Διαδοχικές μάχες, που έγιναν στα εδάφη της Βόρειας Αφρικής από τις 10 Ιουνίου 1940 έως τις 13 Μαΐου 1943, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ανάμεσα στις στρατιωτικές δυνάμεις της Μεγάλης Βρετανίας και των συμμάχων της (Αμερικανών, Πολωνών, Γάλλων, Ελλήνων Αυστραλών, Νεοζηλανδών κ.ά.) και των στρατευμάτων του Άξονα (Ιταλίας, Γερμανίας και Γάλλων του Βισί).
Στις 10 Ιουνίου 1940, ο Μουσολίνι κήρυξε τον πόλεμο κατά της Μεγάλης Βρετανίας. Οι Ιταλοί διέθεταν στη Λιβύη, η οποία ήταν αποικία τους από το 1911, 300.000 άνδρες υπό τον στρατάρχη Ροντόλφο Γκρατσιάνι, έναντι 36.000 Βρετανών υπό τον στρατηγό Άρτσιμπαλντ Γουέιβελ, που ήταν συγκεντρωμένοι στην Αίγυπτο για την προστασία της διώρυγας του Σουέζ.
Στις 15 Σεπτεμβρίου, ο Γκρατσιάνι εξαπέλυσε επίθεση και κατέλαβε την πόλη Σίντι Μπαράνι, στην έρημο που χωρίζει την Κυρηναϊκή (Ανατολική Λιβύη) και την Αίγυπτο. Ο Γουέιβελ, αφού έλαβε ενισχύσεις, αντεπιτέθηκε και ως τις 6 Φεβρουαρίου 1941, που εισήλθε στη Βεγγάζη, ολοκλήρωσε την κατάληψη της Κυρηναϊκής.
Οι Ιταλοί έπαθαν πανωλεθρία, όπως και στα βουνά της Πίνδου την ίδια περίοδο από τον ελληνικό στρατό, και ο στρατάρχης Γκρατσιάνι αντικαταστάθηκε, ενώ τα υπολείμματα του στρατού του παραδόθηκαν. Στις 9 Φεβρουαρίου, οι Βρετανοί προωθήθηκαν στην Ελ-Αγκέιλα, κοντά στα σύνορα της Τριπολίτιδας (Δυτικής Λιβύης). Όμως, δεν αποτόλμησαν να προωθηθούν περαιτέρω και να καταλάβουν την Τρίπολη, επειδή οι διαθέσιμες δυνάμεις τους μειώθηκαν σημαντικά, μετά την απόφαση του Τσόρτσιλ να στείλει ένα μέρος τους στην Ελλάδα, ενόψει της αναμενόμενης γερμανικής επίθεσης.
Η αποτυχία της συμμάχου του Ιταλίας, ανάγκασε τον Χίτλερ να πάρει τη κατάσταση στα χέρια του και να στείλει στη Βόρειο Αφρική τον νεαρό και φιλόδοξο στρατηγό Έρβιν Ρόμελ, επικεφαλής δύο μηχανοκίνητων μεραρχιών, που έλαβαν την ονομασία «Άφρικα Κορπς». Στα μέσα Φεβρουαρίου, ο Ρόμελ βρισκόταν στην Τριπολίτιδα και τον επόμενο μήνα ανέλαβε δράση.
Στις 24 Μαρτίου ανακατέλαβε την Ελ-Αγκέιλα και συνέχισε την προέλασή του, αναγκάζοντας τους Βρετανούς να υποχωρήσουν άτακτα προς την Αίγυπτο, εγκαταλείποντας όλη την Κυρηναϊκή, με εξαίρεση τη στρατηγικής σημασίας περιοχή του Τομπρούκ με το λιμάνι της (σύνορα Λιβύης - Αιγύπτου), την οποία υπερασπίστηκαν ηρωικά επί 241 ημέρες Αυστραλοί και Ινδοί. Ο Ρόμελ δεν προχώρησε πέρα από τα αιγυπτιακά σύνορα, επειδή βρισκόταν μακριά από τα κέντρα ανεφοδιασμού του.
Το καλοκαίρι του 1941 ο Τσόρτσιλ αντικατέστησε τον Γουέιβελ με τον στρατηγό Κλοντ Όκινλεκ, ως αρχιστράτηγο Μέσης Ανατολής. Ο στρατηγός Όκινλεκ, επικεφαλής της 8ης Στρατιάς, αντεπιτέθηκε στις 18 Νοεμβρίου, έλυσε την πολιορκία του Τομπρούκ και απώθησε τον Ρόμελ ως την Ελ-Αγκέιλα (30 Δεκεμβρίου), ανακτώντας εκ νέου την Κυρηναϊκή.
Στις 21 Ιανουαρίου 1942, ο Ρόμελ πραγματοποίησε νέα έφοδο, κατέλαβε τη γραμμή Γκαζάλα - Μπιρ Χακίμ (27 Μαΐου – 10 Ιουνίου) και κατόπιν το Τομπρούκ (21 Ιουνίου), η πτώση του οποίου θεωρήθηκε εθνική καταστροφή στο Λονδίνο. Στα τέλη Ιουνίου, οι Γερμανοί, αφού ανακατέλαβαν για δεύτερη φορά την Κυρηναϊκή, διείσδυσαν στο αιγυπτιακό έδαφος και καθηλώθηκαν στο Ελ-Αλαμέιν, 90 χιλιόμετρα ανατολικά της Αλεξάνδρειας, όπου οι Βρετανοί αντέταξαν την τελευταία γραμμή άμυνά τους. Ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι πίστευαν ότι ήταν θέμα ημερών η κατάληψη ολόκληρης της Αιγύπτου.
Η πρώτη μάχη του Ελ-Αλαμέιν, όμως, που ακολούθησε και συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιουλίου (1-27 Ιουλίου) διέψευσε τις ελπίδες τους για γρήγορη νίκη. Τα εξαντλημένα στρατεύματα του Ρόμελ δεν κατόρθωσαν να σπάσουν τη γραμμή άμυνας του Όκινλεκ. Τον Αύγουστο, ο Όκινλεκ αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Χάρολντ Αλεξάντερ, όταν διαφώνησε με τον Τσόρτσιλ σε θέματα διεξαγωγής των επιχειρήσεων.
Ο Αλεξάντερ ανέθεσε τη διοίκηση της 8ης Στρατιάς στον στρατηγό Μπέρναρντ Μοντγκόμερι. Στις 23 Οκτωβρίου προς 24 Οκτωβρίου 1942, ο Μοντγκόμερι εξαπέλυσε την τελική, νικηφόρα επίθεση, η οποία τον έφερε στην Τρίπολη στις 23 Ιανουαρίου 1943.
Στο μεταξύ, οι θέσεις των δυνάμεων του Άξονα δέχονταν πίεση από τα δυτικά από τη συμμαχική επιχείρηση «Πυρσός», που βρισκόταν σε εξέλιξη υπό τη διοίκηση του αμερικανού υποστρατήγου Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Έως τις 6 Μαΐου 1943, οπότε καταλήφθηκε η Τύνιδα, οι Σύμμαχοι (Βρετανοί, Αμερικανοί και λοιποί) ήταν κύριοι ολόκληρης της Βόρειας Αφρικής κι άρχιζαν τις προετοιμασίες για την επέμβαση στην Ιταλία. Ο Ρόμελ απογοητευμένος από την εξέλιξη των επιχειρήσεων είχε παραιτηθεί από τη διοίκηση των στρατευμάτων του, ενώ ο στρατάρχης φον Άρνιμ αιχμαλωτίστηκε στις 12 Μαΐου 1943.
Κατά τις τρίχρονες εχθροπραξίες στη Βόρειο Αφρική, οι Σύμμαχοι απώλεσαν 253.000 άνδρες (νεκροί, τραυματίες και αγνοούμενοι), ενώ οι δυνάμεις του Άξονα 47.000 άνδρες. Γύρω στις 400.000 αιχμαλωτίστηκαν. Τεράστιες ήταν και οι απώλειες σε πολεμικό υλικό. Οι Σύμμαχοι έχασαν 1.400 αεροπλάνα και 2.000 τανκς και οι δυνάμεις του Άξονα 8.000 αεροπλάνα και 2.550 τανκς.
Έρβιν Ρόμελ
1891 – 1944
Γερμανός στρατάρχης, που διακρίθηκε στις επιχειρήσεις στην Βόρειο Αφρική κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ως διοικητής του «Άφρικα Κορπς». Ήταν γνωστός με το προσωνύμιο «Η Αλεπού της Ερήμου». Αυτοκτόνησε με δηλητήριο, μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ (20 Ιουλίου 1944), στην οποία είχε ανάμιξη.
Ο Γιοχάνες Έρβιν Όιγκεν Ρόμελ γεννήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1891 στο Χάιντενχαιμ του Βασιλείου της Βιρτεμβέργης, που αποτελούσε τμήμα της Αυτοκρατορικής Γερμανίας. Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και η μητέρα του κόρη τοπικού αξιωματούχου.
Το 1910 κατετάγη ως εύελπις στο 124ο Σύνταγμα Πεζικού της Βιρτεμβέργης. Ως υπολοχαγός έλαβε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και διακρίθηκε στα πεδία των μαχών. Για τη δράση του στις επιχειρήσεις του Μεγάλου Πολέμου τού απονεμήθηκε το ανώτατο μετάλλιο του γερμανικού στρατού. Από τότε έγινε φανερό ότι ήταν προορισμένος να διαπρέψει, επειδή διέθετε ηγετικά προσόντα, ασυνήθιστο θάρρος και την ικανότητα να κατανοεί την ψυχολογία των ανδρών του.
Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου προάγεται ανελλιπώς και αναλαμβάνει τη διοίκηση μονάδων του Πεζικού, ενώ κατά διαστήματα διδάσκει σε στρατιωτικές σχολές. Το 1937 εκδίδει το βιβλίο «Το Πεζικό επιτίθεται», στο οποίο πραγματεύεται τα συμπεράσματα από τις πολεμικές εμπειρίες του κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις αντιλήψεις του για την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων. Το βιβλίο αποσπά ενθουσιώδεις κριτικές και ανυψώνει τη φήμη του.
Τον ίδιο χρόνο ο Χίτλερ, αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του, τον εντάσσει στο επιτελείο του, παρότι δεν ήταν μέλος του Ναζιστικού Κόμματος. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου διορίζεται διοικητής της προσωπικής του ασφάλειας, αλλά η θέση αυτή δεν τον ικανοποιεί και ζητάει μετάθεση στα πολεμικά μέτωπα. Τον Φεβρουάριο του 1940 προάγεται σε στρατηγό και αναλαμβάνει τη διοίκηση της 7ης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων, που επιχειρεί στο μέτωπο της Γαλλίας. Παρόλο που δεν διαθέτει πείρα στη διοίκηση τεθωρακισμένων μονάδων, γρήγορα αντιλαμβάνεται τις τεράστιες επιθετικές δυνατότητες των μηχανοκίνητων και τεθωρακισμένων μονάδων.
Τον Φεβρουάριο του 1941 αναλαμβάνει τη διοίκηση του γερμανικού εκστρατευτικού σώματος (Άφρικα Κορπς), που στάλθηκε στη Βόρειο Αφρική για να ενισχύσει τον σχεδόν ηττημένο ιταλικό στρατό. Η έρημος της Βόρειας Αφρικής υπήρξε το θέατρο των μεγαλύτερων επιτυχιών του, αλλά και της ήττας του από ένα πολύ ανώτερο αντίπαλο.
Στρατηγός ευφυής και ικανότατος στη χρήση των τεθωρακισμένων δυνάμεων από την προηγούμενη θητεία του στη Γαλλία, αποκτά επάξια το προσωνύμιο «Η Αλεπού της Ερήμου» και κατευθύνει τις επιχειρήσεις πάνω σ’ ένα βρετανικό μηχανοκίνητο τεθωρακισμένο όχημα, που απέσπασαν οι Γερμανοί από τους Άγγλους.
Μετά την κατάληψη του Τομπρούκ, το Μάιο του 1942, προάγεται σε στρατάρχη. Η υποχώρηση των δυνάμεών του έχει καταγραφεί ως αριστούργημα της στρατηγικής τέχνης. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τις μεμονωμένες νίκες του στη Βόρεια Αφρική, την οποία αναγκάζεται να εγκαταλείψει το Μάρτιο του 1943, μετά την ήττα των δυνάμεών του στη δεύτερη Μάχη του Ελ Αλαμέιν, έχοντας όμως προκαλέσει σοβαρότατα πλήγματα στην 8η Στρατιά του Μοντγκόμερι.
Ο Ρόμελ απολαμβάνει την απεριόριστη εκτίμηση και εμπιστοσύνη του Χίτλερ και στη συνέχεια αναλαμβάνει τη διοίκηση της Ομάδας Στρατιών Β στην Ιταλία. Το ίδιο έτος καλείται να σχεδιάσει το «Τείχος του Ατλαντικού» (την αμυντική διάταξη, δηλαδή, των γερμανικών δυνάμεων στις ακτές της Ευρώπης), εν όψει της απόβασης των Συμμάχων. Τον Ιανουάριο του 1944 τίθεται επικεφαλής της Ομάδας Στρατιών Β, η οποία έχει τον επιχειρησιακό έλεγχο των δυνάμεων που επιχειρούν να εμποδίσουν την απόβαση στη Γαλλία.
Στις 17 Ιουλίου 1944, κατά τη διάρκεια μιας αεροπορικής επίθεσης των Συμμάχων, τραυματίζεται σοβαρά στο κεφάλι, όταν το αυτοκίνητο στο οποίο επιβαίνει ανατρέπεται. Τον Αύγουστο η κατάσταση της υγείας του έχει βελτιωθεί σημαντικά και είναι σε θέση να επιστρέψει στη Γερμανία με αναρρωτική άδεια.
Εν τω μεταξύ, μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ στις 20 Ιουλίου, είχαν αποκαλυφθεί οι επαφές του Ρόμελ με τους συνωμότες. Ο ίδιος από καθαρά επαγγελματική σκοπιά είχε πειστεί ότι ο πόλεμος δεν μπορούσε να κερδηθεί και ότι ο Χίτλερ όφειλε να διαπραγματευτεί με τους Συμμάχους για τον τερματισμό του.
Ο Ρόμελ τέθηκε υπό παρακολούθηση και ο Χίτλερ δεν θεώρησε σκόπιμο, λόγω της δημοφιλίας του, να εμφανισθεί ενώπιον του δικαστηρίου ως εχθρός του και να οδηγηθεί στην αγχόνη. Έτσι, ανέθεσε σε δύο στρατηγούς να του προτείνουν να αυτοκτονήσει με δηλητήριο, με τη διαβεβαίωση ότι το όνομα αυτού και της οικογένειάς του (σύζυγος, γιος και μία εξώγαμη θυγατέρα) θα παρέμενε ακηλίδωτο, εάν απέφευγε να εμφανιστεί στο δικαστήριο.
Στις 14 Οκτωβρίου 1944, ο Έρβιν Ρόμελ ήπιε δηλητήριο, θέτοντας τέλος στη ζωή του. Στην κηδεία του τού απονεμήθηκαν πλήρεις στρατιωτικές τιμές.