία, νικώντας με νοκ-άουτ τον κάτοχο του τίτλου Σόνι Λίστον στον έβδομο γύρο, σε αγώνα που έγινε στο Μαϊάμι Μπιτς. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 6 Μαρτίου, ασπάστηκε το Μουσουλμανισμό, εξαιτίας και της καταπίεσης που υφίσταντο οι αφροαμερικανοί των ΗΠΑ από την λευκή χριστιανική πλειονότητα της χώρας, και μετονομάζεται σε Μοχάμεντ Άλι (Muhammad Ali).

Στις 6 Φεβρουαρίου 1967 νίκησε στα σημεία τον Έρνι Τερέλ, πρωταθλη­τή της Παγκόσμιας Πυγμαχικής Ομοσπονδίας (World Bo­xing Association), στον 15ο γύρο στο Χιούστον του Τέξας και αναδείχθηκε ως ο αδιαφιλονίκητος παγκόσμιος πρωταθλητής. Όμως δύο μήνες αργότερα, στις 29 Απριλίου θα του αφαιρεθεί ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή, όταν αρνείται να υπηρετήσει την θητεία του στον αμερικανικό στρατό, λόγω της αντίθεσής του στον πόλεμο του Βιετνάμ. Θα οδηγηθεί στο δικαστήριο επί ανυποταξία και θα καταδικασθεί σε φυλάκιση πέντε ετών και χρηματική ποινή 10.000 δολαρίων. Επιπλέον, θα του αφαιρεθεί η άδεια πυγμαχίας και ο τίτλος του πρωταθλητή.

Κατά την διάρκεια της αναγκαστικής του αποχής από τα ριγκ, ο Άλι αναδείχθηκε σε έναν από τους διαπρύσιους κήρυκες υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων των αφροαμερικανών και κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. Προσέφυγε στα δικαστήρια και το 1971 κατόρθωσε με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ να ανακτήσει όλα του τα δικαιώματα.

Στις 8 Μαρτίου 1971, αντιμετώπισε στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν της Νέας Υόρκης τον Τζο Φρέιζερ στην «Μάχη του Αιώνα» («Fight of the Century»), όπως ονομάστηκε. Ηττήθηκε στα σημεία και έχασε το αήττητό του στην επαγγελματική πυγμαχία, μετά από 31 αγώνες, 25 από τους οποίους είχε κερδίσει με νοκ- άουτ.

Στις 28 Ιανουαρίου 1974 πήρε την ρεβάνς από τον μεγάλο του αντίπαλο σ’ ένα αγώνα που έμεινε στην ιστορία ως «Super Fight II» και έγινε και αυτός στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν της Νέας Υόρκης. Η νίκη του αυτή του χάρισε όχι μόνο την επανάκτηση του τίτλου της Πυγμαχικής Ομοσπονδίας της Βορείου Αμερικής (NBAF), αλλά του άνοιξε τον δρόμο για την κατάκτηση του παγκοσμίου στέμματος για δεύτερη φορά.

Το κατάφερε λίγους μήνες αργότερα, στις 30 Οκτωβρίου 1974, όταν αντιμετώπισε στην Κινσάσα της Ζιμπάουε τον παγκόσμιο πρωταθλητή Τζορτζ Φόρμαν, σε ένα αγώνα που έμεινε στην ιστορία ως «Rumble in the Jungle» («Βουή στην Ζούγκλα»). Τον νίκησε με νοκ-άουτ στον όγδοο γύρο και επανέκτησε για δεύτερη φορά τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών.

Την 1η Οκτωβρίου 1975, αντιμετώπισε για τρίτη φορά τον Τζο Φρέιζερ στην Μανίλα των Φιλιππίνων, τον νίκησε με τεχνικό νοκ-άουτ και διατήρησε τον παγκόσμιο τίτλο. Ο αγώνας αυτός, που έμεινε στην ιστορία ως «Thrilla in Manilla» («Θρίλερ στην Μανίλα»).

Αφού υπερασπίστηκε έξι φορές με επιτυχία τον τίτλο του, ηττήθηκε από τον συμπατριώτη του Λίον Σπινκς στις 15 Φεβρουάριου 1978, στο Λας Βέγκας της Νεβάδας, με απόφαση κατά πλειοψηφία. Ο Άλι, ωστόσο, πήρε πίσω από τον Σπινκς τον τίτλο με ομόφωνη απόφαση στη Νέα Ορλεάνη, στις 15 Σεπτεμβρίου 1978, και έγινε ο πρώτος στην ιστορία πυγμάχος που κέρδισε στο παγκόσμιο πρωτάθλημα βαρέων βαρών τρεις φορές.

Εγκατέλειψε τα ρινγκ στις 26 Ιουνίου 1979. Επανήλθε όμως τον επόμενο χρόνο, αλλά και λόγω ηλικίας δεν ήταν ο παλιός Άλι. Ηττήθηκε από τον συμπατριώτη του Λάρι Χολμς στις 2 Οκτωβρίου 1980, όπως και στις 11 Δεκεμβρίου 1981 από τον Καναδό Τρέβορ Μπέρμπικ, οπότε αναγκάστηκε οριστικά να βάλει τέλος στην ένδοξη καριέρα, σε ηλικία 40 ετών.

Στην προσωπική του ζωή, ο Άλι παντρεύτηκε 4 φορές και απέκτησε 9 παιδιά (7 κορίτσια και 2 αγόρια). Από το 1984 είχε διαγνωσθεί με την νόσο του Πάρκινσον, η οποία τελικά τον κατέβαλε.

Ο Μοχάμεντ Άλι πέθανε στο Σκότσντεϊλ της Αριζόνα στις 3 Ιουνίου 2016, σε ηλικία 74 ετών.

Θάνατοι

 


μ.Χ.
Θεοδόσιος ο Μέγας, ο τελευταίος αυτοκράτορας της ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. (Γεν. 11/1/347)
Γεώργιος Καστριώτης, γνωστότερος ως Σκεντέρμπεης, εθνικός ήρωας των Αλβανών. (Γεν. 6/5/1405)
Πέτρος Μαυρομιχάλης, γνωστός και ως Πετρόμπεης, ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης. (Γεν. 6/8/1765)

Κωνσταντίνος Έσλιν
1844 – 1920

Έλληνας νομομαθής και πολιτικός. Υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (1909-1910) και διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής από τις 27 Σεπτεμβρίου έως τις 12 Οκτωβρίου 1910. Ήταν έξοχος ρή­τορας και εξαίρετος νομικός, διακρινόμενος για την επιστημονική μεθο­δολογία του.

Ο Κωνσταντίνος Έσλιν γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1844 στην Αθήνα και ήταν γιος του βαυαρού φιλέλληνα τραπεζίτη και εμπόρου Ιουλίου Έσλιν (Julius von Hößlin,1802-1849) και της Χριστίνας Χατζηαποστόλου, κόρης συριανής οικογένειας.

Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στα πανεπιστήμια Λειψίας, Μονάχου, Ζυρίχης και Βρυξελλών. Το 1866 αναγορεύτηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον ίδιο χρόνο έχασε τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον δικηγόρο Λουδοβίκο Έσλιν (1841- 1866), ο οποίος έπεσε ηρωικά μαχόμενος κατά τη διάρκεια της Κρητικής Επανάστασης.

Σύντομα αναδείχθηκε σε λαμπρό νομικό. Υπηρέτησε για βραχύ χρονικό διάστημα τη Δικαιοσύνη ως πρωτοδίκης και ακολού­θως δικηγόρησε στη Σύρο και την Αθήνα. Υπήρξε ενεργό μέλος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής οργάνωσης, που στόχος της ήταν «η αναζωπύρωση του εθνικού φρονήματος, η επαγρύπνηση επί των συμφερόντων των δούλων Ελλήνων» και η «προπαρασκευή της απελευθέρωσης αυτών δια πάσης θυσίας».

