Loading...

Κατηγορίες

Τετάρτη 06 Ιούν 2018
Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018
 
Ανατολή Ήλιου: 06:01 – Δύση Ήλιου: 20:46

Σαν Σήμερα...

Στη Διάσκεψη της Λωζάνης καθορίζονται οριστικά τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Σύνορο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ορίζεται το μέσο του ρου του ποταμού Έβρου. Η Άγκυρα ανακαλεί κάθε αντίρρηση για παραχώρηση του Καστελόριζου στην Ιταλία.
Η Συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. Υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη). Η υπογραφείσα συνθήκη ήταν το αποτέλεσμα της σχετικής διάσκεψης που ξεκίνησε στις 7 Νοεμβρίου 1922 μεταξύ των προαναφερομένων μελών.
  1. Ιστορικό

    Κατήργησε την Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας που διαδέχθηκε τον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης. Μετά την εκδίωξη από την Μικρά Ασία του Ελληνικού στρατού από τον Τουρκικό υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ, εμφανίστηκε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.

    Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, συγκεκριμένα την Ίμβρο και την Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.

    Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (ελλείψει χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.

    Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου.

    Η ανταλλαγή μειονοτήτων που πραγματοποιήθηκε προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Μετακινήθηκαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα 1.650.000 Τούρκοι υπήκοοι (άλλοι κάνουν λόγο για περίπου 2.000.000), χριστιανικού θρησκεύματος και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι, μουσουλμανικού θρησκεύματος[2]. Η θρησκεία και όχι η εθνικότητα αποτέλεσε το βασικό κριτήριο για την ανταλλαγή [3]. Σύμφωνα με το άρθρο 2β της συνθήκης χρησιμοποιήθηκε ο όρος Μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι. Αυτό οφείλεται στο ότι κατά την οθωμανική αυτοκρατορία η θρησκεία μετρούσε πολύ περισσότερο από ότι η εθνικότητα και από την άλλη πλευρά η Τουρκία ήθελε όλοι οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης να παραμείνουν. Στα Βαλκάνια χρησιμοποιείται ο όρος Τούρκος αρκετές φορές ως συνώνυμο με τον μουσουλμάνο επειδή στο σύστημα των Οθωμανικών μιλέτ (ήταν κύριο στοιχείο στην διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) όλοι οι μουσουλμάνοι ανήκαν σε μια ενιαία κοινότητα.

    Μεταξύ των ανταλλάξιμων περιελαμβάνονταν επίσης οι Έλληνες του Πόντου, αλλά και τουρκόφωνοι Έλληνες, όπως τουρκόφωνοι Πόντιοι και Καραμανλήδες, καθώς και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι, όπως οι Βαλαάδες της Δυτικής Μακεδονίας. Μαζί με τους Έλληνες, πέρασε στην Ελλάδα και αριθμός Αρμενίων και Συροχαλδαίων. Εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή οι Έλληνες κάτοικοι της νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης (οι 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των περιχώρων, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι πριν από τις 30 Οκτωβρίου του 1918) και οι κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου (6.000 κάτοικοι), ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν 110.000 Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.

    Επιπλέον, βάσει του άρθρου 23, με όλα τα δεινά που η Συνθήκη αυτή συσσώρευσε στον Μικρασιατικό Ελληνισμό, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου.

    Ελληνοτουρκική Σύμβαση της Λωζάνης

    Στις 24 Ιουλίου 1923 υπογράφηκε η Συνθήκη της Λωζάνης. Έξι μήνες πριν, στις 30 Ιανουαρίου 1923, είχε υπογραφτεί η ελληνοτουρκική Σύμβαση, η οποία ρύθμιζε την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Προβλεπόταν η υποχρεωτική ανταλλαγή μεταξύ των Ελλήνων ορθοδόξων κατοίκων από την Τουρκία και των Μουσουλμάνων κατοίκων από την Ελλάδα. Αυτή η Σύμβαση θα ίσχυε τόσο για αυτούς που παρέμεναν στις εστίες τους, όσο και για εκείνους που είχαν ήδη καταφύγει στην ομόθρησκη χώρα. Μάλιστα, η ανταλλαγή ίσχυσε αναδρομικά για όλες τις μετακινήσεις που έγιναν από τη μέρα που κηρύχθηκε ο Α' Βαλκανικός πόλεμος (18 Οκτωβρίου 1912). Από την ανταλλαγή αυτή εξαιρέθηκαν οι Έλληνες ορθόδοξοι από την Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρος και την Τένεδος, καθώς και οι Μουσουλμάνοι από την Δυτική Θράκη. Το θέμα της ανταλλαγής ετέθη από τον Νορβηγό Φρίντγιοφ Νάνσεν, 'Υπατο Αρμοστή της Κοινωνίας των Εθνών για τους πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή.

    Σύμβαση Ανταλλαγής

    Οι ανταλλάξιμοι, σύμφωνα με τη σύμβαση ανταλλαγής:

    • θα απέβαλαν την παλιά ιθαγένεια και θα αποκτούσαν την ιθαγένεια της χώρας στην οποία εγκαθίσταντο
    • είχαν δικαίωμα να μεταφέρουν την κινητή τους περιουσία
    • είχαν δικαίωμα να πάρουν από το κράτος στο οποίο μετανάστευαν ως αποζημίωση περιουσία ίσης αξίας με την ακίνητη περιουσία που εγκατέλειπαν φεύγοντας
    • θα διευκολύνονταν στην μετακίνησή τους από τη Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής.

    Η συμφωνία αυτή για ανταλλαγή πληθυσμών διέφερε από τις προηγούμενες. Καθιέρωνε για πρώτη φορά τη μαζική μετακίνηση πληθυσμών κι είχε υποχρεωτικό χαρακτήρα, ενώ οι μέχρι τότε συμφωνίες προέβλεπαν εθελοντική μετανάστευση κατοίκων κάποιων επίμαχων περιοχών.

    Όταν έγινε γνωστή η υπογραφή της Σύμβασης και οι όροι της, οι πρόσφυγες που βρίσκονταν στην Ελλάδα αντέδρασαν έντονα. Σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας συγκρότησαν συλλαλητήρια, διατρανώνοντας την απόφασή τους να εμποδίσουν την εφαρμογή της. Η πραγματικότητα όμως, όπως είχε διαμορφωθεί μετά την έξοδο χιλιάδων Ελλήνων από τις πατρογονικές τους εστίες και την άρνηση από πλευράς Τουρκίας να δεχθεί την επιστροφή τους, ανάγκασε την ελληνική αντιπροσωπεία να συμφωνήσει. Εξάλλου, η υπογραφή της Σύμβασης υποβοηθούσε τις βλέψεις των ηγετών των δυο χωρών(Βενιζέλος, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ) για την διασφάλιση και αναγνώριση των συνόρων τους, την επίτευξη ομοιογένειας και την απρόσκοπτη ενασχόληση με την εσωτερική μεταρρύθμιση και ανάπτυξη. Σύμφωνη με αυτή την Σύμβαση ήταν και η Κοινωνία των Εθνών.

    Με βάση το άρθρο 11 της Σύμβασης της Λωζάνης ιδρύθηκε η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Την αποτελούσαν έντεκα μέλη ( 4 Έλληνες, 4 Τούρκοι και 3 μέλη-πολίτες ουδέτερων κατά τον Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κρατών) με αρμοδιότητα τον καθορισμό του τρόπου μετανάστευσης των πληθυσμών και της εκτίμησης της ακίνητης περιουσίας των ανταλλαξίμων.

    Παραπομπές

    1. Φύλλο εφημερίδας 'Έθνος' της 8 Νοεμβρίου 1922, σελ. 4: "Η χθεσινή έναρξις της διασκέψεως της Λωζάννης"
    2. Συνθήκη της Λωζάνης, τμήμα VI, άρθρο 1
    3. «Turks». The Encyclopedia of Islam. 10. Brill, σσ. 699.
    4. Renée Hirschon (editor) (2003). Studies in forced migration, Vol. 12 / Crossing the Aegean: an appraisal of the 1923 compulsory population exchange between Greece and Turkey. Berghahn Books, σελ. 98. ISBN 978-1-57181-562-0.
    5. Βλάσης Αγτζίδης. «Οι εξισλαμισμένοι Έλληνες στη σημερινή Τουρκία». Hellenic Resources Network. Ανακτήθηκε στις 5 Μαΐου 2011.
    6. Συνθήκη της Λωζάνης, τμήμα VI, άρθρο 2
    7. Καρεκλάς, Ιάκωβος (2014). Διεθνές Δίκαιο: Με έμφαση στο Δίκαιο του Πολέμου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 152. ISBN 978-960-562-266-4.«Η Σύμβαση της Λωζάνης και η ανταλλαγή των πληθυσμών».

     

    Γεγονότα

     


    μ.Χ.
    Ο Λιβάι Στράους παρουσιάζει το πρώτο παντελόνι τζιν.

    Η ιστορία του τζιν

    Τα πρώτα τζιν φορέθηκαν από εργάτες σε ορυχεία

    Τα πρώτα τζιν φορέθηκαν από εργάτες σε ορυχεία

    Η ιστορία του τζιν -ενός κατεξοχήν αμερικάνικου ενδύματος- είναι περίπου τόσο παλιά, όσο κι αυτή της ίδιας της Αμερικής. Από μία εκδοχή του συγκεκριμένου υφάσματος ήταν κατασκευασμένα τα πανιά στις καραβέλες Νίνα, Πίντα και Σάντα Μαρία, με τις οποίες έφτασε το 1492 στον Νέο Κόσμο ο Χριστόφορος Κολόμβος.

    Περίπου τρεισήμισι αιώνες αργότερα, το 1850, ένας 20χρονος βαυαρός μετανάστης, ο Λιβάι Στρος, ξεκίνησε από τη Νέα Υόρκη για την Καλιφόρνια, ακολουθώντας το ρεύμα των χρυσοθήρων. Πωλούσε το ανθεκτικό καραβόπανο, που είχε χρησιμοποιήσει ο Κολόμβος, για την κατασκευή σκηνών και σκεπάστρων για τα βαγονέτα. Αυτό που χρειάζονταν, όμως, περισσότερο οι χρυσοθήρες ήταν ρούχα που να αντέχουν στις δοκιμασίες της Άγριας Δύσης.

    Έτσι, ο Στρος σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει το ύφασμά του για να φτιάξει ανθεκτικά παντελόνια. Τα παρουσίασε στις 6 Ιουνίου 1850 κι έγιναν ανάρπαστα. Λόγο της γενοβέζικης καταγωγής τους -τζένοαν για τους αμερικανούς- ονομάστηκαν τζινς.

    Σύντομα, όμως, οι χρυσοθήρες άρχισαν να διαμαρτύρονται ότι το σκληρό καραβόπανο τους προκαλούσε διάφορους ερεθισμούς. Για το λόγο αυτό, ο Στρος αποφάσισε να αντικαταστήσει το ύφασμα με ένα γαλλικό βαμβακερό, διαγώνιας ύφανσης, το οποίο ονομαζόταν Serge de Nimes κι έγινε γνωστό ως ντένιμ - δίμιτο στα ελληνικά.

    Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι εργάτες στα ορυχεία ήταν ότι οι τσέπες τους σκίζονταν εύκολα. Τη λύση σκέφτηκε ένας πελάτης του Στρος, ο Τζέικομπ Ντέιβις, και δεν ήταν άλλη από τις μεταλλικές κόπιτσες που φέρουν και τα σημερινά τζινς. Όμως, δεν διέθετε τα απαραίτητα χρήματα για να κατοχυρώσει την ιδέα του. Πρότεινε, λοιπόν, στον Λιβάι Στρος να πληρώσει εκείνος για την πατέντα και να μοιραστούν τα κέρδη από την εμπορική εκμετάλλευσή της. Το πρώτο παντελόνι με κόπιτσες πωλήθηκε στις 20 Μαΐου του 1874, στην τιμή των 13 δολαρίων η δωδεκάδα.

    Τα πρώτα τζιν, έως τις αρχές του 1860, ήταν μπεζ, αλλά ήδη είχαν τον κωδικό 501. Τότε ήταν που κυριάρχησε το μπλε, καθώς είναι το χρώμα που λερώνεται λιγότερο. Η δερμάτινη ετικέτα, που απεικονίζει δύο άλογα να τραβούν ένα τζιν, προστέθηκε στο πίσω μέρος του παντελονιού το 1886. Η εταιρία Levi Strauss & Co, η οποία είχε ιδρυθεί από το 1853, χρησιμοποίησε αυτή την παράσταση για να διαφημίσει την ανθεκτικότητα των προϊόντων της.

    Μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο το τζιν παρέμεινε ένα ρούχο εργασίας. Στη δεκαετία του '50 η εξέγερση των νέων ενάντια στον κοινωνικό κομφορμισμό έφερε τη μαζική εξάπλωσή του. Μία έρευνα το 1958 στις Η.Π.Α. αποκάλυπτε ότι το 90% των νέων φορούσε το τζιν σε όλες τις περιστάσεις. Ανάλογη πορεία ακολούθησε και στην Ευρώπη, ενώ το 1970 αποτέλεσε τη νέα πρόταση στις παριζιάνικες πασαρέλες από τον γάλλο σχεδιαστή μόδας Υβ Σεν Λοράν.

    ΦΩΤΟΘΗΚΗ


     Νέα δολοφονική απόπειρα σημειώνεται κατά του Ελευθέριου Βενιζέλου, αυτή τη φορά στην Αθήνα, την ώρα που βρίσκεται μαζί με τη σύζυγό του Έλενα στο αυτοκίνητο.

    Η δεύτερη απόπειρα δολοφονίας κατά του Ελευθέριου Βενιζέλου

    Το βράδυ της 6ης Ιουνίου 1933, ο Ελευθέριος Βενιζέλος μαζί με τη σύζυγό του Έλενα γευμάτιζαν στο σπίτι της Πηνελόπης Δέλτα στην Κηφισιά. Παρέμειναν εκεί ως τις 11 το βράδυ, οπότε πήραν το δρόμο της επιστροφής για την Αθήνα.

    Το ζεύγος Βενιζέλου επέβαινε σε ένα αυτοκίνητο τύπου «Πακάρ», ενώ ακολουθούσε ένα «Φορντ» με τους άνδρες ασφαλείας. Τα δύο οχήματα κινούνταν με μέση ταχύτητα 50 χιλιομέτρων στη Λεωφόρο Κηφισίας. Όταν έφθασαν στο ύψος του κέντρου «Παράδεισος» στο νότιο Μαρούσι ένα αυτοκίνητο με σβησμένα τα φώτα έκλεισε το δρόμο του αυτοκινήτου ασφαλείας του Βενιζέλου. Ταυτόχρονα, ακούσθηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί και ο σωματοφύλακας Μαρκάκης, που επέβαινε στο συνοδευτικό αυτοκίνητο, κτυπήθηκε στο κεφάλι και πέθανε λίγο αργότερα.

    Οι επιδρομείς στράφηκαν αμέσως κατά του αυτοκίνητου του Ελευθερίου Βενιζέλου, που εκείνη την περίοδο ήταν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, έχοντας μόλις χάσει τις εκλογές. Άρχισαν πυρ ομαδόν. Ο Βενιζέλος διατήρησε την ψυχραιμία του και συμπαρέσυρε τη γυναίκα του στο δάπεδο της «Πακάρ», δίνοντας παράλληλα εντολή στον οδηγό του Ιωάννη Νικολάου να αναπτύξει ταχύτητα για να ξεφύγουν από τους διώκτες τους.

    Μετ' ολίγο και παρά την αντίδραση του Βενιζέλου, ο συνοδηγός μοίραρχος Κουφογιαννάκης αποβιβάστηλε, προκειμένου να καθυστερήσει το αυτοκίνητο των δολοφόνων. Το συνοδευτικό αυτοκίνητο, λόγω της παλαιότητάς του, τέθηκε εκτός μάχης και δεν μπόρεσε να παράσχει προστασία στον Εθνάρχη και τη σύζυγό του. Η κούρσα θανάτου με καταιγισμό πυροβολισμών διήρκεσε περίπου μισή ώρα, ώσπου το «Πακάρ» του Βενιζέλου κατόρθωσε να ξεφύγει από τους διώκτες του στο ύψος του Γηροκομείου. Κατευθύνθηκε προς το νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» για να προσφερθούν οι πρώτες βοήθειες στην Έλενα Βενιζέλου, που είχε τραυματισθεί ελαφρά.

    Σε λίγο, όλη η Αθήνα μιλούσε για την απόπειρα και πλήθος φίλων και συνεργατών του Βενιζέλου τον επισκέφθηκε στο «Ευαγγελισμό». Η χώρα καθ' όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου ταλανιζόταν από τη διαμάχη βενιζελικών και αντιβενιζελικών, δημοκρατικών και βασιλικών, που οδήγησε τελικά στην κατάλυση του κοινοβουλευτισμού και στην επιβολή της δικτατορίας Μεταξά το 1936.

    Ο πρωθυπουργός Παναγής Τσαλδάρης αποδοκίμασε την πράξη και δήλωσε ότι «θα συλληφθούν οι δράστες οπωσδήποτε, διότι οι υπεύθυνοι υπουργοί και αστυνομικοί δεν θα διατηρηθούν εις τας θέσεις τους, εάν δεν εκπληρώσουν μέχρι κεραίας το καθήκον τους». Ο κορίνθιος πολιτικός, ηγέτης του Λαϊκού Κόμματος, φιλοβασιλικός, σώφρων και έντιμος πολιτικός, με τη δήλωση αυτή παραδεχόταν εμμέσως την ανάμιξη κρατικών λειτουργών στην απόπειρα κατά του πολιτικού του αντιπάλου. Ο Εθνάρχης, από την πλευρά του, χαρακτήρισε πολιτικά υπεύθυνο τον πρωθυπουργό, τον Κονδύλη, ενώ άφησε υπόνοιες κατά του Ιωάννη Μεταξά.

    Τα πνεύματα μεταξύ των δύο πλευρών οξύνθηκαν και έφθασαν σε σημείο παράνοιας. Κυβερνητικοί βουλευτές θύμιζαν στους συναδέλφους τους της αντιπολίτευσης τη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη από τους βενιζελικούς το 1920 («Ιουλιανά»), θέλοντας να δικαιολογήσουν την απόπειρα κατά του Βενιζέλου.

    Στις 8 Ιουνίου η εφημερίδα «Ελληνική», όργανο του Ιωάννη Μεταξά, έγραφε σε κύριο άρθρο της: «Τους ήρωας της οδού Κηφισιάς, αυτών των οποίων τα ονόματα θα τιμήση η εθνική ιστορία με χρυσά γράμματα, ας τους μιμηθώμεν όλοι, αφού τα ύψιστα συμφέροντα της πατρίδας αυτό απαιτούν. Εις τας απειλάς του βενιζελισμού πρέπει ο αντιβενιζελισμός να απαντήση με έργα της αγριωτέρας σκληρότητος, εάν δεν θέλη να ατιμασθή και να εξευτελισθή… Γίγαντες του αντιβενιζελικού λαού, εγερθήτε και ορμήσατε! Εις την ορμήν σας δε ας μη υπάρξη ούτε οίκτος ούτε έλεος διά την συντριβήν και τον αφανισμόν των αντιπάλων σας…»

    Στις 10 Ιουνίου 1933 ο ανακριτής Τζωρτζάκης, παρά τις πιέσεις, διατάσσει τη σύλληψη του διοικητή της Γενικής Ασφάλειας, Ιωάννη Πολυχρονόπουλου, του αδελφού του Νικολάου, που ήταν έμπορος, των αστυνόμων Μαρκάκου και Τζαμαλούκα και του λήσταρχου Καραθανάση, που είχε αμνηστευτεί. Η σύλληψη ενός τόσου υψηλόβαθμού στελέχους της Αστυνομίας προκαλεί μεγάλη εντύπωση, καθώς ήταν προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού. Αποχρώσες ενδείξεις ηθικής αυτουργίας προέκυψαν και για δύο στελέχη του Λαϊκού Κόμματος, τον υπουργό Εσωτερικών Ιωάννη Ράλλη και τον βουλευτή Οιτύλου Πέτρο Μαυρομιχάλη. Όμως, η κυβερνητική πλειοψηφία δεν συναίνεσε στην άρση της βουλευτικής τους ασυλίας.

    Η δίκη των κατηγορουμένων για την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου θα ξεκινήσει στις 22 Φεβρουάριου 1935. Στο εδώλιο θα καθίσουν συνολικά 18 άτομα, μεταξύ αυτών δύο υψηλόβαθμοι αστυνομικοί, ο Ιωάννης Πολυχρονόπουλος και Αθανάσιος Δικαίος, που κατηγορούνται ως ηθικοί αυτουργοί και οι τέσσερις φυσικοί αυτουργοί, με επικεφαλής τον λήσταρχο Καραθανάση, που είχε συλληφθεί από απόστρατους βενιζελικούς αξιωματικούς, καθώς η αστυνομία ολιγωρούσε.

    Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας θα αποκαλυφθεί ότι για την απόπειρα κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου είχαν διατεθεί 2.000.000 δραχμές με άγνωστο χρηματοδότη. Η δίκη δεν τελείωσε ποτέ. Αναβλήθηκε «επ' αόριστον», επειδή μεσολάβησε το βενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935, που κατέληξε σε αποτυχία και συνετέλεσε στην κυριαρχία των φιλοβασιλικών δυνάμεων, που επανέφεραν από την εξορία τον Γεώργιο Β'.

     «D-Day». Οι Σύμμαχοι αποβιβάζονται στη Νορμανδία και αρχίζει η μεγάλη επίθεση, που θα κρίνει κατά πολύ τον τελικό νικητή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

    Η Απόβαση στη Νορμανδία

    Η Απόβαση στη Νορμανδία ή D-Day, όπως έμεινε στην ιστορία.

    Η Απόβαση στη Νορμανδία ή D-Day, όπως έμεινε στην ιστορία.

    Το συννεφιασμένο πρωινό της 6ης Ιουνίου 1944 πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και η μεγαλύτερη αμφίβια επιχείρηση στα στρατιωτικά χρονικά, η απόβαση στη Νορμανδία ή D-Day, όπως έμεινε στην ιστορία. Επρόκειτο για ένα κρίσιμο πλήγμα εναντίον της ναζιστικής Γερμανίας και, όπως συμφωνούν οι ιστορικοί, ένα από τα σημεία που έκριναν την έκβαση του πολέμου.

    Η προετοιμασία για την Απόβαση στη Νορμανδία

    Οι διαφωνίες των Συμμάχων για το αν θα έπρεπε να ασκηθεί πίεση από Νότο προς Βορρά ή να γίνει απόβαση μέσω Μάγχης, προκειμένου να ηττηθεί η Γερμανία, λύθηκαν στη Διάσκεψη της Τεχεράνης (28 Νοεμβρίου - 1 Δεκεμβρίου 1943). Ο Στάλιν, υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ, επέμενε ότι η εισβολή στη Γαλλία ήταν ο μόνος τρόπος να ηττηθεί η Γερμανία.

    Τον Ιανουάριο του 1944 άρχισε να προετοιμάζεται η επιχείρηση «Επικυρίαρχος» (Operation Overlord). O αμερικανός στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ ορίστηκε ανώτατος διοικητής, με βρετανούς διοικητές στο στρατό ξηράς, στο ναυτικό και την αεροπορία. Σύμφωνα με το σχέδιο, η επίθεση θα γινόταν σ’ ένα στενό μέτωπο στη Νορμανδία, στις βόρειες ακτές της Γαλλίας, από πέντε σώματα στρατού. Για την πραγματοποίησή της, ο Αϊζενχάουερ έπρεπε να συγκροτήσει τον μεγαλύτερο στην ιστορία στόλο που επιχείρησε ποτέ απόβαση. Σε περίπτωση επιτυχίας, η απόβαση θα αποτελούσε την απαρχή προέλασης μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων προς Ανατολάς μέσω της Γαλλίας, κατευθείαν στην καρδιά της ναζιστικής Γερμανίας.

    Το βασικότερο μέλημα για τους σχεδιαστές της επιχείρησης ήταν να μη μάθουν οι Γερμανοί το σημείο της απόβασης. Έτσι, οι δυνάμεις τους θα ήταν αναγκασμένες να αναπτυχθούν σε ολόκληρη την ακτογραμμή. Είχε καταρτιστεί εξάλλου σχέδιο παραπλάνησης, η επιχείρηση «Σωματοφύλακας» (Operation Bodygard), που κατόρθωσε πέραν πάσης προσδοκίας να πείσει τον Χίτλερ ότι κύριος στόχος ήταν η περιοχή του Καλέ, αρκετά βορειότερα της Νορμανδίας. Παρότι στη Γαλλία υπήρχαν 58 γερμανικές μεραρχίες, μόνο οι 14 βρίσκονταν στις ακτές της Νορμανδίας. Μεγάλη σημασία είχε και η αξιοποίηση της αεροπορικής υπεροχής των Συμμάχων, ώστε να εξουδετερωθεί η εχθρική πολεμική αεροπορία και να απομονωθεί το συγκοινωνιακό δίκτυο της Βόρειας Γαλλίας.

    Ενώ τα σχέδια τής απόβασης καταρτίζονταν από Αμερικανούς και Βρετανούς στρατιωτικούς στην Αγγλία, ο Γερμανός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ - γνωστός ως «αλεπού της ερήμου», από την προηγούμενη θητεία του στο αφρικανικό μέτωπο- επιφορτισμένος με την αναχαίτιση της αναμενόμενης απόβασης, ενίσχυσε τη γερμανική αμυντική οχύρωση κατά μήκος της ακτής της Γαλλίας με υποβρύχια εμπόδια, δεξαμενές καυσίμων, ανθεκτικές στους βομβαρδισμούς, καθώς και με ναρκοπέδια. Το βασικό του πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να περιφρουρεί 3.000 μίλια δυτικοευρωπαϊκής ακτής, από την Ολλανδία έως τα ιταλικά σύνορα.

    Η Απόβαση

    Η απόβαση στη βόρεια Γαλλία από την Αγγλία προγραμματίστηκε τελικά για τις 5 Ιουνίου 1944, αλλά αναβλήθηκε για ένα εικοσιτετράωρο, λόγω της κακοκαιρίας που επικρατούσε στο στενό της Μάγχης. Συγκροτήθηκε ένας τεράστιος στόλος, με επικεφαλής τον άγγλο ναύαρχο Μπέρτραμ Ράμσεϊ, ο οποίος περιλάμβανε 1.200 πολεμικά πλοία, 10.000 αεροπλάνα, 4.126 αποβατικά σκάφη, 804 μεταγωγικά πλοία και εκατοντάδες τεθωρακισμένα άρματα αμφίβιων και άλλων αποστολών. 156.000 άνδρες (73.000 Αμερικανοί και 83.000 Βρετανο-Καναδοί) θα αποβιβάζονταν στη Νορμανδία, από τους οποίους 132.000 θα μεταφέρονταν με πλοία μέσω Μάγχης και 23.500 με αεροπλάνα. Τις χερσαίες δυνάμεις διοικούσε ο άγγλος στρατηγός Μπέρναρντ Μοντγκόμερι, που είχε απέναντί του ένα παλαιό γνώριμό του από τις επιχειρήσεις στην Αφρική, τον γερμανό στρατάρχη Έρβιν Ρόμελ.

    Η απόβαση με την κωδική ονομασία «Ποσειδών» (Operation Neptune) άρχισε πριν από την αυγή της 6ης Ιουνίου σε πέντε ακτές κατά μήκος της Νορμανδίας, οι οποίες έφεραν τις κωδικές ονομασίες Utah (Γιούτα), Omaha (Όμαχα), Gold (Χρυσός), Juno (Ήρα) και Sword (Σπαθί). Οι παραλίες που είχαν επιλεγεί για την απόβαση εκτείνονταν από τον ποταμόκολπο του Ορν ως το νοτιοδυτικό άκρο της χερσονήσου Κοταντέν. Την παραμονή της επιχείρησης βρετανικές μονάδες καταδρομέων είχαν πέσει πίσω από της γραμμές του εχθρού, καταλαμβάνοντας γέφυρες - κλειδιά και αχρηστεύοντας τις επικοινωνίες των Γερμανών.

    Οι τέσσερις ακτές καταλήφθηκαν εύκολα και γρήγορα από τις συμμαχικές δυνάμεις, ενώ στην πέμπτη, την «Όμαχα», αντιμετώπισαν σκληρή γερμανική αντίσταση. Με το σούρουπο μεγάλα προγεφυρώματα είχαν ήδη δημιουργηθεί και στις πέντε περιοχές της απόβασης και η τελική επιχείρηση για τη συντριβή τής Γερμανίας είχε αρχίσει.

    Για την επιτυχία της απόβασης, καθοριστική ήταν η αεροπορική υπεροχή των Συμμάχων. Τα αεροπλάνα τους κατέστρεψαν τις περισσότερες γέφυρες του Σηκουάνα στ’ ανατολικά και του Λίγηρα στα νότια, εμποδίζοντας έτσι τους Γερμανούς να ενισχύσουν έγκαιρα τις προκεχωρημένες μονάδες τους στα προγεφυρώματα των ακτών της Νορμανδίας.

    Οι Σύμμαχοι προ των πυλών της Γερμανίας

    Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, οι Βρετανοί θα καταλάμβαναν τη στρατηγικής σημασίας πόλη Καν την πρώτη ημέρα της απόβασης. Παρότι εξουδετέρωσαν γρήγορα τη γερμανική άμυνα, εν τούτοις έπρεπε να περιμένουν έως τις 9 Ιουλίου για να εισέλθουν νικηφόρα στην πόλη, εξαιτίας της εμφάνισης μιας μεραρχίας Πάντσερ, που καθήλωσαν τις δυνάμεις τους, αλλά και των διαφωνιών μεταξύ Αϊζενχάουερ και Μοντγκόμερι για θέματα τακτικής. Στον τομέα τους, οι Αμερικανοί αντιμετώπισαν σοβαρή αντίσταση στη χερσόνησο Κοταντέν, αλλά τελικά κατέλαβαν το ζωτικής σημασίας λιμάνι του Χερβούργου στις 26 Ιουνίου.

    Οι συνεχείς συγκρούσεις έφθειραν τα γερμανικά στρατεύματα και στις 25 Ιουλίου ο στρατηγός Ομάρ Μπράντλεϊ διέσπασε το δυτικό μέτωπο και μέσα σε λίγες μέρες εξάλειψε κάθε αντίσταση στην πορεία του προς τον Σηκουάνα. Αντεπίθεση των γερμανικών τεθωρακισμένων στο Μορτέν αποκρούστηκε (7-13 Αυγούστου). Στα τέλη Αυγούστου οι Σύμμαχοι διέσχισαν τον Σηκουάνα και τον Σεπτέμβριο βρίσκονταν μπροστά στα γερμανικά σύνορα.

    Οι Rolling Stones κυκλοφορούν το «(I Can’t Get No) Satisfaction».
    O ρώσος μαθηματικός Αλεξέι Παζίτνοφ παρουσιάζει το δημοφιλές βιντεοπαιχνίδι - παζλ «Tetris». Η ονομασία του προέρχεται από το ελληνικό αριθμητικό πρόθημα «τέτρα-» και τη λέξη «τένις».

    Γεννήσεις

     


    μ.Χ.
    Τόμας Μαν, γερμανός συγγραφέας, που βραβεύτηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1929. («Το μαγικό βουνό», «Δρ Φάουστους», «Θάνατος στη Βενετία»). Στο αριστούργημά του, «Το Μαγικό Βουνό» (1924), για το οποίο τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1929), περιγράφει τις σκέψεις ενός ετοιμοθάνατου φυματικού γύρω από την ζωή, την ασθένεια, την επιστήμη και τον θάνατο αντικατοπτρίζοντας παράλληλα τη γενικότερη κατάσταση φθοράς και έκπτωσης των αξιών της Ευρώπης λίγο πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. (Θαν. 12/8/1955)

    Κική Δημουλά, ελληνίδα ποιήτρια.

    Δημήτρης Αβραμόπουλος, έλληνας πολιτικός.

    Θάνατοι

     


    μ.Χ.
    Λουίς Σεβρολέτ, ελβετοαμερικανός οδηγός αγώνων ταχύτητας και ιδρυτής της ομώνυμης αυτοκινητοβιομηχανίας. (Γεν. 25/12/1878)
    Καρλ Γιουνγκ, ελβετός ψυχαναλυτής, εισηγητής της αναλυτικής ψυχολογίας. (Γεν. 26/7/1875)

    Παντελής Πουλιόπουλος
    1900 – 1943

    Κομμουνιστής ηγέτης και θεωρητικός του μαρξισμού. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του ΚΚΕ (1924 - 1926) και υπήρξε σημαντική προσωπικότητα του τροτσκιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Είχε πανεπιστημιακή μόρφωση, ήξερε πολλές ξένες γλώσσες, διάβαζε τους κλασικούς του μαρξισμού στο πρωτότυπο, έκανε πολλές μεταφράσεις κι έτσι ήταν σε θέση να παρακολουθεί και να γνωρίζει τις συζητήσεις και τις διαφωνίες στο εσωτερικό, όχι μόνο του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και των άλλων ρευμάτων της Αριστεράς διεθνώς. Εκτελέστηκε από τους Ιταλούς κατά τη διάρκεια της Κατοχής.

    Γεννήθηκε στη Θήβα στις 10 Μαρτίου 1900 και ήταν ένα από τα έξι παιδιά του εμπόρου Νικολάκη Πουλιόπουλου. Το 1919 εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τον ίδιο χρόνο εισήλθε στις γραμμές του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Ελλάδος (ΣΕΚΕ), προδρόμου του ΚΚΕ. Τον επόμενο χρόνο στρατεύτηκε και εστάλη στο μικρασιατικό μέτωπο. Εκεί στρατολογήθηκε σε πυρήνα του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚΕ) και ανέπτυξε αντιπολεμική δράση. Συνελήφθη από τη στρατονομία και αντιμετώπισε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Γλύτωσε το εκτελεστικό απόσπασμα και αφέθηκε ελεύθερος, λόγω της κατάρρευσης του μετώπου. Μετά την επάνοδό του στην Αθήνα αναμίχθηκε στο Κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών και το 1924 εκλέχθηκε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας τους.

    Ο Πουλιόπουλος ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές του 3ου Εκτάκτου Συνεδρίου του ΣΕΚΕ (1924), κατά το οποίο αποφασίστηκε η υιοθέτηση του κομμουνιστικού χαρακτήρα του κόμματος και η ευθυγράμμισή του με τη Μόσχα. Το ΣΕΚΕ μετονομάστηκε σε ΚΚΕ και ο Παντελής Πουλιόπουλος εκλέχτηκε πρώτος γενικός γραμματέας του, σε ηλικία 24ων ετών. Εκπροσώπησε το κόμμα στο 5ο Συνέδριο της Κόμιντερν (Κομμουνιστικής Διεθνούς), όπου ελήφθη και η απόφαση για την αυτονομία της Μακεδονίας και της Θράκης - μια χαίνουσα πληγή ακόμη και σήμερα για το ΚΚΕ- που υιοθετήθηκε χωρίς ιδιαίτερη θέρμη από τους έλληνες κομμουνιστές.

    Στις 25 Αυγούστου 1925, ο Πουλιόπουλος μαζί με άλλους 23 συντρόφους του, προσήχθη σε δίκη με την κατηγορία ότι προωθούσε την αυτονομία της Μακεδονίας και της Θράκης. Ο ίδιος πίστευε ότι η απόφαση της Κόμιντερν και της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας εξυπηρετούσε τον βουλγαρικό εθνικισμό, αλλά δεν ήθελε να εκφράσει τη διαφωνία του μπροστά στους διώκτες του. Η πεντάωρη απολογία του έκανε αίσθηση για τη νομική της πληρότητα και η δίκη αναβλήθηκε. Στις 22 Φεβρουαρίου 1926, η δίκη των 24ων «αυτονομιστών» επαναλήφθηκε, αλλά το κατηγορητήριο κατέπεσε. Όμως, αντί να αφεθεί ελεύθερος ο Πουλιόπουλος εξορίσθηκε στη Φολέγανδρο.

    Απελευθερώθηκε τον Αύγουστο του 1926, μετά την πτώση της δικτατορίας του στρατηγού Πάγκαλου. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς παραιτήθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ, καθώς μαινόταν ο εσωκομματικός εμφύλιος και το πάνω χέρι αποκτούσαν οι σταλινικοί με επικεφαλής τους Χαϊτά, Ζαχαριάδη, Σιάντο και Θέο. Τον Μάρτιο του 1927 τέθηκε εκτός Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και αργότερα τον ίδιο χρόνο εκτός κόμματος, μετά τη δημοσίευση της μπροσούρας «Νέο Ξεκίνημα», στην οποία ασκούσε κριτική στο ΚΚΕ, στο πλαίσιο της διαπάλης Στάλιν - Τρότσκι.

    Ο Πουλιόπουλος σχημάτισε μια ομάδα που υποστήριζε κριτικά το ΚΚΕ, μέσω του περιοδικού «Σπάρτακος». Προσπάθησε να ενταχθεί στη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση, που συσπείρωνε τους Τροτσκιστές, αλλά με απόφαση του Τρότσκι έγινε δεκτή στους κόλπους της μια άλλη τροτσκιστική ομάδα, οι «Αρχειομαρξιστές», οι οποίοι βρίσκονταν σε κόντρα με τον Πουλιόπουλο.

    Το 1934 ο Παντελής Πουλιόπουλος και ο Μιχάλης «Πάμπλο» Ράπτης σχημάτισαν την Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ) και ανέπτυξαν δεσμούς με αντιπολιτευόμενες τροκτσιστικές ομάδες του εξωτερικού. Το 1938 πήραν την πρωτοβουλία να ενώσουν το κατακερματισμένο τροτσκιστικό κίνημα στην Ελλάδα, κάτω από την ομπρέλα της Ενωμένης Οργάνωσης Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΕΟΚΔΕ), η οποία ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της 4ης Διεθνούς.

    Με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά στις 4 Αυγούστου 1936, ο Πουλιόπουλος πέρασε στην παρανομία. Το 1938 συνελήφθη και εξορίστηκε μαζί με άλλους κομμουνιστές στην Ακροναυπλία. Το 1942, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, μεταφέρθηκε άρρωστος στο Δημοτικό Νοσοκομείο της Αθήνας, στη συνέχεια στις φυλακές Αβέρωφ και τέλος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Λάρισα.

    Στις 6 Ιουνίου 1943, ο Παντελής Πουλιόπουλος εκτελέστηκε, μαζί με άλλους 105 κρατούμενους, από τις ιταλικές δυνάμεις κατοχής στο Νεζερό της Λάρισας, ως αντίποινα για την ανατίναξη από τον ΕΛΑΣ της σιδηροδρομικής γέφυρας του Κούρνοβου. Απευθυνόμενος στα ιταλικά προς τους άνδρες του εκτελεστικού αποσπάσματος, τους ζήτησε να επιδείξουν τη διεθνιστική τους αλληλεγγύη και να μην σκοτώσουν αντιφασίστες πατριώτες. Όταν οι περισσότεροι στρατιώτες αρνήθηκαν να πιάσουν τα όπλα, την εκτέλεση ανέλαβαν αξιωματικοί των Καραμπινιέρων.

    Η σημαντικότερη θεωρητική και πολιτική συνεισφορά του Πουλιόπουλου αφορά στην ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας του Μεσοπολέμου και την εκτίμηση για το χαρακτήρα της δικτατορίας του Μεταξά. Υποστήριξε ότι η Ελλάδα δεν ήταν μία υπανάπτυκτη χώρα, καθυστερημένη, εξαρτημένη και μισοαποικιακή, όπως πίστευε το ΚΚΕ, αλλά με οικονομικά στοιχεία απέδειξε ότι ο ελληνικός καπιταλισμός ήταν ο πιο αναπτυγμένος της περιοχής και ήταν ενσωματωμένος στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Όσον αφορά στη δικτατορία Μεταξά, επισήμανε τις διαφορές της από το φασιστικό μοντέλο και αντέκρουσε την επίσημη άποψη της κομματικής ηγεσίας που ταύτιζε τον Μεταξά με τον Μουσολίνι.

    Μόνιμη έννοια του Πουλιόπουλου υπήρξε η δημιουργία ενός καταρτισμένου δυναμικού στελεχών της αριστεράς. Πίστευε ότι το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του περνούσε μια διαρκή εσωτερική κρίση, της οποίας βασικό σύμπτωμα ήταν η έλλειψη ενός ηγετικού πυρήνα στελεχών με μαρξιστική κατάρτιση και πολιτική ικανότητα να προσαρμόσουν τις κομμουνιστικές αρχές στις συγκεκριμένες συνθήκες της χώρας. Γι' αυτό φρόντισε να μεταφράσει στα ελληνικά, το «Κεφάλαιο» και την «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» του Μαρξ, την «Προδομένη Επανάσταση» του Τρότσκι, τα βιβλία του Καρλ Κάουτσκι «Οικονομικές Θεωρίες του Καρλ Μαρξ» και «Καντ», καθώς και την «Ιστορία του Ιστορικού Υλισμού» του Νικολάι Μπουχάριν.

    Βιβλιογραφία

    • Παντελή Πουλιόπουλου: «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα» (εκδόσεις «Εργατική Πάλη», «Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο»)
    • Παντελή Πουλιόπουλου: «Άρθρα, Θέσεις, Πολεμικές» (εκδόσεις «Παρασκήνιο»)
    • Παντελή Πουλιόπουλου: «Συνοπτικές θέσεις για την πολιτική οικονομία» (Κούριερ Εκδοτική)
    • Συλλογικό Έργο: «Παντελής Πουλιόπουλος - Παλαιοί και νέοι μελετητές συζητούν για τον θεωρητικό του ελληνικό τροτσκισμού» (εκδόσεις «Παρασκήνιο»)
    • Δημήτρης Λιβιεράτος: «Παντελής Πουλιόπουλος: Ένας διανοούμενος επαναστάτης (εκδόσεις «Γλάρος»)

    ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ

    Ιωάννης Θεοτόκης
    1880 – 1961

    Ιωάννης (Τζον) Θεοτόκης

    Ιωάννης (Τζον) Θεοτόκης

    Κερκυραίος πολιτικός, που διατέλεσε πρόεδρος της Βουλής (1946-1949) και πρωθυπουργός της Ελλάδας για σχεδόν τρεις μήνες (6 Ιανουαρίου - 23 Μαρτίου 1950). Πολιτικά ανήκε στη δεξιά και ήταν βασιλόφρων.

    Ο Ιωάννης Θεοτόκης, γνωστός και ως Τζων Θεοτόκης, γεννήθηκε το 1880 στην Κέρκυρα και ήταν ο δευτερότοκος γιος του τετράκις πρωθυπουργού Γεωργίου Θεοτόκη (1844-1916), αδελφός του πολιτικού Νικολάου Θεοτόκη (1878-1922), ο οποίος εκτελέσθηκε στις 15 Νοεμβρίου του 1922 ως ένας εκ των έξι πρωταιτίων της Μικρασιατικής Καταστροφής και αδελφός της Ζαΐρας Θεοτόκη, μητέρας του πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη (1918-2006).

    Σπούδασε γεωπόνος στη Γαλλία και την Αυστρία και επιστρέφοντας στην Ελλάδα άσκησε για μικρό χρονικό διάστημα το επάγγελμά του. Το Νοέμβριο του 1914 έγινε αυλάρχης της βασίλισσας Σοφίας, την οποία ακολούθησε στην εξορία της το 1917. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1920 και στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου εξελέγη βουλευτής Κερκύρας με το Λαϊκό Κόμμα. Επανεξελέγη βουλευτής Κερκύρας στις εκλογές των ετών 1926, 1932, 1933, 1935, 1936 και 1946. Σε όλες αυτές τις εκλογικές αναμετρήσεις ήταν υποψήφιος του Λαϊκού Κόμματος, εκτός από αυτή του 1936, στην οποία ηγήθηκε δικού του κόμματος, μαζί με τον Γεώργιο Κονδύλη.

    Επί κυβερνήσεων Παναγή Τσαλδάρη (1932-1935) διετέλεσε υπουργός Γεωργίας. Παραιτήθηκε τον Ιούλιο του 1935, επειδή διαφώνησε με τον Τσαλδάρη για το πολιτειακό ζήτημα και πρωτοστάτησε στις διεργασίες για την ταχεία επάνοδο στο καθεστώς της Βασιλευομένης Δημοκρατίας. Μετά την ανατροπή της κυβέρνησης Τσαλδάρη (Οκτώβριος 1935) με πραξικοπηματικό τρόπο από τον Γεώργιο Κονδύλη και το σχηματισμό βραχύβιας κυβέρνησης από τον ίδιο, ο Θεοτόκης διορίστηκε αντιπρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργός Εξωτερικών.

    Τον Δεκέμβριο του 1935 ίδρυσε το Εθνικό Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο προσχώρησαν 40 βουλευτές. Στις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936 συνεργάστηκε με το Εθνικό Ριζοσπαστικό Κόμμα του Κονδύλη και άλλους ανεξάρτητους βουλευτές υπό τη σημαία της Γενικής Λαϊκής Ριζοσπαστικής Ενώσεως, η οποία έλαβε ποσοστό 19,89% και κέρδισε 60 έδρες στη νέα Βουλή. Από αυτές, οι 35 ανήκαν στο ΕΛΚ, που έγινε ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων. Όταν, μάλιστα, στο πρώτο εξάμηνο του 1936 πέθαναν οι Γεώργιος Κονδύλης, Κωνσταντίνος Δεμερτζής και Παναγής Τσαλδάρης, ο Θεοτόκης παρέμεινε ο βασικός ηγέτης της αντιβενιζελικής παράταξης.

    Ωστόσο, αυτό δεν τον εμπόδισε να έλθει σε συνεννόηση με τον ηγέτη της βενιζελικής παράταξης Θεμιστοκλή Σοφούλη για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, που θα εκτόνωνε την πολιτική κρίση. Μολονότι κατέληξαν σε συμφωνία, η οποία ανακοινώθηκε από τον Γεώργιο Β', αυτή δεν υλοποιήθηκε, λόγω της κήρυξης της δικτατορίας από τον Ιωάννη Μεταξά την 4η Αυγούστου 1936, γεγονός που προκάλεσε ρήξη στις σχέσεις του με τον βασιλιά.

    Κατά τη διάρκεια της Κατοχής φυλακίστηκε και απέδρασε δύο φορές, ενώ μετά την απελευθέρωση επανήλθε στο Λαϊκό Κόμμα και απεκατέστησε τις σχέσεις του με τα Ανάκτορα. Συμμετείχε στις κυβερνήσεις Παναγιώτη Πουλίτσα ως υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, Δημοσίας Τάξεως, Γεωργίας και Εσωτερικών (4 Απριλίου - 18 Απριλίου 1946) και Ντίνου Τσαλδάρη ως Υπουργός Εσωτερικών (18 Απριλίου - 14 Μαΐου 1946). Στις 14 Μαΐου 1946 εξελέγη πρόεδρος της Βουλής και παρέμεινε στη θέση του αυτή έως τις 30 Νοεμβρίου του 1949. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ξεκίνησε η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος του 1846/1911.

    Στις 6 Ιανουαρίου 1950 ορκίστηκε πρωθυπουργός και ήταν επικεφαλής υπηρεσιακής κυβέρνησης, η οποία διενήργησε τις εκλογές της 5ης Μαρτίου, τις πρώτες μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου. Μετά την παραίτησή του (23 Μαρτίου) και την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Σοφοκλή Βενιζέλο εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική και ιδιώτευσε στο οικογενειακό κτήμα στους Καρουσάδες της Κέρκυρας.

    Ο Ιωάννης Θεοτόκης πέθανε στην Κέρκυρα στις 6 Ιουνίου του 1961, σε ηλικία 81 ετών. Ο γιος του Σπύρος Θεοτόκης (1908-1988) συνέχισε την πολιτική παράδοση της οικογένειας Θεοτόκη.


    Ρόμπερτ Κένεντι, γερουσιαστής και αδελφός του αμερικανού προέδρου Τζον Κένεντι. (Γεν. 20/11/1925)

    πηγη: www.sansimera.gr

     
    © Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου