Η μάχη του Γηροκομείου διεξήχθη στις 2 Μαρτίου 1822 (9 Μαρτίου 1822 σύμφωνα με τον Στέφανο Θωμόπουλο) και αποτελεί μια σημαντική μάχη, μεταξύ Ελλήνων επαναστατών και Τούρκων, στις αρχές του δεύτερου έτους της Επανάστασης του ’21. Η μάχη δόθηκε κοντά στη Μονή Γηροκομείου Αχαΐας, εξ ου και η ονομασία της. Εκεί οι Έλληνες υπό τη γενική αρχηγία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, και με άλλους οπλαρχηγούς όπως οι Δημήτρης Πλαπούτας, Γενναίος Κολοκοτρώνης και Κωνσταντίνος Πετιμεζάς, αμύνθηκαν εναντίον συνολικής δύναμης 8.000 Τούρκων. Οι Τούρκοι πολέμησαν υπό τις διαταγές των πασάδων Μεχμέτ Σαλίχ που ήταν ο αρχηγός των Τούρκων της Πάτρας και του Γιουσούφ Σέρεζλη, που «βρισκόταν στην Ναύπακτο και έσπευσε για βοήθεια, μαζί με τις φρουρές του Ρίου και Αντιρρίου».
Η μάχη εντάσσεται στην προσπάθεια των Τούρκων να λύσουν τον ασφυκτικό κλοιό των Ελλήνων γύρω από την Πάτρα. Όμως, παρά το ότι οι Έλληνες νίκησαν και έτρεψαν σε φυγή τους Τούρκους, η πολιορκία τελικά λύθηκε στις 23 Ιουνίου του ίδιου έτους, λόγω διαμαχών ανάμεσα στους Έλληνες.
Τα γεγονότα
Η Μονή Γηροκομείου Πατρών, η οποία βρίσκεται σε ύψωμα των Πατρών, υπήρξε πεδίο σκληρών συγκρούσεων μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων και των Τούρκων, κατά τα έτη 1821-1822, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν τον έλεγχο της περιοχής, αφού απέχει μόνο δύο χιλιόμετρα από το Φρούριο Πατρών και όποιος ήλεγχε τη Μονή Γηροκομείου το απειλούσε άμεσα. Η πιο σημαντική από αυτές τις μάχες έγινε στις 9 Μαρτίου 1822. Ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος είχε οριστεί από την Διοίκηση αρχηγός της πολιορκίας των Πατρών, κατέφθασε στην περιοχή αρχές Μαρτίου του 1822 με περίπου 6500 άνδρες και απέκλεισε όλους τους δρόμους προς την πόλη. Εγκατέστησε «το στρατηγείο του και το φροντιστήριο» στο χωριό Σαραβάλι, αφού από εκεί μπορούσε να εποπτεύει όλη την περιοχή. Η τουρκική φρουρά της Πάτρας που ήταν οχυρωμένη στο φρούριο, αριθμούσε περίπου 12000 πεζούς και ιππείς και είχε αρχηγό τον Γιουσούφ πασά . Τα ξημερώματα της Πέμπτης 9 Μαρτίου οι τουρκικές δυνάμεις εξορμούν από το φρούριο και προελαύνουν ταχύτατα, σαρώνοντας κάθε αντίσταση, σε όλη την πεδινή περιοχή των Πατρών, «κοντά στον ποταμό Λεύκα» φτάνοντας μέχρι και τους πρόποδες του Παναχαϊκού όρους. Οι μόνες νησίδες αντίστασης που είχαν απομείνει ήταν η μονή Γηροκομείου και ο ληνός του Σαΐτ Αγά. Ο Κολοκοτρώνης, αφού είδε, ότι με τις ενισχύσεις που είχε στείλει, δεν είχαν νικηθεί οι επιτιθέμενοι, έσπευσε προς το Σαραβάλι, κατάφερε να αναχαιτίσουν τους αντιπάλους και διέταξε αντεπίθεση από την περιοχή του Ρωμανός προς το Γηροκομείο, η οποία όχι μόνο πέτυχε, αλλά οδήγησε και τα άλλα σώματα σε γενική αντεπίθεση. Οι μέχρι εκείνη τη στιγμή προελαύνοντες Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή, είτε προς το φρούριο των Πατρών είτε προς το κάστρο του Ρίου. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν πολλές εκατοντάδες, ενώ των Ελλήνων υπολογίζονται σε μερικές δεκάδες.
Σπουδαιότητα της μάχης
Μετά την μεγάλη ελληνική νίκη της 9ης Μαρτίου η επιθετικότητα των τούρκων είχε καμφθεί, διότι πλέον λάμβαναν σοβαρά υπόψη τους την δύναμη των επαναστατών και αντιλαμβάνονταν την κρισιμότητα της δικής τους θέσης. Δεν απομακρύνονταν από το φρούριο, ούτε από τις οχυρώσεις τους πολύ και «όλη η πεδιάς των Πατρών έμεινεν εις την εξουσία των Ελλήνων». Τότε ήταν η κατάλληλη ευκαιρία για να ενισχυθούν από την ελληνική διοίκηση τα στρατεύματα πολιορκίας και ο Κολοκοτρώνης, ώστε να είναι μεγαλύτερη πίεση και να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για την άλωση του φρουρίου της Πάτρας και όλο αυτό θα είχε σοβαρότατες επιπτώσεις στην μετέπειτα πορεία των πολεμικών επιχειρήσεων. Θα απαλλασσόταν η βορειοδυτική Πελοπόννησος από την απειλή των Τούρκων του φρουρίου και οι δυνάμεις των Ελλήνων της περιοχής θα χρησιμοποιούνταν σε άλλα μέτωπα. Επιπλέον η κατάληψη της πόλης και του πολύ σημαντικού λιμανιού της Πάτρας θα είχε ισχυρό ηθικό αντίκτυπο στους επαναστάτες, αλλά και στους ευρωπαίους που παρακολουθούσαν τις εξελίξεις του αγώνα και τις επιτυχίες ή αποτυχίες των Ελλήνων. Η επικοινωνία με το δυτικό κόσμο και εφοδιασμός των επαναστατών θα διεξαγόταν άνετα, μέσω του ελεύθερου πλέον σημαντικού λιμανιού της Πάτρας.
Γενικότερα, η επιτυχία της μάχης του Γηροκομείου θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μεγάλη στρατηγική επιτυχία, καθοριστική για την περαιτέρω πορεία της επανάστασης. Οι αντιζηλίες όμως ανάμεσα στους προκρίτους και στρατιωτικούς καθώς και η καχυποψία της διοίκησης προς τον Κολοκοτρώνη δεν επέτρεψαν να πραγματοποιηθεί τίποτα από τα παραπάνω. Έτσι η πολιορκία των Πατρών εξασθένησε σιγά-σιγά και διαλύθηκε τυπικά την 25η Ιουνίου 1822 με την αποχώρηση του αρχηγού της. Αναφορές στη μάχη του Γηροκομείου που τονίζουν τη σπουδαιότητά της, βρίσκουμε στα απομνημονεύματα τόσο του ίδιου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, όσο και στου Φωτίου Χρυσανθόπουλου ή Φωτάκου, που ήταν ο υπασπιστής του, στου Μιχαήλ Οικονόμου που ήταν ο γραμματικός του και στους Γενναίο Θ. Κολοκοτρώνη και Κανέλλο Δεληγιάννη. Η σπουδαία νίκη κατά την οποία οι Έλληνες, υπό την ηγεσία του Κολοκοτρώνη, κατατρόπωσαν τις υπερδιπλάσιες τουρκικές δυνάμεις έμεινε ανεκμετάλλευτη. Αλλά και στην ιστορία της επανάστασης η μάχη έχει καταχωρηθεί ως δευτερεύουσας σημασίας επεισόδιο.
Βιβλιογραφία
- Κωνστ Λ. Κοτσώνης (ταξιάρχος ε.α.), “Μάχη Γηροκομείου Πατρών (Τακτική και στρατηγική θεώρησις)”, στο: Κ. Ν. Τριανταφύλλου Τόμος Τιμητικός, τόμος Β΄, Πάτρα 1993, σελ. 743-748.
- Βασίλης Κ. Λάζαρης (επιμ.), Στέφανου Ν. Θωμόπουλου “Ιστορία της Πόλεως Πατρών από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του 1821”. Έκδοση τέταρτη στη δημοτική γλώσσα και με βάση τα χειρόγραφα του συγγραφέα, Τόμος Β’, Αχαϊκές Εκδόσεις, Πάτρα 1999. ISBN 960-7960-09-2.
- Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τ. ΙΒ’, 1975. ISBN 960-213-095-4