Επί κυβερνήσεως Δημήτριου Ράλλη διορίστηκε νομάρχης Φθιωτιδοφωκίδος με έδρα τη Λαμία. Κατά τη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897 διαπραγματεύθηκε απευθείας με τον οθωμανό διοικητή Ετέμ Πασά, πείθοντάς τον να ανακόψει την προέλαση του τουρκικού στρατού προς νότο (λίγο έξω από τη Λαμία, στη θέση Ταράτσα), μέχρι να φτάσει η σχετική ειδοποίηση από την οθωμανική ηγεσία για την υπογραφή ανακωχής, τους όρους της οποίας διαπραγματεύθηκε.

Στη συνέχεια άσκησε και πάλι ενεργό δικηγορία και κατεχόμενος από την αντίληψη των επιβλαβών εθνικών συνεπειών του άκρατου φιλελευθερισμού και της λαϊκής καταδημαγώγησης, συ­γκρότησε ριζοσπαστική πολιτική ομάδα με σκοπό τη συνταγματική ανα­θεώρηση και υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους των πολιτικών οραματισμών της Επανάστασης του 1909 στο Γουδή.

Διετέλεσε πρώτος πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (1909 -1910) κι εκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής Αττικοβοιωτίας στις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910. Στην Α' Διπλή Αναθεωρητική Βουλή που προέκυψε, εκλέχτηκε πρόεδρός της, από τις 27 Σεπτεμβρίου έως τις 12 Οκτωβρίου 1910). Κατά τη σχετική ψηφοφορία έλαβε 175 ψήφους έναντι 103 του Κωνσταντίνου Ρακτιβάν και 48 του Αντωνίου Μομφεράτου, γεγονός που συνιστούσε έκπληξη, αφού στην εν λόγω θέση εκλέγονταν συνήθως βουλευτές με παρουσία ετών στα έδρανα της Βουλής.

Το 1917, εξαιτίας της ένταξής του στην αντιβενιζελική παράταξη και ύστερα από πίεση των Συμμάχων, εξορίστηκε στην Κορσική. Στη συνέχεια εκδόθηκε από τη γαλλική κυβέρ­νηση και, παρά τη μεγάλη ηλικία του, δικάστηκε ως συμμέτοχος στα «Νοεμβριανά» του 1916, μολονότι είχε εκδηλώσει δημοσία την αντίθεσή του στα τότε συμβάντα, από έκτακτο στρατοδικείο τον Μάιο του 1919 και καταδικάστηκε σε θάνατο. Ο ίδιος αρνήθηκε να διορίσει συνήγορο και απέκρουσε μόνος την κατηγορία.

Η απόφαση του στρατοδικείου αναιρέθηκε, αλλά προτού επανεκδικαστεί η υπόθεσή του, ο Κωνσταντίνος Έσλιν ασθένησε βαρύτατα και πέθανε στις 17 Ιανουαρίου 1920 στο Δημο­τικό Νοσοκομείο Αθηνών «Η Ελπίς», στο οποίο είχε μεταχθεί ως κατάδικος.

Μπόμπι Φίσερ
1943 – 2008

Ιδιόρρυθμος αμερικανός σκακιστής, για πολλούς ο κορυφαίος όλων των εποχών. Επικρατούσε, συνήθως, των αντιπάλων του με αιφνιδιαστικές κινήσεις ή αντεπιθέσεις, παρά με επισωρεύσεις μικρών πλεονεκτημάτων.

Γεννήθηκε ως Ρόμπερτ Τζέιμς Φίσερ (Robert James Fischer) στις 9 Μαρτίου 1943 στο Σικάγο. Ήταν γιος της ελβετοεβραίας δασκάλας και γιατρού Ρεγκίνα Βέντερ και του γερμανού βιολόγου Χανς Φίσερ ή του ούγγροεβραίου γιατρού Πάουλ Νεμένι, σύμφωνα με νεώτερες έρευνες. Μεγάλωσε με τη μητέρα του στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και σε ηλικία 8 ετών ήταν ένας φθασμένος σκακιστής. Σε ηλικία 16 ετών εγκατέλειψε το σχολείο για να αφιερωθεί ψυχή τε και σώματι στο κορυφαίο πνευματικό παιγνίδι, αφού το 1958 είχε χρισθεί γκραντ-μετρ και είχε ήδη κατακτήσει το ανοικτό πρωτάθλημα των ΗΠΑ.

Έπειτα από δύο αποτυχημένες προσπάθειες το 1972 και σε ηλικία 29 ετών βρέθηκε να διεκδικεί με αξιώσεις το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Στον τελικό, που έγινε στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας, ο Φίσερ αντιμετώπισε τον κάτοχο του τίτλο Μπόρις Σπάσκι από τη Σοβιετική Ένωση. Τον νίκησε με 12.5 - 8.5 σε μια συνάντηση 21 παρτίδων και έγινε ο πρώτος και μοναδικός αμερικανός σκακιστής που αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής. Ως χρηματικό έπαθλο, ο νικητής έλαβε το ποσό των 156.000 δολαρίων.

Η σκακιστική συνάντηση αυτή χαρακτηρίστηκε ως το «Ματς του Αιώνα». Μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, η νίκη του αμερικανού σκακιστή επί του σοβιετικού παγκόσμιου πρωταθλητή θεωρήθηκε μία πρώτης τάξεως «προπαγανδιστική ευκαιρία» για τις ΗΠΑ, καθώς οι σοβιετικοί σκακιστές κυριαρχούσαν στο άθλημα από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το άστρο του Φίσερ έδυσε το 1975, όταν η Διεθνής Ομοσπονδία του αφαίρεσε τον τίτλο, επειδή αρνήθηκε να αγωνισθεί στη Μανίλα με τον σοβιετικό διεκδικητή Ανατόλι Καρπόφ και ανακήρυξε τον αντίπαλό του παγκόσμιο πρωταθλητή. Από τότε, ο Φίσερ εξαφανίστηκε από το προσκήνιο και το όνομά του απασχόλησε την επικαιρότητα ξανά το 1981, όταν συνελήφθη για ληστεία τραπέζης στην Πασαντίνα της Καλιφόρνιας, αλλά γρήγορα αφέθηκε ελεύθερος ως θύμα αστυνομικής αυθαιρεσίας. Πάντως, προφυλακίστηκε και την περιπέτειά του με τις Αρχές την περιέγραψε στο βιβλίο του «Βασανίστηκα στις Φυλακές της Πασαντίνα» (1982). Τα επόμενα χρόνια έζησε στο Σαν Φρανσίσκο, παίζοντας και γράφοντας βιβλία για το σκάκι και εκτοξεύοντας επιθέσεις κατά των Εβραίων. Μάλιστα, ζήτησε από τους εκδότες της «Εβραϊκής Εγκυκλοπαίδειας» να αφαιρέσουν το σχετικό λήμμα, επειδή ποτέ δεν υπήρξε Εβραίος.

Το 1992 επέστρεψε δυναμικά στο προσκήνιο, όταν του πρότειναν έναντι μεγάλου χρηματικού ποσού να αγωνιστεί στην άτυπη «ρεβάνς» εναντίον του Σπάσκι στο Βελιγράδι. Ο Φίσερ κέρδισε και πάλι τον Σπάσκι,αλλά αυτή τη φορά η Ουάσινγκτον δεν έδειξε ενθουσιασμένη και ανακοίνωσε ότι θα απαγγείλει κατηγορίες εναντίον του, επειδή το χρηματικό έπαθλο των τριών εκατομμυρίων δολαρίων για τη νίκη του συνιστούσε παραβίαση του εμπάργκο που είχε επιβληθεί στη Γιουγκοσλαβία του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.

Ο Φίσερ δεν επέστρεψε έκτοτε στις ΗΠΑ. Έζησε στην Ουγγαρία και στη συνέχεια στην Ιαπωνία, όπου συνελήφθη τυχαία το 2004. Οι Ιάπωνες σκόπευαν να τον εκδώσουν στις ΗΠΑ, αλλά τον έσωσαν οι πολλοί φίλοι του στην Ισλανδία, που έπεισαν την κυβέρνηση να του χορηγήσει την ισλανδική υπηκοότητα. Έτσι, ο Φίσερ εγκαταστάθηκε το 2005 στο Ρέικιαβικ, την πόλη που είχε κατακτήσει το παγκόσμιο στέμμα το 1972. Όλα αυτά τα χρόνια υπήρξε δεινός επικριτής της αμερικανικής πολιτικής. Σε συνέντευξή του μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ, τόλμησε να δηλώσει ότι επιθυμούσε την εξαφάνιση της Αμερικής.

Ο Ρόμπερτ Τζέιμς Φίσερ πέθανε στις 17 Ιανουαρίου 2008 σε νοσοκομείο του Ρέικιαβικ από ηπατική ανεπάρκεια.

Βασίλης Τσιβιλίκας
1942 – 2012

Σπουδαίος κωμικός ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου.

Ο Βασίλης Τσιβιλίκας γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου του 1942 στη Θεσσαλονίκη. Ήταν το μοναδικό αγόρι της οικογένειάς του και μεγαλύτερος από τις δύο αδελφές του. Ο πατέρας του ήταν καταστηματάρχης και εξασφάλιζε μία άνετη ζωή στην οικογένειά του.

Φοίτησε στο κολέγιο της Θεσσαλονίκης. Εκεί οι καθηγητές του τον παρότρυναν να ασχοληθεί με την υποκριτική, συμμετέχοντας αρχικά στη θεατρική ομάδα του σχολείου. Μετά την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών του πέρασε στην Αγγλική φιλολογία, την οποία όμως εγκατέλειψε για να κατεβεί στην Αθήνα και να ασχοληθεί επαγγελματικά πλέον με την ηθοποιία.

Μετά από μία αποτυχημένη προσπάθεια να εισαχθεί στο Θέατρο Τέχνης, σπούδασε τελικά στη σχολή υποκριτικής του Πέλου Κατσέλη.

Έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο το 1965, στη Νέα Ιωνία. Δύο χρόνια αργότερα ο Κάρολος Κουν τον καλεί στο Θέατρο Τέχνης. Στις αρχές της δεκαετίας του '70 ξεκινά να ασχολείται με την επιθεώρηση και στα μέσα της με την πρόζα.

Τη δεκαετία του '70 πρωτοεμφανίστηκε και στον κινηματογράφο. Η πρώτη ταινία που συμμετείχε ήταν Η θεία μου η Χίπισσα του Αλέκου Σακελλάριου, δίπλα στη Ρένα Βλαχοπούλου. Ήταν η ταινία που τον καθιέρωσε. Ακολούθησαν δεκάδες άλλες, όλες τους επιτυχίες. Ξεχωρίζουν: Ο κατεργάρης (1971), Ζητείται επειγόντως γαμπρός (1971), Ο κύριος σταθμάρχης (1972), Ο μάγκας με το τρίκυκλο (1972), Η Ρένα είναι «οφ-σάιντ» (1972).

Σημαντική ήταν η παρουσία του και στην τηλεόραση. Μεταξύ άλλων, εμφανίστηκε στις σειρές Το θέατρο της Δευτέρας (1970), Αξιωματικός υπηρεσίας (1972), Εν τούτω Νίκα (1973), Βίβα Κατερίνα (1973), Ατσίδες (1976), 1000 χρόνια πριν (1977), Βράδυα επιθεώρησης (1984) και Μπέιμπι Στάιλ (2001).

Ο Βασίλης Τσιβιλίκας ήταν παντρεμένος και είχε δύο παιδιά. Πέθανε, σε ηλικία 70 ετών, στις 29 Φεβρουαρίου του 2012. Μέχρι την τελευταία στιγμή έπαιζε στο θέατρο, στην παράσταση Η Ζωή ποδήλατο.

πηγη: www.sansimera.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου