Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 03 Ιούν 2018
Κυριακή 3 Ιουνίου 2018
Κλίκ για μεγέθυνση
Κυριακή 3 Ιουνίου 2018Κυριακή 3 Ιουνίου 2018Κυριακή 3 Ιουνίου 2018
 
Ανατολή Ήλιου: 06:01 – Δύση Ήλιου: 20:44

Σαν Σήμερα...

Οι Ναζί καταστρέφουν το χωριό Κάνδανος της Κρήτης και σκοτώνουν τους κατοίκους του, σε αντίποινα για τον φόνο 25 γερμανών στρατιωτών.

Ο αφανισμός της Κανδάνου


Στις 3 Ιουνίου 1941 οι γερμανοί κατακτητές κατέστρεψαν ολοσχερώς το χωριό Κάνδανος Χανίων και εκτέλεσαν 180 από τους κατοίκους του, σε αντίποινα για την αντίσταση που πρόβαλαν κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης (20 -31 Μαΐου 1941). Πρόκειται για ένα από τα πιο σοβαρά εγκλήματα πολέμου των Γερμανών στην Ελλάδα.

Η Κάνδανος ή Κάντανος βρίσκεται στο κέντρο του Νομού Χανίων, στο δρόμο που συνδέει τα Χανιά στα βόρεια με την Παλαιόχωρα στα νότια. Βομβαρδίστηκε από τις πρώτες ημέρες της γερμανικής εισβολής στη μεγαλόνησο, επειδή η περιοχή θεωρήθηκε στρατηγικής σημασίας για τις επιχειρήσεις τους. Στις 23 Μαΐου ένα μηχανοκίνητο απόσπασμα προσπάθησε να την καταλάβει, αλλά οι ντόπιοι με αυτοσχέδια όπλα κατόρθωσαν να τους απωθήσουν. Την επόμενη ημέρα οι Γερμανοί επανήλθαν με υπέρτερες δυνάμεις και στις 25 Μαΐου κατέλαβαν το χωριό, ενώ οι κρήτες μαχητές διασκορπίστηκαν στα γύρω βουνά.

Στις 3 Ιουνίου, δύναμη του 3ου τάγματος αλεξιπτωτιστών υπό τον υπολοχαγό Χορστ Τρέμπες έφθασε στο χωριό για να προβεί σε αντίποινα για τον θάνατο 25 γερμανών στρατιωτών κατά τη διάρκεια των μαχών για την κατάληψη της Κανδάνου (23-25 Μαΐου). Οι γερμανοί αλεξιπτωτιστές εκτελούσαν διαταγές του αρχηγού τους, στρατηγού Κουρτ Στούντεντ και την προηγουμένη ημέρα είχαν ξεκινήσει τα αντίποινα στη Κρήτη, εκτελώντας αμάχους στο χωριό Κοντομαρί Χανίων.

Αμέσως, οι Γερμανοί άρχισαν να πυρπολούν τα σπίτια της Κανδάνου και μέσα σε λίγες μέρες την κατέσκαψαν κυριολεκτικά. Φόνευσαν όλους τους κατοίκους που είχαν απομείνει, περίπου 180, και απαγόρευσαν με ποινή θανάτου την επίσκεψη του χώρου, καθώς και την ανοικοδόμησή του. Η καταστροφή τής Κανδάνου και η δολοφονία αμάχων αποτελεί ένα από τα πολλά εγκλήματα που διέπραξαν στην Ελλάδα οι Γερμανοί. Για να δικαιολογήσουν την πράξη τους ανάρτησαν πινακίδες στα ελληνικά και τα γερμανικά στην κατεστραμμένη Κάνδανο που έγραφαν:

Εδώ υπήρχε η Κάνδανος. Κατεστράφη προς εξιλασμόν της δολοφονίας 25 Γερμανών στρατιωτών.

Ως αντίποινον των από οπλισμένων πολιτών, ανδρών και γυναικών, εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων γερμανών στρατιωτών κατεστράφη η Κάνδανος.

Δια την κτηνώδη δολοφονίαν γερμανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του Μηχανικού, από άνδρας γυναίκας, παιδιά και παπάδες μαζί και διότι τόλμησαν να αντισταθούν κατά του Μεγάλου Ράιχ, κατεστράφη την 3η-6-1941 η Κάνδανος εκ θεμελίων δια να μη επανοικοδομηθή πλέον ποτέ.

Μετά τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας, ο στρατηγός Κουρτ Στούντεντ συνελήφθη από τους Βρετανούς και τον Μάιο του 1947 δικάσθηκε από στρατοδικείο για τα εγκλήματα πολέμου της Βέρμαχτ στην Κρήτη και καταδικάσθηκε σε φυλάκιση πέντε ετών. Το αίτημα των ελληνικών αρχών για την έκδοσή του στην Ελλάδα απορρίφθηκε από τους Συμμάχους. Ο Στούντεντ δεν έμεινε για πολύ στη φυλακή και αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας το 1948. Πέθανε σε ηλικία 88 ετών, το 1978.

Γεγονότα

 


μ.Χ.
Ο Λάμπρος Κατσώνης νικά τον τουρκικό στόλο έξω από την Τήνο.

Λάμπρος Κατσώνης
1752 – 1804

Θρυλικός έλληνας θαλασσομάχος, που προσπάθησε ματαίως να ξεσηκώσει το υπόδουλο Γένος. Γεννήθηκε στη Λιβαδιά το 1752 και στα 16 του χρόνια αναγκάστηκε να ξενιτευτεί στη βενετοκρατούμενη Ζάκυνθο, όταν κατηγορήθηκε για φόνο τούρκου αξιωματικού.

Κατά τη διάρκεια των Ορλοφικών (1770-1774) κατατάχθηκε στο ρωσικό στόλο και πήρε μέρος σε ναυτικές επιχειρήσεις κατά των Τούρκων. Μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), ο νεαρός Λάμπρος εγκαταστάθηκε στην Κριμαία. Υπηρέτησε στο ρωσικό στρατό κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του στην Περσία και προάχθηκε για τη δράση του σε λοχαγό.

Με την κήρυξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου (1787-1792), ο Κατσώνης ζήτησε άδεια από τον διοικητή του Ποτέμκιν για να οργανώσει απελευθερωτικό κίνημα στην Ελλάδα. Μετέβη πρώτα στην Τεργέστη, όπου με εισφορές ομογενών αγόρασε μια φρεγάτα, την οποία ονόμασε «Αθηνά της Άρκτου» προς τιμήν της Μεγάλης Αικατερίνης. Τον Φεβρουάριο του 1788 κατέπλευσε στη Ζάκυνθο, αφού καθ' οδόν ενίσχυσε τον στόλο του με άλλα 14 τουρκικά πλοία, τα οποία αιχμαλώτισε. Σύμφωνα με την περιγραφή του γάλλου προξένου στα Ιόνια Νησιά Σεν Σοβέ, που τον γνώριζε καλά, ο Κατσώνης «…δεν εγνώριζε ούτε να διαβάζη, ούτε να γράφη… αλλ' αυτές οι ελλείψεις γνώσεων αντισταθμίζονταν από μια σταθερότητα, μια δραστηριότητα, μια επαγρύπνηση για κάθε τι που τον περιέβαλλε…»

Το καλοκαίρι του 1788 ο Κατσώνης αρχίζει την πολεμική του δράση στο Αιγαίο. Η πρώτη του σημαντική νίκη κατά των Τούρκων σημειώνεται στις 31 Αυγούστου κοντά στην Κάρπαθο. Τον επόμενο μήνα επιστρέφει στη Ζάκυνθο για να ξεχειμωνιάσει και μαθαίνει ότι η αυτοκράτειρα Μεγάλη Αικατερίνη του απένειμε τον βαθμό του ταγματάρχη.

Την άνοιξη του 1789 επανέλαβε τις επιχειρήσεις του στις ελληνικές θάλασσες. Στις 15 Απριλίου συγκρούεται με πλοία Τουρκαλβανών στο Δυρράχιο και στη συνέχεια μεταβαίνει στην Ιθάκη για να βαφτίσει τον γιο τού κοντοχωριανού του αρματολού Ανδρούτσου, τον γνωστό από το '21, Οδυσσέα.

Τον Ιούνιο του 1789 ο Κατσώνης ελέγχει όλες τις Κυκλάδες. Με επιστολή του, μάλιστα, προς τους προύχοντες των νησιών (27 Ιουλίου) τους καλεί να μην καταβάλουν φόρους στην Πύλη και να ενεργούν με απόλυτη ελευθερία. Στις 4 Ιουλίου ο Κατσώνης συναντήθηκε με σημαντική τουρκική δύναμη μεταξύ Σύρου και Μυκόνου και τη διασκόρπισε. Ο επικεφαλής της, Σερεμέτ Μπέης, τραυματίστηκε και οι απώλειες των Τούρκων ήταν μεγάλες. Σ' ένα διάλειμμα των επιχειρήσεών του βρίσκει την ευκαιρία να νυμφευθεί στην Κέα την εκλεκτή της καρδιάς του, που ήταν κόρη του προκρίτου του νησιού Πέτρου Σοφιανού.

Η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στο Αιγαίο δεν άρεσε καθόλου στον Σουλτάνο, που αποφάσισε να λάβει μέτρα κατά του Κατσώνη. Πρώτα ανάγκασε τον πατριάρχη Νεόφυτο να απευθύνει γράμμα προς τους νησιώτες με την οδηγία να καταδικάσουν τις ενέργειες του Κατσώνη και στη συνέχεια προσπάθησε να τον προσεταιρισθεί, προτείνοντάς του δια του δραγουμάνου του στόλου Στέφανου Μαυρογένη την παραχώρηση ενός νησιού, εάν σταματούσε τη δράση του.

Αλλά ο Κατσώνης συνέχισε την καταδίωξη των τουρκικών πλοίων. Στις 3 Αυγούστου συνάντησε τουρκοαλγερινό στολίσκο στο στενό της Μακρονήσου. Τον καταδίωξε και τον ανάγκασε να καταφύγει στο Ναύπλιο. Όμως, λίγες μέρες αργότερα παραλίγο να συλληφθεί στην Κέα, όταν επέδραμε ο τουρκικός στόλος με 26 πλοία. Διέφυγε καταδιωκόμενος στη Μήλο και οι Τούρκοι ξέσπασαν στο λιμάνι της Κέας, το οποίο πυρπόλησαν.

Το χειμώνα του 1789 ο Κατσώνης ασχολήθηκε με την επισκευή του στόλου του και την προπαρασκευή της δράσης του για το 1790. Το Φεβρουάριο του 1790, αφού παρέλαβε από την Ιθάκη τον Ανδρούτσο με 500 παλληκάρια, μετέβη στην Κέα και οχύρωσε τον νησί, καθώς είχε πληροφορίες ότι οι Τούρκοι εκστράτευαν εναντίον του και είχαν ήδη αγκυροβολήσει στη Σκύρο.

Ο Κατσώνης έσπευσε να τους συναντήσει στα ανοιχτά, ελπίζοντας να τους αιφνιδιάσει με τα πυρπολικά του. Στις 17 Μαΐου 1790, στη θαλάσσια περιοχή του Καβοντόρο, μεταξύ Ευβοίας και Άνδρου, δέχθηκε επίθεση από 16 τουρκικά πλοία υπό τον Μουσταφά Πασά. Ο Κατσώνης αγωνίσθηκε ηρωικά και απέκρουσε την επίθεση χωρίς σημαντικές απώλειες. Κι ενώ ήταν έτοιμος να περάσει στην αντεπίθεση την επομένη μέρα το πρωί εμφανίσθηκαν 13 αλγερινά πλοία, που ενώθηκαν με τα τουρκικά, συγκροτώντας ένα πανίσχυρο στόλο 29 πλοίων.

Οι Τούρκοι κυρίευσαν τα περισσότερα πλοία του και στο τέλος της ναυμαχίας ο Κατσώνης έμεινε να αγωνίζεται σχεδόν μόνος με τη ναυαρχίδα του «Η Αθηνά της Άρκτου». Όταν είδε το μάταιο του αγώνα την πυρπόλησε κι έφυγε με δύο μικρά πλοία για τα Κύθηρα. Από τους άνδρες του, 565 έχασαν τη ζωή τους και 53 αιχμαλωτίστηκαν. Οι απώλειες των Τούρκων έφθασαν τους 3.000 άνδρες. Από τον επόμενο μήνα κιόλας άρχισε την ανασυγκρότηση του στόλου του και περιορίσθηκε σε μικροεπιδρομές στο Αιγαίο.

Το Μάρτιο του 1791, ο Κατσώνης ήλθε σε συνεννόηση με τους Μανιάτες για γενικότερη εξέγερση, αλλά χρειάζονταν πολλά χρήματα για ένα τέτοιο εγχείρημα. Έγραψε, λοιπόν, στον πρεσβευτή της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, ζητώντας βοήθεια, όμως οι συνθήκες είχαν αλλάξει. Η λήξη του ρωσσοτουρκικού πολέμου και η υπογραφή της Συνθήκης του Ιασίου ανάγκασε τα ρωσικά πλοία να αφήσουν το Αιγαίο και τον Κατσώνη να χάσει την υποστήριξη των Ρώσων.

Ο Κατσώνης συνέχισε τον αγώνα μόνος του («Εάν η αυτοκράτειρα συνωμολόγησεν ειρήνη, ο Κατσώνης δεν συνομώλογησεν ακόμη την ιδική του » διαμήνυσε στον ρώσο στρατηγό Ταμάρα) και το Μάιο του 1792 έγραψε την περίφημη επιστολή διαμαρτυρίας για την εγκατάλειψη της ελληνικής υπόθεσης από τη Ρωσία, με τον τίτλο «Φανέρωσις του Εξοχωτάτου Χιλιάρχου και Ιππέως Λάμπρου Κατσώνη», η οποία καταλήγει: «Όθεν οι Ρωμαίοι, οπού με το ίδιόν τους το αίμα κατεχρωμάτισαν τα ρωσσικά σήματα, τότε θέλουν παύσει να εχθρεύονται τους εχθρούς με τους οποίους συνεφιλιώθη η Ρωσία, όταν λάβουν τα δίκαια όπου τους ανήκουν.»

Ο Κατσώνης αποφάσισε να εγκατασταθεί στη Μάνη κι έκανε ορμητήριό του το Πόρτο Κάγιο. Ο στολίσκος του δέχθηκε επίθεση στις 28 Ιουνίου από τουρκικό στόλο που αριθμούσε 30 πλοία. Μαζί του κι ένα γαλλικό πλοίο με μεγάλη δύναμη πυρός. Η ναυμαχία γρήγορα μετατράπηκε σε μάχη στην ξηρά, όπου ο Κατσώνης προξένησε σημαντικές απώλειες στους επιτιθέμενους. Όμως, ο στόλος του είχε καταστραφεί. Οι Τούρκοι διαμήνυσαν στον μπέη της Μάνης Τζανέτο Γρηγοράκη να έλθει προς βοήθειά τους. Ο Γρηγοράκης, κρίνοντας ότι δεν μπορούσε να μην συμμορφωθεί, κινητοποίησε μεγάλο αριθμό Μανιατών, αλλά παράλληλα ειδοποίησε τον Κατσώνη, ο οποίος αναχώρησε κρυφά από τη Μάνη και μετέβη στην Ιθάκη. Οι ενετικές αρχές του νησιού τον υποδέχθηκαν θερμά, αλλά στη συνέχεια αναγκάστηκαν να τον απελάσουν, κατόπιν διαμαρτυρίας του Σουλτάνου.

Στο τέλος Σεπτεμβρίου 1794 έφθασε με την οικογένειά του στην Πετρούπολη και παρουσιάστηκε στην τσαρική αυλή. Η Αικατερίνη υποδέχθηκε με ψυχρότητα τον Κατσώνη, τον οποίον χρησιμοποίησε για τα σχέδιά της και αδιαφόρησε για την τύχη του. Ο διάδοχός της Παύλος Α' αναγνώρισε τις υπηρεσίες του προς τη Ρωσία και του δώρισε 470.000 ρούβλια. Ο Κατσώνης υπέβαλε την παραίτησή του από αξιωματικός και μαζί με αρκετούς έλληνες συναγωνιστές του εγκαταστάθηκε στο χωριό Καράσοϊ της Κριμαίας, το οποίο μετονόμασε σε Λεβάδεια (σημερινό Livadia Palace), σε ανάμνηση της γενέτειράς του. Πέθανε το 1804, σε ηλικία 52 ετών.

Ο Λάμπρος Κατσώνης με τη δράση του στις ελληνικές θάλασσες την τετραετία 1788-1792 προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες στη Ρωσία κατά τη διάρκεια του πολέμου της με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εξανάγκασε του Τούρκους να διασπάσουν το στόλο τους, διατηρώντας ισχυρή μοίρα στο Αιγαίο, που θα στελλόταν διαφορετικά στον Εύξεινο Πόντο, κύριο θέατρο των ναυτικών επιχειρήσεων. Παράλληλα, ο Κατσώνης πρόσφερε μοναδικές υπηρεσίες στο Γένος. εξυψώνοντας στα μάτια των Ευρωπαίων το όνομα των Ελλήνων και αναπτερώνοντας το εθνικό τους φρόνημα. Τα κατορθώματά του ενέπνευσαν την επόμενη γενιά, που πραγματοποίησε την Επανάσταση του '21.

Διακόπτονται επισήμως οι διπλωματικές σχέσεις Ελλάδας - Ρουμανίας, εξαιτίας της αδιάλλακτης στάσης της τελευταίας στο ζήτημα των Κουτσοβλάχων.

Καθιερώνεται και στην Ελλάδα το αλκοτέστ, με δημοσίευση σχετικής υγειονομικής διάταξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος καταρρίπτει το πανελλήνιο ρεκόρ των 100 μ. στην Μπρατισλάβα με επίδοση 10’’ με χρονόμετρο χειρός. Με την επίδοσή του αυτή, ο «φτερωτός γιατρός» ισοφαρίζει το πανευρωπαϊκό ρεκόρ του αγωνίσματος.
Στο Βερολίνο διεξάγεται η Διάσκεψη για την Προοδευτική Διακυβέρνηση στον 21ο αιώνα, με τη συμμετοχή 14 μεταρρυθμιστών αρχηγών κρατών και πρωθυπουργών, οι οποίοι συζητούν το θέμα της εκπόνησης κοινής στρατηγικής στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. Οι 14 κεντροαριστεροί ηγέτες, μεταξύ αυτών και ο Κώστας Σημίτης, στο κοινό ανακοινωθέν που εκδίδουν, τονίζουν ότι η προσπάθειά τους για τον συνδυασμό της οικονομικής ανάπτυξης με την κατανομή του πλούτου, θα στηριχτεί στη βάση κοινών αξιών, όπως η δημοκρατία, η κοινωνική συνοχή και η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με στόχο τη δημιουργία πλαισίου για τον έλεγχο των διεθνών χρηματαγορών και την καταπολέμηση των διακρίσεων της γνώσης.

Γεννήσεις

 


μ.Χ.
Αλέν Ρενέ, γάλλος σκηνοθέτης του κινηματογράφου, από τις εμβληματικές προσωπικότητες της νουβέλ-βαγκ. («Χιροσίμα αγάπη μου») (Θαν. 1/3/2014)
Άλεν Γκίνσμπεργκ, αμερικανός ποιητής, από τις κορυφαίες προσωπικότητες που ανέδειξε το κίνημα των «Μπίτνικς» τη δεκαετία του 1950. («Ουρλιαχτό») (Θαν. 5/4/1997)

Ραφαέλ Ναδάλ, ισπανός πρωταθλητής του τένις.

Θάνατοι

 

μ.Χ.

Φιλιππικός
? –714

Αυτοκράτoρας του Βυζαντίου (711-713), αρμενικής καταγωγής. Βασίλευσε σε μια εποχή παρακμής για το Βυζάντιο, που ακολούθησε τον θάνατο του αυτοκράτορα Ηρακλείου.

Το πραγματικό του όνομα ήταν Βαρδάνης (από τον αρμενικό Βαρντάν, που σημαίνει τριαντάφυλλο) και ήταν γιος του πατρικίου Νικηφόρου. Οι χρονικογράφοι Άγιος Θεοφάνης ο ομολογητής και Μιχαήλ ο Σύρος τον παρουσιάζουν ως ένα μορφωμένο άνδρα, με ευφράδεια λόγου. Από νωρίς ο Βαρδάνης έδειξε τη φιλοδοξία του να διεκδικήσει τον θρόνο του Βυζαντίου και επί αυτοκράτορος Τιβερίου Γ' εξορίστηκε στην Κεφαλληνία.

Το 711 ανακλήθηκε από την εξορία και στάλθηκε από τον αυτοκράτορα  Ιουστινιανό Β' στην Χερσώνα της Κριμαίας για να καταστείλει μία στάση. Εκεί κέρδισε την υποστήριξη των προκρίτων της περιοχής, αλλά και των Χαζάρων (λαού τουρκομογγολικής προελεύσεως και συμμάχου των Βυζαντινών), που κατοικούσαν στην ενδοχώρα της Κριμαίας.

Αφού πήρε με το μέρος του και τον στόλο, που είχε στείλει ο Ιουστινιανός Β' για να καταστείλει τη στάση, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας, με το ελληνικό όνομα Φιλιππικός, σε μια περίοδο κατά την οποία είχε αρχίσει ο εξελληνισμός της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Στη συνέχεια τέθηκε επικεφαλής του στόλου και με τη βοήθεια του στόλαρχου πατρίκιου Μαύρου στράφηκε κατά της Κωνσταντινούπολης, την οποία κατέλαβε εύκολα, καθώς ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β' απουσίαζε. Στις 4 Νοεμβρίου του 711 ανακηρύχθηκε και επισήμως αυτοκράτορας του Βυζαντίου με το όνομα Φιλιππικός.

Το πρώτο μέλημα του νέου αυτοκράτορα ήταν η σύλληψη και η θανάτωση του προκατόχου του Ιουστινιανού Β' του Ρινότμητου, καθώς και του εξάχρονου γιου του Τιβέριου, ενέργεια που σηματοδότησε το τέλος της δυναστείας του Ηρακλείου.

Παρότι ανήλθε στο θρόνο ως ένας επιτυχημένος στρατιωτικός, κατά τη σύντομη βασιλεία του έδωσε προτεραιότητα στις θρησκευτικές υποθέσεις. Όπως και πολλοί αξιωματούχοι του Βυζαντίου αρμενικής καταγωγής, ο νέος αυτοκράτορας διέκειτο ευμενώς προς τον μονοθελητισμό (αιρετικό χριστιανικό δόγμα, το οποίο αναπτύχθηκε τον 7ο αιώνα για να συμφιλιώσει την Ορθοδοξία με τον μονοφυσιτισμό και πρέσβευε ότι ο Χριστός είχε δύο φύσεις -ανθρώπινη και θεϊκή- αλλά μία θέληση), τον οποίο ευνόησε ποικιλοτρόπως.

Η πρώτη του ενέργεια ήταν να απομακρύνει τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Κύρο, ο οποίος αντέδρασε, και στη θέση του να τοποθετήσει τον Ιωάννη ΣΤ'. Στη συνέχεια, ο Φιλιππικός συγκάλεσε σύνοδο στα ανάκτορα για να άρει την καταδίκη του μονοθελητισμού από τη ΣΤ' Οικουμενική Σύνοδο (680-681).

Σε εφαρμογή αυτής της απόφασης, διέταξε την καταστροφή της εικόνας της Συνόδου που βρισκόταν στα ανάκτορα. Η ενέργεια αυτή, που προκάλεσε την αντίδραση και του Πάπα της Ρώμης, Κωνσταντίνου, θεωρείται από πολλούς ως η αρχή της Εικονομαχίας, που ταλάνισε τη Βυζαντινή αυτοκρατορία τα επόμενα χρόνια.

Η απόφαση αυτή του Φιλιππικού, παρά τη θρησκευτική της χροιά, ήταν πρωτίστως πολιτική απόφαση. Σκοπό της είχε την ενότητα της αυτοκρατορίας, που βρισκόταν υπό την απειλή των Αράβων στα νότια σύνορά της. Εκεί κυριαρχούσαν πληθυσμοί, που ασπάζονταν το μονοφυσιτικό δόγμα.

Στο στρατιωτικό πεδίο, οι Βούλγαροι πολιόρκησαν το 712 την Κωνσταντινούπολη, αλλά ηττήθηκαν κατά κράτος από τα στρατεύματα του θέματος του Οψικίου (πολιτικο-στρατιωτική περιοχή, που ταυτίζεται με τη σημερινή Μπούρσα της Τουρκίας), που έφερε από τη Μικρά Ασία ο Φιλιππικός. Μεγαλύτερη απειλή απετέλεσαν οι Άραβες, οι οποίοι κατέλαβαν ανεμπόδιστα πολλές πόλεις του Βυζαντίου, με επικεφαλής τον πρίγκηπα του χαλιφάτου των Ομεϊαδών, Μασαλμά (Maslamah bin Abd al-Malik) και έφθασαν μέχρι τη Μικρά Ασία.

Στα τέλη Μαΐου του 713 τα στρατεύματα του θέματος του Οψικίου, που στρατοπέδευαν στη Θράκη, επαναστάτησαν κατά του αυτοκράτορα, με επικεφαλής τον κόμητα Γεώργιο Βούραφο και τον πατρίκιο Θεόδωρο Μυάκιο. Με αιφνιδιαστική ενέργεια, ένα στρατιωτικό απόσπασμα, με επικεφαλής τον πρωτοστράτορα Ρούφο, εισήλθε στα ανάκτορα, όπου βρήκε τον Φιλιππικό «μεσημβρίζοντα», σύμφωνα με τα χρονικά της εποχής, δηλαδή να παίρνει τον μεσημεριανό του ύπνο, ύστερα από ένα εορταστικό συμπόσιο για τον πανηγυρισμό μιας νίκης των Πρασίνων στον ιππόδρομο.

Ο Φιλιππικός συνελήφθη και μεταφέρθηκε στον Ιππόδρομο, όπου ο Ρούφος τον τύφλωσε στις 3 Ιουνίου του 713. Νέος αυτοκράτορας του Βυζαντίου ανέλαβε την επομένη ο αρχιγραμματέας του παλατιού Αρτέμιος, ο οποίος ονόμασε εαυτόν Αναστάσιο Β'. Ο τυφλός Φιλιππικός εξορίσθηκε από τον νέο αυτοκράτορα σε μοναστήρι της Δαλματίας, όπου πέθανε στις αρχές του 714.

Φραντς Κάφκα, τσέχος συγγραφέας. («Η Δίκη») (Γεν. 3/7/1883)

Σπύρος Παπαλουκάς, έλληνας ζωγράφος. (Γεν. 1892)
Ναζίμ Χικμέτ, τούρκος ποιητής. (Γεν. 15/1/1901)

Μοχάμεντ Άλι
1942 – 2016

Αμερικανός μποξέρ και ένα από τα σύμβολα της αφροαμερικανικής κοινότητας των ΗΠΑ για πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Θρύλος της παγκόσμιας πυγμαχίας, ο πρωτοκορυφαίος του αθλήματος και ο μόνος που κατέκτησε τρεις φορές τον παγκόσμιο τίτλο στην κατηγορία βαρέων βαρών της επαγγελματικής πυγμαχίας (1964,1974, 1978). Το 1960 αναδείχθηκε ολυμπιονίκης στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών, όντας ερασιτέχνης πυγμάχος. Στην επαγγελματική του καριέρα πυγμάχησε 61 φορές, με 56 νίκες στο ενεργητικό του (37 από τις οποίες με νοκ-άουτ) και 5 ήττες στο παθητικό του. φορές.

Ο Κάσιους Μαρσέλους Κλέι (Cassius Marcellus Clay), όπως ήταν το αρχικό ονοματεπώνυμο του προτού ασπασθεί τον Μουσουλμανισμό, γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1942 στο Λούισβιλ της πολι­τείας Κεντάκι των ΗΠΑ. Ο πατέρας του ήταν επιγραφοποιός και η μητέρα του οικιακή βοηθός. Η οικογένεια Κλέι είχε ακόμη δύο αγόρια και ένα κορίτσι.

Το 1954, σε ηλικία μόλις 12 ετών, ήλθε για πρώτη φορά σε επαφή με την πυγμαχία από ένα τυχαίο γεγονός. Του είχαν κλέψει το ποδήλατο και όταν ζήτησε από ένα διερχόμενο αστυνομικό την άδεια να καταδιώξει τον δράστη, αυτός του είπε ότι πρώτα θα έπρεπε να μάθει να χρησιμοποιεί τις γροθιές του. Ο αστυνομικός, ονόματι Τζον Μάρτιν, έτυχε να είναι και προπονητής πυγμαχίας και ήταν ο πρώτος που οδήγησε το νεαρό παιδί στο ρινγκ.

Η εξέλιξη του Κάσιους ήταν ραγδαία και το 1960 επελέγη να εκπροσωπήσει τις ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών (75-81 κιλά), όπου κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο με χαρακτηριστική άνεση. Τον ίδιο χρόνο κέρδισε και την διοργάνωση «Χρυσά Γάντια» της Ερασιτεχνικής Αθλητικής Ένωσης (Amateur Athletic Union). Ο δρόμος για τον κόσμο της επαγγελματικής πυγμαχίας και την παγκόσμια καταξίωση είχε ανοίξει ανοικτός.

Στις 25 Φεβρουαρίου 1964, αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών στην επαγγελματική πυγμαχία, νικώντας με νοκ-άουτ τον κάτοχο του τίτλου Σόνι Λίστον στον έβδομο γύρο, σε αγώνα που έγινε στο Μαϊάμι Μπιτς. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 6 Μαρτίου, ασπάστηκε το Μουσουλμανισμό, εξαιτίας και της καταπίεσης που υφίσταντο οι αφροαμερικανοί των ΗΠΑ από την λευκή χριστιανική πλειονότητα της χώρας, και μετονομάζεται σε Μοχάμεντ Άλι (Muhammad Ali).

Στις 6 Φεβρουαρίου 1967 νίκησε στα σημεία τον Έρνι Τερέλ, πρωταθλη­τή της Παγκόσμιας Πυγμαχικής Ομοσπονδίας (World Bo­xing Association), στον 15ο γύρο στο Χιούστον του Τέξας και αναδείχθηκε ως ο αδιαφιλονίκητος παγκόσμιος πρωταθλητής. Όμως δύο μήνες αργότερα, στις 29 Απριλίου θα του αφαιρεθεί ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή, όταν αρνείται να υπηρετήσει την θητεία του στον αμερικανικό στρατό, λόγω της αντίθεσής του στον πόλεμο του Βιετνάμ. Θα οδηγηθεί στο δικαστήριο επί ανυποταξία και θα καταδικασθεί σε φυλάκιση πέντε ετών και χρηματική ποινή 10.000 δολαρίων. Επιπλέον, θα του αφαιρεθεί η άδεια πυγμαχίας και ο τίτλος του πρωταθλητή.

Κατά την διάρκεια της αναγκαστικής του αποχής από τα ριγκ, ο Άλι αναδείχθηκε σε έναν από τους διαπρύσιους κήρυκες υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων των αφροαμερικανών και κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. Προσέφυγε στα δικαστήρια και το 1971 κατόρθωσε με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ να ανακτήσει όλα του τα δικαιώματα.

Στις 8 Μαρτίου 1971, αντιμετώπισε στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν της Νέας Υόρκης τον Τζο Φρέιζερ στην «Μάχη του Αιώνα» («Fight of the Century»), όπως ονομάστηκε. Ηττήθηκε στα σημεία και έχασε το αήττητό του στην επαγγελματική πυγμαχία, μετά από 31 αγώνες, 25 από τους οποίους είχε κερδίσει με νοκ- άουτ.

Στις 28 Ιανουαρίου 1974 πήρε την ρεβάνς από τον μεγάλο του αντίπαλο σ’ ένα αγώνα που έμεινε στην ιστορία ως «Super Fight II» και έγινε και αυτός στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν της Νέας Υόρκης. Η νίκη του αυτή του χάρισε όχι μόνο την επανάκτηση του τίτλου της Πυγμαχικής Ομοσπονδίας της Βορείου Αμερικής (NBAF), αλλά του άνοιξε τον δρόμο για την κατάκτηση του παγκοσμίου στέμματος για δεύτερη φορά.

Το κατάφερε λίγους μήνες αργότερα, στις 30 Οκτωβρίου 1974, όταν αντιμετώπισε στην Κινσάσα της Ζιμπάουε τον παγκόσμιο πρωταθλητή Τζορτζ Φόρμαν, σε ένα αγώνα που έμεινε στην ιστορία ως «Rumble in the Jungle» («Βουή στην Ζούγκλα»). Τον νίκησε με νοκ-άουτ στον όγδοο γύρο και επανέκτησε για δεύτερη φορά τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών.

Την 1η Οκτωβρίου 1975, αντιμετώπισε για τρίτη φορά τον Τζο Φρέιζερ στην Μανίλα των Φιλιππίνων, τον νίκησε με τεχνικό νοκ-άουτ και διατήρησε τον παγκόσμιο τίτλο. Ο αγώνας αυτός, που έμεινε στην ιστορία ως «Thrilla in Manilla» («Θρίλερ στην Μανίλα»).

Αφού υπερασπίστηκε έξι φορές με επιτυχία τον τίτλο του, ηττήθηκε από τον συμπατριώτη του Λίον Σπινκς στις 15 Φεβρουάριου 1978, στο Λας Βέγκας της Νεβάδας, με απόφαση κατά πλειοψηφία. Ο Άλι, ωστόσο, πήρε πίσω από τον Σπινκς τον τίτλο με ομόφωνη απόφαση στη Νέα Ορλεάνη, στις 15 Σεπτεμβρίου 1978, και έγινε ο πρώτος στην ιστορία πυγμάχος που κέρδισε στο παγκόσμιο πρωτάθλημα βαρέων βαρών τρεις φορές.

Εγκατέλειψε τα ρινγκ στις 26 Ιουνίου 1979. Επανήλθε όμως τον επόμενο χρόνο, αλλά και λόγω ηλικίας δεν ήταν ο παλιός Άλι. Ηττήθηκε από τον συμπατριώτη του Λάρι Χολμς στις 2 Οκτωβρίου 1980, όπως και στις 11 Δεκεμβρίου 1981 από τον Καναδό Τρέβορ Μπέρμπικ, οπότε αναγκάστηκε οριστικά να βάλει τέλος στην ένδοξη καριέρα, σε ηλικία 40 ετών.

Στην προσωπική του ζωή, ο Άλι παντρεύτηκε 4 φορές και απέκτησε 9 παιδιά (7 κορίτσια και 2 αγόρια). Από το 1984 είχε διαγνωσθεί με την νόσο του Πάρκινσον, η οποία τελικά τον κατέβαλε.

Ο Μοχάμεντ Άλι πέθανε στο Σκότσντεϊλ της Αριζόνα στις 3 Ιουνίου 2016, σε ηλικία 74 ετών.

πηγη: www.sansimera.gr

 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου