Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 01 Ιούν 2018
Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018
 
Ανατολή Ήλιου: 06:02 – Δύση Ήλιου: 20:43

Σαν Σήμερα...

Όθων
1815 – 1867

Βαυαρός πρίγκηπας, πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας μετά την απελευθέρωσή της από τον τουρκικό ζυγό (1832-1862).

Ο πρίγκηπας Όθων Φρειδερίκος Λουδοβίκος της Βαυαρίας (Kronprinz Otto Friedrich Ludwig von Bayern) γεννήθηκε την 1η Ιουνίου 1815 στο Ζάλτσμπουργκ (τότε ανήκε στη Βαυαρία, σήμερα στην Αυστρία). Ήταν ο δευτερότοκος γιος του φιλέλληνα βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α', που ανήκε στη δυναστεία των Βίτελσμπαχ και της βασίλισσας Θηρεσίας, κόρης του δούκα του Σαξ - Άλτενμπουργκ. Μέσω ενός προγόνου του, του δούκα Ιωάννη Β’ (1341-1397), συνδεόταν με συγγένεια με τους βυζαντινούς αυτοκρατορικούς οίκους των Κομνηνών και των Λασκάρεων.

Ο Όθων έλαβε επιμελημένη μόρφωση, όχι όμως για πρίγκιπα που προοριζόταν να βασιλεύσει. Διδάχθηκε την ελληνική και λατινική γλώσσα και ήταν καλός ιππέας και άριστος κολυμβητής. Τα ελληνικά άρχισε να τα διδάσκεται αμέσως μόλις ο πατέρας του αποδέχθηκε για λογαριασμό του τον ελληνικό θρόνο. Οι γονείς του τον προόριζαν για εκκλησιαστική σταδιοδρομία και φρόντιζαν ιδιαίτερα την ασθενική του κράση και την επισφαλή υγεία του. Ήταν βαρήκοος και ψεύδιζε κάπως.

Η υποδοχή του Όθωνα

Το 1832, σε ηλικία 17 ετών, εκλέχθηκε από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) βασιλιάς των Ελλήνων, κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης του Λονδίνου (25 Απριλίου - 8 Μαΐου). Ένα χρόνο αργότερα, στις 6 Φεβρουαρίου 1833, αποβιβάσθηκε στο Ναύπλιο, που τότε ήταν η προσωρινή πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, και έτυχε αποθεωτικής υποδοχής από ένα λαό που είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά από την αναρχία που μάστιζε τη χώρα μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια το 1831 και προσδοκούσε καλύτερες μέρες. Τον συνόδευε ένας στολίσκος μεταγωγικών, που μετέφερε δύναμη του βαυαρικού στρατού 3.500 ανδρών, που θα αντικαθιστούσαν τα αποχωρούντα τελευταία τμήματα του γαλλικού στρατού.

Μέχρι την προκαθορισμένη ενηλικίωσή του (1 Ιουνίου 1835), τη βασιλική εξουσία ασκούσε η λεγομένη Αντιβασιλεία, που την αποτελούσαν οι Βαυαροί αξιωματούχοι Άρμανσμπεργκ, Μάουρερ και Χάιντεκ. Στις 10 Νοεμβρίου 1836, ενώ βρισκόταν στην πατρίδα του, τέλεσε τους γάμους του με την πριγκίπισσα Αμαλία (1818-175), κόρη του Μεγάλου Δούκα του Ολδεμβούργου Φρειδερίκου Αυγούστου, αιφνιδιάζοντας την ελληνική κυβέρνηση, που πληροφορήθηκε το γεγονός ένα μήνα αργότερα.

Με την ενηλικίωσή του, ο Όθων ανέλαβε και επισήμως τα βασιλικά καθήκοντα, διατήρησε όμως στις κυριότερες θέσεις τους Βαυαρούς, παρότι δεν ήταν αρεστοί στη ντόπια πολιτική τάξη και το λαό, που τους θεωρούσε δυνάστες. Στην αρχή, ο Όθωνας κυβέρνησε απολυταρχικά, «Ελέω Θεού». Μάλιστα, για μεγάλο χρονικό διάστημα άσκησε ο ίδιος την πρωθυπουργία (8 Δεκεμβρίου 1837 - 10 Φεβρουαρίου 1841 και 10 Αυγούστου 1841 - 3 Σεπτεμβρίου 1843).

Ο Όθωνας σε νεαρή ηλικία

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1843, εκδηλώθηκε στρατιωτικό κίνημα υπό τους Καλέργη και Μακρυγιάννη («Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου»), εξαιτίας της γενικής δυσαρέσκειας για την εσωτερική και εξωτερική πολιτική της μοναρχίας. Την ίδια ημέρα, η Ελλάδα είχε υπογράψει την οικονομική συμφωνία του Λονδίνου, με την οποία δεσμευόταν να διαθέσει σχεδόν το σύνολο των πόρων της για την εξυπηρέτηση των δανείων της. Ο Όθων αναγκάσθηκε τότε να παραχωρήσει Σύνταγμα, να διορίσει πρωθυπουργό πολιτικό πρόσωπο, να προκηρύξει εκλογές και να απομακρύνει τους Βαυαρούς από τις στρατιωτικές και πολιτικές θέσεις προς μεγάλη ικανοποίηση του λαού.

Από τότε και μέχρι την εκθρόνισή του το 1862 κυβερνούσε συνταγματικά με μεγάλες ή μικρές επεμβάσεις στην άσκηση της εξουσίας. Έτσι, όμως, δημιούργησε κύμα δυσφορίας εναντίον του, που το υπέθαλπαν και οι ξένες Δυνάμεις για τους δικούς τους συμφεροντολογικούς λόγους. Στη δυσφορία αυτή πρέπει να προστεθεί και η δυσαρέσκεια από τις επεμβάσεις στη διοίκηση της βασίλισσας Αμαλίας και το γεγονός ότι δεν γέννησε τον διάδοχο του θρόνου.

Τον Μάιο του 1859 η Αθήνα συνταράχθηκε από τα «Σκιαδικά» και τον Μάρτιο του 1861 αποκαλύφθηκε αντιβασιλική συνωμοσία μεταξύ των φοιτητών του Οθωνείου Πανεπιστημίου (νυν ΕΚΠΑ). Στις 6 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, ο φοιτητής Νομικής Αριστείδης Δόσιος αποπειράθηκε χωρίς επιτυχία να δολοφονήσει την Αμαλία. Το γεγονός αυτό δημιούργησε πρόσκαιρο ρεύμα συμπάθειας υπέρ αυτής, αυτό όμως υπήρξε η υστάτη αναλαμπή. Έτσι, ενώ το βασιλικό ζεύγος βρισκόταν σε περιοδεία στη Πελοπόννησο, εκδηλώθηκε εξέγερση στην Αθήνα. Αυτή τη φορά ήταν επιτυχημένη, αναγκάζοντας τον Όθωνα ν’ αναχωρήσει οριστικά από την Ελλάδα στις 12 Οκτωβρίου 1862.

Κατά της διάρκεια της βασιλείας του συνέβησαν ορισμένα αξιοσημείωτα γεγονότα, όπως τα «Μουσουρικά» (1847), η υπόθεση Πατσίφικο και τα «Παρκερικά» (1849-1850), και η εμπλοκή της χώρας μας στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1854), που δοκίμασαν τις σχέσεις της με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Ο Όθων ήταν υπέρμαχος της Μεγάλης Ιδέας, που αποσκοπούσε στην υπαγωγή των αλύτρωτων ελληνικών εδαφών στο Ελληνικό Βασίλειο. Ο όρος ανήκε στον ηπειρώτη πολιτικό Ιωάννη Κωλέττη (1773-1847), ευνοούμενο του Όθωνα.

Φεύγοντας από την Ελλάδα, ο Όθωνας πήγε στην αρχή στο Μόναχο και απ’ εκεί στη Βαμβέργη (Bamberg), όπου έζησε το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του, που δεν ήταν και μεγάλο. Εκεί διατηρούσε μία μικρή Αυλή και ζούσε με τη νοσταλγία της Ελλάδας. Ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την Κρητική Επανάσταση και συνέδραμε το 1867 οικονομικά τους αγωνιστές με 200.000 χρυσά φράγκα. Τον ίδιο χρόνο αρρώστησε από ιλαρά και πέθανε ξαφνικά στις 26 Ιουλίου, σε ηλικία μόλις 52 ετών. Τάφηκε σύμφωνα με επιθυμία του με την ελληνική φουστανέλα στο ναό του Αγίου Καϊετάνου στο Μόναχο, όπου βρίσκεται ο τάφος του.

Για τον Όθωνα και την πολιτεία του διατυπωθήκαν πολλές κρίσεις από σύγχρονους και μεταγενέστερούς του. Ολοκληρωμένη εικόνα δίνει συνοπτικά  δημοσιογράφος και  διπλωμάτης Αναστάσιος Βυζάντιος (1839-1892) στο κείμενό του «Επί τη τελευτή του βασιλέως Όθωνος»:

Εάν ηθέλομεν δια μιας λέξεως να ορίσωμεν την φύσιν του πρώτου βασιλέως της Ελλάδος, θα ελέγομεν, ότι δεν ήτο ανήρ βασιλικός, κατά την γενικήν σημασίαν [...] Δεν είχε βασιλικήν την αντίληψιν, βασιλικήν την ενέργειαν, βασιλικάς τας γνώσεις, βασιλικάς τας ορέξεις, βασιλικήν τήν παρρησίαν, βασιλικόν τον θυμόν. Το ήμισυ του βίου αύτού διήρχετο σχεδιάζων και το έτερον ήμισυ απορών [...] Αι μεγάλαι γραμμαί των ζητημάτων αείποτε διελάνθανον αυτόν, εγκύπτοντα εις τά επεισόδια και τας παραφυάδας [...] Ενώ δεν ήξευρε να προλάβη το κακόν, επεδίωκεν αείποτε και εις μάτην το τέλειον καλόν. Αγαθώτατος τήν πρόθεσιν, ειλικρινέστατος την αγάπην, Έλλην, ως ίσως ούχί πάντες οι Έλληνες, ηδίκησε πολλάκις και έβλαψε την Ελλάδα εκ του πολλού φίλτρου [...] Συλλήβδην ειπείν, ο βασιλεύς Όθων εστρείτο του όντως βασιλικού προτερήματος του βλέπειν ταχέως, ευκρινώς και πόρρω. Αλλ’ αντί των μειονεκτημάτων τούτων, πόσαι δευτερεύουσαι αρεταί περιεκόσμουν την καρδίαν του ατυχούς ηγεμόνος ! Φίλος της δικαιοσύνης, αμνησίκακος, πράος, άδολος, ελεήμων, εγκρατής [...] Δεν εξελάμβανε το βασιλεύειν ως επιτήδευμα βίου, αλλ’ ώς καθήκον ιερόν, εις ο έθυσίαζε και ανάπαυσιν και υγιείαν. Το μεγαλείον της Ελλάδος ήτο το διηνεκές αύτού όνειρον...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ

Η πανούκλα αφανίζει τη Λευκάδα

Στις αρχές του 1740, επιδημία πανώλης μάστιζε τη δυτική ηπειρωτική Ελλάδα. Την άνοιξη του 1743 ένα πλοίο από το Μεσολόγγι μετέφερε στα αμπάρια του μαζί με τα εμπορεύματα και τον θανατηφόρο βάκιλο της νόσου στο λιμάνι της Μεσσήνης (Μεσίνα) στη Σικελία. Αν και η Ιταλική χερσόνησος είχε δοκιμασθεί από επιδημία πανώλης το 1720 και οι μνήμες ήταν ακόμη νωπές, τα μέτρα ασφαλείας στο ιταλικό λιμάνι φαίνεται πως δεν ήταν επαρκή, με αποτέλεσμα να μολυνθεί, πολύ γρήγορα, ένα μεγάλο μέρος της πόλης και να βρει το θάνατο ένα εξίσου μεγάλο μέρος του πληθυσμού της.

Αμέσως μετά την εκδήλωση του λοιμού, τα πλοία που ήταν αγκυροβολημένα στη Μεσσήνη αναχώρησαν προς διάφορες κατευθύνσεις. Ένα από αυτά έφθασε στη Λευκάδα (Σάντα Μάουρα εκείνα τα χρόνια), που βρισκόταν υπό ενετική κατοχή. Αμέσως μετά την προσόρμισή του εκδηλώθηκαν και τα πρώτα θανατηφόρα κρούσματα στο νησί. Tον επόμενο μήνα οι νεκροί είχαν φθάσει τους 780. Οι αρχές του νησιού αιφνιδιάστηκαν και άργησαν να αντιδράσουν.

Όταν άρχισαν να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα (λοιμοκαθαρτήριο, υγειονομική ταφή νεκρών κ.ά.), το κακό άρχισε σταδιακά να υποχωρεί από το φθινόπωρο του 1743. Σε επιστολή του προς τον Δόγη της Βενετίας, ο ενετός αξιωματούχος στο νησί Αντόνιο Μόρο υπογράμμιζε, μεταξύ των άλλων, πως ο καθαρός αέρας της περιοχής, που είχε επιλεγεί για τη μεταφορά των ασθενών, σε συνδυασμό με τη σωστή διατροφή, συνέβαλαν καθοριστικά στη σύντομη ανάρρωση των πανωλόβλητων. Τελικά, όλα εξελίχθηκαν σχετικά ομαλά και το νησί κηρύχθηκε ελεύθερο από κάθε υποψία πανώλης στις 10 Ιουνίου του 1744. Συνολικά, τον ένα χρόνο που κράτησε η επιδημία στη Λευκάδα πέθαναν 1800 άνθρωποι, σχεδόν το ένα τρίτο των κατοίκων του νησιού.

Κατά τη διάρκεια του λοιμού, η τοπική εκκλησία δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Τον Αύγουστο του 1743, ο ιερομόναχος Ματθαίος μετέφερε στη Λευκάδα την κάρα του Αγίου Βησσαρίωνος, Αρχιεπισκόπου Λαρίσης, που βρισκόταν στη μονή Δουσίκου, κοντά στα Τρίκαλα. Οι επιζήσαντες Λευκαδίτες αναγνώρισαν ότι σώθηκαν από τη φοβερή ασθένεια χάρη στη βοήθεια του Αγίου και προς τιμήν του ανήγειραν ναό στο χώρο, όπου είχε στηθεί προηγουμένως το λοιμοκαθαρτήριο. Η περιοχή εκείνη μέχρι σήμερα ονομάζεται Αγία Κάρα. Η “ανάμνησις του θαύματος απαλλαγής της νήσου Λευκάδος εκ της πανώλου νόσου κατά το έτος 1743”, τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία κάθε χρόνο την 1η Ιουνίου.

Γεγονότα

 


μ.Χ.
Η πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά για την παραγωγή του σκοτσέζικου ουίσκι γίνεται από τον μοναχό Τζον Κορ.
Ο Παναθηναϊκός νικά 8-2 τον Ολυμπιακό, στη μεγαλύτερης έκτασης νίκη που έχει πετύχει ποτέ επί του αιώνιου αντιπάλου του.
Με διαταγή του αρχηγού ΓΕΣ Οδυσσέα Αγγελή, «απαγορεύεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπον μετάδοσις ή εκτέλεσις μουσικής ή ασμάτων του κομμουνιστού Μίκη Θεοδωράκη [...] τα οποία, συν τοις άλλοις, αποτελούν και μέσον συνδέσμου μεταξύ των κομμουνιστών». Οι παραβάτες απειλούνται με έκτακτα Στρατοδικεία.
Η χούντα των συνταγματαρχών προχωρεί στην κατάργηση της μοναρχίας στην Ελλάδα και στην εγκαθίδρυση Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, με Συντακτική Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου.
Υπογράφεται η Συμφωνία σύνδεσης Κύπρου - ΕΟΚ.
  Ιδρύεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με έδρα τη Φραγκφούρτη.

Η ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (European Central Bank)

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ιδρύθηκε την 1η Ιουνίου 1998 με πρόβλεψη της Συνθήκης του Άμστερνταμ (2 Οκτωβρίου 1997) για να διαχειρισθεί το ευρώ, το ενιαίο νόμισμα των 19 από τα 28 κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εδρεύει στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας.

Κύριοι στόχοι της ΕΚΤ είναι:

  • Η διαφύλαξη της σταθερότητα των τιμών (μέσω της διατήρησης του πληθωρισμού υπό έλεγχο), ιδίως στις χώρες του ευρώ.
  • Η σταθερότητα του δημοσιονομικού συστήματος με την εποπτεία των κεφαλαιαγορών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
  • Η χάραξη και η εφαρμογή της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής της Ένωσης.

Στις αρμοδιότητες της ΕΚΤ συγκαταλέγονται:

  • Ο καθορισμός των βασικών επιτοκίων για την ευρωζώνη και ο έλεγχος της προσφοράς χρήματος.
  • Η διαχείριση των συναλλαγματικών αποθεματικών της ευρωζώνης και η αγορά ή πώληση νομισμάτων, όταν κρίνεται αναγκαία για τη διατήρηση της ισορροπίας των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
  • Η συμβολή στη διασφάλιση της κατάλληλης εποπτείας των κεφαλαιαγορών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων από τις εθνικές αρχές, καθώς και της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών.
  • Η παροχή άδειας στις κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης να εκδίδουν χαρτονομίσματα του ευρώ.
  • Η παρακολούθηση των τάσεων των τιμών και η αξιολόγηση του κινδύνου που αυτές συνεπάγονται για τη σταθερότητα των τιμών στην ευρωζώνη.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποτελείται από τα κάτωθι όργανα:

  • Εκτελεστική Επιτροπή: Παρακολουθεί τη διαχείριση των τρεχουσών υποθέσεων της τράπεζας. Απαρτίζεται από 6 μέλη (1 πρόεδρο, 1 αντιπρόεδρο και 4 άλλα μέλη) που διορίζονται για 8 χρόνια από τους ηγέτες των χωρών της ευρωζώνης.
  • Διοικητικό Συμβούλιο: Διαμορφώνει τη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης και καθορίζει τα επιτόκια δανεισμού που επιβάλλει η Κεντρική Τράπεζα στις εμπορικές τράπεζες. Απαρτίζεται από τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και από τους διοικητές των 17 κεντρικών τραπεζών των χωρών της ευρωζώνης.
  • Γενικό Συμβούλιο: Όργανο με συμβουλευτικές και συντονιστικές λειτουργίες και συμμετοχή στην προετοιμασία της προσχώρησης νέων χωρών στην ευρωζώνη. Απαρτίζεται από τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ και από τους διοικητές των εθνικών κεντρικών τραπεζών και των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε.

Η ΕΚΤ συνεργάζεται με τις κεντρικές τράπεζες και των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ). Ηγείται των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης, δηλαδή των 17 χωρών της Ε.Ε. που έχουν υιοθετήσει το ευρώ. Η συνεργασία στο πλαίσιο αυτής της μικρότερης ομάδας τραπεζών αποκαλείται «Ευρωσύστημα». Η ΕΚΤ είναι απολύτως ανεξάρτητη από τα υπόλοιπα όργανα της Ε.Ε. και από τις εθνικές κυβερνήσεις των κρατών-μελών.

Γεννήσεις

 


μ.Χ.
Ντάντε Αλιγκιέρι, γνωστότερος στην Ελλάδα ως Δάντης, εθνικός ποιητής της Ιταλίας. («Θεία Κωμωδία») (Θαν. 14/9/1321)

Καρλ Φίλιπ Γκότφριντ φον Κλαούζεβιτς
1780 – 1831

Στρατιωτικός και θεωρητικός του πολέμου, που αναδείχθηκε μέσα από το κλίμα της πεφωτισμένης δεσποτείας του Βασιλείου της Πρωσίας, με την υψηλού επιπέδου γραφειοκρατία και τον πανίσχυρο στρατό.

Γεννήθηκε ως Καρλ Φίλιπ Γκότφριντ φον Κλαούζεβιτς (Carl Philipp Gottfried von Clausewitz) την 1η Ιουνίου 1780, στην πόλη Μπεργκ της Δυτικής Πρωσίας, περιοχής που σήμερα ανήκει στη Γερμανία. Καταγόταν από μεσοαστική οικογένεια με πατέρα συνταξιούχο στρατιωτικό.

Το μήλο θα πέσει κάτω από τη μηλιά κι ο νεαρός Κλαούζεβιτς θα ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του. Σε ηλικία 13 ετών υπηρετούσε ως εύελπις στο 34ο Σύνταγμα Πεζικού του πρωσικού στρατού.

Πολέμησε και διακρίθηκε κατά των Γάλλων του Ναπολέοντα και έφθασε στο αξίωμα του επιτελάρχη των πρωσικών δυνάμεων στη Μάχη του Βατερλό, που έκρινε την τύχη του γάλλου στρατηλάτη το 1815 και άλλαξε την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη.

Το 1818 και σε ηλικία 38 ετών ο Κλαούζεβιτς προήχθη σε υποστράτηγο και τοποθετήθηκε διευθυντής της Σχολής Πολέμου στο Βερολίνο. Μέχρι το θάνατό του το 1831 αφοσιώθηκε στην έρευνα και το γράψιμο.

Η φήμη του Κλαούζεβιτς ως τις μέρες μας οφείλεται στο ημιτελές έργο του Περί του Πολέμου (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Βάνιας), που ασκεί μεγάλη επιρροή σε στρατιωτικούς, διεθνολόγους και πολιτικούς επιστήμονες, μαζί με την Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου του ημετέρου Θουκυδίδη.

Δική του είναι η περίφημη αποστροφή «Πόλεμος είναι απλώς η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα», με άλλα λόγια η στρατιωτική βία πρέπει να είναι ο «σιδηρούς βραχίων» της διπλωματίας ενός κράτους, όταν τα μέτρα της πειθούς καθίστανται αναποτελεσματικά.

Ο Καρλ Φίλιπ Γκότφριντ φον Κλαούζεβιτς πέθανε από χολέρα στις 16 Νοεμβρίου του 1831, σε ηλικία 51 ετών.


 Μέριλιν Μονρόε, αμερικανίδα ηθοποιός. (Θαν. 5/8/1962)

Μέριλιν Μονρόε
1926 – 1962

Ηθοποιός, τραγουδίστρια και μοντέλο, που χαρακτηρίστηκε ως το απόλυτο σύμβολο του σεξ.

Η Μέριλιν Μονρόε (Marilyn Monroe) γεννήθηκε με το όνομα Νόρμα Τζιν Μόρτενσον την 1η Ιουνίου του 1926 στο Γενικό Νοσοκομείο του Λος Άντζελες. Λίγο πριν από τη γέννησή της, ο πατέρας της είχε εγκαταλείψει τη μητέρας της για να μετακομίσει στο Σαν Φραντσίσκο.

Η Μέριλιν μεγάλωσε χωρίς να γνωρίζει ποιος ήταν πραγματικά ο πατέρας της, καθώς η μητέρα της, Γκλάντις, άλλαζε συνεχώς ερωτικούς συντρόφους. Ήταν εξαιρετικά ελκυστική γυναίκα και εργαζόταν ως μοντέρ στα RKO Studios. Λόγω σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων, έχασε τη δουλειά της και πέρασε σχεδόν όλη τη ζωή της μπαινοβγαίνοντας σε διάφορα ιδρύματα. Έτσι, σε ηλικία 9 ετών, η Νόρμα (Μέριλιν) μπήκε σε ορφανοτροφείο και δύο χρόνια αργότερα δόθηκε για υιοθεσία.

Το 1942, στα 16 της, παντρεύτηκε τον 21χρονο τεχνίτη αεροσκαφών Τζέιμς Ντόχερτι. Ο γάμος τους, όμως, κράτησε μόνο πέντε χρόνια, καθώς χώρισαν το 1946. Στο μεταξύ, η Μέριλιν είχε ήδη αρχίσει να εργάζεται ως μοντέλο επίδειξης μαγιό και είχε βάψει τα μαλλιά της ξανθά. Μέσω των φωτογραφήσεων προσέλκυσε πολλά βλέμματα, μεταξύ αυτών και του προέδρου της κινηματογραφικής εταιρίας RKO Pictures, που της πρότεινε να κάνει ένα δοκιμαστικό. Ο ατζέντης της, όμως, τη συμβούλεψε να προτιμήσει μία μεγαλύτερη εταιρία, όπως η 20th Century-Fox.

Το πρώτο συμβόλαιο που υπέγραψε της απέφερε 125 δολάρια την εβδομάδα, ποσό στο οποίο προστέθηκαν άλλα 25 δολάρια, όταν ανανέωσε τη συμφωνία, έξι μήνες αργότερα. Έκανε το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη το 1947, με ένα μικρό ρόλο στην ταινία «The Shocking Miss Pilgrim». Ακολούθησε το 1948 το «Scudda Hoo! Scudda Hay!», όπου εμφανίστηκε σε δύο ή τρεις μικρές σκηνές, οι οποίες περικόπηκαν στο μοντάζ. Την ίδια χρονιά τής δόθηκε ένας καλύτερος ρόλος στο φιλμ «Dangerous Years». Ωστόσο, η Fox αρνήθηκε να της ανανεώσει το συμβόλαιο κι έτσι η Μέριλιν επέστρεψε στο μόντελινγκ, ξεκινώντας παράλληλα μαθήματα υποκριτικής.

Λίγους μήνες αργότερα, η Columbia Pictures την επέλεξε για το ρόλο της Peggy Martin στο «Ladies of the Chorus» (1948), όπου ερμήνευσε δύο τραγούδια. Αν και οι κριτικές ήταν αρκετά καλές για την ερμηνεία της, η ταινία δεν τα πήγε εξίσου καλά και η Columbia την απέρριψε. Έτσι, επέστρεψε και πάλι στο μόντελινγκ.

Το 1949 εμφανίστηκε στην ταινία «Love Happy» των «Ενωμένων Καλλιτεχνών», ενώ την ίδια χρόνια πόζαρε γυμνή για ένα ημερολόγιο διασημοτήτων. Η φωτογράφηση που έκανε το 1953 για το περιοδικό Playboy ήταν αυτή που έδωσε ώθηση στην καριέρα της.

Την επόμενη χρονιά συμμετείχε σε τέσσερις ταινίες, αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές για τις «The Asphalt Jungle» της MGM και «All About Eve» της Fox. Αν και οι ρόλοι της ήταν αρκετά μικροί, η εκκεντρική αλλά σέξι εμφάνισή της αποτυπώθηκε στη μνήμη των σινεφίλ.

Το 1951 η Μέριλιν πήρε έναν αρκετά μεγάλο ρόλο στην ταινία «Love Nest» (Ερωτική Φωλιά), μέσω της οποίας ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το ευρύ κοινό. Το εκρηκτικό ταμπεραμέντο της, σε συνδυασμό με την αίσθηση παιδική αθωότητα που απέπνεε, ενθουσίασε τους θεατές. Το 1952 εμφανίστηκε στο «Don't Bother to Knock», όπου υποδύθηκε μία διανοητικά ανισόρροπη μπεϊμπισίτερ. Οι κριτικοί δεν ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την ερμηνεία της στην ταινία αυτή. Έκανε, όμως, ιδιαίτερη εντύπωση η εμφάνισή της την ίδια χρονιά στο «Monkey Business» ως πλατινέ ξανθιά, μια εικόνα που αποτέλεσε το «σήμα - καταταθέν» της.

Το 1953 έπαιξε στο «Gentlemen Prefer Blondes», ξετρελαίνοντας τον ανδρικό πληθυσμό. Ανάμεσά τους και ο αστέρας του μπέιζμπολ Τζο ΝτιΜάτζιο, με τον οποίο παντρεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1954. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στο «There's No Business Like Show Business» και ακολούθησε το «The Seven Year Itch» (Επτά Χρόνια Φαγούρα), μία ταινία που ανέδειξε το ταλέντο της στην κωμωδία και περιείχε μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου: τη Μέριλιν Μονρόε να στέκεται πάνω σε μία σχάρα, με τον αέρα να ανασηκώνει το λευκό φόρεμά της.

Έπειτα από εννέα μήνες έγγαμου βίου, τον Οκτώβριο του 1954 η Μέριλιν ανακοίνωσε το διαζύγιό της με τον ΝτιΜάτζιο. Την επόμενη χρονιά η Fox διέκοψε τη συνεργασία μαζί της, εξαιτίας της αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς της. Αργούσε μονίμως στα γυρίσματα ή δεν εμφανιζόταν καθόλου, επικαλούμενη πραγματικές ή φανταστικές ασθένειες, και ήταν απρόθυμη να συνεργαστεί με τους παραγωγούς, τους σκηνοθέτες και τους συναδέλφους της ηθοποιούς.

Με τη συμμετοχή της το 1956 στην ταινία «Bus Stop» (Στάση Λεωφορείου) η Μέριλιν απέδειξε ότι μπορούσε να ανταποκριθεί εξίσου καλά και στις απαιτήσεις ενός δραματικού ρόλου. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ, ένας γάμος που κράτησε τέσσερα χρόνια. Το 1957 ταξίδεψε στη Μ. Βρετανία για τα γυρίσματα τις ταινίας «The Prince and the Showgirl» (Ο Πρίγκιπας και η Χορεύτρια), που αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, αν και οι κριτικές δεν ήταν και τόσο καλές.

Έπειτα από ένα χρόνο απουσίας, η Μέριλιν Μονρόε επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη του 1959 με την απολαυστική κωμωδία «Some Like It Hot» (Μερικοί το προτιμούν καυτό), με τον Τόνι Κέρτις και τον Τζακ Λέμον. Ακολούθησαν το 1960 η ταινία του Τζορτζ Κιούκορ «Let's Make Love» (Έλα ν' αγαπηθούμε) με τους Τόνι Ράνταλ και Ιβ Μοντάν και το 1961 το «The Misfits» (Οι Αταίριαστοι), το τελευταίο φιλμ τόσο για τη Μέριλιν Μονρόε όσο και για τον συμπρωταγωνιστή της Κλαρκ Γκέιμπλ, που πέθανε λίγους μήνες αργότερα από καρδιακή προσβολή.

Το 1962 η Fox την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Something's Got to Give». Λόγω της συνεχιζόμενης ασυνέπειάς της, όμως, η εταιρία αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία μαζί της και να μην της δώσει άλλη ευκαιρία. Η καριέρα της κατέρρεε και η Μέριλιν απομονώθηκε στο σπίτι της στο Λος Άντζελες. Στις 5 Αυγούστου του 1962 η οικονόμος της τη βρήκε να κείτεται γυμνή στο κρεβάτι της με ένα άδειο μπουκάλι από υπνωτικά χάπια «Nembutal» στο πλευρό της. Ήταν μόλις 36 ετών…

Ο τοπικός ιατροδικαστής, που κλήθηκε για να γνωματεύσει επί των συνθηκών του θανάτου της, απεφάνθη ότι επρόκειτο πιθανότατα για αυτοκτονία. Ο φημολογούμενος ερωτικός δεσμός της, όμως, με τον Τζον Κένεντι και οι αντιδράσεις από το περιβάλλον του αμερικανού προέδρου κάνουν πολλούς, ακόμα και σήμερα, να πιστεύουν ότι ο φάκελος «Μέριλιν» δεν έπρεπε να κλείσει με την ένδειξη «αυτοκτονία». Κάποιοι είπαν ότι η Μονρόε δεν είχε καμία πρόθεση να αυτοκτονήσει, αλλά πήρε κατά λάθος μια υπερβολική δόση υπνωτικών. Ακόμα περισσότεροι υποστήριξαν ότι ένα τρίτο πρόσωπο της χορήγησε τη μοιραία δόση. Η αλήθεια δεν μαθεύτηκε ποτέ...

Κατερίνα Γώγου, ελληνίδα ποιήτρια και ηθοποιός. (Θαν. 3/10/1993)

Κατερίνα Γώγου
1940 – 1993

Βιογραφία

Ελληνίδα ηθοποιός, με αξιοπρόσεκτη διαδρομή στο «σανίδι» και τη μεγάλη οθόνη, ποιήτρια που αγαπήθηκε από τη νεολαία της μεταπολίτευσης και ιδιαίτερα από τη γενιά των Εξαρχείων που τότε γεννιόταν και σεναριογράφος.

Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε την 1η Ιουνίου 1940 στην Αθήνα και από τα έξι χρόνια της ξεκίνησε τη θεατρική της καριέρα ως παιδί - θαύμα. Το 1952 πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Ο Άλλος», δίπλα στον Γιώργο Παππά. Σπούδασε υποκριτική στη δραματική σχολή του Τάκη Μουζενίδη και χορό στη σχολή της Κούλας Πράτσικα. Τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα στο θέατρο τα έκανε με τον θίασο του Ντίνου Ηλιόπουλου στο έργο των Ευαγγελίδη - Μαρή «Κύριος 5%».

Φήμη, όμως, απέκτησε στα κινηματογραφικά πλατό της Φίνος Φιλμ κατά τη δεκαετία του ‘60, παίζοντας δεύτερους ρόλους σε δεκάδες ταινίες, συνήθως κωμωδίες, στις οποίες ήταν η «θεότρελη» μικρή αδελφή, το «ατίθασο νιάτο» ή η σκανδαλιάρα υπηρέτρια. Χαρακτηριστικοί είναι οι ρόλοι της στις ταινίες «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Νόμος 4.000» (1962), «Δεσποινίς Διευθυντής» (1964), «Γάμος αλά ελληνικά» (1964), «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα» (1965), «Μια τρελλή τρελλή οικογένεια» (1965).

Τον εμπορικό κινηματογράφο τον απαρνήθηκε στα χρόνια της μεταπολίτευσης, τα οποία τη βρήκαν πολιτικά ενταγμένη σε ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ο πρώτος της ρόλος σε ταινία του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου ήταν στο «Βαρύ Πεπόνι» (1977) του τότε συζύγου της Παύλου Τάσιου (1942-2011), με τον οποίο απέκτησε μία κόρη τη Μυρτώ Τάσιου (1967-2015). Ακολούθησε η σπαρακτική της εμφάνιση, ως αφηγήτριας, στην «Παραγγελιά» (1980) του ιδίου, στην οποία απήγγειλε ποιήματα από τις συλλογές της «Τρία κλικ αριστερά» και «Ιδιώνυμο», που αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από τη νεολαία της εποχής.

Το 1977 τιμήθηκε με βραβείο α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στο «Βαρύ Πεπόνι» και το 1984 με βραβείο β’ γυναικείου ρόλου στην ταινία του Αντρέα Θωμόπουλου «Όστρια ή το τέλος του παιγνιδιού», όπου είχε συνυπογράψει το σενάριο.

Εκτός από τη μεγάλη πορεία της στο θέατρο και στον κινηματογράφο, χάραξε σημαντική τροχιά και στη νεοελληνική ποίηση, κατορθώνοντας να περάσει στο συλλογικό επίπεδο τις αγωνίες της προσωπικής διαδρομής της στην τέχνη και τη ζωή. Η βαθιά πολιτική στάση της, η αναρχική της διάθεση, η περιθωριακή συνείδησή της και οι κοινωνικές ανησυχίες της διαπερνούν ολόκληρη την ποιητική της παραγωγή, που ξεκίνησε το 1978 και ολοκληρώθηκε το 2002, με τη μεταθανάτια έκδοση του «Με λένε Οδύσσεια».

H Κατερίνα Γώγου άφησε την τελευταία της πνοή στις 3 Οκτωβρίου 1993, μέσα στο ασθενοφόρο που τη μετέφερε στο «Ιπποκράτειο» της Αθήνας. Βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση, εξαιτίας υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, ενώ αντιμετώπιζε πρόβλημα και με τα ναρκωτικά. Πέρασαν, όμως, δύο ημέρες έως την αναγνώριση του πτώματός της, επειδή ένας φίλος της που τη συνόδευε στις Πρώτες Βοήθειες εξαφανίστηκε αμέσως μετά το θάνατό της.

Σχετικά

  • Ποιήματα της Κατερίνας Γώγου έχουν μελοποιήσει μεταξύ άλλων, ο Κυριάκος Σφέτσας, ο Πάνος Κατσιμίχας, ο Κωνσταντίνος Βήτα, ο Ηλίας Λιούγκος, ο Παντελής Θεοχαρίδης και ο Τάσος Ρωσόπουλος.
  • Στις 21 Ιανουαρίου 2013 ανέβηκε για σειρά παραστάσεων στο θέατρο «Τζένη Καρέζη» το έργο της Σοφίας Αδαμίδου «Πέρασα με κόκκινο», εμπνευσμένο από την ποίηση της Κατερίνας Γώγου. Πρωταγωνιστούσε η Τζένη Κόλλια στο ρόλο της Γώγου.

Θάνατοι

 


μ.Χ.

Νικολά Απέρ
1749 – 1841

Ο γάλλος εφευρέτης Νικολά Απέρ (Nicolas Appert), γνωστός ως ο «πατέρας της κονσερβοποίησης», γεννήθηκε στις 17 Νοεμβρίου του 1749. Πριν γίνει γνωστός για την εφεύρεσή του, πέρασε από διάφορες δουλειές. Ξεκίνησε ως ξενοδοχοϋπάλληλος, έγινε ζυθοποιός, στη συνέχεια μάγειρας, ενώ αργότερα εργάστηκε ως ζαχαροπλάστης.

Η ανακάλυψη μιας μεθόδου για τη διατήρηση των τροφίμων ήταν μια ιδέα που βασάνιζε τον Απέρ για πολύ καιρό και του πήρε πάνω από 15 χρόνια μέχρι να την τελειοποιήσει, στις 2 Φεβρουαρίου του 1795. Έναυσμα υπήρξαν τα 12.000 γαλλικά φράνκα που προσέφερε ο Ναπολέων Βοναπάρτης σε όποιος θα έβρισκε ένα τρόπο να απαλλάξει τους στρατιώτες του από τις σχεδόν καθημερινές τροφικές δηλητηριάσεις.

Ο Νικολά Απέρ πειραματίστηκε με διάφορες τεχνικές και τελικά ανακάλυψε ότι οι τροφές μένουν αναλλοίωτες αν σφραγιστούν αεροστεγώς σ' ένα δοχείο και παραμείνουν για λίγες ώρες μέσα σε ζεστό νερό. Για το σφράγισμα των δοχείων χρησιμοποίησε φελλό, σύρμα και βουλοκέρι. Ακολουθώντας τη μεθοδολογία του, συσκεύασε πουλερικά με σάλτσα και λαχανικά και τα έστειλε στο Ναπολέοντα. Όταν οι στρατιώτες δοκίμασαν το φαγητό, ενθουσιάστηκαν από τη φρεσκάδα του και ο Μέγας Ναπολέων αντάμειψε τον Απέρ, όπως είχε υποσχεθεί.

Με τα χρήματα της αμοιβής του, ο γάλλος εφευρέτης δημιούργησε μια κονσερβοβιομηχανία, η οποία καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1814, κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων. Τρία χρόνια νωρίτερα, είχε δημοσιεύσει ένα βιβλίο, στο οποίο περιέγραφε τη μέθοδο της κονσερβοποίησης. Το βιβλίο έγινε ανάρπαστο και η ανακάλυψή του άλλαξε τον κόσμο. Ωστόσο, ο ίδιος δεν μπόρεσε πότε, έως το θάνατό του την 1η Ιουνίου του 1841, να εξηγήσει τι ήταν αυτό που έκανε την εφεύρεσή του επιτυχημένη.

 Αρμάνδος Δελλαπατρίδης, γραφική πολιτική φιγούρα του Μεσοπολέμου, αρχηγός του «Κόμματος των Κυανόλευκων». (Γεν. 1895)

Αρμάνδος Δελλαπατρίδης
1895 – 1960

Αρμάνδος Δελλαπατρίδης

Αρμάνδος Δελλαπατρίδης

Ο Αρμάνδος Δελλαπατρίδης υπήρξε γραφική φιγούρα του Μεσοπολέμου, που παρίστανε τον πολιτικό και διασκέδασε τους Αθηναίους. Κατά διαστήματα νοσηλευόταν στο Δημόσιο Ψυχιατρείο και το όνομά του έγινε συνώνυμο του «τρελού».

Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1895 και χρόνια αργότερα ήλθε στην Αθήνα «δια να σώση την Ελλάδαν», όπως δήλωνε. Ήταν άκακος άνθρωπος και είχε τρελαθεί, λέγανε, είτε από έναν άτυχο έρωτα, είτε από το «δούλεμα» που υφίστατο από φίλους και γνωστούς στην πατρίδα του επειδή από μικρός είχε τη μανία της πολιτικής.

Η χαρακτηριστική του ενδυμασία περιλάμβανε ρεντιγκότα με σκληρό κολλάρο, ριγέ παντελόνι και ημίψηλο. Την εμφάνισή του συμπλήρωνε το μούσι, οι φαβορίτες και το μονόκλ. Φανατικός βενιζελικός είχε στήσει το στρατηγείο του στο καφενείο Ζαχαράτου (στη θέση που βρίσκεται σήμερα το ξενοδοχείο Athens Plaza), στην Πλατεία Συντάγματος. Από εκεί περιφερόταν στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας και εκφωνούσε πολιτικούς λόγους ως αρχηγός του φανταστικού κόμματος των Κυανοχιτώνων ή των Κυανολεύκων.

Ο Αρμάνδος Δελλαπατρίδης ήταν συμπαθής στο αθηναϊκό κοινό, που διασκέδαζε μαζί του και τον συντηρούσε με φιλοδωρήματα. Οι «οπαδοί» του συχνά συγκεντρώνονταν στην Πλατεία Συντάγματος, περισσότερο για να τον «προγκάρουν», όπως έγραφε ο Τύπος της εποχής, παρά για να ακούσουν τους πύρινους λόγους που εκφωνούσε με τις θέσεις του κόμματός του.

Έδινε κι αυτός αφορμές, όταν επιχειρηματολογούσε για την ανάγκη σύνδεσης της Ακρόπολης και του Λυκαβηττού με γέφυρα και ανέλυε τους λόγους γιατί είναι επιβεβλημένη η υπόγεια συγκοινωνία μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης.

Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940 βρήκε τον Αρμάνδο Δελλαπατρίδη στο απόγειο της δόξας του. Ως τύπος είχε το δικό του νούμερο στις επιθεωρήσεις, υπήρξε θέμα χρονογραφημάτων και της καθημερινής γελοιογραφίας. Αλλά με την Κατοχή άρχισε η παρακμή του. Λόγω των στερήσεων, η διανοητική του κατάσταση επιδεινώθηκε.

Κλείστηκε στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, από το οποίο βγήκε μετά τον πόλεμο, εν μέσω γενικής αδιαφορίας. Οι νέοι δεν τον γνώριζαν και οι παλαιοί δεν τον θυμούνταν. Από την παλαιά αίγλη του «Σωτήρος της Ελλάδος» είχε μείνει ένα φθαρμένο κοστούμι κι ένα ξεθωριασμένο ημίψηλο.

Ο Αρμάνδος Δελλαπατρίδης πέθανε, ολότελα ξεχασμένος, στο Δημοτικό Νοσοκομείο της Αθήνας, την 1η Ιουνίου 1960, σε ηλικία 65 ετών.

Δημήτρης Λιαντίνης, έλληνας καθηγητής φιλοσοφίας. (Γεν. 23/7/1942)

Υβ Σεν Λοράν, Ενρί Ντονά Ματιέ το πραγματικό όνομά του, γάλλος σχεδιαστής μόδας. (Γεν. 1/8/1936)

πηγη: www.sansimera.gr

     
    © Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου