Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 08 Μάρ 2018
Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018Σαν Σήμερα... Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018

 

 
Ανατολή Ήλιου: 06:44 – Δύση Ήλιου: 18:26

 

Σαν Σήμερα...

Γεγονότα

 


μ.Χ.
  Η Καλλιρρόη Παρρέν κυκλοφορεί την «Εφημερίδα των Κυριών».

Εφημερίς των Κυριών


Γυναικεία εφημερίδα, το πρώτο φύλλο της οποίας κυκλοφόρησε στις 8 Μαρτίου 1887. Αρχικά ήταν εβδομαδιαία και από τις 25 Μαρτίου 1907 έγινε δεκαπενθήμερη. Ήταν η πρώτη εφημερίδα στον ελλαδικό χώρο, που γραφόταν αποκλειστικά από γυναίκες για γυναίκες.

Ψυχή της έκδοσης της εφημερίδας υπήρξε η ρεθυμνιώτισσα εκπαιδευτικός, δημοσιογράφος και πρωτοπόρος φεμινίστρια Καλλιρρόη Παρρέν, το γένος Σιγανού (1861-1940), που πλαισιωνόταν από γυναίκες του πνεύματος και της τέχνης. Στα πρώτα φύλλα υπέγραφε τα άρθρα της με ψευδώνυμο Εύα Πρενάρ. Η Εφημερίς των Κυριών στόχευε την πνευματική και κοινωνική ανύψωση της γυναίκας με την παροχή πλήρων δικαιωμάτων στην εκπαίδευση και την εργασία. Η Παρρέν πίστευε στην αυτοχειραφέτηση της γυναίκας: «Η Ελληνίς δύναται να αναλάβη τον της αναπτύξεως της αγώνα μόνη, μη προσδοκούσα εν τω σταδίω τούτω το παράπαν την συνδρομή του ανδρός διότι ούτος αδιαφορεί και εν τω εγωισμώ του εν μόνο βλέπει, εν επιθυμεί και θέλει, την δουλικήν της γυναικός υποταγήν εις τα νεύματά του», έγραφε στο πρώτο φύλλο της Εφημερίδας των Κυριών.

Καλλιρρόη Παρρέν

Το έντυπο υπήρξε ο πρόδρομος της φεμινιστικής κίνησης στην Ελλάδα και συνετέλεσε στη δημιουργία της πρώτης σοβαρής γυναικείας οργάνωσης των Ελληνίδων, με τη σύσταση της Ενώσεως των Ελληνίδων, η οποία δημιούργησε την πρώτη οικοκυρική και επαγγελματική σχολή στην Αθήνα. Από τις στήλες της εφημερίδας οι γυναίκες αρθρογράφοι απαιτούσαν, μεταξύ άλλων, να επιτραπεί η είσοδος των γυναικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση -αίτημα που θα ικανοποιηθεί σχετικά γρήγορα από τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη- και να δοθεί ψήφος στις γυναίκες, που θα γίνει πραγματικότητα αρκετά αργότερα, στα μέσα του 20ου αιώνα. Στη δράση του περιοδικού οφείλεται η ίδρυση του Λυκείου των Ελληνίδων (1911) και των κοινωφελών ιδρυμάτων Άσυλον των Ανιάτων (1896) και Άσυλον της Αγίας Αικατερίνης (1893), με σκοπό «την παροχή ηθικής προστασίας και περιθάλψεως των υπηρετριών και εργατίδων, αίτινες στερούνται εργασίας και ευρίσκονται μακράν των γονέων και συγγενών των».

Οι πρώτες αντιδράσεις γι' αυτή την προσπάθεια χειραφέτησης των γυναικών μέσω της εφημερίδας ήταν από αρνητικές έως χλευαστικές. Ο Εμμανουήλ Ροΐδης εκφραζόταν υποτιμητικά για τη γυναίκα. Είχε υποστηρίξει ότι οι γυναίκες που εξασκούν «ανδρικά» επαγγέλματα (όπως γιατρού και δικηγόρου) αγγίζουν τα όρια της γελοιότητας και ότι μόνο δύο επαγγέλματα αρμόζουν στις γυναίκες, εκείνα της νοικοκυράς και της εταίρας. Η Παρρέν τού απάντησε από τις στήλες της εφημερίδας ότι δεν έχει ιδέα από τις γυναίκες και τον κατηγόρησε ότι δημοσιεύει στις εφημερίδες τα απομεινάρια της πνευματικής του παραγωγής. Περιγράφει τον Ροΐδη ως φύλακα άγγελο του παλαιού καθεστώτος, θεωρεί ότι ο τύπος της γυναίκας που περιγράφει στο άρθρο του είναι ανύπαρκτος και ότι οι απόψεις του είναι αναχρονιστικές και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Υπήρξαν, όμως, κι εκείνοι που θαύμασαν την πένα των συντακτριών της Εφημερίδας των Κυριών και υποστήριξαν τον αγώνα τους, όπως ο συγγραφέας Γρηγόριος Ξενόπουλος («Η συντροφιά σου είναι πολύτιμη. Το ήθος σου, η τόλμη και η γραφή σου θαύμα. Εύγε σου Δέσποινα της φιλαλληλίας και της προόδου. Στηρίζω τους αγώνες σου, των γυναικών τους αγώνες με όλη μου τη δύναμη») και ο ποιητής Κωστής Παλαμάς, ο οποίος και αφιέρωσε ποίημά του στην Καλλιρρόη Παρρέν («Χαίρε γυναίκα/ εσύ Αθηνά, Μαρία, Ελένη, Εύα/ να η ώρα σου!/ Τα ωραία σου φτερά δοκίμασε κι ανέβα/ και καθώς είσαι ανάλαφρη/ και πια δεν είσαι σκλάβα/ προς τη μελλούμενη αγία γη πρωτύτερα/ εσύ τράβα/ κι ετοίμασε τη νέα ζωή/, μιας νέας χαράς/ υφάντρα/ και ύστερα αγκάλιασε, ύψωσε και φέρε εκεί/ τον άντρα/και πλάσε τον Πρωτοπλάστη»).

Η Εφημερίς των Κυριών διέκοψε την έκδοσή της το 1918, όταν η Καλλιρρόη Παρρέν εξορίστηκε στην Ύδρα για τα πολιτικά της φρονήματα. Ήταν φανατική μοναρχική και αντιβενιζελική.

Μαρίνος Αντύπας
1872 – 1907

Αγωνιστής για τα δικαιώματα της αγροτιάς, υπέρμαχος των σοσιαλιστικών ιδεών και δημοσιογράφος.

Ο Μαρίνος Αντύπας γεννήθηκε το 1872 στα Φερεντινάτα της Κεφαλληνίας. Ήταν ο πρωτότοκος γιος του μαραγκού και ξυλογλύπτη Σπύρου Αντύπα και της Αγγελικής Κλαδά. Τελείωσε με στερήσεις το Γυμνάσιο στο Αργοστόλι το 1890 και τον ίδιο χρόνο εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς τελικά να ολοκληρώσει τις σπουδές του.

Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων υπήρξε ενεργό μέλος του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου στην Αθήνα, ιδρυτής του οποίου υπήρξε ο διανοούμενος Σταύρος Καλλέργης. Το 1896 συμμετείχε ως εθελοντής στην Κρητική Επανάσταση, όπου και τραυματίστηκε, αγωνιζόμενος στο πλευρό των Κρητών, που πάλευαν να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό.

Επέστρεψε στην Αθήνα τον επόμενο χρόνο, όπου και συνελήφθη, επειδή σε μία ομιλία του κατηγόρησε τη βασιλική οικογένεια ως υπεύθυνη για το φιάσκο του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός χρόνου και μετά την αποφυλάκισή του συνελήφθη εκ νέου, κατηγορούμενος για ηθική αυτουργία στην απόπειρα δολοφονίας του βασιλιά Γεωργίου Α’, που επισυνέβη στις 14 Φεβρουαρίου 1898.

Μετά την κατάρρευση της εις βάρος του κατηγορίας επέστρεψε στην Κεφαλληνία και το 1900 εξέδωσε στο Αργοστόλι την εβδομαδιαία εφημερίδα «Ανάστασις», μαχητικό όργανο των ιδεών του, που κυκλοφορούσε με μεγάλα διαστήματα διακοπών έως το θάνατό του. Στο Αργοστόλι ίδρυσε, επίσης, το λαϊκό αναγνωστήριο «Η Ισότης», το οποίο υπήρξε κέντρο πνευματικού και πολιτικού προβληματισμού.

Το 1904 ταξίδεψε στο Βουκουρέστι κι έπεισε τον πλούσιο θείο του Γεώργιο Σκιαδαρέση να επενδύσει στην αγορά γης στον Θεσσαλικό κάμπο. Πράγματι, ο Σκιαδαρέσης μαζί τον συμπατριώτη του Αριστείδη Μεταξά αγόρασαν στην περιοχή των Τεμπών μία μεγάλη έκταση (τσιφλίκι) 300.000 στρεμμάτων.

Στις εκλογές της 20ης Μαρτίου 1906, ο Αντύπας κατήλθε ως υποψήφιος βουλευτής, αλλά απέτυχε να εκλεγεί κι έτσι τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς ανέλαβε τη διεύθυνση του τσιφλικιού του θείου του. Αμέσως μόλις εγκαταστάθηκε στην περιοχή της Ραψάνης και διαπίστωσε τις άθλιες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των κολίγων, ύψωσε τη σημαία του αγροτισμού, εμπνεόμενος από ένα όραμα ουτοπικού σοσιαλισμού. Με ομιλίες και περιοδείες στα γύρω χωριά προπαγάνδιζε τη χειραφέτηση των αγροτών μέσω της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των τσιφλικιών και της διανομής τους στους κολίγους, κατόπιν αποζημίωσης των ιδιοκτητών τους.

Η στάση του αυτή απέναντι στο αγροτικό πρόβλημα της εποχής προκάλεσε την αντίδραση των τσιφλικούχων, πολλοί από τους οποίους ήταν επιφανείς Έλληνες της διασποράς. Έτσι, κάποιοι από αυτούς σίγουρα θα ένιωσαν ανακούφιση, όταν πληροφορήθηκαν τη δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα το βράδυ της 8ης Μαρτίου 1907 στον Πυργετό της Λάρισας, από τον Ιωάννη Κυριακού, επιστάτη του Αριστείδη Μεταξά, συνεταίρου του θείου του Γεωργίου Σκιαδαρέση.

Ο Κυριακού υποστήριξε, ενώπιον των αστυνομικών αρχών που επιλήφθηκαν της υπόθεσης, ότι βρισκόταν σε άμυνα, όταν πυροβόλησε τον Αντύπα, ο οποίος προηγουμένως, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, τον είχε ραπίσει κατά τη διάρκεια φιλονικίας. Ο ισχυρισμός του αυτός έγινε δεκτός, αργότερα, από το δικαστήριο που τον αθώωσε, παρότι ο Αντύπας είχε χτυπηθεί πισώπλατα.

Η δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα προκάλεσε συγκίνηση στο χώρο των προοδευτικών δυνάμεων της εποχής και επί αρκετές ημέρες υπήρξε το κύριο θέμα πολλών αθηναϊκών εφημερίδων. Τρία χρόνια ακριβώς μετά τη δολοφονία του, οι κολίγοι ξεσηκώθηκαν στο Κιλελέρ και δικαίωσαν τη θυσία του. O Μαρίνος Αντύπας έκτοτε αποτελεί το σύμβολο των αγώνων των αγροτών στην χώρα μας.

Είπε…

  • «Πολλάκις εδοκίμασα την λόγχη και την φυλακή, κατανοήσας έτσι ότι η πρόοδος της ιδέας έχει ανάγκην αυτοθυσίας και ότι το δέντρο του αγώνα ποτίζεται με αίμα και όχι με νερό.»
  • «Ούτε άγιος είμαι, ούτε ήρωας. Είμαι απλώς ένας φορεύς χαλίκων για το κτίσιμον ενός δικαιότερου κόσμου.»
  • «Ισότης, αδελφότης, ελευθερία». Ήταν τα τελευταία του λόγια, καθώς εξέπνεε.
Κυκλοφορεί το πρώτο φύλλο της οικονομικής εφημερίδας «Η Ναυτεμπορική».
Τελειώνει η Μάχη της Κοκκινιάς μεταξύ των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από τη μία πλευρά και των γερμανών κατακτητών και των ντόπιων συνεργατών τους από την άλλη. Οι Γερμανοί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους αποχωρούν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 34 νεκρούς και περισσότερους από 100 τραυματίες, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΑΣ, που έχει 8 νεκρούς και 20 τραυματίες.
Αποτυγχάνει δολοφονική απόπειρα κατά του αρχιεπισκόπου Μακάριου, ο οποίος βρίσκεται σε ελικόπτερο που μόλις έχει απογειωθεί. Οι δράστες ανήκουν στο χώρο των σκληροπυρηνικών ενωτικών του «Εθνικού Μετώπου».
Ψηφίζεται ο νόμος - πλαίσιο για τα ΑΕΙ. Κατά τη διάρκεια πανεκπαιδευτικού συλλαλητηρίου, ξεσπούν επεισόδια, που κορυφώνονται με το κάψιμο της σκοπιάς στον Άγνωστο Στρατιώτη.
Η ισλαμιστική οργάνωση ISI επεκτείνει τη δράση της στη Συρία και μετονομάζεται σε Ισλαμιστικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIS), φιλοδοξώντας να δημιουργήσει ένα ισλαμικό κράτος στις σουνιτικές περιοχές του Ιράκ και της Συρίας.

Γεννήσεις

 


μ.Χ.

Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής
1907 – 1998

Κορυφαίος έλληνας πολιτικός, με καθοριστική συμβολή στον οικονομικό και πολιτικό εκσυγχρονισμό της χώρας. Το σπουδαιότερο επίτευγμά του είναι η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.

1907 - 1950

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1907 στο Κιούπκιοϊ (σήμερα Πρώτη), μια κωμόπολη κοντά στις Σέρρες, που τότε ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο πατέρας του, Γεώργιος, δημοδιδάσκαλος και καλλιεργητής, είχε διωχθεί για την εθνική δράση του, τόσο από τις τουρκικές, όσο και μεταγενέστερα από τις βουλγαρικές αρχές κατοχής. Έζησε ως μαθητής, διαδοχικά, στην Πρώτη, τη Νέα Ζίχνη, τις Σέρρες και τελικά στην Αθήνα, όπου μετά την αποπεράτωση των γυμνασιακών του σπουδών, εγγράφηκε στη Νομική Σχολή, από την οποία αποφοίτησε το 1929.

Το 1930 υπηρέτησε επί τετράμηνο τη στρατιωτική του θητεία, ως προστάτης πολύτεκνης οικογένειας. Στη συνέχεια εργάστηκε ως δικηγόρος στις Σέρρες, μέχρις ότου εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1935 με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα. Επανεξελέγη βουλευτής το 1936, στις τελευταίες εκλογές πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Με την έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Καραμανλής παρουσιάστηκε για να στρατευθεί στο Σιδηρόκαστρο, αλλά κρίθηκε ανίκανος να υπηρετήσει λόγω βαρηκοΐας. Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δικηγορία. Επανήλθε στην ενεργό πολιτική το 1946, όταν έλαβε μέρος στις εκλογές της 31ης Μαρτίου ως υποψήφιος του Λαϊκού Κόμματος στις Σέρρες και εξελέγη πρώτος σε ψήφους βουλευτής.

1950 - 1974

Το όνομά του θα γίνει γνωστό στο πανελλήνιο από τη θητεία του ως Υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση Παπάγου (1952-1955). Θα επιτελέσει σπουδαίο έργο, με την κατασκευή βασικών έργων υποδομής (εγγειοβελτιωτικά έργα, οδικές αρτηρίες, ενεργειακές μονάδες, έργα ύδρευσης κ.ά.). Ο δυναμισμός και η αποφασιστικότητα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και η απήχηση του έργου του στην κοινή γνώμη, αποτέλεσε ισχυρό πρόκριμα για την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία, μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου Παπάγου. Η πρωτοβουλία του βασιλέα Παύλου να του αναθέσει τον σχηματισμό της κυβέρνησης, στις 5 Οκτωβρίου 1955, εξέπληξε τους πάντες, αφού επικρατέστεροι για τη διαδοχή ήταν οι αντιπρόεδροι της κυβέρνησης Παπάγου, Στέφανος Στεφανόπουλος και Παναγιώτης Κανελλόπουλος.

Ο Καραμανλής, από την πρώτη μέρα της πρωθυπουργίας του, θέλησε να βάλει τη δική του σφραγίδα στην πολιτική ζωή της χώρας. Ίδρυσε νέο κόμμα, την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ) και προσέφυγε στις κάλπες τον Φεβρουάριο του 1956. Τις κέρδισε, παρότι το κόμμα του ήλθε δεύτερο σε ψήφους, χάρις στο «τριφασικό» εκλογικό σύστημα. Η επικράτηση στην πρώτη αυτή και στη συνέχεια σε δύο ακόμη εκλογικές αναμετρήσεις, το 1958 και το 1961, του επέτρεψε να διατηρήσει αδιάλειπτα την εξουσία για μία οκταετία (1955-1963), ένα επίτευγμα χωρίς προηγούμενο στην πολιτική ιστορία της χώρας.

Πρωταρχική φροντίδα του Καραμανλή ήταν ο σχεδιασμός και η εφαρμογή ενός προγράμματος ταχύρρυθμης οικονομικής ανάπτυξης, σε μια χώρα που βίωνε ακόμη τις συνέπειες του καταστροφικού εμφύλιου πολέμου. Όραμά του υπήρξε μια Ελλάδα απαλλαγμένη από τα σύνδρομα της δυσπραγίας και της φτώχειας. Η σταθερή αύξηση του εθνικού εισοδήματος, με μέσο ετήσιο ρυθμό 6,25%, η άνοδος του κατά κεφαλήν εισοδήματος από 305 σε 565 δολάρια με πληθωρισμό 2%, η ραγδαία άνοδος των επενδύσεων και η μείωση της ανεργίας στο 4,5% (βοηθούμενη και από την αυξανόμενη μετανάστευση) συνθέτουν τις κύριες παραμέτρους του θετικού απολογισμού της διακυβέρνησης Καραμανλή στο πεδίο της οικονομίας.

Η ανοδική πορεία της οικονομίας θα του δώσει τη δυνατότητα να στραφεί, με την πάροδο του χρόνου, προς την ενίσχυση της παιδείας, του πολιτισμού και,για πρώτη ουσιαστικά φορά, του αθλητισμού, με τη θεσμοθέτηση του ΠΡΟ-ΠΟ (1959). Ακόμη, αύξησε τη χρηματοδότηση του κοινωνικού τομέα κι έλαβε θεσμικά μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα, με κορυφαίο γεγονός τη σύσταση του ΟΓΑ (1961). Όμως, παρά τις προσπάθειές του, ο εκσυγχρονισμός στο πολιτικό πεδίο κινούνταν με χαμηλές ταχύτητες, λόγω των εμφυλιοπολεμικών συνδρόμων, που παρέμειναν ισχυρά στην Ελληνική Δεξιά.

Το διεθνές περιβάλλον ήταν αρνητικό για την άσκηση πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, λόγω του Ψυχρού Πολέμου και της πρόσδεσης της χώρας στο άρμα των ΗΠΑ. Έτσι, ήταν φυσικό για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να αναζητήσει ερείσματα για την κατοχύρωση της ασφάλειας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας στους κόλπους του ΝΑΤΟ. Εν τούτοις, ο Καραμανλής, με αρκετή δόση αποτελεσματικότητας, κατόρθωσε να προαγάγει τις σχέσεις με τον Τρίτο Κόσμο, ιδιαίτερα με τις αραβικές χώρες, προτάσσοντας, οσάκις χρειαζόταν, τα περιφερειακά συμφέροντα της Ελλάδας.

Το 1959 υπέγραψε τις Συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου, με τις οποίες τερματίστηκε η βρετανική κυριαρχία επί της Κύπρου και ιδρύθηκε ανεξάρτητο Κυπριακό κράτος, με εγγυήτριες δυνάμεις την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Μεγάλη Βρετανία με δικαίωμα στρατιωτικής παρέμβασης. Ο Καραμανλής δέχθηκε αυστηρή κριτική για τις συμφωνίες αυτές, που κατοχύρωναν ως ισότιμο εταίρο στη μεγαλόνησο την Τουρκία.

Η καίρια τομή στην εξωτερική πολιτική του εντοπίζεται στην προσπάθεια για την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πίστευε ότι η ΕΟΚ δεν αποτελούσε «απλώς οικονομικήν κοινοπραξίαν, αλλά οντότητα με ευρυτέραν πολιτικήν αποστολήν και σημασίαν». Έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις διετούς διάρκειας, η Ελλάδα θα γίνει δεκτή στην αρχική ομάδα των Έξι, ως πρώτο συνδεδεμένο μέλος, στις 9 Ιουλίου 1961.

Η πρώτη κυβερνητική οκταετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή διακόπηκε απρόβλεπτα, με την παραίτησή του, τον Ιούνιο του 1963, ύστερα από διαφωνία με τον βασιλέα Παύλο, η οποία σηματοδότησε τη ρήξη του με τα Ανάκτορα. Η κρίση δεν ήταν ανεξάρτητη από το κλίμα πολιτικής έντασης εκείνης της εποχής. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρος της «Ενώσεως Κέντρου» Γεώργιος Παπανδρέου είχε κηρύξει τον ανένδοτο αγώνα, κατηγορώντας τον Καραμανλή ότι είχε κερδίσει τις εκλογές του 1961 με βία και νοθεία, ενώ η δολοφονία Λαμπράκη από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη είχε ρίξει βαριά τη σκιά της στη χώρα. («Ποιος επιτέλους κυβερνά αυτό τον τόπο» είχε πει ο Καραμανλής).

Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963 ηγήθηκε της ΕΡΕ, αλλά υπό το βάρος των καταγγελιών της αντιπολίτευσης, ηττήθηκε από την «Ένωση Κέντρου» του Γεωργίου Παπανδρέου. Τότε, ο Καραμανλής παραιτήθηκε από την ηγεσία της ΕΡΕ κι έφυγε μυστικά για το Παρίσι με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης», όπου ιδιώτευσε επί 11 χρόνια μέχρι τη Μεταπολίτευση.

1974 - 1998

Στις 24 Ιουλίου 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επανήλθε θριαμβευτικά στην Ελλάδα, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας υπό το βάρος του άφρονος πραξικοπήματος στην Κύπρο και της τουρκικής εισβολής στη μεγαλόνησο. Επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας», κατόρθωσε με συνετές και αποφασιστικές κινήσεις να αποκαταστήσει πλήρως τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα. Νομιμοποίησε το ΚΚΕ έπειτα από 26 χρόνια παρανομίας, ενώ προχώρησε στην αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ ως αντίδραση για την άρνηση της Συμμαχίας να αντιταχθεί στην προέλαση των Τούρκων στην Κύπρο (Αττίλας 2) και αντικατέστησε τη χουντική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.

Στις πρώτες ελεύθερες εκλογές (17 Νοεμβρίου 1974) ο Καραμανλής επικράτησε με το επιβλητικό 54,2% των ψήφων. Η άνετη νίκη του και στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση (Νοέμβριος 1977), θα του επιτρέψει να παραμείνει αδιάλειπτα στην εξουσία για μία εξαετία, επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, ενός νεοσύστατου σχηματισμού, που εντάσσεται στον κεντροδεξιό χώρο, με ιδεολογικό στίγμα τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό. Η διενέργεια δημοψηφίσματος, στις 8 Δεκεμβρίου 1974, τερμάτισε τη μακρά διένεξη για το πολιτειακό, με την οριστική εγκαθίδρυση της αβασίλευτης δημοκρατίας.

Η εκπόνηση και η ψήφιση νέου και προοδευτικού Συντάγματος, τον Ιούνιο του 1975, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την εμβάθυνση και την παγίωση της Δημοκρατίας. Η επικράτηση ήπιου πολιτικού κλίματος, η αναβάθμιση των πολιτικών ηθών και της κοινοβουλευτικής πρακτικής και γενικότερα η κατοχύρωση του δημοκρατικού διαλόγου και των ατομικών ελευθεριών, καταγράφονται έκτοτε ως επιτεύγματά του. Όπως και η λύση του χρονίζοντος γλωσσικού ζητήματος, με την καθιέρωση της δημοτικής, ως επίσημης γλώσσας του κράτους.

Την εξαετία 1974-1980 και παρά τη διεθνή ενεργειακή κρίση, που έπληξε και τη χώρα μας, το εθνικό εισόδημα αυξανόταν με ρυθμούς 5% ετησίως, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα σημείωσε αύξηση 50%. Ο Καραμανλής δεν δίστασε να εθνικοποιήσει μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα (Ολυμπιακή, Εμπορική), όταν οι περιστάσεις το επέβαλαν, με αποτέλεσμα κάποιοι κύκλοι των βιομηχάνων να τον κατηγορήσουν για σοσιαλμανία. Στην εξωτερική πολιτική, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, τα διπλωματικά ανοίγματα τις γειτονικές κομμουνιστικές χώρες και τη Μόσχα καταγράφονται στο ενεργητικό του.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική το 1980, μετά την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο Γεώργιος Ράλλης. Στις 5 Μαΐου 1980 εκλέχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε μια περίοδο που το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου βρισκόταν προ των πυλών της εξουσίας. Η αυστηρή προσήλωση στην τήρηση των συνταγματικών κανόνων και η συνεπής τοποθέτηση πάνω από τις κομματικές διαμάχες, η εξασφάλιση της ομαλής διαδοχής των κομμάτων στην εξουσία, η συμβολή στην εκτόνωση των πολιτικών παθών και η συνεισφορά του στην εμπέδωση της εθνικής ενότητας, συνέθεσαν τις κύριες παραμέτρους της παρουσίας του στο ύπατο αξίωμα, σε συνδυασμό και με την ενίσχυση του διεθνούς κύρους της χώρας.

Το 1985 ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου αθετεί την υπόσχεση του προς τον Καραμανλή για δεύτερη θητεία και προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Ο Καραμανλής αποχωρεί πικραμένος. Επανεξελέγη στο ύπατο αξίωμα της χώρας την πενταετία 1990-1995, οπότε αποχώρησε οριστικά από την πολιτική. Είχε συμπληρώσει 60 χρόνια στο πολιτικό προσκήνιο: 8 χρόνια ως υπουργός, 14 ως πρωθυπουργός και 10 ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών, στις 23 Απριλίου 1998. Δεν άφησε απογόνους από το γάμο του με την Αμαλία Μεγαπάνου (1952), που διαλύθηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.

Αλέξανδρος Αλεξανδράκης
1913 – 1968

Έλληνας ζωγράφος και χαράκτης, γνωστός κυρίως από τους πίνακές του με θέμα τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο του 1940.

Ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 8 Μαρτίου 1913. Παρά τις αντιρρήσεις των γονέων του, που τον ήθελαν έμπορο, γράφτηκε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ) το 1931 και σπούδασε ζωγραφική με δασκάλους τον Σπυρίδωνα Βικάτο και τον Ουμβέρτο Αργυρό και χαρακτική με τον Γιάννη Κεφαλληνό.

Με την έκρηξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου (28 Οκτωβρίου 1940), επιστρατεύτηκε και στάλθηκε στην Ήπειρο, όπου έζησε όλο το έπος των μαχών από την πρώτη γραμμή. Προτού, όμως, αναχωρήσει για το μέτωπο, πήρε μαζί του τα στοιχειώδη σύνεργα του ζωγράφου κι έτσι μπόρεσε να χαράξει με το μολύβι του αληθινά ζωντανά σκίτσα του πολέμου που του χρησίμευσαν αργότερα για να ζωγραφίσει τους γνωστούς πίνακες με σκηνές του ελληνοϊταλικού πολέμου.

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής κέρδισε το πρώτο βραβείο χαρακτικής σε διαγωνισμό της ΑΣΚΤ. Το 1950 έλαβε το πρώτο και το δεύτερο βραβείο σε διαγωνισμό αφίσας για το Σχέδιο Μάρσαλ και την επόμενη χρονιά το Α’ βραβείο αφίσας του ΕΟΤ. Το 1955 έθεσε υποψηφιότητα για καθηγητής στην ΑΣΚΤ, αλλά δεν κατόρθωσε να εκλεγεί.

Λίγο πριν από το θάνατό του, εξέδωσε το 1968 το λεύκωμα «Έτσι πολεμούσαμε 40-41», με 80 σκίτσα από το μέτωπο και 22 πολεμικούς πίνακες από την περίοδο εκείνη. Στο λιτό πρόλογο του γράφει: «Με το βιβλίο τούτο θέλησα να διηγηθώ τον πόλεμο με τον δικό μου τρόπο. Στην Τέχνη μου με απασχόλησαν πολλά. Οι εικόνες, όμως, του μετώπου, και της υπεράνθρωπης προσπάθειάς μας στον συντριπτικά άνισο αγώνα, έρχονται και ξανάρχονται στη ζωγραφική μου σαν ανεξόφλητο χρέος».

Η καλλιτεχνική δραστηριότητά του περιλάμβανε ακόμη συμμετοχή σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τελευταίο έργο του που έμεινε ατελείωτο ήταν ένας πίνακας μεγάλων διαστάσεων για τη ναυμαχία του Γέροντα.

Ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης πέθανε στην Αθήνα στις 13 Σεπτεμβρίου 1968. Στις 29 Δεκεμβρίου 1968 τιμήθηκε μεταθανάτια για το έργο από την Ακαδημία Αθηνών και το 1980 η Εθνική Πινακοθήκη πραγματοποίησε μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του.

Είπαν για το έργο του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη

Ο κ. Αλέξανδρος Αλεξανδράκης είναι ο πρώτος Έλλην ζωγράφος, που μας δίδει με την υπέροχον έμπνευσιν του και την εξαιρετική του τέχνην του την Αλβανικήν εποποιία και ωρισμένας δραματικάς στιγμάς της κατοχής.

Σπύρος Μελάς, συγγραφέας και ακαδημαϊκός

Η ζωγραφική του διακρίνεται για μια κάποια ελευθερία στην πινελιά και μια σκούρα χρωματιστή κλίμακα που δεν είναι άμοιρη από τις επιδράσεις των δασκάλων του.

Τώνης Σπητέρης, τεχνοκριτικός

Η ευκαιρία της καλλιτεχνικής ζωής του υπήρξεν ο πόλεμος, όπου ο ζωγράφος υπηρέτησεν εις την γραμμήν των πρόσω, ετιμήθη δε δια του Πολεμικού Σταυρού... Ό,τι κυρίως διακρίνει τους πολεμικούς πίνακάς του είναι η λαμπρά κίνησις και η επιτυχία να μεταδίδη εις τον θεατήν την συγκίνησιν, την οποίαν εικονίζει το θέμα του. Λαμπράν επίσης απόδοσιν επιτυγχάνει εις τα άλογα, εις την κίνησιν και εις την ορμήν των.

Σπυρίδων Μαρκεζίνης, συγγραφέας και πολιτικός

 Νίκος Σκαλκώτας, έλληνας συνθέτης, που μετά θάνατον αναγνωρίστηκε ως ένας από τους κορυφαίους του 20ου αιώνα. (Θαν. 20/9/1949)

Νίκος Σκαλκώτας
1904 – 1945

Κορυφαίος έλληνας μουσουργός, με πρωτότυπο έργο και διεθνή απήχηση. Η πιο γνωστή σύνθεσή του είναι οι «36 ελληνικοί χοροί για Ορχήστρα» (1934-1936).

Ο Νίκος Σκαλκώτας γεννήθηκε στη Χαλκίδα στις 8 Μαρτίου 1904. Καταγόταν από την Τήνο και προερχόταν από οικογένεια μουσικών με το επίθετο Σκαλκώτος. Ο πατέρας του Αλέκος, φλαουτίστας στη Φιλαρμονική της Χαλκίδας, άλλαξε το επίθετο της οικογένειάς του σε Σκαλκώτας, χάριν ευφωνίας. Από την ηλικία των πέντε ετών άρχισε να μαθαίνει βιολί με τον θείο του και το 1910 η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα για να του προσφέρει την ευκαιρία πληρέστερης μουσικής μόρφωσης. Γράφτηκε στο Ωδείο Αθηνών και το 1918 αποφοίτησε με την ανώτατη διάκριση («Χρυσό Μετάλλιο») για την ερμηνεία του στο «Κοντσέρτο για βιολί» του Μπετόβεν. Τα επόμενα χρόνια έπαιζε βιολί σε διάφορες εκδηλώσεις, ενώ ποιήματά του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Νουμάς».

Το 1921 λαμβάνει υποτροφία από το Ίδρυμα Αβέρωφ για ανώτερες σπουδές βιολιού στο Βερολίνο. Γρήγορα, όμως, θα προσανατολιστεί στη σύνθεση, με δασκάλους τον Κουρτ Βάιλ, τον Φίλιπ Γιάρναχ και τον «πάπα της πρωτοπορίας» Άρνολντ Σένμπμπεργκ, ο οποίος τον εκτιμούσε ιδιαίτερα. Μαζί του έμεινε ως το 1931, χάρη σε νέα υποτροφία που του προσέφερε ο Εμμανουήλ Μπενάκης. Παράλληλα, έπαιζε βιολί σε ελαφρές ορχήστρες για να συμπληρώνει το εισόδημά του.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Βερολίνο έγραψε πάνω από 70 έργα, τα περισσότερα από τα οποία χάθηκαν. Παρά την εκτίμηση που έτρεφε στον Σένμπεργκ, δεν ακολούθησε τυφλά το δωδεκαφθογγικό σύστημα του δασκάλου του, αλλά ανέπτυξε μια δική του απόλυτα πρωτότυπη παραλλαγή. Το 1931, μια έντονη συναισθηματική κρίση προκάλεσε τη διακοπή της σχέσης του με την γερμανίδα σύντροφό του, τη βιολονίστρια Ματίλντε Τέμκο, με την οποία είχε αποκτήσει δύο παιδιά, την Άρτεμη και ένα βρέφος που χάθηκε στη γέννα. Ακολούθησε η δημιουργική κρίση, που κράτησε έως το 1935.

Τον Μάιο του 1933 επιστρέφει στην Ελλάδα, τον ίδιο ακριβώς μήνα που ο δάσκαλός του Άρνολντ Σένμπεργκ παίρνει τον δρόμο της εξορίας για τις ΗΠΑ, μη αντέχοντας την καταπίεση των Ναζί. Από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στην πατρίδα αντιμετώπισε τον φθόνο και την καχυποψία του μουσικού κυκλώματος (Φιλοκτήτης Οικονομίδης, Μανώλης Καλομοίρης, Δημήτρης Μητρόπουλος, Σπύρος Φαραντάτος), παρότι ήταν γνωστή η αξία του.

Στα μουσικά πράγματα της χώρας κυριαρχούσαν άνθρωποι συντηρητικών αντιλήψεων, που σχετίζονταν με τη λεγόμενη «Εθνική Σχολή» και δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να κατανοήσουν τις νέες μουσικές προτάσεις του Σκαλκώτα. Ισχυρίζονταν ότι έγραφε ακαταλαβίστικη μουσική, που ήταν αντίθετη με τους κανόνες που διδάσκονταν στα ωδεία και διέδιδαν πως ήταν ήταν τρελός! Ο μουσικολόγος και βιογράφος του Σκαλκώτα Γ. Γ. Παπαϊωάννου αποκαλεί τη συμπεριφορά τους απέναντι στον Σκαλκώτα «μεγάλη συμπαιγνία» και πιστεύει ότι το πληθωρικό του ταλέντο θα τους επισκίαζε και θα τους εξοστράκιζε από τις «καρέκλες» τους.

Όλες οι πόρτες ήταν κλειστές για τον Σκαλκώτα. Για να ζήσει δέχεται να παίξει βιολί σε ένα από τα τελευταία αναλόγια της Κρατικής Ορχήστρας και αργότερα στις Ορχήστρες της Λυρικής και της Ραδιοφωνίας, παρά την αναμφισβήτητη αξία του ως βιολονίστα. Ως αντίδοτο, άρχισε να συνθέτει πυρετωδώς από το 1935 και ως το 1945 είχε γράψει πάνω 100 έργα. Κλεισμένος στον δικό του κόσμο και αποκομμένος εντελώς από τις ευρωπαϊκές τάσεις ανέπτυξε ένα δικό του, εντελώς προσωπικό ύφος.

Το 1946 παντρεύτηκε την πιανίστρια Μαρία Παγκαλή κι ένα χρόνο αργότερα ήρθε στη ζωή ο γιος τους Αλέκος, που διακρίθηκε ως ζωγράφος. Ακολούθησε μια νέα περίοδος δημιουργικής σιωπής, αλλά από το 1949 άρχισε να συνθέτει με τους παλιούς του ρυθμούς νέα έργα και να ενορχηστρώνει παλιότερα. Το νήμα της ζωής του κόπηκε ξαφνικά στις 20 Σεπτεμβρίου 1949 από μια περισφιγμένη κήλη που την είχε αμελήσει. Δύο ημέρες αργότερα γεννήθηκε ο δεύτερος γιος του, Νίκος, που τον γνωρίζουμε ως πρωταθλητή Ελλάδας στο σκάκι.

Ο Σκαλκώτας ανακαλύφθηκε ως συνθέτης μετά τον θάνατό του, χάρη στην πρωτοβουλία φίλων και θαυμαστών του (Γ.Γ. Παπαϊωάννου, Γιώργος Χατζηνίκος κ.ά.), που ίδρυσαν την «Εταιρεία Φίλων Σκαλκώτα» για να διαφυλάξουν και να διαδώσουν το έργο του, που περιλαμβάνει πάνω από 170 έργα (κοντσέρτα, συμφωνικές σουίτες, μουσική δωματίου, χορούς και τραγούδια). Το 60% των προχωρημένων έργων του ακολουθεί ένα δικής του επινόησης δωδεκαφθογγικό σύστημα, ενώ το 40% ανήκει σε άλλα σειραϊκά, «ελεύθερα» συστήματα σύνθεσης.

Εκτός από τα προχωρημένα (ατονικά) έργα του, που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 85% της παραγωγής του, περίπου ένα 12% αφορά σε απλούστερα, τονικά και τροπικά έργα, όπως οι περίφημοι «36 Ελληνικοί Χοροί για ορχήστρα» και το λαϊκό μπαλέτο «Η Θάλασσα», που ενσωματώνουν στοιχεία της ελληνικής δημοτικής μουσικής με ένα τρόπο τελείως προσωπικό και πρωτοποριακό. Ο Σκαλκώτας επεδίωκε να συλλάβει την ουσία της και δεν ήθελε μόνο να αξιοποιήσει την εθνική μας κληρονομιά, όπως η πρώτη γενιά των συνθετών της «Εθνικής Σχολής».

Σήμερα, ο Νίκος Σκαλκώτας θεωρείται ένας από τους σημαντικούς συνθέτες του 20ου αιώνα. Ο αυστροβρετανός μουσικολόγος και κριτικός Χανς Κέλερ πλειοδοτεί και σε ένα κείμενό του αναφέρει ως κορυφαίους συνθέτες του 20ου αιώνα τα τέσσερα «Σ»: Σένμπεργκ, Στραβίνσκι, Σκαλκώτας και Σοστακόβιτς.

Επιλεγμένη Δισκογραφία

  • «36 Ελληνικοί Χοροί» - «Η επιστροφή του Οδυσσέα» (BIS)
  • «Νίκος Σκαλκώτας» (EMI Classics): Διάφορα έργα μουσικής δωματίου.
  • «Κοντσέρτο για βιολί, Largo Sinfonico, Επτά Ελληνικοί Χοροί» (BIS)
  • «Με του Μαγιού τα Μάγια, Συμφωνική Σουίτα κ.ά.» (BIS)
  • «Κυκλικό κονσέρτο» για όμποε, φαγκότο, τρομπέτα και πιάνο (Philips)
  • «Η Θάλασσα» (Ankh)
  • «Η λυγερή και ο θάνατος», Κοντσέρτο για πιάνο Νο1, Εισαγωγή Κοντσερτάντε» (BIS)

Eπιλεγμένη Βιβλιογραφία

  • Γ.Γ. Παπαϊωάννου: «Νίκος Σκαλκώτας: Μια προσπάθεια είσδυσης στον μαγικό κόσμο της δημιουργίας του» («Παπαγρηγορίου - Νάκας»)
  • Γιώργος Χατζηνίκος: «Νίκος Σκαλκώτας. Μια ανανέωση στην προσέγγιση της μουσικής σκέψης και ερμηνείας» («Νεφέλη»)
Γιάννης Πάριος, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γιάννη Βαρθακούρη, έλληνας τραγουδιστής και συνθέτης.
Μπάμπης Στόκας, έλληνας τραγουδιστής και συνθέτης, μέλος του συγκροτήματος Πυξ Λαξ.

Θάνατοι

 


μ.Χ.
  Υπατία, ελληνίδα νεοπλατωνική φιλόσοφος, αστρονόμος και μαθηματικός. (Γεν. 370)

Υπατία
370 – 415

Ελληνίδα νεοπλατωνική φιλόσοφος, αστρονόμος και μαθηματικός. Έζησε και δίδαξε στην Αλεξάνδρεια της Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αιγύπτου, όπου και δολοφονήθηκε από όχλο φανατικών χριστιανών. Θεωρείται η πρώτη γυναίκα που διακρίθηκε στα μαθηματικά.

Η Υπατία γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 370 και ήταν κόρη του μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα του Αλεξανδρέως (335-405). Έλαβε πολύ καλή εκπαίδευση στην Αθήνα και στην Ιταλία. Στην Αθήνα παρακολούθησε μαθήματα στη νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και της κόρης του Ασκληπιγένειας, ενώ μαθήτευσε και κοντά στο Πρόκλο και τον Ιεροκλή.

Μετά την επιστροφή της στην Αλεξάνδρεια ανέλαβε την εκεί σχολή των Πλατωνιστών, που ακολουθούσε τη διδασκαλία του Πλωτίνου, ενός από τους πρώτους νεοπλατωνιστές φιλοσόφους. Η ευγλωττία της Υπατίας, η σπάνια μετριοφροσύνη της και η ομορφιά της, σε συνδυασμό με τα αξιοσημείωτα πνευματικά της χαρίσματα, προσέλκυσαν μεγάλο αριθμό μαθητών. Ανάμεσά τους ήταν και ο Συνέσιος ο Κυρηναίος, ο μετέπειτα επίσκοπος Πτολεμαΐδος, του οποίου σώζονται πολλές επιστολές απευθυνόμενες προς αυτήν.

Η Υπατία αποτελούσε σύμβολο της μάθησης και της επιστήμης, οι οποίες την εποχή εκείνη ταυτίζονταν ευρέως από τους πρώτους Χριστιανούς με την ειδωλολατρία. Έτσι, υπήρξε το επίκεντρο της έντασης μεταξύ χριστιανών και εθνικών (μη χριστιανών), οι οποίες ταλαιπώρησαν αρκετά την Αλεξάνδρεια εκείνη την περίοδο.

Μετά την άνοδο του Κυρίλλου στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξανδρείας το 412, η Υπατία βρέθηκε στο στόχαστρο του πατριάρχη, εξαιτίας της σχέσης της με τον Ορέστη, τον έπαρχο της πόλης, που ήταν ειδωλολάτρης, όπως αναφέρει στο έργο του Εκκλησιαστική Ιστορία ο ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός. Στις 8 Μαρτίου του 415 δολοφονήθηκε με χαρακτηριστική αγριότητα (με διαμελισμό) από μια ομάδα φανατισμένων χριστιανών, που την αποτελούσαν μοναχοί και οπαδοί του Κυρίλλου. Ανεξάρτητα από το ακριβές κίνητρο της δολοφονίας της, η φυγή πολλών λογίων αμέσως μετά το γεγονός σήμανε την αρχή του μαρασμού της Αλεξάνδρειας ως πνευματικού κέντρου.

Σύμφωνα με το λεξικό του Σούδα ή Σουίδα (βυζαντινή εγκυκλοπαίδεια), η Υπατία έγραψε σχόλια στην Αριθμητική του Διόφαντου του Αλεξανδρέως, στα Κωνικά του Απολλώνιου από την Πέργη, και στον αστρονομικό κανόνα του Πτολεμαίου (Αλμαγέστη). Αυτά τα έργα της χάθηκαν, αλλά οι τίτλοι τους, σε συνδυασμό με τις επιστολές του Συνέσιου, ο οποίος τη συμβουλευόταν για την κατασκευή του Αστρολάβου, δείχνουν ότι είχε αφιερωθεί ιδιαίτερα στην αστρονομία και τα μαθηματικά.

Η ύπαρξη αυστηρά φιλοσοφικών έργων της μας είναι άγνωστη. Η φιλοσοφία της, περισσότερο λόγια και επιστημονική ως προς τη φύση της και λιγότερο απόκρυφη, αποτέλεσε την πεμπτουσία του Αλεξανδρινού Νεοπλατωνισμού. Η συνεισφορά της στην επιστήμη -αμφισβητούμενη πάντως- περιλαμβάνει τη χαρτογράφηση ουράνιων σωμάτων και την ανακάλυψη του αραιόμετρου ή πυκνόμετρου, ενός ειδικού οργάνου που προσδιορίζει την πυκνότητα των διαφόρων υγρών.

Σχετικά

  • Ο αστεροειδής 238 Υπατία, που ανακαλύφθηκε το 1884, πήρε το όνομά του από την ιστορική αυτή μορφή.
  • Η Υπατία επανήλθε στο προσκήνιο το 2009, μέσα από την ταινία του ισπανο-χιλιανού σκηνοθέτη Αλεχάντρο Αμενάμπαρ Αγορά (Agora, ο πρωτότυπος τίτλος), η οποία επικεντρώνεται στα τελευταία χρόνια της ζωής της. Την υποδύθηκε η αγγλίδα ηθοποιός Ρέιτσελ Βάις.
 Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, ελληνίδα πεζογράφος. (Γεν. 1867)

Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου
1867 – 1906

Ελληνίδα λογία, διηγηματογράφος και παιδαγωγός. Θεωρείται η πρώτη ελληνίδα πεζογράφος και λογοτεχνικά ανήκει στη γενιά του 1880.

Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1867 στη Βλάγκα της Κωνσταντινούπολης και ήταν κόρη του Βασιλείου Παπαδόπουλου, στρατιωτικού γιατρού του Οθωμανικού στρατού, και της συζύγου του Ελένης Φαλιέρη. Είχε έναν αδερφό, τον Ιωάννη (Τζαννή), που υπήρξε καθηγητής μεσαιωνικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Φοίτησε ως οικότροφος στο παρθεναγωγείο «Παλλάς» της Κωνσταντινούπολης  και το 1886 πήρε πτυχίο δασκάλας. Οι προοδευτικές παιδαγωγικές της αντιλήψεις προκάλεσαν ρήξη με την καθηγήτριά της Σαπφώ Λεοντιάδου και της στέρησαν την ευκαιρία υποτροφίας για σπουδές στο εξωτερικό.

Αμέσως μετά εργάστηκε σε σχολεία της περιφέρειας της Κωνσταντινούπολης, αλλά η στροφή της προς τη δημοτική γλώσσα προκάλεσε την πολεμική των συντηρητικών κύκλων και τον αποκλεισμό της από τα σχολεία της περιφέρειας της Πόλης, με απόφαση της Πατριαρχικής Κεντρικής Εκκλησιαστικής Επιτροπής. Από το 1897 έως το 1899 εργάστηκε στο Παρθεναγωγείο της Σηλυβρίας στην Ανατολική Θράκη, όπου ανέπτυξε εθνική δράση με το εκπαιδευτικό και πολιτιστικό έργο της.

Ακολούθως κατέφυγε στο Βουκουρέστι και ως το 1902 παρέδιδε μαθήματα κατ’ οίκον σε παιδιά πλουσίων ομογενών και συνεργαζόταν με το κοινοτικό παρθεναγωγείο «Ευαγγελισμός». Παράλληλα, παρακολουθούσε μαθήματα φιλοσοφίας και αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο της πόλης και συνέχιζε να δημοσιεύει κείμενά εθνικού περιεχομένου στον τοπικό Τύπο. Από το Βουκουρέστι ταξίδεψε αρχικά στην Κωνσταντινούπολη και τη Βιέννη και κατέληξε στη Θεσσαλονίκη, όπου από το 1905 ως το 1906 ανέλαβε τη διεύθυνση του «Πρακτικού Παρθεναγωγείου» του Στέφανου Νούκα.

Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου πρωτοπαρουσιάστηκε στο χώρο των γραμμάτων το 1888 με τη δημοσίευση της έμμετρης κωμωδίας «Λαχειοφόρον Γραμμάτιον» στο «Ημερολόγιον των Κυριών» της Κωνσταντινούπολης (1888-1889), του οποίου υπήρξε συνεκδότις. Το 1889 πραγματοποίησε την πρώτη της έκδοση, με τη συλλογή διηγημάτων «Δεσμίς διηγημάτων», την οποία προλόγισε ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Ακολούθησε η συλλογή διηγημάτων «Διηγήματα. Μέρος Α’» (1891) και η νουβέλα «Ημερολόγιον της δεσποινίδος Λεσβίου» (1894).

Το μεγαλύτερο μέρος του πεζογραφικού, αλλά και του χρονογραφικού και αρθρογραφικού έργου της, δημοσίευσε στο περιοδικό της Κωνσταντινούπολης «Φιλολογική Ηχώ» κατά τη διετία 1896-1897, περίοδο κατά την οποία αναμείχθηκε και στο δημοτικιστικό κίνημα. Συχνά υπέγραφε με ψευδώνυμα, όπως Σατανίσκη, Βοσπορίς και Θρακοπούλα. Συνεργάστηκε, επίσης, με εφημερίδες και περιοδικά της Κωνσταντινούπολης και της Αθήνας.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής της ταλαιπωρήθηκε από προβλήματα υγείας. Έπασχε από καρκίνο του στομάχου και πέθανε στο νοσοκομείο του Επταπυργίου της Κωνσταντινούπολης στις 8 Μαρτίου 1906, σε ηλικία 39 ετών.

Το αφηγηματικό έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου τοποθετείται χρονικά στην πεζογραφική παραγωγή της λεγόμενης γενιάς του 1880, η οποία εκπροσώπησε την άνθιση του πεζού - ιδιαίτερα του διηγηματικού - λόγου στη χώρα μας. Ωστόσο, το έργο της αποκλίνει από την κυρίαρχη για την εποχή τάση της λυρικής ηθογραφίας στον ελληνικό πεζό λόγο. Βασικός άξονας της γραφής της Παπαδοπούλου είναι ο κοινωνικός και πολιτικός προβληματισμός, ενώ η τεχνοτροπία της κινείται στα πλαίσια του ρεαλισμού και της ψυχογραφικής διείσδυσης.

Τα πιο συνηθισμένα μοτίβα που κυριαρχούν στο έργο της είναι: ορφάνια, απονιά, συζυγική αφοσίωση και απιστία, προίκα και γάμος, οικιακά έργα και χειραφέτηση. Οραματίζεται ένα κόσμο ηθικό και νιώθει την ανάγκη να καυτηριάσει την ανηθικότητα. Κάποτε, μάλιστα, γίνεται αφοριστικά αυστηρή, καθώς παίρνει το φραγγέλιο κατά των κυριών της εποχής της, ενώ είναι εμφανής η τάση της για διδακτισμό.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ



Πραξιτέλης Μουτζουρίδης
1885 – 1964

Έλληνας δικηγόρος και πολιτικός. Διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής για βραχύ χρονικό διάστημα (1 Δεκεμβρίου 1949 - 8 Ιανουαρίου 1950).

Ο Πραξιτέλης Μουτζουρίδης γεννήθηκε το 1885 στο Ναύπλιο. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στη συνέχεια άσκησε τη δικηγορία στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Διετέλεσε κατ’ επανάληψη πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου, ενώ επί 35 χρόνια διακόνησε την τοπική αυτοδιοίκηση, ως δημοτικός σύμβουλος, αντιπρόεδρος και πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ναυπλιέων.

Το 1936 πέρασε στην κεντρική πολιτική σκηνή και εξελέγη βουλευτής Αργολιδοκορινθίας με το Λαϊκό Κόμμα. Στις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές της 31η Μαρτίου 1946 επανεξελέγη βουλευτής με το Λαϊκό Κόμμα και ανέλαβε πρώτος αντιπρόεδρος της Δ' Αναθεωρητικής Βουλής. Την 1η Δεκεμβρίου 1949, μετά την παραίτηση του Σπύρου Θεοτόκη, εξελέγη πρόεδρος της Βουλής για σύντομο χρονικό διάστημα, έως ότου διαλυθεί η Βουλή στις 8 Ιανουαρίου 1950 για τη διενέργεια των εκλογών της 5ης Μαρτίου. Ο ίδιος επανεξελέγη βουλευτής με το Λαϊκό Κόμμα, αλλά στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 απέτυχε να εκλεγεί και αποχώρησε από την πολιτική ζωή.

Ο Πραξιτέλης Μουτζουρίδης αρθρογραφούσε σχεδόν για 40 χρόνια στην τοπική εφημερίδα Το Σύνταγμα, όπως και σε αθηναϊκές εφημερίδες. Παράλληλα, έγραφε ποίηση, αλλά δεν εξέδωσε ποτέ τα ποιήματά του. Πέθανε στις 8 Μαρτίου 1964, σε ηλικία 79 ετών.

Αλόη Σιδέρη, ελληνίδα εκπαιδευτικός, ποιήτρια και διακεκριμένη μεταφράστρια. (Γεν. 1929)

πηγη: www.sansimera.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου