Loading...

Κατηγορίες

Σάββατο 14 Απρ 2018
Σάββατο 14 Απριλίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Σάββατο 14 Απριλίου 2018Σάββατο 14 Απριλίου 2018Σάββατο 14 Απριλίου 2018Σάββατο 14 Απριλίου 2018Σάββατο 14 Απριλίου 2018
 
Ανατολή Ήλιου: 06:49 – Δύση Ήλιου: 20:01

Σαν Σήμερα...

Αναγνώστης Στριφτόμπολας
1778 – 1821

Ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης από τα Καλάβρυτα. Έπεσε ηρωικά μαχόμενος στο Λεβίδι, στις 14 Απριλίου 1821.

Η λαϊκή μούσα τίμησε τον Αναγνώστη Στριφτόμπολα με τα παρακάτω άσματα:

Αδριάντας του Αν. Στριφτόμπολα στην κεντρική πλατεία του Λεβιδίου

Τρεις περδικούλες κάθουνται, Στη μέση στο Λεβείδι
Έχουν τα νύχια κόκκινα Και τα φτερά βαμμένα,

Η μια τυράει τη Κέρτεζη, Κ’ η άλλη της Κλουκίναις
Κ’ η Τρίτη η καλλήτερη, Μυριολογάει και λέει,

Τ’ είν’ το κακό που γίνεται, Στη μέση στο Λεβείδι
Κάνε βουνά γκρεμίζονται, Κάνε στοιχιά παλεύουν.

Μήτε βουνά γκρεμίζουνται, Μήτε στοιχιά παλεύουν,
Εκλείσαν τον Στριφτόμπολα, Οκτώ χιλιάδες Τούρκοι.

Χίλιοι τον κρουν τη μια μεριά, Και χίλιοι από την άλλη,
Μια μπαταριά του δόκανε, Η μια μεριά κ’ άλλη,

Τρία βόλια τον επήρανε, Τα τρία φαρμακωμένα.
Το ένα τον πήρε στην καρδιά, Και τα άλλο στο πλεμόνι,

Το τρίτο το φαρμακερό, Τον πήρε στο καρύδι
Το στόμα του αίμα γέμισε, Κ’ η μύτη του φαρμάκι

Η γλώσσα του αηδονολαλεί, Σαν το χελιδονάκι,
Βρε που είσαι μπάρπα Κωνσταντή, Και ξάδελφε Βασίλη,

Και Νικολάκη γλήγωρε, Γκολφίνε αγαπημένε
Για βγάλτε τα’ αλαφρά σπαθιά, Και τα βαριά τουφέκια,

Ελάτε να με πάρετε, Απ’ των Τούρκων τα χέρια
Και αν πάτε από την Κέρτεζη, Περάστ’ από της Κλουκίναις

Κ’ ειδήτε τη γυναίκα μου, Τη μικροπαντρεμένη,
Πε της μη με καρτερή, Να μη μ’απαντυχαίνη

Να μην αλλάξη την Λαμπρή, Φλωριά να μη φορέση
Τ’εμένα με σκοτώσανε, Οι Τούρκοι Τριπολιτζιώτες.

Πήρα την πλάκα πεθερά, Τη μαύρη γης γυναίκα.
Και αυτά τα λιανολίθαρα, Πήρα γυναικαδέλφια.

                                     ###

Τρείς περδικούλες κάθονται, μωρέ, στη μέση το Λεβίδι
Μα είχαν τα νύχια κό- άιντε, μπάρμπ'Αναγνώστη,
Αναγνώστη μου, κό- μωρέ, κόκκινα
Μα είχαν τα νύχια κόκκινα, μωρέ, και τα φτερά βαμμένα
Είχαν και στα κεφά- άιντε, μπάρμπ Αναγνώστη κι Αντωνάκη,
κεφά- στα κεφάλια τους
Είχαν και στα κεφάλια τους, μωρέ, μαντίλια λερωμένα
Μοιρολογούσαν κι έ- άιντε, μπάρμπ Αναγνώστη,
Αναγνώστη μου, κι έ- μωρέ, κι έλεγαν
Μοιρολογούσαν κι έλεγαν, μοιρολογάν και λένε
Κείν' το κακό που γίνηκε στη μέση το Λεβίδι
Σκοτώσαν το Στριφτόμπολα αυτόν τον Αναγνώστη.

 

 

Ο Δημήτριος Στριφτόμπολας, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε το 1778 στην Κέρτεζη Καλαβρύτων. Ήταν γιος του Αργύρη Στριφτόμπολα, εγγονός του οπλαρχηγού Δημητρίου Στριφτόμπολα και ανιψιός εκ μητρός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Οι γονείς του θέλησαν να τον μορφώσουν και τον εμπιστεύτηκαν σε αυστηρούς δασκάλους. Επιμελής ως μαθητής, ο νεαρός Δημήτριος έμαθε τα βασικά γράμματα και γι’ αυτό ονομάστηκε Αναγνώστης, όνομα το οποίο δινόταν σε όσους ήξεραν γραφή και ανάγνωση στους χαλεπούς εκείνους καιρούς.

Από το 1800 έως το 1805 εργάσθηκε ως δάσκαλος στην Ντροπολιτσά (σημερινή Τρίπολη). Τη χρονιά εκείνη σκότωσε ένα Τούρκο και πήρε τον δρόμο για τα βουνά της Λακωνίας, μαζί με τον πατέρα του Αργύρη και τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ζώντας ληστρικό βίο. Καταδιωκόμενοι συνεχώς από τους Τούρκους, κατέφυγαν στην αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο, όπου κατατάχθηκαν στον αγγλικό στρατό και διακρίθηκαν σε μάχες κατά των γαλλορώσων στο Ιόνιο.

Το 1807 ο Στριφτόμπολας μαζί με τον Κολοκοτρώνη αποβιβάστηκαν στην Πελοπόννησο για να βοηθήσουν τον Λαλαίο τουρκαλβανό Αλιάγα ή Αλή Φαρμάκη, ο οποίος είχε επαναστατήσει κατά του Αλή Πασά. Έφτασαν καθυστερημένα μετά την ήττα του Φαρμάκη και αναγκάστηκαν να καταφύγουν και πάλι στη Ζάκυνθο. Όταν ηρέμησαν τα πράγματα στην Πελοπόννησο, ο Στριφτόμπολας επέστρεψε στην Πελοπόννησο. Εγκαταστάθηκε στα Καλάβρυτα κι έγινε σωματοφύλακας του προκρίτου Ασημάκη Ζαΐμη.

Το 1817 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον συντοπίτη του Σωτήρη Χαραλάμπη. Το 1821 συγκρότησε επαναστατικό σώμα, με το οποίο πήρε μέρος στην πολιορκία και την κατάληψη των Καλαβρύτων (21-26 Μαρτίου 1821). Στη συνέχεια συμμετείχε με τα παλληκάρια του στην πολιορκία της Ακροκορίνθου, που ξεκίνησε στις 27 Μαρτίου κι έπεσε ηρωικά μαχόμενος στο Λεβίδι στις 14 Απριλίου 1821.

Άφησε χήρα τη γυναίκα του, Αγγελική Στριφτομπολίνα, και ανεξακρίβωτο αριθμό παιδιών. Πάντως, ένα από τα παιδιά του, ο Γεώργιος Στριφτόμπολας, έλαβε μέρος και διακρίθηκε σε μάχες της Επανάστασης.

Γεγονότα

 


μ.Χ.
 Ο πρώτος Έλληνας που πατάει το πόδι του στην Αμερική είναι κάποιος Θεόδωρος, που αποβιβάζεται στην περιοχή της Φλώριδας. Προς τιμήν του, έχει ανεγερθεί άγαλμα στην πόλη Κλίαργουοτερ της Φλώριδας.

Ο πρώτος Έλληνας στην Αμερική

Το άγαλμα του Θεόδωρου στην πόλη Κλιαργουότερ της Φλώριδας

Το άγαλμα του Θεόδωρου στην πόλη Κλιαργουότερ της Φλώριδας

Ονομαζόταν Θεόδωρος και αποβιβάστηκε σε ακτή της Φλώριδας στις 14 Απριλίου του 1528. Ήταν μέλος ισπανικής εξερευνητικής αποστολής.

Στις 17 Ιουνίου του 1527 από το λιμάνι Σανλούκαρ της Αναδαλουσίας απέπλευσε ένας στολίσκος από πέντε πλοία, με κυβερνήτη τον σκληροτράχηλο δον Πανφίλο ντε Ναρβάεθ και προορισμό της δυτικές ακτές του Μεξικού και της Φλώριδας, που τότε ήταν αποικίες του ισπανικού στέμματος. Ανάμεσα στα μέλη του πληρώματος ήταν και κάποιος Έλληνας ονόματι Θεόδωρος, όπως αναφέρει στο ημερολόγιο που κρατούσε ο ταμίας της αποστολής Αλβάρ Νούνιεθ Καμπέθα ντε Βάκα. Ο συμπατριώτης μας θα πρέπει να ήταν κάποιος μισθοφόρος που διψούσε για εύκολο χρήμα, συνηθισμένο φαινόμενο εκείνη την εποχή.

Ο στολίσκος του Ναρβάεθ, μετά από πολλές περιπέτειες, προσορμίστηκε στις ακτές της δυτικής Φλώριδας, κοντά στη σημερινή πόλη Τάμπα, στις 14 Απριλίου του 1528. Εκεί τους υποδέχθηκαν κάποιοι Ινδιάνοι που τους έδειξαν μικρά κομματάκια χρυσού. Όταν οι κονκισταδόρες τους ρώτησαν πού τα βρήκαν, οι Ινδιάνοι έδειξαν τα βουνά στα ενδότερα της περιοχής, όπου κατοικούσαν οι Απαλάτσι, μία φυλή Ινδιάνων. Η ευκαιρία που τους παρουσιαζόταν ήταν μοναδική. Αμέσως ξεκίνησαν για τη χρυσοφόρο περιοχή, αλλά κατά τη διαδρομή πολλοί από αυτούς αφανίστηκαν από τις αρρώστιες, ενώ οι εναπομείναντες βρέθηκαν σε αφιλόξενα εδάφη και έχασαν τον προσανατολισμό τους.

Από το αδιέξοδο τους έβγαλε ο Έλληνας (Griego), όπως τον αποκαλούσαν. Ο Θεόδωρος θα πρέπει να είχε γνώσεις ναυπηγικής, αφού κατόρθωσε να κατασκευάσει βάρκες, με τις οποίες οι χρυσοθήρες κατόρθωσαν να διαφύγουν μέσω των παραποτάμων του Μισισιπή και στις 28 Οκτωβρίου του 1528 να φθάσουν σ’ ένα όρμο, κοντά στη σημερινή πόλη της Πενσακόλα, αρκετά μακριά από την αρχική τους βάση.

Οι Ινδιάνοι της περιοχής προσφέρθηκαν να τους προμηθεύσουν νερό και ο Θεόδωρος τους ακολούθησε. Έκτοτε, αγνοούνται τα ίχνη του, παρά τις προσπάθειες των συντρόφων του να τον βρουν. Υπέθεσαν ότι ο Θεόδωρος τους «πούλησε», για να καρπωθεί μόνο αυτός το χρυσάφι. Η αποστολή του δον Πανφίλο ντε Ναρβάεθ επέστρεψε στην Ισπανία το 1537, δέκα χρόνια αφότου είχε αναχωρήσει από το λιμάνι Σανλούκαρ της Ανδαλουσίας. Τρία χρόνια αργότερα, ο γραμματέας του ισπανού κατακτητή Ερνάντο Ντε Σότο, Γονθάλο Βαλντέζ, βρέθηκε στην περιοχή, όπου είχε εξαφανισθεί ο Θεόδωρος και πληροφορήθηκε από Ινδιάνους ότι είχε δολοφονηθεί για άγνωστο λόγο από ομοεθνείς τους.

Η ελληνική κοινότητα της Φλώριδας θεωρεί τον Θεόδωρο τον πρώτο Έλληνα που πάτησε το πόδι του στην Αμερική. Ανήγειρε, μάλιστα, άγαλμά του στην παραλία της πόλης Κλιαργουότερ της Φλώριδας, τα αποκαλυπτήρια του οποίου έγιναν στις 8 Ιανουαρίου του 2005.

 Μάχη στο Λεβίδι. Οι Έλληνες επαναστάτες κατατροπώνουν τους Τούρκους. Η ηρωική αντίσταση του Αναγνώστη Στριφτόμπολα και των παλικαριών του, οι οποίοι είναι οχυρωμένοι μέσα στα σπίτια, δίνει το χρόνο να φτάσουν ενισχύσεις υπό τους Δημήτριο Πλαπούτα και Σταύρο Δημητρακόπουλο, ώστε να λυθεί η πολιορκία.

Η Μάχη του Λεβιδίου

Αποφασιστική μάχη για την ανύψωση του ηθικού των επαναστατημένων Ελλήνων, που δόθηκε στις 14 Απριλίου 1821 στο Λεβίδι, ένα χωριό που είναι χτισμένο στις ανατολικές πλαγιές του Μαινάλου, 25 χιλιόμετρα βόρεια της Τρίπολης.

Στις αρχές Απριλίου του 1821 είχε σχεδόν επικρατήσει το στρατηγικό σχέδιο του Κολοκοτρώνη, που στόχευε στην κατάληψη της Τριπολιτσάς, του διοικητικού κέντρου του Οθωμανικού Μωριά. Γι’ αυτό, γύρω από την Τριπολιτσά είχαν αρχίσει να δημιουργούνται ελληνικά στρατόπεδα, για να την αποκόψουν από την υπόλοιπη Πελοπόννησο και να καταστήσουν ευκολότερη την άλωσή της. Όμως, με τη θέα των Τούρκων οι στρατολογημένοι Έλληνες το έβαζαν στα πόδια, χωρίς να ρίξουν ούτε μία τουφεκιά, με αποτέλεσμα ένα μετά το άλλο τα στρατόπεδα να διαλύονται. Τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς και ραγιαδισμού είχαν κάνει πολλούς Έλληνες να σκύβουν το κεφάλι, όταν έβλεπαν Τούρκο και να υπομένουν μοιρολατρικά τον αυταρχισμό του. Άλλωστε, όσοι είχαν σηκώσει ανάστημα κατά του δυνάστη συχνά το πλήρωναν με το κεφάλι τους.

Στο Λεβίδι, όμως, όταν ακούσθηκε ότι φθάνει τουρκικός στρατός από την Τριπολιτσά κανείς δεν έφυγε. Ήταν το πρώτο στρατόπεδο που δεν διαλύθηκε στο άκουσμα της είδησης ότι 3.000 πεζοί και ιππείς έχουν εκστρατεύσει εναντίον τους. Το στρατόπεδο του Λεβιδίου είχε συσταθεί από τους Καλαβρυτινούς και τους ντόπιους οπλαρχηγούς Παναγιώτη Αρβάλη και Γεώργιο Μπηλίδα. Ήδη από τις 12 Απριλίου το στρατόπεδο είχε ενισχυθεί με τους οπλαρχηγούς Σωτήριο Χαραλάμπη, Σωτήριο Θεοχαρόπουλο, Νικόλαο Σολιώτη και Αναγνώστη Στριφτόμπολα. Οι Τούρκοι ξεκίνησαν από την Τριπολιτσά με κατεύθυνση το Λεβίδι το βράδυ της 13ης Απριλίου.

Μόλις πληροφορήθηκαν την επικείμενη άφιξη του τουρκικού στρατού συγκεντρώθηκαν στο σπίτι, όπου διέμενε ο καλαβρυτινός Σωτήρης Χαραλάμπης και αποφάσισαν κατά πρώτο να ζητήσουν βοήθεια από τα γειτονικά στρατόπεδα της Αλωνίσταινας και του Κακουρίου και κατά δεύτερο να πιάσουν τις εισόδους του Λεβιδίου, ώστε να εμποδίσουν τους Τούρκους να εισέλθουν στο χωριό. Ο Σωτήρης Χαραλάμπης ταμπουρώθηκε σε μια ράχη κοντά στο Λεβίδι, ενώ πιο κάτω βρέθηκε ο Αναγνώστης Στριφτόμπολας.

Τις πρωινές ώρες της 14ης Απριλίου, όταν κυκλοφόρησε η φήμη ότι το τουρκικό ιππικό πλησιάζει το Λεβίδι, πολλοί άνδρες πανικοβλήθηκαν. Εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, παρά τις προσπάθειες των οπλαρχηγών να τους συγκρατήσουν και κατέφυγαν στο βουνό. Τότε ο Στριφτόμπολας με 70 άνδρες αποφάσισε να δώσει τη μάχη μέσα στο χωριό. Οι Τούρκοι όρμησαν με άγριες διαθέσεις κατά των οχυρωμένων Ελλήνων, αλλά αντιμετώπισαν τη σθεναρή αντίστασή τους. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι του λαϊκού ποιητή Παναγιώτη Κάλα ή Τσοπανάκου (1789-1825) «… στο Βαλτέτσι στο Λεβίδι / πέφτει αλύπητο λεπίδι…»

Πραγματική μάχη δόθηκε έξω από το σπίτι που βρισκόταν ο Στριφτόμπολας. Εκεί έπεσαν οι περισσότεροι Τούρκοι, αλλά και ο ηρωικός οπλαρχηγός από τα Καλάβρυτα. Εν τω μεταξύ, είχαν αρχίσει να καταφθάνουν οι ενισχύσεις από τα διπλανά στρατόπεδα υπό τους Δημήτριο Πλαπούτα, Ηλία Τσαλαφατίνο, Νικόλαο Πετμεζά, Σταύρο Δημητρακόπουλο και Ασημάκη Σκαλτσά. Τότε, οι αμυνόμενοι βγήκαν από τα σπίτια και όρμησαν κατά των Τούρκων, που πανικόβλητοι εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης, αφήνοντας πίσω τους πολλούς νεκρούς.

Η νίκη των Ελλήνων στο Λεβίδι αποτέλεσε το σημαντικότερο ως τότε γεγονός του Αγώνα. Οι ραγιάδες έβλεπαν πλέον ότι οι Τούρκοι δεν ήταν ανίκητοι!

  Ιδρύεται με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα το Πανεπιστήμιο Αθηνών, που θα λάβει την ονομασία Οθώνειον Πανεπιστήμιον.

Η ιστορία του Πανεπιστημίου Αθηνών

Το κεντρικό κτήριο του πανεπιστημίου

Το κεντρικό κτήριο του πανεπιστημίου

Η ιδέα για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών ανήκε στον Ιωάννη Καποδίστρια και η υλοποίηση της στον βασιλιά Όθωνα. Ιδρύθηκε με βασιλικό διάταγμα στις 14 Απριλίου του 1837 και εγκαινιάστηκε στις 3 Μαΐου του ίδιου χρόνου. Πρωτοστεγάστηκε στην κατοικία του αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη, επί της οδού Θόλου, στη βορειοανατολική πλευρά της Ακρόπολης. Ήταν το πρώτο Πανεπιστήμιο, όχι μόνο του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, αλλά και της Ανατολικής Μεσογείου.

Το Οθώνειον Πανεπιστήμιον, όπως λεγόταν πριν πάρει το σημερινό όνομα Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιον Αθηνών, αποτελούνταν από τέσσερις σχολές: Θεολογίας, Νομικής, Ιατρικής και Τεχνών (η οποία περιλάμβανε τότε τις Εφαρμοσμένες Επιστήμες και τα Μαθηματικά). Το 1904, η Σχολή των Τεχνών διασπάστηκε σε δύο Σχολές, σε αυτή των Τεχνών και αυτή των Επιστημών, η οποία περιέλαβε τις νέες Σχολές Φυσικής, Μαθηματικών και Φαρμακευτικής. Το 1919 προστέθηκε το τμήμα της Χημείας και το 1922 η Σχολή Φαρμακευτικής ξεχώρισε ως τμήμα. Μια άλλη αλλαγή έγινε όταν στην Ιατρική Σχολή προστέθηκε το τμήμα της Οδοντιατρικής.

Με πρώτο πρύτανη τον Κωνσταντίνο Σχινά, το πανεπιστήμιο είχε αρχικώς 33 τακτικούς και εκτάκτους καθηγητές, 52 φοιτητές και 75 μη εγγεγραμμένους ακροατές, ως επί το πλείστον γηραιούς φουστανελοφόρους αγωνιστές του '21, δημοσίους υπαλλήλους και μαθητές γυμνασίου.

Η Οικία Κλεάνθη στην Πλάκα, όπου πρωτο-στεγάστηκε το Οθώνειον Πανεπιστήμιον

Το Νοέμβριο του 1841 άρχισαν να λειτουργούν νέες τάξεις σ' ένα καινούργιο κτίριο που σχεδιάστηκε από τον δανό αρχιτέκτονα Κρίστιαν Χάνσεν, στην οδό ονομασθείσα Πανεπιστημίου. Εκατοντάδες επιφανών και απλών Ελλήνων συνεισέφεραν με τον οβολό τους για την αποπεράτωσή του κτιρίου, για το οποίο απαιτήθηκαν 176.000 δραχμές. Ο Δήμος Αθηναίων από την πλευρά του ανέλαβε την υποχρέωση να διαμορφώσει την οδό Πανεπιστημίου, στην οποία μέχρι τότε υπήρχαν βαθιά ρυάκια και βράχοι.

Σ' αυτή την πρώτη, πραγματικά ηρωική περίοδο για την ελληνική εκπαίδευση, οι διδάσκοντες κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες, προκειμένου να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ του καινούριου ιδρύματος και των παλαιότερων που λειτουργούσαν σε άλλες χώρες. Χαρακτηριστικό των δυσκολιών είναι ότι από τους 52 πρωτοεγγραφέντες φοιτητές, μόνο οι 18 παρακολούθησαν τα μαθήματα και ελάχιστοι έλαβαν πτυχίο.

Ανάμεσα στο 1895 και στο 1911, κάθε χρόνο έμπαιναν στις Σχολές περίπου χίλιοι σπουδαστές και στο τέλος του Α' Παγκόσμιου Πολέμου έφτασαν τους δύο χιλιάδες. Αυτό οδήγησε στην απόφαση για καθιέρωση εισαγωγικών εξετάσεων για όλες τις Σχολές, ξεκινώντας από το ακαδημαϊκό έτος 1927-28. Από το 1954 και μετά, ο αριθμός των εισαγόμενων φοιτητών καθορίζεται από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση των Σχολών.

Στη δεκαετία του 1960 άρχισαν κατασκευαστικές εργασίες στην Πανεπιστημιούπολη, στην περιοχή Ζωγράφου. Τα νέα κτίρια της Πανεπιστημιούπολης περιλαμβάνουν αυτά της Φιλοσοφικής και Θεολογικής, τα τμήματα της Σχολής Θετικών Επιστημών και τη Φοιτητική Εστία.

Ιδρύεται στη Λευκωσία από προοδευτικούς αστούς πολιτικούς και κομμουνιστές το Ανορθωτικό Κόμμα του Εργαζόμενου Λαού (ΑΚΕΛ).
Εκατό αμερικανικά βομβαρδιστικά σφυροκοπούν από αέρος, για περισσότερο από μία ώρα, περιοχές της Λιβύης. Όπως ανακοινώνουν οι ΗΠΑ, πρόκειται για αντίποινα στην τακτική της κυβέρνησης Καντάφι να χρηματοδοτεί και να υποθάλπει μουσουλμανικές τρομοκρατικές οργανώσεις, που δρουν σε διάφορα μέρη του κόσμου.
Η αναπληρώτρια υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Τασία Χριστοδουλοπούλου, δηλώνει ότι κανένας πρόσφυγας δεν είναι άστεγος και σημειώνει ότι η ίδια επισκέφθηκε την Ομόνοια και άλλες πλατείες στη διάρκεια της νύχτας και δεν είδε άστεγους πρόσφυγες. Προσθέτει δε πως αν βγαίνουν το πρωί, είναι επειδή θέλουν να λιαστούν...

Γεννήσεις

 


μ.Χ.
Βαλέρι Μπρούμελ, ρώσος αθλητής του άλματος εις ύψος, που κατέρριψε 6 φορές το παγκόσμιο ρεκόρ και κατέκτησε ένα χρυσό κι ένα αργυρό μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες. (Θαν. 26/1/2003)
Ρίτσι Μπλάκμορ, άγγλος κιθαρίστας των Deep Purple.
Αναστασία (Νατάσα) Παζαΐτη, ελληνίδα γιατρός και σύζυγος του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή.

Θάνατοι

 


μ.Χ.

Ιωσήφ Βαλέστ
1790 – 1822

Γάλλος αξιωματικός, φιλέλληνας, «ή μάλλον ειπείν Έλλην», όπως γράφει ο ιστορικός της Ελληνικής Επανάστασης Ιωάννης Φιλήμων. Απαντάται και ως Βαλέστας, Βαλέστος ή Βαλέστρας. Υπήρξε συνεργάτης του Δημητρίου Υψηλάντη και οργανωτής του πρώτου τακτικού ελληνικού στρατιωτικού σώματος.

Ο Ιωσήφ Βαλέστ (Joseph Balestra) γεννήθηκε στα Χανιά το 1790. Σπούδασε σε στρατιωτικές σχολές της Γαλλίας και υπηρέτησε στο στρατό του Ναπολέοντα ως το 1814, οπότε επέστρεψε στην Κρήτη για να συνεργαστεί με τον κορσικανικής καταγωγής πατέρα του, έμπορο στο νησί. Από μικρός ήταν εξοικειωμένος με τα ήθη και τον χαρακτήρα των Ελλήνων και γνώριζε άπταιστα τα ελληνικά.

Από την Τεργέστη, όπου βρισκόταν για εμπορικές υποθέσεις, ακολούθησε στην Ελλάδα τον Δημήτριο Υψηλάντη (8 Ιουνίου 1821), ο οποίος είχε αποφασίσει να του αναθέσει την οργάνωση του ελληνικού στρατού σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Αμέσως μετά την άφιξή του στα Βέρβενα (21 Ιουνίου 1821) κι ενώ συνεχιζόταν η πολιορκία της Τριπολιτσάς, οργάνωσε το πρώτο τακτικό σώμα από 248 άνδρες, οπλισμένο με γαλλικά όπλα από χρήματα που διέθεσε ο Υψηλάντης και τέθηκε επικεφαλής του με τον βαθμό του χιλίαρχου.

Η πρώτη του στρατιωτική ενέργεια ήταν η αποτροπή της απόβασης των Τούρκων του Καρά-Αλή στην παραλία της απελευθερωμένης Καλαμάτας (27 Αυγούστου 1821). Ο τούρκος ναύαρχος επιχείρησε να δημιουργήσει αντιπερισπασμό στους έλληνες που πολιορκούσαν την Τριπολιτσά, αλλά ο Βαλέστ τοποθέτησε σε τέτοια διάταξη τους λιγοστούς άνδρες του (είχε και τη συμπαράσταση 100 Μανιατών υπό τον Παναγιώτη Τρουπάκη), ώστε ο Καρα-Αλής νόμισε ότι είχε να αντιμετωπίσει πολυπληθή τακτικό στρατό και δεν αποτόλμησε την απόβαση. Η ευφυής κίνηση του Βαλέστ ανέβασε τη φήμη του.

Έλαβε κατόπιν μέρος στην απελευθέρωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), στην αποτυχημένη άλωση του Ναυπλίου (4 Δεκεμβρίου 1821), ενώ στις 14 Ιανουάριου 1822 παρέλαβε το φρούριο της Ακροκορίνθου, μετά τη συμφωνία με τους Τοιύρκους για την παράδοσή του.

Στη συνέχεια αποφάσισε να βοηθήσει τον αγώνα της Κρήτης και στις 20 Μαρτίου 1822 έφθασε στο Λουτρό Σφακίων, με μερικούς υπαξιωματικούς και στρατιώτες. Σε συνεννόηση με τον ελληνορώσο Μιχαήλ Αφεντούλιεφ, που είχε οριστεί γενικός έπαρχος Κρήτης από τους επαναστατημένους χριστιανούς, αλλά και ντόπιους οπλαρχηγούς, σχεδίασε την κατάληψη των φρουρίων του νησιού. Ο ίδιος πίστευε ότι η κατοχή τουλάχιστον ενός φρουρίου ήταν αναγκαία για την επιτυχία της επανάστασης στην Κρήτη.

Στις 14 Απριλίου 1822, σε μία ηρωική προσπάθειά του για την κατάληψη του φρουρίου του Ρεθύμνου, αιχμαλωτίστηκε και θανατώθηκε. Οι Τούρκοι έκοψαν το κεφάλι και το δεξί χέρι του, τα κάρφωσαν σε κοντάρια και τα περιέφεραν θριαμβευτικά στο Ρέθυμνο.

 Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, έλληνας ιστορικός, ο πατέρας της ελληνικής ιστοριογραφίας. (Γεν. 1815)

Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος
1815 – 1891

Ο μεγαλύτερος ιστορικός συγγραφέας της νεώτερης Ελλάδας. Αποκαλείται και «εθνικός ιστορικός», διότι με το έργο του επηρέασε την ελληνική ιστοριογραφία, αλλά και γενικότερα την πνευματική πορεία της χώρας.

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1815. Ο πατέρας του, Δημήτριος, γεννημένος στην Βυτίνα Αρκαδίας, είχε εγκατασταθεί στην Πόλη, όπου ασχολήθηκε με τραπεζιτικές εργασίες. Με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821, οι Τούρκοι έσφαξαν τον πατέρα του (4 Απριλίου) και η μητέρα του πήρε τα παιδιά της και εγκαταστάθηκε στην Οδησσό. Εκεί, ο Κωνσταντίνος άρχισε τις σπουδές του στο Λύκειο Ρισελιέ και τις συνέχισε αργότερα στο Ναύπλιο με δάσκαλο το Γεώργιο Γεννάδιο.

Το 1834 διορίστηκε υπάλληλος στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και το 1845  καθηγητής στο γυμνάσιο Αθηνών. Τον Ιανουάριο του 1850, το Πανεπιστήμιο του Μονάχου, εκτιμώντας το συγγραφικό του έργο, του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα, με τον οποίο μπόρεσε να διοριστεί τον Μάρτιο του 1851 έκτακτος καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρότι δεν διέθετε πανεπιστημιακό και διδακτορικό δίπλωμα. Το διδακτικό έτος 1872-1873 διετέλεσε πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο δίδαξε μέχρι τον θάνατό του.

Έγραψε πολλά ιστορικά συγγράμματα, από τα οποία το σπουδαιότερο είναι η πεντάτομη «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» (1860-1872), στο οποίο επιχειρηματολόγησε για την ιστορική συνέχεια του ελληνικού έθνους και παρουσίασε την ελληνική ψυχή αμετάβλητη από τα αρχαία χρόνια μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Βασικός σκοπός του ήταν να αποδείξει το εσφαλμένο της θεωρίας του γερμανού ιστορικού Φαλμεράιερ, που υποστήριζε ότι οι νεώτεροι Έλληνες δεν έχουν φυλετική συγγένεια με τους αρχαίους Έλληνες.

Με την «Ιστορία» του, ακόμα, ο Παπαρρηγόπουλος έριξε φως στη βυζαντινή εποχή, που ως τότε την περιφρονούσαν οι ιστορικοί, επειδή τη θεωρούσαν περίοδο παρακμής του ελληνισμού, που δεν συνεισέφερε τίποτε στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Ανέσυρε από το σκοτάδι το Βυζαντινό ελληνισμό, που από τότε έγινε αντικείμενο σοβαρής ιστορικής μελέτης και πήρε τη θέση του ως μία από τις σπουδαιότερες φάσεις της ιστορίας του ελληνικού έθνους.

Ο Παπαρρηγόπουλος ανέπτυξε μεγάλη εθνική και κοινωνική δράση. Ως πατέρας, δοκίμασε τον πόνο του θανάτου δύο παιδιών του. Το ένα απ’ αυτά, ο Δημήτριος, που πέθανε σε ηλικία 30 ετών, ήταν δικηγόρος κι ένας από τους καλύτερους έλληνες ρομαντικούς ποιητές.

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος πέθανε στην Αθήνα στις 14 Απριλίου 1891, σε ηλικία 76 ετών.

Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, ρώσος ποιητής. (Γεν. 7/7/1893)

 Σιμόν Ντε Μποβουάρ, γαλλίδα φεμινίστρια, συγγραφέας και σύζυγος του φιλόσοφου Ζαν Πολ Σαρτρ. («Το δεύτερο φύλο») (Γεν. 9/1/1908)

Σιμόν ντε Μποβουάρ
1908 – 1986

Γαλλίδα συγγραφέας και φεμινίστρια, σύντροφος του σπουδαίου γάλλου υπαρξιστή φιλοσόφου και πολιτικού ακτιβιστή Ζαν Πολ Σαρτρ. Το πολυδιαβασμένο βιβλίο της «Το δεύτερο φύλο» θεωρείται η βίβλος του φεμινισμού.

Η Σιμόν Λισί Ερνεστίν Μαρί Μπερτράν ντε Μποβουάρ (Simone-Lucie-Ernestine-Marie Bertrand de Beauvoir) γεννήθηκε στις 9 Ιανουαρίου του 1908 στο Παρίσι, στους κόλπους μιας ξεπεσμένης αριστοκρατικής οικογένειας. Αφού έλαβε τη βασική μόρφωση σε ιδιωτικά σχολεία, σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόνη, όπου συνάντησε τον συμφοιτητή της Ζαν Πολ Σαρτρ (1905-1980), με τον οποίο δημιούργησε μία ελεύθερη σχέση, που κράτησε σε όλη τους τη ζωή. Από το 1931 έως το 1943 δίδαξε φιλοσοφία στη μέση εκπαίδευση και τον Οκτώβριο του 1945 εξέδωσε μαζί με τον Σαρτρ το μηνιαίο περιοδικό λογοτεχνικής και πολιτικής κριτικής «Temps Modernes» («Μοντέρνοι Καιροί»), με τον τίτλο του δανεισμένο από την ομώνυμη ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν.

Το 1949 εξέδωσε το φιλοσοφικό δοκίμιο «Το δεύτερο φύλο», που την έκανε διάσημη σε όλο τον κόσμο. Είναι μία εμπεριστατωμένη και φλογερή έκκληση για την κατάργηση εκείνου που αποκαλούσε μύθο του «αιώνιου θηλυκού». Τη δεκαετία του '60 το βιβλίο αυτό θεωρήθηκε ένα από τα κλασσικά έργα της φεμινιστικής λογοτεχνίας και βρισκόταν για πολλά χρόνια στη λίστα του Βατικανού με τα απαγορευμένα βιβλία (Index Librorum Prohibitorum). Η ντε Μποβουάρ υποστηρίζει ότι τα βασικά δικαιώματα του ατόμου πρέπει να στηρίζονται στην ισότητα δικαιωμάτων του άνδρα και της γυναίκας. Αυτά θεμελιώνονται στην κοινή δομή της ύπαρξής τους, ανεξάρτητα από τη σεξουαλικότητά τους.

Από το λογοτεχνικό της έργο, το οποίο μπολιάζει με τις ιδέες του Υπαρξισμού, ξεχωρίζει το μυθιστόρημα οι «Μανδαρίνοι» (1954), που κέρδισε το βραβείο Γκονκούρ. Αναφέρεται στην προσπάθεια μιας ομάδας διανοουμένων μετά τον πόλεμο να εγκαταλείψουν την κοινωνική θέση των «μανδαρίνων» (της μορφωμένης ελίτ) και να αναλάβουν πολιτική δράση.

Ένα μεγάλο μέρος του συγγραφικού της έργου είναι αφιερωμένο σε αυτοβιογραφικά κείμενα, που εκτός από το προσωπικό ενδιαφέρον, αποτελούν ένα πορτρέτο της πνευματικής ζωής της Γαλλίας, από τη δεκαετία του '30 έως τη δεκαετία του '70 («Αναμνήσεις ενός καθωσπρέπει κοριτσιού», Η δύναμη της ζωής», «Η δύναμη των πραγμάτων»). Η ντε Μποβουάρ ενδιαφέρθηκε ακόμη και για το ζήτημα των γηρατειών. Το βιβλίο της «Ένας πολύ γλυκός θάνατος» (1964) αναφέρεται στο θάνατο της μητέρας της σ’ ένα νοσοκομείο του Παρισιού. Το 1981 έγραψε το βιβλίο «Η τελετή του αποχαιρετισμού», ένα γεμάτο πόνο απολογισμό των τελευταίων χρόνων του Σαρτρ. Στην εργογραφία της περιλαμβάνονται, ακόμη, ταξιδιωτικά δοκίμια για την Κίνα και την Αμερική.

Η Σιμόν Ντε Μποβουάρ πέθανε στις 14 Απριλίου του 1986 από πνευμονία και θάφτηκε δίπλα στον Σαρτρ στο Κοιμητήριο Μονπαρνάς των Παρισίων.

Βιβλία της στα Ελληνικά

  • Το δεύτερο φύλο («Μεταίχμιο», «Γλάρος»)
  • Ένας πολύ γλυκός θάνατος («Μεταίχμιο», «Γλάρος»)
  • Οι αναμνήσεις μιας καθωσπρέπει κόρης («Γλάρος»)
  • Για μια ηθική της αμφισβήτησης («Γλάρος»)
  • Η μεγάλη Πορεία: Δοκίμιο για την Κίνα («Γλάρος»)
  • Η δύναμη των πραγμάτων» («Γλάρος»)
  • Η δύναμη της ζωής («Γλάρος»)
  • Η Καλεσμένη («Γλάρος»)
  • Οι Μανδαρίνοι («Γλάρος»)
  • Προδομένη Γυναίκα («Γλάρος»)
  • Πύρρος και Κινέας («Γλάρος»)

Βιογραφία της στα Ελληνικά

  • «Σιμόν ντε Μποβουάρ» της Ιγκέτ Μπουσαρντό («Κίχλη»)

πηγη: www.sansimera.gr

 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου