Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 30 Σεπ 2018
Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018
 
Ανατολή Ήλιου: 07:18 – Δύση Ήλιου: 19:11
  • Διεθνής Ημέρα Μετάφρασης
  • Ημέρα Μνήμης των Εθνικών μας Ευεργετών

Σαν Σήμερα...

 

1876
Ιδρύεται το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, από την κυβέρνηση του Αλεξάνδρου Κουμουνδούρου.

Αλέξανδρος Κουμουνδούρος
1815 – 1883

Διαπρεπής έλληνας πολιτικός, με καθοριστική παρουσία και συνεισφορά στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα. Διετέλεσε δέκα φορές πρωθυπουργός (ρεκόρ για έλληνα πολιτικό), δύο φορές Πρόεδρος της Βουλής και 18 φορές Υπουργός.

Ήταν γιος του αγωνιστή της Επανάστασης Σπυρίδωνα Γαλάνη Κουμουνδουράκη, της γνωστής επιφανούς οικογένειας της Μεσσηνιακής Μάνης. Γεννήθηκε το 1815 στον πύργο των Κουμουνδουράκηδων στην τοποθεσία Γαρμπελιά του χωριού Κάμπος Αβίας. Μετά το τέλος του Aγώνα μετέβη στο Ναύπλιο, όπου τελείωσε το Γυμνάσιο και στη συνέχεια ενεγράφη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1841 διέκοψε τις σπουδές του για να λάβει μέρος στην Κρητική Επανάσταση, παρότι πίστευε στο μάταιο της εξέγερσης.

Όταν επανήλθε στην Ελλάδα, εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα, όπου άσκησε τη δικηγορία, αν και δεν είχε λάβει το πτυχίο του. Εκεί τέλεσε τον πρώτο του γάμο με την Αικατερίνη Μαυρομιχάλη, κόρη της γνωστής οικογενείας της Μάνης, από την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Κωνσταντίνο και τη Μαρία. Το 1846 αποφοίτησε από τη Νομική και τον επόμενο χρόνο διορίστηκε αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών Καλαμάτας. Η καριέρα του στο δικαστικό κλάδο ήταν σύντομη, καθώς τον απορρόφησε η πολιτική.

Για πρώτη φορά εξελέγη πληρεξούσιος Μεσσήνης το 1850, οπότε άλλαξε το επίθετό του από Κουμουνδουράκης σε Κουμουνδούρος. Από τότε έδινε συνεχώς το παρών στη Βουλή μέχρι το θάνατό του, εκτός από τη διετία 1868-1869. Το 1855 ορκίστηκε Πρόεδρος της Βουλής κι ένα χρόνο αργότερα Υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Δημήτριου Βούλγαρη, με τον οποίο ήλθε αργότερα σε σφοδρή σύγκρουση. Μετά το θάνατο της γυναίκας του Αικατερίνης ήλθε σε δεύτερο γάμο με την Ευθυμία Περωτή, από την οποία απέκτησε ένα γιο, τον Σπυρίδωνα.

Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος υπήρξε σφοδρός πολέμιος του Θρόνου. Μετά την έξωση του Όθωνα το 1862 ανέλαβε το Υπουργείο Δικαιοσύνης και με τη μετριοπάθεια, αλλά και την αποφασιστικότητα που τον διέκρινε, συνέβαλε στην εμπέδωση της τάξης. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1864 έγινε απόπειρα δολοφονίας εναντίον του στην οδό Σταδίου στην είσοδο της Βουλής. Στις 2 Μαρτίου 1865 ανέλαβε για πρώτη φορά την πρωθυπουργία, συσπειρώνοντας στο κόμμα του («Κουμουνδουρικό») φερέλπιδες πολιτικούς, όπως ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, με τους οποίους αργότερα ήρθε σε σύγκρουση. Ακολούθησαν ακόμη εννέα πρωθυπουργίες, έως το 1882, οπότε αποσύρθηκε από την πολιτική.

Ως υπουργός και πρωθυπουργός, ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος κατάφερε να εξασφαλίσει στο ακέραιο τα συμφέροντα της Ελλάδας, χάρη στη μετριοπάθεια, την ευθύτητα, την ψυχραιμία και την εξαιρετική τόλμη του. Το μεγαλύτερο επίτευγμά του στην εξωτερική πολιτική θεωρείται η ειρηνική προσάρτηση της Θεσσαλίας και της Νοτίου Ηπείρου (περιοχή Άρτας) το 1881, αφού πρώτα δεν δίστασε να απειλήσει την Τουρκία με πόλεμο. Το 1866 κατάφερε να ξεπεράσει με επιτυχία τον σκόπελο του Κρητικού Ζητήματος, καθώς δεν υποτάχθηκε στις απαιτήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων που ήθελαν η Ελλάδα να παρασυρθεί σε πόλεμο με την Τουρκία. Πίστευε ότι μία φιλοπόλεμη πολιτική δεν θα ωφελούσε σε τίποτα τη χώρα μας, από τη στιγμή που δεν είχε προετοιμαστεί κατάλληλα για πόλεμο.

Στο εσωτερικό της χώρας, ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος φρόντισε με νόμους τη ρύθμιση της φορολογίας, την αναδιοργάνωση και τον εξοπλισμό του στρατού, τον αναδασμό της γης προς όφελος των ακτημόνων αγροτών, ενώ με τα κατάλληλα μέτρα (Νόμος ΤΟΔ'/1871 «Περί ληστείας») κατάφερε να περιορίσει τη ληστεία σε στεριά και θάλασσα. Ήταν η εποχή της Σφαγής στο Δήλεσι και της απαγωγής του πρωθυπουργού Σωτήριου Σωτηρόπουλου από τον λήσταρχο Λαφαζάνη στα Φιλιατρά Μεσσηνίας. Για να εκτονώσει την κατάσταση έδωσε αμνηστία σε 100 λήσταρχους, με σκοπό να πολεμήσουν στην Κρήτη. Τέλος, σημαντικός ήταν και ο νόμος ΦΠΣΤ' «Περί ευθύνης υπουργών», με τον οποίο αμέσως παραπέμφθηκαν σε ειδικό δικαστήριο υπουργοί της κυβέρνησης Βούλγαρη (1877), με την κατηγορία της πλαστογραφίας και της αντιποίησης αρχής («Σιμωνιακά»).

Ο πολιτικός κύκλος του Αλέξανδρος Κουμουνδούρου έκλεισε στις 3 Μαρτίου 1882, όταν δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, παρά τον διπλωματικό του θρίαμβο με την προσάρτηση της Θεσσαλίας και της Νοτίου Ηπείρου. Ο Χαρίλαος Τρικούπης και οι βουλευτές των Νέων Χωρών τον κατηγόρησαν ότι «δεν κατόρθωσε να προσαρτήσει όλη την Ήπειρο». Ο βιολογικός του κύκλος έκλεισε στις 26 Φεβρουαρίου 1883. Τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών και με απόφαση του Δήμου Αθηναίων η πλατεία πλησίον της οικίας του στην οδό Πειραιώς ονομάσθηκε Κουμουνδούρου (νυν Πλατεία Ελευθερίας). Την πολιτική παράδοση της οικογένειας συνέχισαν οι δύο γιοι του Κωνσταντίνος και Σπυρίδων, που εξελέγησαν επανειλημμένα βουλευτές, ενώ διετέλεσαν και υπουργού.

Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος διέθετε μεγάλες εκτάσεις στην Αττική και συγκεκριμένα στην περιοχή της Ελευσίνας, δίπλα στη θαλασσολίμνη που φέρει έκτοτε το όνομά του (Λίμνη Κουμουνδούρου).

Γεγονότα



μ.Χ.
1791
Η όπερα του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ «Ο Μαγικός Αυλός» κάνει πρεμιέρα στη Βιέννη.

1922
Η ελληνική κυβέρνηση αποδέχεται τη συμφωνία της Διάσκεψης των Μουδανιών, με την οποία δίδεται στους Τούρκους και η Ανατολική Θράκη μέχρι τον Έβρο.
1966
Δημοσιεύεται το βούλευμα για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ. 28 αξιωματικοί παραπέμπονται σε δίκη, με τις κατηγορίες της ένωσης προς στάση και συνωμοσίας προς εκτέλεση πράξεων εσχάτης προδοσίας. Κατά το βούλευμα, «προκύπτουν επιβαρυντικά στοιχεία» για τους πολιτικούς Ανδρέα Παπανδρέου, Παύλο Βαρδινογιάννη, Μιχάλη Παπακωνσταντίνου και Στυλιανό Χούτα.

Υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ

Στις 18 Μαΐου 1965 η προσκείμενη στην ΕΡΕ εφημερίδα της Λάρισας «Ημερήσιος Κήρυξ» αποκάλυψε την ύπαρξη μιας μυστικής οργάνωσης αριστερών αποκλίσεων μέσα στο στράτευμα, με το όνομα ΑΣΠΙΔΑ (από τα αρχικά των λέξεων Αξιωματικοί Σώσατε Πατρίδα, Ιδανικά, Δημοκρατία, Αξιοκρατία), στην οποία συμμετείχαν αξιωματικοί της δημοκρατικής παράταξης, που σκόπευαν ν’ ανατρέψουν το καθεστώς, να καταργήσουν το πολίτευμα της βασιλευομένης δημοκρατίας και να επιβάλουν δικτατορία.

Το δημοσίευμα αναπαράχθηκε από αντιπολιτευόμενες εφημερίδες της Αθήνας και προκάλεσε τη σφοδρή επίθεση της ΕΡΕ κατά της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου. Ηγέτης αυτής της συνωμοτικής οργάνωσης, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ήταν ο γιος του πρωθυπουργού (τότε υπουργός Συντονισμού) Ανδρέας Παπανδρέου, με την ανοχή του πατέρα του.

Την υπόθεση είχε φέρει στο φως ο αρχηγός των κυπριακών Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγός Γεώργιος Γρίβας, ο οποίος είχε ενημερώσει σχετικά το Βασιλιά Κωνσταντίνο και τον υπουργό Εθνικής Άμυνας, Πέτρο Γαρουφαλιά, όχι όμως και τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Επικεφαλής του ΑΣΠΙΔΑ εφέρετο ο λοχαγός Αριστόδημος Μπουλούκος, που εκείνη την περίοδο υπηρετούσε στην Κύπρο.

Η υπόθεση παραπέμφθηκε από την κυβέρνηση στη στρατιωτική δικαιοσύνη, καθιστώντας σαφές ότι η κατασκευή της συνωμοσίας ΑΣΠΙΔΑ στόχευε στην κατασυκοφάντηση της Ένωσης Κέντρου και τη συγκάλυψη της δράσης της παραστρατιωτικής δεξιάς οργάνωσης ΙΔΕΑ, από την οποία προέρχονταν πολλά επίλεκτα μέλη της μετέπειτα δικτατορίας της 21ης Απριλίου.

Οι σχετικές ανακρίσεις έγιναν από τον υποστράτηγο της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Ιωάννη Σίμο. Στο πόρισμά του, που εκδόθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα (1η Ιουνίου), επιβεβαίωσε την ύπαρξη του ΑΣΠΙΔΑ, που είχε ιδρυθεί από ομάδα αξιωματικών για την εξυπηρέτηση ατομικών συμφερόντων τους κι επισήμανε ότι η κίνηση αυτή δεν είχε πολιτικές επιδιώξεις ή σύνδεσμο με κάποιο πολιτικό πρόσωπο.

Ο ανώτατος στρατιωτικός δικαστής πρότεινε να παραπεμφθούν στο ανακριτικό συμβούλιο με το ερώτημα απόταξης οι λοχαγοί Πεζικού Αριστόδημος Μπουλούκος, Ιωάννης Πανούτσος, Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος και Ιωάννης Θεοδοσίου, ως πρωτεργάτες της οργάνωσης, ενώ για έξι ακόμη λοχαγούς και υπολοχαγούς πρότεινε τον αυστηρό πειθαρχικό τους έλεγχο. Ζήτησε, ακόμη, να επιβληθεί πειθαρχική ποινή στον συνταγματάρχη Αλέξανδρο Παπατέρπο, πρώην διοικητή της ΚΥΠ, για αμέλεια στην εκτέλεση των καθηκόντων του.

Ο πρωθυπουργός, Γεώργιος Παπανδρέου, χαρακτήρισε την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ σκευωρία που είχε στόχο την πτώση της κυβέρνησής του και την ανακοπή της δημοκρατικής πορεία του τόπου. Από την πλευρά του, ο Ανδρέας Παπανδρέου διακήρυξε την αθωότητά του, όπως και την αθωότητα των εμπλεκομένων αξιωματικών, που κλήθηκαν να «πληρώσουν» τη μη υποταγή τους στο «δεξιό παρακράτος».

Πάντως, στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα», που γράφτηκε στα χρόνια της χούντας, ο Ανδρέας Παπανδρέου παραδέχεται την ύπαρξη του ΑΣΠΙΔΑ, τη γνωριμία του με κάποιους από τους πρωτεργάτες της και αποδίδει τη δημιουργία της «σ’ ένα μικρό αριθμό αξιωματικών, που αρνήθηκαν να προσχωρήσουν στη χούντα του ΙΔΕΑ [...] και βαθιά απογοητευμένοι από τους συμβιβασμούς που έκανε η κυβέρνησή μας [...] ίδρυσαν ένα επαγγελματικό σύνδεσμο, με βασικό σκοπό να προστατεύσουν τις καριέρες τους».

Η υπόθεση αντί να λήξει με την επιβολή των πειθαρχικών ποινών, οδηγήθηκε στη διενέργεια κύριας ανάκρισης, διευρύνοντας τον κύκλο των κατηγορουμένων. Η εξέλιξη αυτή ήταν ολοφάνερο πως μεθοδεύτηκε από κύκλους που συνδέονταν με τα Ανάκτορα και βρήκε πολιτική κάλυψη από ένα κομμάτι του Κέντρου, με βασικό εκφραστή τον Πέτρο Γαρουφαλιά.

Κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων της «Αποστασίας», εκδόθηκε το παραπεμπτικό βούλευμα (29 Σεπτεμβρίου 1966), που ενοχοποιούσε φιλοπαπανδρεϊκούς αξιωματικούς με την κατηγορία ότι σκόπευαν να εγκαθιδρύσουν «δικτατορία νασερικού τύπου». Το βούλευμα αποτελούνταν από 475 σελίδες και παρέπεμπε 28 αξιωματικούς (26 του Στρατού Ξηράς, ένα της Πολεμικής Αεροπορίας κι ένα της Χωροφυλακής) να δικαστούν στο Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών με τις κατηγορίες της «ένωσης προς στάση» και «συνωμοσία προς εκτέλεση πράξεων εσχάτης προδοσίας».

Νικηφόρος Μανδηλαράς

Στις 14 Νοεμβρίου 1966, ξεκίνησε η δίκη στο Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών, που συνεδρίαζε στο Μέγαρο του Αρσακείου, με πρόεδρο τον αρεοπαγίτη Θεόδωρο Καμπέρη, στον οποίο είχε απονεμηθεί ο βαθμός του υποστρατήγου για την περίσταση, και βασιλικό επίτροπο (εισαγγελέα) τον συνταγματάρχη Ηλία Παπαπούλο. Τους κατηγορουμένους υπερασπίστηκαν γνωστοί δικηγόροι, όπως οι Νικηφόρος Μανδηλαράς, Σταύρος Κανελλόπουλος, Νικόλαος Αλαβάνος, Αριστείδης Οικονομίδης, Αγαμέμνων Κουτσόγιωργας, Εμμανουήλ Στεφανάκης, Αλέξανδρος Σακελλαρόπουλος, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, Τάλμποτ Κεφαλληνός και Ιωάννης Σεργάκης.

Η ακροαματική διαδικασία ήταν θορυβώδης κι επεισοδιακή και διάρκεσε έως τις 16 Μαρτίου 1967, οπότε εκδόθηκε η απόφαση. 15 από τους κατηγορουμένους καταδικάσθηκαν σε ποινές φυλάκισης από 2 χρόνια έως ποινές κάθειρξης 18 ετών, ενώ 13 αθωώθηκαν, χωρίς να αποδειχθεί ανάμιξη του Ανδρέα Παπανδρέου στην υπόθεση.

Σε 18 χρόνια κάθειρξη και πενταετή στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων καταδικάστηκαν ο συνταγματάρχης Αλέξανδρος Παπατέρπος, ο αντισυνταγματάρχης Αριστείδης Δαμβουνέλης, οι λοχαγοί Αριστόδημος Μπουλούκος, Παναγιώτης Παπαγεωργόπουλος και Θεοφάνης Τόμπρας. Σε κάθειρξη 13 χρόνων και πενταετή στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων οι λοχαγοί Δημήτριο Παπαγιαννόπουλος και Ιωάννης Πανούτσος, σε κάθειρξη 8 ετών και πενταετή στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων ο αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Παραλίκας και οι λοχαγοί Α. Βλάχος και Κ. Κεπενός. Τέλος, πέντε ακόμη κατηγορούμενοι καταδικάσθηκαν σε ποινές φυλάκισης.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 25 Φεβρουαρίου 1967, εισαγγελέας και ανακριτής (Σωκράτης Σωκρατείδης), που ερευνούσαν το πολιτικό σκέλος της υπόθεσης ΑΣΠΙΔΑ, ζήτησαν από τη Βουλή την άρση της βουλευτικής ασυλίας του Ανδρέα Παπανδρέου και του Παύλου Βαρδινογιάννη, με την κατηγορία της συμμετοχής σε συνωμοσία προς εκτέλεση πράξεων εσχάτης προδοσίας.

Η αυλαία της υπόθεσης ΑΣΠΙΔΑ έπεσε 23 Δεκεμβρίου 1967, με την παροχή αμνηστίας από τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, δέκα μέρες μετά το αποτυχόν κίνημα του βασιλιά Κωνσταντίνου.

1983
Συναυλία στο κατάμεστο Ολυμπιακό Στάδιο δίνει ο Γιώργος Νταλάρας, σημειώνοντας ρεκόρ για έλληνα καλλιτέχνη, όσον αφορά την προσέλευση κόσμου. «Η ελληνική μουσική εισέρχεται στο χώρο των σταδίων» γράφει το περιοδικό «Rolling Stone».
1987
Το «Γκάζι», το παλιό εργοστάσιο, μεταβάλλεται σε κέντρο καλλιτεχνικής δημιουργίας, με πρωτοβουλία του δημάρχου Μιλτιάδη Έβερτ.

Γεννήσεις

 


μ.Χ.
1207
Τζαλαλουντίν Ρουμί, πέρσης ποιητής, ιδρυτής του μυστικιστικού τάγματος του Ισλάμ «Σούφι». (Θαν. 17/12/1273)

1898
Ορέστης Μακρής, έλληνας ηθοποιός. (Θαν. 29/1/1975)
1964
Μόνικα Μπελούτσι, ιταλίδα ηθοποιός.

Θάνατοι

 


μ.Χ.
1826
Γιάννης Γκούρας, μία από τις αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της Ελληνικής Επανάσταση. Έπεσε νεκρός από τουρκικό βόλι. (Γεν. 1771)

Γιάννης Γκούρας
1791 – 1826

Ο Καπετάν Γκούρας, Εθνική Πινακοθήκη

Ο Καπετάν Γκούρας, Εθνική Πινακοθήκη

Οπλαρχηγός της Στερεάς Ελλάδας και από τις αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της Ελληνικής Επανάστασης.

Ο Γιάννης Γκούρας γεννήθηκε στην Γκουρίτσα Παρνασσίδας το 1791 από φτωχή οικογένεια. Όταν ήταν παιδί έβοσκε τα πρόβατα ενός Τούρκου αγά. Ψυχή ανυπότακτη και με έντονο το αίσθημα της ελευθερίας, προτίμησε στα 17 του το τουφέκι από την ταπεινή εργασία του ραγιά τσοπάνου. Ακολούθησε τον συγγενή του Πανουργιά, αρχηγό σώματος κλεφτών και επί μια δεκαετία γυμνάστηκε ψυχή τε σώματι στην κλέφτικη ζωή.

Το 1818 γνώρισε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, ο οποίος τον πήρε μαζί του ως ακόλουθο. Στην αρχή οδηγούσε τον σκύλο του, ονόματι Σαμψόνι, αλλά στη συνέχεια κέρδισε την εμπιστοσύνη του αρχηγού του. Το βάπτισμα του πυρός το πήρε σκοτώνοντας ένα Τούρκο στην Αθήνα κατ’ εντολή του Ανδρούτσου. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης δραστηριοποιήθηκε στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, πότε στο πλευρό του Πανουργιά, από τον οποίο θεωρείται ότι μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και πότε του Ανδρούτσου. Υπήρξε από τους πιο δραστήριους οργανωτές του Αγώνα στην περιοχή της Φωκίδας, όπου στρατολόγησε περί τους 700 άνδρες.

Σε συνεργασία με τους Γαλαξιδιώτες και με τον Πανουργιά επιτέθηκε στις 27 Μαρτίου 18121 στα Σάλωνα (σημερινή Άμφισσσα) και κατέλαβε το φρούριό της. Στη συνέχεια κινήθηκε προς το Χάνι της Γραβιάς, όπου πολέμησε υπό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην περίφημη ομώνυμη μάχη (8 Μαΐου 1821). Μετά από δύο αποτυχημένες προσπάθειες να καταλάβει το Πατρατζίκι (σημερινή Υπάτη) και τη Λιβαδιά συμμετείχε στη νικηφόρα Μάχη των Βασιλικών (26 Αυγούστου 1821), όπου διακρίθηκε για τον ηρωισμό του και για τις στρατηγικές του ικανότητες, κερδίζοντας τον θαυμασμό των συμπολεμιστών του. Από τότε άρχισε να γίνεται γνωστός μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων και να αρχίζει σιγά-σιγά να εκδηλώνει τις προσωπικές του φιλοδοξίες.

Ιδού πώς τον περιγράφει ο ιστορικός Διονύσιος Κόκκινος:

Η φύσις είχε προικίσει τον Γκούραν με πλούσια δώρα. Με αρρενωπόν κάλλος, ρωμαλέος, με λεβέντικον παράστημα, με λευκήν επιδερμίδα, ξανθός με άφθονα μαλλιά, με εκφραστικά ωραία μάτια, με πλατύ μέτωπον, γελαστός, με έντονον έκφρασιν προδίδουσαν το ζωηρόν πνεύμα του, κατέκτα το περιβάλλον του. Πειθαρχικός εις τους ανωτέρους του, ευπροσήγορος εις τους κατωτέρους του, ευχάριστος εις την συναναστροφήν παρά την αγροίκον αγωγήν του, λακωνικός εις την ομιλία και με ακριβολογίαν και χαρακτηριστικήν φρασεολογίαν προδίδουσαν σκέψιν ταχείαν και ορθήν, επεβάλλετο εις όλους. Δεν είναι παράδοξον ότι κατά την επιχείρησιν εκείνην εις τα Βασιλικά, απλούς κατώτερος καπετάνιος αυτός, επεβλήθη κατά την διεξαγωγήν της μάχης, ώστε να την διευθύνη απ’ αρχής μέχρι τέλους, παρά την παρουσία του Δυοβουνιώτη και του Πανουργιά.

(«Η Ελληνική Επανάστασις», εκδόσεις «Μέλισσα»)

Στις 15 Νοεμβρίου 1821 έλαβε μέρος στη Συνέλευση της Ανατολικής Χέρσου (Στερεάς) Ελλάδος και στάθηκε στο πλευρό του Οδυσσέα Ανδρούτσου στη σύγκρουσή του με τον Άρειο Πάγο, τη διοικητική αρχή της περιοχής. Μετά την αμνήστευσή του, ο Ανδρούτσος διόρισε τον Γκούρα φρούραρχο της Ακρόπολης στην Αθήνα. Στις 23 Φεβρουαρίου 1823 ο Γιάννης Γκούρας τέλεσε τους γάμους του με την Ασήμω Λιδωρίκη, κόρη του προκρίτου της Φωκίδας Αναστάση Λιδωρίκη. Έτσι, το φτωχόπαιδο από την Γκουρίτσα έμπαινε στην υψηλή κοινωνία της εποχής του και αποκτούσε μεγαλύτερο κύρος.

Ο Γκούρας κατά τη διάρκεια της θητείας ως Φρούραρχος της Ακρόπολης φερόταν με αυταρχικό και σχεδόν τυραννικό τρόπο στους Αθηναίους, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Μάλιστα, δεν δίσταζε να στέλνει στη φυλακή όποιον δεν συμφωνούσε με τις ενέργειές του. Προχώρησε ακόμη περισσότερο και στις 23 Ιουνίου 1823 διέταξε τη θανάτωση του προκρίτου και αγωνιστή Νικολάου Σαρρή, που είχε αντιταχθεί στις αποφάσεις του. Με το ξέσπασμα του δεύτερου Εμφυλίου Πολέμου τον Ιούλιο του 1824, ο Γιάννης Γκούρας προσπάθησε να ξεφύγει από την επιρροή του Ανδρούτσου και να αναπτύξει τις ηγετικές του φιλοδοξίες. Στις 24 Νοεμβρίου 1824 πέρασε τον Ισθμό της Κορίνθου επικεφαλής ισχυρής στρατιωτικής δύναμης για να βοηθήσει τους «Κυβερνητικούς» (Στερεοελλαδίτες και Νησιώτες) στη διαμάχη τους με τους Πελοποννησίους «Αντικυβερνητικούς».

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Πελοπόννησο λεηλάτησε χωριά και καταδίωξε επιφανείς «Αντικυβερνητικούς» από την Αχαΐα, Αρκαδία και Ηλεία. Στις 20 Φεβρουαρίου 1825 ο Γκούρας διορίστηκε από την κυβέρνηση Κουντουριώτη αρχηγός των «Στρατοπέδων της Ανατολικής Ελλάδας» και στράφηκε στην καταδίωξη του Οδυσσέα Ανδρούτσου που είχε κατηγορηθεί ότι είχε συνάψει συμφωνίες με τους Τούρκους. Ο Ανδρούτσος, μετά από ανεπιτυχή αντίσταση, παραδόθηκε στις 7 Απριλίου 1825 στα στρατεύματα του Γκούρα και κλείσθηκε στην Ακρόπολη των Αθηνών. Τη νύχτα της 4ης προς 5η Ιουνίου 1825 οι έμπιστοι του Γκούρα, Μαμούρης, Τριανταφυλλίνας, Θεοχάρης και Παπακώστας, θανάτωσαν τον Ανδρούτσο, αφού πρώτα τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια και διέδωσαν ότι σκοτώθηκε στην προσπάθειά του να δραπετεύσει.

Μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, ο Γκούρας επανέλαβε τη δράση του κατά των Τούρκων, ιδιαίτερα κατά την κρίσιμη φάση της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγίου και τον Μάιο του 1826 διορίσθηκε γενικός αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Κλείστηκε στην Ακρόπολη κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της από τον Κιουταχή και τη νύχτα της 30ης Σεπτεμβρίου 1826 σκοτώθηκε από τουρκικό βόλι. Την επομένη θάφτηκε μπροστά στον Παρθενώνα.

1922
Ιωάννης Ψυχάρης, έλληνας δημοτικιστής, φιλόλογος και συγγραφέας. (Γεν. 15/5/1854)
1985
Τσαρλς Ρίχτερ, αμερικανός γεωφυσικός, που ανακάλυψε την ομώνυμη κλίμακα μέτρησης του μεγέθους των σεισμών. (Γεν. 26/4/1900)

πηγη: www.sansimera.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου