Loading...

Κατηγορίες

Τρίτη 26 Μάρ 2024
Σαν σήμερα... 26 Μαρτίου
Κλίκ για μεγέθυνση
 











1636 – Ιδρύεται το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης στην Ολλανδία. Το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης είναι το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της Ολλανδίας (24.628 φοιτητές το 2003). Το Πανεπιστήμιο έχει τη βάση του στο κέντρο της πόλης και στην πανεπιστημιακή περιοχή Άιτχοφ (Uithof), στα ανατολικά της πόλης. Σύμφωνα με την κατάταξη των πανεπιστημίων του Πανεπιστημίου Ζιαοτόγκ της Σαγκάης είναι το 39ο καλύτερο πανεπιστήμιο στον κόσμο. Η Ουτρέχτη είναι επίσης η έδρα δύο μεγάλων θεσμών ανώτερης εκπαίδευσης: του Πανεπιστημίου Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (HvU) της Ουτρέχτης (30.000 φοιτητές) και της Σχολής Καλών Τεχνών (HKU) της Ουτρέχτης (3.000 φοιτητές).

Γεγονότα

  • 590 – Ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος ανακηρύσσει το γιο του, Θεοδόσιο, συναυτοκράτορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
  • 1027 – Ο Πάπας Ιωάννης ΙΘ΄ στέφει τον Κορράδο Β’ αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
  • 1344 – Τερματίζεται νικηφόρα η πολιορκία της Αλχεθίρας, μία από τις πρώτες ευρωπαϊκές στρατιωτικές εμπλοκές όπου χρησιμοποιήθηκε πυρίτιδα.
  • 1636: Ιδρύεται το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης στην Ολλανδία.
  • 1707 Με την Πράξη Ενωσης της Σκοτίας, η Αγγλία και η Σκοτία γίνονται μία χώρα.
  • 1812 – Σεισμός καταστρέφει το Καράκας στη Βενεζουέλα.
  • 1814 Πεθαίνει ο Ζοζεφ Ινιάς Γκιγιοτέν, Γάλλος γιατρός. Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης εισηγήθηκε την εισαγωγή της λαιμητόμου ως πιο «ανώδυνου» μέσου εκτέλεσης της θανατικής ποινής και αυτή πήρε το όνομά του (γκιλοτίνα). (Γεν. 28/5/1738)
  • 1821: Οι πρόκριτοι Γεώργιος Πάνου και Παναγιώτης Μπότασης κηρύσσουν την Επανάσταση στις Σπέτσες, ο Σισίνης στη Γαστούνη και ο Βιλαέτης στον Πύργο.
  • betoven1827 Πέθανε ο Γερμανός συνθέτης, Λούντβιχ φον Μπετόβεν
  • 1830 – Εκδίδεται στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής το Βιβλίο του Μόρμον.
  • 1849 Γεννήθηκε ο Αρμάν Πεζό, Γάλλος επιχειρηματίας, ιδρυτής της ομώνυμης αυτοκινητοβιομηχανίας. (Θαν. 2/1/1915)
  • 1871 – Διεξάγονται οι εκλογές του συμβουλίου της Παρισινής Κομμούνας.
  • 1881 Η Θεσσαλία προσαρτάται στην Ελλάδα.
  • 1885 – Οι Μετί της επαρχίας του Σασκάτσουαν υπό τον Λουί Ριέλ ξεκινούν τη Βορειοδυτική Επανάσταση εναντίον του Καναδά.
  • 1896 Ο Λεωνίδας Πύργος είναι ο πρώτος Έλληνας ολυμπιονίκης στην ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Στον τελικό του ξίφους ασκήσεως διδασκάλων νικά τον Γάλλο Περονέ και κατακτά το χρυσό μετάλλιο.
  • 1904 Γεννήθηκε ο Ξενοφών Ζολώτας, οικονομολόγος και ακαδημαϊκός, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός επί οικουμενικής κυβέρνησης την περίοδο 1989 — 1990 και Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επί 19 χρόνια
  • 1911 Γεννήθηκε ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, Τενεσί Γουίλιαμς.
  • 1913 – Βαλκανικοί πόλεμοι: Βουλγαρικές δυνάμεις καταλαμβάνουν την Αδριανούπολη.
  • 1916: Ο Ρόμπερτ Στράουντ μαχαιρώνει και σκοτώνει ένα φρουρό των φυλακών στο Κάνσας. Θα καταδικασθεί σε ισόβια και θα μεταχθεί στις φυλακές του Αλκατράζ, όπου θα διακριθεί για τις μελέτες του σχετικά με τις ασθένειες των πουλιών.
  • 1917 – Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος: 17.000 Τούρκοι εμποδίζουν την προέλαση των βρετανικών στρατευμάτων στην Πρώτη Μάχη της Γάζας.
  • 1931 – Ιδρύεται η Swissair, ως ο εθνικός αερομεταφορέας της Ελβετίας.
  • popai1937 Στο Τέξας, οι καλλιεργητές σπανακιού αναγείρουν το άγαλμα ενός μεγάλου ευεργέτη του κλάδου, του Ποπάι.
  •  
    1939 – Ισπανικός Εμφύλιος: Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος διήρκεσε από τις 17 Ιουλίου 1936 μέχρι την 1 Απριλίου 1939, ήταν ο πόλεμος μεταξύ των Ισπανών Εθνικιστών υπό την καθοδήγηση του στρατηγού Φρανθίσκο Φράνκο και των Δημοκρατικών, δηλαδή των υπερασπιστών της εκλεγμένης κυβέρνησης, αριστερών, σοσιαλιστών, αναρχικών και κομμουνιστών. Οι Δημοκρατικοί καθοδηγούνταν από τον Πρόεδρο της Β΄ Ισπανικής Δημοκρατίας Μανουέλ Αθάνια. Νικήτριες αναδείχθηκαν οι εθνικιστικές δυνάμεις του Φράνκο που υποστηρίχτηκαν ανοιχτά από τη Χιτλερική Γερμανία και τη φασιστική Ιταλία. Οι Δημοκρατικοί εφοδιάζονταν με όπλα και εθελοντές που προέρχονταν από την ΕΣΣΔ και την Κομμουνιστική Διεθνή. Κάπου 250 Έλληνες εθελοντές πολέμησαν στην Ισπανία. Οι εθνικιστές υποστηρίζονταν από τη Φασιστική Ιταλία και τη Ναζιστική Γερμανία οι οποίοι προσέφεραν συνεχώς και αδιάλειπτα το καλύτερο έως τότε πολεμικό υλικό στον κόσμο και πολεμικά σώματα ελίτ, όπως η γερμανική Λεγεώνα Κόνδωρ και τα «Ιταλικά Εθελοντικά Σώματα» που συχνά ενεργούσαν αυτόνομα στην πρώτη γραμμή του πυρός.

    Το πολιτικό εύρος των Δημοκρατικών Δυνάμεων ήταν μεγάλο, από Φιλελεύθερους αστούς μέχρι Κομμουνιστές και Αναρχικούς επαναστάτες. Η κύρια δύναμή τους βρισκόταν στις αστικές και βιομηχανικές περιοχές και σε αυτές που είχαν αυτονομιστικές τάσεις, όπως η Αστούριας και η Καταλωνία, αλλά είχαν επίσης ισχυρά ερείσματα στους ακτήμονες. Μαζί τους τάχτηκαν και η εθνικιστική κυβέρνηση των Βάσκων αυτονομιστών, πράγμα παράδοξο, που οδήγησε την αριστερά στο να χαρακτηριστεί από τους εθνικιστές ως προδοτική.

    Στη διάρκεια αυτών των εξεγέρσεων θανατώθηκαν 12 αρχιεπίσκοποι, 238 μοναχές, 2.365 μοναχοί και 4.184 ιερείς. Μεγαλοϊδιοκτήτες και βιομήχανοι έγιναν επίσης στόχοι επιθέσεων από τις δημοκρατικές δυνάμεις.

    Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου η Γερμανική αεροπορία (Luftwaffe) και η αντίστοιχη Ιταλική βομβάρδισαν πολλές πόλεις και χωριά. Ανάμεσα τους και τη βασκική πόλη Γκερνίκα (Guernica/Gernika), την οποία ισοπέδωσαν στις 26 Απριλίου 1937 σκοτώνοντας μόνο αμάχους. Ο Πάμπλο Πικάσο, συγκλονισμένος από τη φρίκη της καταστροφής, ζωγράφισε τον ομώνυμο διάσημο πίνακά του.

    Εθνικιστές

    Οι εθνικιστές, αποκαλούνταν από τους αντιπάλους τους, ως Φρανκιστές ή Φασίστες. Η εθνικιστική πλευρά περιλάμβανε τους Καρλιστές και τους Αλφονσιστές, τους Ισπανούς εθνικιστές, τη φασιστική Φάλαγγα, και τους περισσότερους συντηρητικούς και μοναρχικούς με ισχυρές καθολικές θρησκευτικές πεποιθήσεις που υποστήριζαν την καθολική εκκλησία. Ο Φράνκο είχε φέρει επίσης τους μισθοφόρους στρατιώτες του Αποικιακού Στρατού της Αφρικής (ισπανικό: Ejército de África ή Cuerpo de Ejército Marroquí), την Ισπανική Λεγεώνα (Τέρθιο). και τους Regulars. Οι ηγέτες τους είχαν γενικά πλουσιότερο, πιο συντηρητικό και μοναρχικό υπόβαθρο και στηρίζονταν από την τάξη των γαιοκτημόνων. Η Καθολική Εκκλησία ήταν ενάντια στις φιλελεύθερες αρχές των δημοκρατικών, οι οποίες ενισχύθηκαν από το Ισπανικό Σύνταγμα του 1931.

    Δημοκρατικοί

    Οι δημοκρατικοί μαχητές (Teruel, 1936)

    Αρχικά μόνο δύο χώρες υποστήριξαν ανοιχτά τους δημοκράτες: το Μεξικό και η ΕΣΣΔ. Η ΕΣΣΔ, παρείχε διπλωματική υποστήριξη, εθελοντές και τη δυνατότητα αγοράς όπλων. Αυτή η ουδετερότητα έφερε σοβαρές αντιδράσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και, σε μικρότερο βαθμό, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και οδήγησε στη δημιουργία των Διεθνών Ταξιαρχιών, ξένοι όλων των εθνικοτήτων πήγαν οικειοθελώς στην Ισπανία για να πολεμήσουν στο πλευρό των Δημοκρατικών.

    Οι δημοκράτες στην Ισπανία καθορίζονταν από το κέντρο που υποστήριζε μια μετριοπαθής καπιταλιστική και φιλελεύθερη δημοκρατία και τους επαναστάτες αναρχικούς που ήταν αντίθετοι στη Δημοκρατία μεν, αλλά και κατά στις δυνάμεις του πραξικοπήματος. Η βάση τους ήταν κυρίως κοσμική και αστική, αλλά περιελάμβανε και αγρότες χωρίς αγροτεμάχια και ήταν ιδιαίτερα ισχυρή σε βιομηχανικές περιοχές όπως η Αστούρια, η χώρα των Βάσκων και η Καταλονία.

    Η συντηρητική, έντονα καθολική χώρα των Βάσκων, μαζί με την Καθολική Γαλικία και την αριστερή Καταλονία, επιδίωκαν αυτονομία ή ανεξαρτησία από την Ισπανία. Η δημοκρατική κυβέρνηση επέτρεψε τη δυνατότητα αυτοδιοίκησης για τις δύο περιοχές των οποίων οι δυνάμεις τάχθηκαν με τον δημοκρατικό Στρατό (Ejército Popular Republicano, EPR), ο οποίος αναδιοργανώθηκε σε μικτές ταξιαρχίες.

    Διάσημα πρόσωπα που πολέμησαν με τους δημοκρατικούς όπως ο Βρετανός μυθιστοριογράφος Τζώρτζ Όργουελ (ο οποίος έγραψε το Φόρος Τιμής στην Καταλονία (1938), αναφέροντας τις εμπειρίες του στον πόλεμο) και ο Καναδός Γιατρός Norman Bethune, ο οποίος ανέπτυξε μια κινητή υπηρεσία μετάγγισης αίματος για τις συγκρούσεις στην πρώτη γραμμή.

    Στις μάχες με το πλευρό των δημοκρατικών πήρε μέρος και η αστυνομία πόλεως Guardia de Asalto που επιτέθηκε πρώτη στους στρατώνες κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος στην Μαδρίτη.

    Υποστήριξη των εθνικιστών

    Γερμανία

    Η Ναζιστική Γερμανία δημιούργησε τη Λεγεώνα Κόνδορ, αποτελούμενη από εθελοντές της Λουφτβάφε και τον Γερμανικό Στρατό (Heer) από τον Ιούλιο του 1936 έως τον Μάρτιο του 1939. Η Λεγεώνα του Condor αποδείχθηκε ιδιαίτερα χρήσιμη στη μάχη του Τολέδο το 1936 και μετέφερε τον Ισπανικό στρατό Αφρικής στην ηπειρωτική Ισπανία κατά τα πρώτα στάδια του πολέμου. Οι επιχειρήσεις της Γερμανίας αναπτύχθηκαν σιγά-σιγά ώστε να συμπεριληφθούν στόχοι όπως ο βομβαρδισμός της Γκέρνικα, στις 26 Απριλίου 1937. Η Γερμανία χρησιμοποίησε επίσης τον πόλεμο για να δοκιμάσει νέα αεροπλάνα, όπως τα Trimotors Luftwaffe Stukas και Junkers Ju-52, τα οποία αποδείχτηκαν αποτελεσματικά. Η συμμετοχή της Γερμανίας εκδηλώθηκε περαιτέρω με επιχειρήσεις όπως η επιχείρηση Ursula, μια επιχείρηση με υποβρύχια του πολεμικού ναυτικού Kriegsmarine. Η Λεγεώνα πρωτοστάτησε σε πολλές νίκες. Η εκπαίδευση που παρείχαν οι γερμανικές μονάδες στις εθνικιστικές δυνάμεις θα ήταν πολύτιμη. Μέχρι το τέλος του πολέμου, ίσως 56.000 εθνικιστές στρατιώτες, του πεζικού, πυροβολικού, των εναέριων και ναυτικών δυνάμεων, είχαν εκπαιδευτεί από Γερμανούς. Συνολικά, περίπου 16.000 εθελοντές Γερμανοί στρατιώτες πολέμησαν στον πόλεμο και περίπου 300 σκοτώθηκαν. Η γερμανική βοήθεια προς τους εθνικιστές ανήλθε σε περίπου 43.000.000 δολάρια (215.000.000 δολάρια) στις τιμές του 1939, 15.5% των οποίων χρησιμοποιήθηκε για μισθούς και έξοδα, το 21.9% για άμεση παράδοση στην Ισπανία, ενώ το 62.6% στη Λεγεώνα Κόνδορ. Συνολικά, η Γερμανία παρείχε στους εθνικιστές 600 αεροπλάνα και 200 ​​άρματα μάχης.

    Ιταλία

    Ο Μπενίτο Μουσολίνι εντάχθηκε στον πόλεμο για να εξασφαλίσει τον έλεγχο της Μεσογείου. Το βασιλικό ιταλικό ναυτικό (ιταλικό: Regia Marina) διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον αποκλεισμό της Μεσογείου και τελικά η Ιταλία παρείχε στους εθνικιστές στρατιωτικό υλικό, όπλα, πυροβολικό, αεροσκάφη, άρματα μάχης, την Aviazione Legionaria και τη μονάδα Corpo Truppe Volontarie με 50.000 άνδρες. Τα ιταλικά πολεμικά πλοία συμμετείχαν στον αποκλεισμό του ισπανικού Μαρόκου και συμμετείχαν στον ναυτικό βομβαρδισμό των δημοκρατικών στη Μάλαγα, Βαλένθια και Βαρκελώνη. Συνολικά, η Ιταλία παρείχε στους εθνικιστές 660 αεροσκάφη, 150 άρματα, 800 πυροβόλα, 10.000 πολυβόλα και 240.000 τουφέκια.

    Πορτογαλία

    Ο Πρωθυπουργός της Πορτογαλίας Αντόνιο ντι Ολιβέιρα Σαλαζάρ προμήθευε τις δυνάμεις του Φράνκο με πυρομαχικά και υλικοτεχνική βοήθεια. Μια εθελοντική δύναμη “Viriatos” 20.000 στρατιωτών στάλθηκε στην Ισπανία. ενώ η Πορτογαλία διαβεβαίωσε επίσης τον Φράνκο και τους συμμάχους του ότι καμία παρέμβαση δεν θα παρεμπόδιζε τον υλικοτεχνικό εφοδιασμό.

    Άλλοι

    Στις δυνάμεις των Ισπανών εθνικιστών εντάχθηκαν Ρουμάνοι εθελοντές με επικεφαλής τον Ιόν Μότσα, από τη Σιδηρά Φρουρά (“Λεγεώνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ”), περίπου 600 Ιρλανδοί κυανοχίτωνες, οπαδοί του Ιρλανδού πολιτικού, Όουεν Ο΄ Ντάφι (Ιρλανδός πολιτικός), γνωστή ως «Ιρλανδική ταξιαρχία», πήγε στην Ισπανία για να πολεμήσει στο πλευρό των εθνικιστών. Η πλειοψηφία των εθελοντών ήταν καθολικοί και σύμφωνα με τον Ο΄ Ντάφι είχαν προσφερθεί εθελοντικά να βοηθήσουν τους εθνικιστές να πολεμήσουν ενάντια στον κομμουνισμό.

    Υποστήριξη των δημοκρατικών

    Διεθνείς Ταξιαρχίες

    Πολλοί αλλοδαποί, με ριζοσπαστικές κομμουνιστικές ή σοσιαλιστικές ιδέες, εντάχθηκαν στις Διεθνείς Ταξιαρχίες, πιστεύοντας ότι η Ισπανική Δημοκρατία ήταν στην πρώτη γραμμή του πολέμου κατά του φασισμού. Περίπου 40.000 αλλοδαποί πολέμησαν με τις Διεθνείς Ταξιαρχίες, αν και δεν έφτασαν πάνω από 18.000 συνολικά στις πολεμικές συγκρούσεις, ενώ ισχυρίστηκαν ότι αντιπροσώπευαν 53 έθνη.

    Σημαντικός αριθμός εθελοντών (10.000 περίπου) προήλθε από τη Γαλλία, τη Ναζιστική Γερμανία, 5.000 από την Αυστρία και 3.500 από την Ιταλία. Λίγοι παραπάνω από 1000 από τη Σοβιετική Ένωση, τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Πολωνία, τη Γιουγκοσλαβία, την Ουγγαρία και τον Καναδά. Το τάγμα Thälmann, μια ομάδα Γερμανών, και το Τάγμα Γαριμπαλντι, μια ομάδα Ιταλών, διέκρινε τις μονάδες τους κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Μαδρίτης. Οι Αμερικανοί πολέμησαν με τις μονάδες όπως η XV Διεθνής Ταξιαρχία (“Ταξιαρχία Αβραάμ Λίνκολν”), ενώ οι Καναδοί εντάχθηκαν στο Τάγμα Mackenzie-Papineau.

    Περισσότεροι από 500 Ρουμάνοι πολέμησαν με την πλευρά των δημοκρατικών, συμπεριλαμβανομένων των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρουμανίας, Πέτερ Μπορίλα και Βάλτερ Ρόμαν. Περίπου 145 άνδρες από την Ιρλανδία σχημάτισαν τη Φάλαγγα Connolly, η οποία απαθανατίστηκε από τον Ιρλανδό λαϊκό μουσικό Κρίστυ Μούρ στο τραγούδι “Viva la Quinta Brigada”. Στις Ταξιαρχίες εντάχθηκε και ένας μικρός αριθμός Κινέζων, η πλειοψηφία τους όμως επέστρεψε τελικά στην Κίνα.

    Σοβιετική Ένωση

    Ο Ιωσήφ Στάλιν είχε υπογράψει τη Συμφωνία Μη Παρέμβασης στον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, παρείχε όμως υλική βοήθεια στις Δημοκρατικές δυνάμεις, σε όπλα. Σε αντίθεση με τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι, ο Στάλιν προσπάθησε να το κάνει αυτό συγκαλυμμένα. Οι εκτιμήσεις του υλικού που παρέχει η ΕΣΣΔ στους δημοκρατικούς κυμαίνονταν μεταξύ 634 και 806 αεροσκαφών, 331 και 362 αρμάτων μάχης και 1.034 έως 1.895 πυροβόλα. Δημιουργήθηκε επίσης το τμήμα Χ του Κόκκινου στρατού για να διευθύνει τις επιχειρήσεις μεταφοράς όπλων, με την ονομασία “Επιχείρηση Χ”. Πολλά τουφέκια και άλλα όπλα ήταν παλιά, παρωχημένα (μερικά χρονολογούνταν από τη δεκαετία του 1860) αλλά, τα άρματα μάχης T-26 και BT-5 ήταν σύγχρονα. Η Σοβιετική Ένωση προμήθευε με αεροσκάφη τους δημοκρατικούς, αλλά τα αεροσκάφη που παρέθεσε η Γερμανία στους εθνικιστές αποδείχθηκαν πολύ καλύτερα προς το τέλος του πολέμου. Ο Στάλιν έδωσε εντολή να κατασκευαστούν ψεύτικα καταστρώματα στα πλοία και οι σοβιετικοί καπετάνιοι χρησιμοποίησαν διαφορετικές σημαίες με σκοπό την παραπλάνηση για να αποφύγουν τον έλεγχο των εθνικιστών. Σύμφωνα με τον Μπίβορ, οι Δημοκρατικοί πλήρωσαν τα σοβιετικά όπλα από τα επίσημα αποθέματα χρυσού της Τράπεζας της Ισπανίας.

    Σημαντική συμμετοχή είχε και το Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων που σχεδίασε τις δολοφονίες του κομμουνιστή πολιτικού Αντρές Νιν, του δημοσιογράφου Mark Rein και του José Robles. Μια άλλη επιχείρηση υπό της ηγεσίας του NKVD ήταν η κατάρριψη (το Δεκέμβριο του 1936) του γαλλικού αεροσκάφους, όπου ο εκπρόσωπος της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ICRC), Georges Henny, κατείχε έγγραφα σχετικά με την Σφαγή Παρακουέγιος.

    Μεξικό

    Σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, το Μεξικό στήριξε τους δημοκρατικούς. Το Μεξικό προσέφερε 2 εκ. δολάρια και 20,000 τουφέκια με 20 εκ. φυσίγγια. Η σημαντικότερη συνεισφορά του Μεξικού όμως, ήταν η προστασία των προσφύγων. Περίπου 50.000 κατέφυγαν, στην Πόλη του Μεξικού και στη Morelia.

    Γαλλία

    Η αριστερή κυβέρνηση “Λαϊκού Μετώπου” στη Γαλλία δεν υποστήριξε αμέσως τους δημοκρατικούς. Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Λεόν Μπλουμ ήταν φιλικός προς τους δημοκράτες, φοβούμενος όμως ότι η επιτυχία των εθνικιστικών δυνάμεων στην Ισπανία θα είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός συμμαχικού κράτους της Γερμανίας και της Ιταλίας, μιας συμμαχίας που θα περικύκλωνε τη Γαλλία και στις 21 Αυγούστου 1936, υπέγραψε τη Σύμβαση Μη Παρέμβασης. Η Γερμανία ενημέρωσε τον Γάλλο πρεσβευτή στο Βερολίνο ότι η Γερμανία θα θεωρούσε τη Γαλλία υπεύθυνη εάν υποστήριζε τη Ρωσία, αν και εφόσον υποστήριζε τους δημοκρατικούς. Η κυβέρνηση Μπλουμ παρείχε τελικά έναν αριθμό αεροσκαφών στους δημοκρατικούς όπως τα 540 βομβαρδιστικά, τα αεροσκάφη Dewoitine και τα μαχητικά αεροσκάφη Loire 46 που στάλθηκαν έως το Δεκέμβριο το 1936. Έστειλαν επίσης πιλότους και μηχανικούς στους Δημοκρατικούς. Η πιθανότητα μιας γαλλικής παρέμβασης εναντίον των Ισπανών εθνικιστών παρέμεινε μια σοβαρή πιθανότητα καθότι οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες ανέφεραν στον Φράνκο ότι οι Γάλλοι είχαν ανοικτές συζητήσεις σχετικά με την παρέμβαση τους στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο στην Καταλονία και στις Βαλεαρίδες Νήσους. Το 1938 ο Φράνκο αντιλαμβανόταν ότι μπορεί να υπήρχε μια τέτοια γαλλική παρέμβαση ενάντια σε μια πιθανή εθνικιστική νίκη στην Ισπανία μέσω της Καταλονίας, τις Βαλεαρίδες Νήσους και του Ισπανικού Μαρόκου.

    Η διπλωματία που έκρινε τον πόλεμο

    Ο πόλεμος αυτός δεν κρίθηκε ωστόσο από τις εσωτερικές διαμάχες της Ισπανίας. Υπήρξε αποτέλεσμα των διπλωματικών ανταγωνισμών της προπολεμικής περιόδου (1923-1936) στην Ευρώπη τόσο ώστε κατά πολλούς ο 2ος ΠΠ πρακτικά ξεκίνησε στην Ισπανία με τους ίδιους πάντα πρωταγωνιστές στο παρασκήνιο, ενώ η αρχή του 2ου ΠΠ ακολουθεί μόλις 6 μήνες μετά τη λήξη του Ισπανικού Εμφύλιου.

    PRL

    Πολωνοί εθελοντές στο πλευρό των Δημοκρατικών

    Η εμφάνιση της Σοβιετικής Ένωσης σε θέση ισχύος και με άμεση επιρροή στα φτωχά εργατικά στρώματα σχεδόν παντού στην Ευρώπη του μεσοπολέμου που επηρεάζονταν από την αριστερά, ώθησε την Αγγλία και τη Γαλλία σε κρυφή υποστήριξη των φασιστικών δυνάμεων στην Ιταλία και Γερμανία η οποία εκφράστηκε έντονα μέσω της “Πολιτικής Κατευνασμού” (‘Appeasement’) μέρος της οποίας ήταν και η ανοχή του Γερμανικού επανεξοπλισμού και η ανακατάληψη του Σάαρ, κατά παραβίαση της Συνθήκης των Βερσαλλιών που με ένοχη σιωπή αποδέχτηκαν Άγγλοι και Γάλλοι. Σήμερα είναι περισσότερο γνωστό ότι ταυτόχρονα υπήρξε και καθαρή οικονομική υποστήριξη από εταιρείες Αγγλικές, Γαλλικές και Αμερικανικές οι οποίες είχαν επενδύσεις στη Γερμανία, λόγω του ιδιαίτερα φθηνού εργατικού δυναμικού της Γερμανίας μετά την καταστροφή της στον 1ο ΠΠ.

    Μετά την πτώση της δικτατορίας του Πρίμο Ντε Ριβέρα και την αποπομπή του Βασιλέα Αλφόνσου 8ου, με εκλογές, η Ισπανία του 1936 μπήκε σε μια ασυνήθη δημοκρατική διαδικασία όπως και κάθε άλλη χώρα σε παρόμοια περίπτωση. Στην πρώτη τότε δημοκρατική κυβέρνηση πρωτοστατούσαν Κεντρο-Δεξιοί και Σοσιαλιστές, όπως και με τα σημερινά κόμματα στην Ισπανία, το δε Σοσιαλιστικό Κόμμα φέρει ακριβώς την ίδια ονομασία με το κόμμα που σήμερα (2008) είναι στην κυβέρνηση (PSOE). Οι Κομμουνιστές ήταν μόλις το 3% του εκλογικού σώματος. Οι στρατιωτικοί που είχαν συνηθίσει επί κάπου 200 χρόνια τα πραξικοπήματα επιχείρησαν δύο τέτοια μέσα στην περίοδο 1931-35 τα οποία και απέτυχαν. Στο πρώτο από αυτά ο στρατηγός Φρανθίσκο Φράνκο δε συμμετείχε καν, και στο δεύτερο εντάχθηκε την τελευταία στιγμή με πρόσκληση από τη χούντα που διοικούσε ο στρατηγός Εμίλιο Μόλα, που ήταν και ο κύριος οργανωτής και των δύο. Ο Φρανθίσκο Φράνκο επελέγη γιατί ήταν πρώην διοικητής της Ισπανικής Λεγεώνας των Ξένων και είχε επιρροή στα στρατεύματα αυτά, που ήταν ιδιαίτερα αξιόμαχα. Αλλά το δεύτερο αυτό κίνημα απέτυχε στη Μαδρίτη και τη Βαρκελώνη, εκεί δηλαδή που βρισκόταν το κλειδί της διοίκησης της Ισπανίας, και τελικά οι 4 στρατηγοί της Χούντας είτε συνελήφθησαν είτε έμεναν παγιδευμένοι σε μικρές περιοχές, χωρίς ελπίδα να επεκτείνουν τη δράση τους. Μόνο ο Φρανθίσκο Φράνκο βρέθηκε μόνος του στις Κανάριες Νήσους ανεμπόδιστος να επικρατήσει, αν και χωρίς κανένα μέσο να προωθηθεί στην ενδοχώρα.

    Έτσι ο Φρανθίσκο Φράνκο, χωρίς να διαθέτει κανένα μεταφορικό ή άλλο οικονομικό μέσο να συνεχίσει το πραξικόπημα, βρέθηκε να μεταφέρεται στις Ισπανικές αποικίες της Β. Αφρικής με αγγλικό αεροπλάνο για να ηγηθεί της ισπανικής Λεγεώνας των Ξένων, να αποβιβάζει τον στρατό στην ενδοχώρα με γερμανικά αεροπλάνα ενώ την ίδια ώρα τον ενίσχυαν ιταλικά συντάγματα, αεροπλάνα και πυροβολικό που κατέφθαναν στην Σεβίλλη. Άφθονη επίσης οικονομική βοήθεια εισέρρεε μέσω της γείτονος δικτατορικής Πορτογαλίας του Σαλαζάρ, οι πηγές της οποίας προέρχονταν από κεφαλαιούχους Ισπανούς και μη, με χρήματα που βρίσκονταν σε τράπεζες του Λονδίνου. (βλ: Arms for Spain, The untold story of the Spanish Civil War , συγγραφέας Gerald Howson και The Battle for Spain, συγγραφέας Antony Beevor). Στη συνέχεια, αμερικανικά εμπορικά πλοία τον εφοδίαζαν με πετρέλαιο και μεταφορικά οχήματα, τα οποία η Αμερικανική κυβέρνηση χαρακτήριζε ως «μη πολεμικό υλικό» – φυσικά πρόκειται για υλικό που χρησιμοποιήθηκε άμεσα σε πολεμικές επιχειρήσεις.

    Και οι τρεις αυτές χώρες ωστόσο τάχθηκαν διπλωματικά υπέρ της Μη Επέμβασης, πράγμα που τους βοηθούσε να εξουδετερώνουν κάθε αναγνώριση της κατάστασης και άρα και κάθε βοήθεια προς την επίσημη και νόμιμη Δημοκρατική Ισπανική Κυβέρνηση. Στην ΚΤΕ οι Άγγλοι αντιστάθηκαν πεισματικά να αναγνωρίσουν ότι μια χώρα μέλος είχε δεχτεί επίθεση από ξένα στρατεύματα και αρνήθηκαν ακόμα και να εξετάσουν τα στοιχεία των ταυτοτήτων Ιταλών στρατιωτικών που στο μεταξύ είχαν συλληφθεί και τα στοιχεία τους είχαν προσκομιστεί από τη νόμιμη ισπανική κυβέρνηση. Έτσι καθίσταται σαφής η στάση υπέρ του Φράνκο. Η αγγλική ειδικά εξωτερική πολιτική της εποχής εκείνης ήταν φανατικά αντικομμουνιστική και εξαιρετικά προσεκτική με την οποιαδήποτε εξέλιξη θα μπορούσε να τη θίξει στα στρατηγικά σημεία της Αυτοκρατορίας, εν προκειμένω το πέρασμα του Γιβραλτάρ και τη Δυτική Μεσόγειο. Το Βρετανικό Ναυαρχείο σε μυστική του έκθεση τόνιζε τους φόβους του από μια παρουσία των Γερμανο-Ιταλών στην Ισπανία σε ενδεχόμενο μελλοντικό πόλεμο στον οποίο θα εμπλεκόταν και η Αγγλία, αλλά η εξωτερική πολιτική της Αγγλίας την εποχή εκείνη υπαγορεύονταν από εξαιρετικά έξυπνα άτομα τα οποία έπαιζαν όλα τους τα επιχειρήματα στη δυνατότητα ελέγχου των δύο δικτατόρων με διπλωματικές «αντιπαροχές» οι οποίες όμως άνοιξαν υπερβολικά επικίνδυνα την όρεξη των Χίτλερ-Μουσολίνι για νέες απαιτήσεις. Η τακτική αυτή θεωρείται σήμερα υπεύθυνη όχι μόνο για την τύχη της Ισπανίας αλλά ακόμα και για την ουσιαστική πρόκληση του ίδιου του 2ου ΠΠ (Βλέπε: Fateful Choices, συγγραφέας Ian Kershaw, Penguin Books, 2008), ωστόσο αυτή είναι μια πολιτικά σκόπιμα υπαγορευόμενη άποψη.

    Και ενώ αρχικά η υπεροπλία του Φρανθίσκο Φράνκο έδωσε την εντύπωση ότι θα επρόκειτο για μια τρίμηνη εκστρατεία, η κακή στρατιωτική αντίληψη του ίδιου και πιθανόν οι εσωτερικές σκοπιμότητες εντυπωσιασμού με σκοπό να αναλάβει την πλήρη αρχηγία του πραξικοπήματος, η οποία ανήκε πάντα στον στρατηγό Μόλα, έκαναν το μέτωπο να βαλτώσει ειδικά όταν η Σοβιετική Ένωση απάντησε με σημαντική βοήθεια σε υλικό και εθελοντές πιλότους – Σεπτέμβρης 1936 – η οποία απέτρεψε την κατάληψη της Μαδρίτης. Ακολούθησε μια πολύχρονη κυκλωτική κίνηση στην υπόλοιπη περιοχή της Ισπανίας που του απαίτησε πολύ χρόνο αλλά και πολύ υλικό κάνοντάς τον να ζητά ολοένα και περισσότερη βοήθεια.

    Είναι ιστορικά άξιο αναφοράς ότι οι Χίτλερ – Μουσολίνι, πρώτοι τον κατέκριναν ως ανίκανο στρατιωτικό, κι έφτασαν μάλιστα να σκεφτούν σοβαρά να τον εγκαταλείψουν στην τύχη του γιατί η βοήθεια εκείνη τους κόστιζε πολύ τόσο σε υλικό για τα άλλα σχέδια που είχαν για την Ευρώπη αλλά και σε δυσφήμιση γιατί ο στρατός των «αγροτο-εργατών» της Δημοκρατικής Ισπανίας είχε κολλήσει στο πεδίο της μάχης τους επίδοξους κατακτητές της Ευρώπης. Τελικά για λόγους γοήτρου αλλά και από τον φόβο της Αγγλίας για μια «Κομμουνιστική Ιβηρική Χερσόνησο» αποφασίστηκε η ενίσχυση μέχρι τέλους του Φρανθίσκο Φράνκο ώστε να τερματιστεί εκείνη η τριετής διπλωματική ανωμαλία.

    Ανταμοιβή στις «προσφορές» Χίτλερ για την επέμβαση στην Ισπανία φαίνεται ότι ήταν η Τσεχοσλοβακία, που η τύχη της παίχτηκε μυστικά στο ίδιο διπλωματικό «διακανονισμό» με την Ισπανία, ήδη απ’ το φθινόπωρο του 1938, παρά τις εναγώνιες προσπάθειες των δημοκρατικών ηγετών στην Ισπανία να τους δοθεί βοήθεια και πίστωση χρόνου. Η τελευταία δημοκρατική κυβέρνηση βλέποντας τον 2ο ΠΠ που πλησίαζε ήλπιζε ότι αν τους βοηθήσουν να αντέξουν ως το φθινόπωρο του 1939 υποχρεωτικά θα απολάμβαναν, όντας στο αντιχιτλερικό στρατόπεδο, την επίσημη αναγνώριση που οι ΄Μεγάλες Δημοκρατίες΄ της Ευρώπης τους είχαν επίτηδες αρνηθεί. Όντως τον Σεπτέμβρη 1939 ο 2ος ΠΠ ξεκίναγε αλλά η Κομμουνιστική Ισπανία είχε καταθέσει τα όπλα τον Απρίλη του ίδιου χρόνου ενώ Αγγλία και Γαλλία είχαν ήδη αναγνωρίσει λίγες μέρες πριν τον Φράνκο ως τον επίσημο εκπρόσωπο της Ισπανίας.

  • Ο Λούης με παραδοσιακή ενδυμασία απαθανατισμένος από τον Γερμανό Άλμπερτ Μάγιερ, τον φωτογράφο των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896.      1940 – Σπύρος Λούης,

    (Μαρούσι Αττικής, 12 Ιανουαρίου 1873Μαρούσι Αττικής, 26 Μαρτίου 1940) ήταν Έλληνας μαραθωνοδρόμος και νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896.

    Γεννήθηκε στο Μαρούσι από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν νερουλάς τότε που ακόμη δεν υπήρχε κεντρική ύδρευση και ο Σπύρος τον βοηθούσε κουβαλώντας το νερό.[4]

    Ο Μαραθώνιος δρόμος

    Όταν το 1894 αποφασίστηκε η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, άρχισαν οι προετοιμασίες ώστε οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες (1896) να διοργανωθούν στην Αθήνα. Ένα από τα αγωνίσματα ήταν ο μαραθώνιος, άθλημα που δεν είχε διοργανωθεί ποτέ μέχρι τότε. Η πρόταση είχε γίνει από τον Γάλλο Μισέλ Μπρεάλ, ο οποίος είχε εμπνευστεί από τον άθλο του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη, που είχε διανύσει την απόσταση ξεκινώντας από την πόλη του Μαραθώνα μέχρι στην Αθήνα για να αναγγείλει την νίκη των Αθηναίων στη μάχη του Μαραθώνα.

    Οι Έλληνες ήταν κατενθουσιασμένοι για το νέο άθλημα και αποφάσισαν να οργανώσουν προκαταρκτικούς αγώνες για τους Έλληνες αθλητές που ήθελαν να δηλώσουν συμμετοχή. Διοργανωτής των προκαταρκτικών ήταν ο συνταγματάρχης του στρατού, Παπαδιαμαντόπουλος, ο οποίος ήταν διοικητής του Λούη κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1893-1895). Ο πρώτος προκαταρκτικός, που ήταν συγχρόνως και ο πρώτος Μαραθώνιος αγώνας, διοργανώθηκε στις 10 Μαρτίου. Νικητής ήταν ο Χαρίλαος Βασιλάκος με 3 ώρες, 18 λεπτά. Ο Λούης συμμετείχε στους δεύτερους προκαταρκτικούς, στις 25 Μαρτίου. Ο Παπαδιαμαντόπουλος που θυμόταν τον Λούη για την αντοχή του στο τρέξιμο, τον είχε πείσει να δηλώσει συμμετοχή, όμως ο Λούης διέσχισε την τελική γραμμή στην πέμπτη θέση, εκτός του χρονικού ορίου που είχε τεθεί για την πρόκριση. Τελικά έγινε οριακά δεκτός με παρέμβαση του διοργανωτή Παπαδιαμαντόπουλου, μαζί με τον 6ο συνυποψήφιό του Μασούρη, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών.[5] Νικητής στους δεύτερους προκαταρκτικούς αναδείχθηκε ο Ι. Λαυρέντης.

    Ο Μαραθώνιος ήταν να πραγματοποιηθεί στις 29 Μαρτίου (σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο που ήταν τότε σε χρήση στην Ελλάδα), και αναμένονταν με μεγάλο ενθουσιασμό από όλους. Ο λαός και οι κυβερνώντες επιζητούσαν τη μεγάλη εθνική επιτυχία, η οποία δεν είχε έρθει μέχρι στιγμής στους εν λόγω ολυμπιακούς αγώνες.

    Η είσοδος του Λούη στο ολυμπιακό στάδιο, συνοδευόμενος στα τελευταία μέτρα από τον πρίγκιπα Κωνσταντίνο.

    Ο Παπαδιαμαντόπουλος έδωσε το σήμα εκκίνησης στον Μαραθώνα. Δεκατρείς δρομείς από την Ελλάδα και τέσσερις αθλητές από άλλα έθνη έλαβαν μέρος. Ο Γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό (Albin Lermusiaux) που είχε πάρει και χάλκινο στα 1500 μέτρα μπήκε νωρίς μπροστά και προηγείτο. Στο Πικέρμι ο Λούης σταμάτησε σε ένα καφενείο και ζήτησε να πιει ένα ποτήρι κρασί, λέγοντας ότι θα τους φτάσει και θα τους προσπεράσει όλους πριν από το τέλος.

    Μετά το 32ο χιλιόμετρο, ο Λερμιζιό κατέρρευσε από την εξάντληση. Το προβάδισμα ανέλαβε τώρα ο Αυστραλός Έντγουϊν Φλακ που πρωτύτερα είχε πάρει μετάλλιο στα 800 και 1500 μέτρα. Ο Λούης άρχισε να ελαττώνει την απόσταση, μέχρι που και ο Αυστραλός, που δεν ήταν συνηθισμένος στις μεγάλες αποστάσεις, κατέρρευσε μερικά χιλιόμετρα αργότερα.

    Εν τω μεταξύ, στο στάδιο, η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη, ειδικά όταν ένας αγγελιοφόρος με το ποδήλατο είχε βιαστεί να φέρει την είδηση ότι ο Αυστραλός προηγείτο. Σε λίγο κατέφτασε ένας έφιππος αξιωματικός και ανήγγειλε ότι ένας Έλληνας ήταν πρώτος στον αγώνα δρόμου.[6] Οι χιλιάδες θεατές άρχισαν να πανηγυρίζουν και να τον παροτρύνουν φωνάζοντας «Έλλην, Έλλην!»

    Ο Λούης μπήκε πρώτος στο στάδιο, όπου τον υποδέχτηκε ο κόσμος μαζί με τον διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον πρίγκιπα Γεώργιο και τον κέρναγαν κρασί, γάλα, μπύρα, αυγά πασχαλινά, πορτοκαλάδα και άλλα δώρα. Πολλοί του έταζαν από κοσμήματα ως τζάμπα ξύρισμα στο κουρείο για πάντα. Ο μύθος λέει ότι ο βασιλιάς Γεώργιος ρώτησε τον Λούη τι δώρο θα ήθελε να του προσφέρει, και εκείνος του απάντησε: «Ένα γαϊδουράκι να με βοηθάει να κουβαλάω το νερό.» Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο ίδιος δήλωσε ότι αρνήθηκε ως δώρο κάποιο άλογο ή κάρο.[7]

    Ο Λούης έτρεξε τον μαραθώνιο σε χρόνο 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δεύτερα, σε ηλικία 24 ετών. Μετά τους Ολυμπιακούς γύρισε στο χωριό του και δεν πήρε μέρος σε κανέναν άλλο αγώνα δρόμου. Έζησε μια ζωή ήρεμη, εργαζόμενος ως αγρότης, και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός.

    Αμφισβήτηση αγώνα

    Κυρίως ευρωπαϊκές εφημερίδες της εποχής δημοσίευσαν άρθρα σκεπτικιστικά ως προς τις επιδόσεις του Σπύρου Λούη,[8] ενώ η επιτροπή του αγώνα έκανε δεκτή ένσταση του Ούγγρου αθλητή Κέλνερ σύμφωνα με την οποία ο τρίτος κατά σειρά Μπελόκας ανέβηκε σε κάρο κατά τη διαδρομή.[9] Ο Χαρίλαος Βασιλάκος, ο επίσημα δεύτερος νικητής, φέρεται να εξεπλάγη με τη νίκη του Σπύρου Λούη, καθώς δεν τον είδε να τον προσπερνάει (σύμφωνα με βιβλίο του Ντόναλντ Μακ-Φαίηλ)[10] ωστόσο ουδέποτε εξέφρασε τις αντιρρήσεις του δημόσια.[11][12] Αμφιβολίες εκφράζονται επίσης στο ντοκυμανταίρ Εφτά Λεπτά Ψυχής που παρουσιάστηκε στο 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας.[13]

    Μετά τους Ολυμπιακούς

    Πινακίδα στο Μαρούσι Ο Σπύρος Λούης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο

    Την δεκαετία του 20 εργάστηκε ως φύλακας στον σιδηροδρομικό σταθμό Μαρκόπουλου του Λαυρεωτικού. Το 1926, ο Λούης κατηγορήθηκε για πλαστογράφηση στρατιωτικών εγγράφων και μπήκε στη φυλακή. Μετά από ένα χρόνο και παραπάνω στη φυλακή, αθωώθηκε και βγήκε, ενώ η υπόθεσή του προκάλεσε σάλο στον Τύπο.

    Την τελευταία δημόσια εμφάνισή του έκανε το 1936, όταν προσκλήθηκε ως τιμητικός φιλοξενούμενος από τους διοργανωτές των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1936, που διοργανώθηκαν στο Βερολίνο. Στο ντοκιμαντέρ Ολυμπία - Η γιορτή των εθνών εμφανίζεται ο Λούης με άσπρη φουστανέλα και σκούρο γιλέκο κρατώντας ένα φουντωτό κλαδί ελιάς στο δεξί του χέρι. Η φορεσιά αυτή, έχει δωρηθεί και φυλάσσεται σήμερα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας.

    Ο Λούης πέθανε λίγους μήνες πριν από την Ιταλική εισβολή στην Ελλάδα. Αθλητικές λέσχες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό φέρουν το όνομά του. Σημαντική αναφορά είναι το Ολυμπιακό Στάδιο Αθηνών, τόπος διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων (2004), που επονομάστηκε Σπύρος Λούης. Στο Μόναχο, το όνομά του φέρει η λεωφόρος Spiridon-Louis-Ring στο αντίστοιχο Ολυμπιακό πάρκο.

    Ο Μαραθώνιος του Λούη παρουσιάζεται και στην κινηματογραφική ταινία Συνέβη στην Αθήνα (It Happened in Athens), με την Τζέιν Μάνσφιλντ.

    Η έκφραση στα ελληνικά: «Έγινε Λούης» λέγεται για κάποιον που εξαφανίζεται τρέχοντας γρήγορα.

  • 1944 Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος: Ο Κόκκινος Στρατός απωθεί τους Ναζί πίσω στα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης, τα οποία πέρασαν εισβάλλοντας τον Ιούνη του 1941
  • Σαν σήμερα 26 Μαρτίου 20221945 Οι ΗΠΑ καταλαμβάνουν ολοκληρωτικά από τους Ιάπωνες το στρατηγικής σημασίας νησί Ιβοζίμα στον Ειρηνικό. (Η Μάχη της Ιβοζίμα)
  • 1949: Ο Μίκης Θεοδωράκης, που κρατείται στη Μακρόνησο για τις πολιτικές πεποιθήσεις του, αρνείται να υπογράψει δήλωση μετανοίας και βασανίζεται επί δεκάωρο. Θα μεταφερθεί σοβαρά τραυματισμένος σε νοσοκομείο της Αθήνας.
  • 1964 – «Αποτροπιασμό εις κάθε άνθρωπον» δηλώνει ο υπουργός Κοινωνικής Προνοίας Ανδρέας Κοκκέβης ότι προκαλεί η κατάσταση του Δημοσίου Ψυχιατρείου στο Δαφνί. Πέραν της έλλειψης προσωπικού υπάρχουν 737 υπεράριθμοι ασθενείς, πολλοί από τους οποίους κοιμούνται στους πάγκους της τραπεζαρίας και τα υπόγεια του κτιρίου. Ο υπουργός εξαγγέλλει τη μετατροπή των τεχνικών σχολών της Λέρου σε «αποικία ψυχοπαθών» ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση.
  • 1965 – Απορρίπτεται από τον Άρειο Πάγο η αίτηση του υπουργού Δικαιοσύνης Νικόλαου Μπακόπουλου για οριστική παύση του εισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κωνσταντίνου Κόλλια με το σκεπτικό ότι η αίτηση είναι αντισυνταγματική βάσει της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.
  • 1969: Στο Χίλτον του Άμστερνταμ, ο Τζον Λένον και η Γιόκο Ονο κάνουν το πρώτο «μπέντ-ιν» για την ειρήνη, δηλαδή μία ξαπλωτή διαμαρτυρία, όπου το ζεύγος παραμένει στο κρεβάτι για μέρες, ζητώντας με αυτό τον τρόπο ειρήνη στο Βιετνάμ.
  • 1971 – Το Ανατολικό Πακιστάν ανακηρύσσει την ανεξαρτησία του από το Πακιστάν για να σχηματίσει τη Λαϊκή Δημοκρατία του Μπανγκλαντές. Αρχίζει ο απελευθερωτικός πόλεμος. Το 1947 οι Βρετανοί αποχωρούν από την Ινδία με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το καθαρά Μουσουλμανικό κράτος του Πακιστάν, το οποίο χωριζόταν σε Δυτικό και Ανατολικό τμήμα (το σημερινό Μπανγκλαντές), ανάμεσα στα οποία βρίσκονται 1.600 χλμ. ινδικού εδάφους. Η πρωτεύουσα του κράτους εγκαθίσταται στο Ισλαμαμπάντ του Δυτικού Πακιστάν. Η Ανατολική Βεγγάλη ήταν η πολυπληθέστερη επαρχία του Πακιστάν, με την Ντάκα επαρχιακή πρωτεύουσα.[49] 

    Το 1949 ιδρύεται η ένωση Αούμι ως πολιτική φωνή των ομιλούντων μπενγκάλι,[50] και την ιδέα της αυτονομίας από το Δυτικό Πακιστάν. Το επιτυχημένο κίνημα για τη Βεγγαλική γλώσσα το 1952 ήταν το πρώτο σημάδι τριβής με το δυτικό Πακιστάν. Το 1955, η επαρχία μετονομάστηκε σε Ανατολικό Πακιστάν. Ο ηγέτης της ένωσης Αούμι, Σουχραουάρντι έγινε πρωθυπουργός του Πακιστάν το 1956, αλλά εκδιώχθηκε μετά από ένα χρόνο, λόγω έντασης με το κατεστημένο του δυτικού Πακιστάν.[51] Το σύνταγμα του 1956 τερμάτισε το καθεστώς υποταγής στη Βρετανική.

    Η δυσαρέσκεια με την κεντρική κυβέρνηση αυξήθηκε όσον αφορά τα οικονομικά και πολιτιστικά θέματα. Η επαρχιακή κυβέρνηση του Φαζλούλ Χουκ απολύθηκε λόγω κατηγοριών για απόσχιση.[52] Το 1962, η Ντάκα ορίστηκε νομοθετική πρωτεύουσα του Πακιστάν ώστε να καταλαγιάσει ο αυξανόμενος πολιτικός εθνικισμός.[53] Σύμφωνα με γραφειοκράτες της Παγκόσμιας Τράπεζας, το Πακιστάν πραγματοποιούσε εκτεταμένο οικονομικό ρατσισμό ενάντια στο Ανατολικό Πακιστάν, όπως για παράδειγμα υψηλότερες κυβερνητικές δαπάνες στο δυτικό Πακιστάν και χρήση του εμπορικού πλεονάσματος του ανατολικού Πακιστάν για τη χρηματοδότηση των εισαγωγών στο δυτικό.[54] Το ανατολικό Πακιστάν παρήγαγε περίπου του 70% των εξαγωγών του Πακιστάν.[55] Ρατσισμός υπήρχε επίσης και στις πολιτικές και στρατιωτικές υπηρεσίες, αποτελώντας το 15% των κυβερνητικών υπαλλήλων[56] και το 10% των ενόπλων δυνάμεων.[57] Έντονος ήταν και ο πολιτιστικός ρατσισμός, με αποτέλεσμα το ανατολικό τμήμα να δημιουργήσει διακριτή πολιτική ταυτότητα.[58] Η πακιστανική κυβέρνηση επέβαλε απαγορεύσεις στη βεγγαλική λογοτεχνία, ακόμη και στα έργα του βραβευμένου με Νόμπελ Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ.[59] Στις 13 Νοεμβρίου του 1970, ένας τεράστιος κυκλώνας έπληξε τον κόλπο της Βεγγάλης, στο Ανατολικό Πακιστάν[60]. Καταρρακτώδεις βροχές, άνεμοι ταχύτητας 220 χλμ./ώρα και τεράστια παλιρροϊκά κύματα με ύψος εννέα και πλέον μέτρων σάρωσαν ολόκληρη την πυκνοκατοικημένη παραλιακή ζώνη του Ανατολικού Πακιστάν και τα πολυάριθμα νησιά που είναι διεσπαρμένα κοντά στις ακτές. Μέσα σε μόλις έξι ώρες τα νερά σκέπασαν τα πάντα καθώς τα υποτυπώδη φράγματα και τα φτωχικά σπίτια από λάσπη και καλάμια δεν μπορούσαν να αντισταθούν. Ο αριθμός των νεκρών άγγιξε τα 300.000 άτομα, οι άστεγοι υπολογίστηκαν σε τρία και πλέον εκατομμύρια[61]. Καθώς τα νερά αποσύρθηκαν σταδιακά στις εβδομάδες που ακολούθησαν, ανακαλύπτονταν συνεχώς νέοι σωροί πτωμάτων, συχνά κοντά στα φράγματα όπου συνέρρευσαν πολλοί ελπίζοντας ότι θα γλιτώσουν. Τις ημέρες εκείνες, περίπου 15.000 προσκυνητές είχαν συρρεύσει στο νησί Χάτια στον Γάγγη και σε άλλες νησίδες του κόλπου της Βεγγάλης. Νησίδες που κυριολεκτικά καταποντίστηκαν, γεμίζοντας το δέλτα του ποταμού με εκατοντάδες, χιλιάδες ίσως, πτώματα ανθρώπων και ζώων. Όσο για τους επιζώντες, για πολλούς ήταν ορατός ο κίνδυνος λιμού και, κυρίως, λοιμού. Χιλιάδες πλοιάρια έσπευσαν για να εκκενώσουν τις πλημμυρισμένες περιοχές και να επιταχύνουν την ταφή των νεκρών πριν ενσκήψουν οι επιδημίες. Παράλληλα άρχισε η διανομή τροφίμων στα εκατομμύρια των αστέγων που συνέρρεαν από στα σημεία όπου μοιράζονται εφόδια ως επί το πλείστον από το μόνο κατάλληλο για την περίσταση μέσο, τα ελικόπτερα του αμερικανικού στρατού[62]. Η κεντρική κυβέρνηση κατηγορήθηκε για την ανεπαρκή αντίδρασή της.[63] Μετά τις εκλογές του 1970, οι φωνές για ανεξαρτησία του Μπαγκλαντές έγιναν ισχυρότερες.[64]

    Ανεξαρτησία

    Οι εκλογές του 1970 δίνουν στον ηγέτη της ένωσης Αούμι, Σεΐχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν καθαρή πλειοψηφία, όμως δεν του επετράπηκε να αναλάβει τη θέση του. Ξεσπά εξέγερση και ανταρτοπόλεμος μετά την άρνηση του Γιαχία Χαν να συγκαλέσει εθνοσυνέλευση. Το 1971 η ένωση Αούμι κηρύττει μονομερώς ανεξαρτησία. Η σημαία του Μπαγκλαντές κυματίζει για πρώτη φορά τις 23 Μαρτίου 1971, ημέρα δημοκρατίας στο Πακιστάν.[65]

    Στις 26 Μαρτίου 1971, η στρατιωτική χούντα του Πακιστάν[66]ξεκίνησε στρατιωτική επιχείρηση στο ανατολικό Πακιστάν[67][68] και κρατούσε τον εκλεγμένο πρωθυπουργό[69][70] υπό στρατιωτική παρακολούθηση.[71] Ο πακιστανικός στρατός, με τη βοήθεια άλλων οργανώσεων, προχώρησε σε σφαγή Βεγγαλέζων σε ένα γεγονός που έγινε γνωστό ως γενοκτονία του Μπαγκλαντές.[72] Από τον πόλεμο 10.000.000 άνθρωποι μεταναστεύουν στην Ινδία. Οι νεκροί εκτιμούνται από 300.000 μέχρι 3 εκατομμύρια.[73] Η παγκόσμια κοινή γνώμη στράφηκε εναντίον του Πακιστάν καθώς τα νέα για τις φρικαλεότητες διαδόθηκαν[74] και το κίνημα του Μπαγκλαντές υποστηρίχθηκε από επιφανές πολιτικές και καλλιτεχνικές μορφές της Δύσης.[75][76][77][78]

    Μετά από εννέα μήνες, ο πόλεμος έληξε με την παράδοση του στρατού του Πακιστάν στη συμμαχία Μπαγκλαντές-Ινδίας τις 16 Δεκεμβρίου 1971.[79][80] Μετά από διεθνείς πιέσεις, το Πακιστάν απελευθέρωσε τον Μουτζίμπ τις 8 Ιανουαρίου 1972, και μεταφέρθηκε στην Ντάκα.[81][82] Τα ινδικά στρατεύματα αποχώρησαν τις 12 Μαρτίου 1972, τρεις μήνες μετά τη λήξη του πολέμου.[83] Όταν το Μπαγκλαντές έγινε μέλος του ΟΗΕ, αναγνωρίστηκε από 86 χώρες.[74] Το Πακιστάν αναγνώρισε το Μπαγκλαντές το 1974, υπό τις πιέσεις του μουσουλμανικού κόσμου.[84]

    Μετά την ανεξαρτησία, το Μπαγκλαντές έγινε δημοκρατία. Η τότε 7η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου μαστιζόταν από τις καταστροφές του πολέμου, τη φτώχεια και τον λιμό και λάμβανε διεθνή βοήθεια. Το 1973, η Ινδία, το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές υπέγραψαν τριμερή συμφωνία για ειρήνη και σταθερότητα στην υποήπειρο.[85] Το 1991, το Μπαγκλαντές έγινε κοινοβουλευτική δημοκρατία.

  • 1979 – Ο Ανουάρ Σαντάτ, ο Μεναχέμ Μπέγκιν και ο Τζίμι Κάρτερ υπογράφουν στην Ουάσινγκτον τη Συνθήκη Ειρήνης Αιγύπτου-Ισραήλ.
  • 1983: Επιστρέφει στην Ελλάδα, έπειτα από 33χρονη εξορία στη Σοβιετική Ένωση, ο Μάρκος Βαφειάδης, αρχηγός του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) και της Κυβέρνησης του Βουνού στον Εμφύλιο Πόλεμο. Τα επόμενα χρόνια θα πολιτευθεί με το ΠΑΣΟΚ.
  • 1991 – Η Αργεντινή, η Βραζιλία, η Ουρουγουάη και η Παραγουάη υπογράφουν τη Συνθήκη της Ασουνσιόν, ιδρύοντας τη Μερκοσούρ.
  • 1993: Ο πρόεδρος της Πολωνίας, Λεχ Βαλέσα, εγκαινιάζει μια τηλεφωνική γραμμή, μέσω της οποίας ο λαός θα μπορεί να επικοινωνεί απευθείας μαζί του.
  • 1995: Τίθεται σε ισχύ η Συνθήκη Σένγκεν για την κατάργηση των ενδοσυνοριακών ελέγχων στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επτά από τις δεκαπέντε χώρες την εφαρμόζουν.
  • 1996: Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εγκρίνει δάνειο για τη Ρωσία, ύψους 10,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, προκειμένου η χώρα να προχωρήσει στην οικονομική της εξυγίανση.
  • 1997: Εντοπίζονται στις ΗΠΑ, τα πτώματα τριάντα εννέα ανθρώπων. Όλοι τους ήταν μέλη της παραθρησκευτικής οργάνωσης η Πύλη του Παραδείσου και αυτοκτόνησαν ομαδικά.
  • 2000: Η Ελλάδα γίνεται πλήρες μέλος της Συνθήκης Σένγκεν, που έχει ως στόχο την προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την καθιέρωση της ελεύθερης κυκλοφορίας για όλα τα πρόσωπα, υπηκόους των κρατών που υπέγραψαν τη Συμφωνία, καθώς και την αστυνομική και δικαστική συνεργασία.
  • Σαν σήμερα 26 Μαρτίου 20232000: Εκλέγεται πρόεδρος της Ρωσίας ο Βλαντιμίρ Πούτιν.
  • 2005 – Το BBC προβάλει νέο επεισόδιο της σειράς Doctor Who, μετά τη διακοπή της το 1989. Σήμερα είναι το μακροβιότερο δράμα επιστημονικής φαντασίας στον κόσμο.
  • 2007 – Ο Σερζ Σαρκισιάν αναλαμβάνει προσωρινά την πρωθυπουργία της Αρμενίας μετά τον ξαφνικό θάνατο του Αντρανίκ Μαρκαριάν. Ο διορισμός του εγκρίνεται από τη Βουλή στις 4 Απριλίου.
  • 2007 – Ζητάει συγνώμη ο Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Σίνζο Άμπε για τη χρήση γυναικών ως σεξουαλικών αντικειμένων σε οίκους ανοχής στα μέτωπα, τον καιρό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
  • mpakalis2007 Πέθανε ο Μπάμπης Μπακάλης, από τους σημαντικότερους και εμπορικότερους συνθέτες του λαϊκού μας τραγουδιού
  • 2010: Μετά από επίθεση βορειοκορεατικού πλοίου σε νοτιοκορεατικό, 46 άτομα χάνουν τη ζωή τους.
  • 2011: Στο Λονδίνο περίπου 250.000 συμμετάσχουν σε διαδήλωση κατά των μέτρων λιτότητας.
  • lakis papas2014 έφυγε από τη ζωή ο Λάκης Παππάς, μια ευαίσθητη φωνή του ελληνικού τραγουδιού
  • 2019: Σκοτώνονται 4 Ουκρανοί στρατιώτες σκοτώνονται και άλλοι δύο τραυματίζονται σε επίθεση με πύραυλο σε στρατιωτική θέση στη Ντόνετσκ. Πρόκειται για την επίθεση με τους πιο πολλούς νεκρούς για τις ουκρανικές δυνάμεις από το 2019.


Γεννήσεις

  • 1554 – Κάρολος Α΄, δούκας του Μαγιέν
  • 1836 – Πάουλ Καρλ Μπάιερσντορφ, Γερμανός επιχειρηματίας
  • 1874 – Ρόμπερτ Φροστ, Αμερικανός ποιητής
  • 1876 – Γουλιέλμος του Βιντ, πρίγκιπας της Αλβανίας
  • 1881 – Γκούτσιο Γκούτσι, Ιταλός επιχειρηματίας
  • 1884 – Βίλχελμ Μπακχάουζ, Γερμανός πιανίστας
  • 1893 – Παλμίρο Τολιάτι, Ιταλός πολιτικός
  •  
    1904 – Τζόζεφ Κάμπελ, (Joseph Campbell, 1904-1987), μυθολόγος, δάσκαλος και για πολλούς οραματιστής, γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη στις 26 Μαρτίου 1904, από ρωμαιοκαθολικούς γονείς και μεγάλωσε στο προάστιο του Νιου Ροσέλ. Μετά τις σπουδές του στο Κολλέγιο Ντάρτμουθ και στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στα πανεπιστήμια του Παρισιού και του Μονάχου. Επιστρέφοντας στις Η.Π.Α, αποσύρθηκε στα Όρη Κάτσκιλ και στο Μοντερέι της Καλιφόρνια όπου ασχολήθηκε με εντατικές μελέτες. Από το 1934 μέχρι το 1972 δίδαξε συγκριτική μυθολογία στο Κολέγιο Σάρα Λόρενς, βόρεια της Νέας Υόρκης. Εκεί συνάντησε και παντρεύτηκε μια μαθήτρια, την Τζιν Έρντμαν από τη Χονολουλού, η οποία ασχολήθηκε με το σύγχρονο χορό και ίδρυσε μια φημισμένη σχολή. Οι χορογραφίες της βασίζονταν συχνά σε μυθικά θέματα που πρότεινε ο σύζυγός της.

    Κατά την παιδική του ηλικία ήλθε σε επαφή με τις παραδόσεις των αμερικανών Ινδιάνων, ενώ στα πανεπιστημιακά του χρόνια, ασχολούμενος με τα γερμανικά και γαλλικά, έκανε μια διεισδυτική μελέτη για τον αρθουριανό μύθο και τη σχετική φιλολογία των αυλικών ερώτων της μεσαιωνικής Γαλλίας. Μια απροσδόκητη συνάντησή του με τον νεαρό Τζίντου Κρισναμούρτι του άνοιξε νέους ορίζοντες. Όντας στην Ευρώπη, ο Κάμπελ ανακάλυψε τον βουδισμό, τους κλασικούς του ινδουϊσμού, τη γερμανική φιλοσοφία τον Φρομπένιους, τον Σίγκμουντ Φρόιντ, τον Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ, τον Τόμας Μαν και τον Τζαίημς Τζόυς.

    Χάινριχ Τσίμερ

    To 1941 ο Κάμπελ χρησιμοποίησε τον ελεύθερο χρόνο του για να βοηθήσει το Σβάμι Νιχιλανάντα (Swami Nikhilananda) να μεταφράσει το Ευαγγέλιο του Σρι Ραμακρίσνα. Από εκεί ξεκίνησε μια μοιραία αλυσίδα γεγονότων. Ο Σβάμι τον σύστησε στον ινδολόγο Χάινριχ Τσίμερ, (H. Zimmer), ο οποίος είχε εγκαταλείψει με την οικογένειά του τη ναζιστική Γερμανία και είχε εγκατασταθεί στο Νιου Ροσέλ, κοντά στο σπίτι όπου γεννήθηκε ο Κάμπελ. Παρακολουθώντας τις διαλέξεις του Τσίμερ στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, ο Κάμπελ έγινε μαθητής του. Ο Τσίμερ, ο οποίος συνάντησε τους Μαίρη και Πολ Μέλον στην Ελβετία, στο Συνέδριο Έρανος του 1939, βοηθούσε τη Μέλον στη δημιουργία ενός εκδοτικού οίκου με την επωνυμία Μπόλινγκεν Πρες (Bollingen Press). Της σύστησε τον Κάμπελ, περιγράφοντάς τον σαν «έξυπνο και διαισθητικό Ιρλανδό, ενεργητικό και γεμάτο ζωή, ο οποίος γνώριζε πολλά για τους Ινδούς αλλά και τους Ινδιάνους» και τον υπέδειξε ως υπεύθυνο του προγράμματος Μπόλινγκεν. Παρόλα αυτά το βιβλίο των Κάμπελ και Ρόμπινσον, Κλειδί για την Αγρύπνια του Φίνεγκαν δεν ήταν το πρώτο στη σειρά Μπόλινγκεν. Αντί για αυτό προτιμήθηκε η μελέτη της Μοντ Όουκς (M. Oakes), για έναν τελετουργικό πόλεμο των Ναβάχο, με τίτλο Όταν οι Δύο Ήλθαν στον Πατέρα Τους, συμπληρωμένη με μυθολογικά σχόλια του Κάμπελ.

    Ο Τσίμερ πέθανε ξαφνικά στις αρχές του 1943, αφήνοντας πίσω τον ένα τεράστιο υλικό με αδημοσίευτα και ατελείωτα γραπτά στα γερμανικά και στα αγγλικά. Κατά την επόμενη δεκαετία ο Κάμπελ έδωσε μορφή στο υλικό του δασκάλου του με τέσσερα έργα: Μύθοι και Σύμβολα στην Ινδική Τέχνη και ΠολιτισμόΟ Βασιλιάς και Το ΠτώμαΟι Φιλοσοφίες της Ινδίας και τους δύο επιβλητικούς τόμους με τίτλο Η τέχνη της Ινδικής Ασίας. Αυτά τα έργα έκαναν το όνομα του Τσίμερ διάσημο αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό του. Αν και ο Κάμπελ θεωρείτο απλά εκδότης, στην πραγματικότητα αποκρυπτογράφησε και ανέπτυξε τις ακατέργαστες σημειώσεις του Τσίμερ, μετέφρασε αρκετές σελίδες και υπέβαλε σε επιστημονική ανάλυση όσα χρησιμοποίησε ο Τσίμερ. Έτσι, καθιέρωσε ένα νέο τύπο έρευνας τον οποίο περιέγραψε ως εξής: «Κατέγραφα τις ερωτήσεις που απαιτούσαν απαντήσεις…, έκλεινα τα μάτια, ρωτούσα τον Τσίμερ και έπαιρνα τις απαντήσεις. Η φωνή του ήταν ακόμη πολύ ζωvτανή μέσα μου».

    Όσο για το Ο Ήρωας με τα Χίλια Πρόσωπα, το βιβλίο που έκανε διάσημο τον Κάμπελ και τη Σειρά Μπόλινγκεν (1949), άρχισε να το γράφει πολύ πριν συναντηθεί με τον Τσίμερ ή τον εκδοτικό οίκο Μπόλινγκεν. Απογοητευμένος από την έλλειψη ενθουσιασμού του εκδότη του, ο Κάμπελ έσπασε το συμβόλαιο και προσέφερε το βιβλίο στον εκδοτικό οίκο Πάνθεον (Pantheon). Ο εκδότης του Πάνθεον, ο Κουρτ Βολφ, to απέρριψε φοβούμενος πως το κοινό του ήταν περιορισμένο. Ο Βολφ -ο οποίος απολογούμενος αργότερα στον Κάμπελ του είπε πως το 1917 είχε απορρίψει την Παρακμή της Δύσης του Οσβαλντ Σπένγκλερ- τον συμβούλεψε να στείλει το χειρόγραφο στη Σειρά Μπόλινγκεν. Το τηλεγράφημα με το οποίο του απάντησαν έγραφε, “Ο Ήρωας είναι θαυμάσιο έργο!”. Ο Ήρωας έφερε στο συγγραφέα του το βραβείο του Εθνικού Ινστιτούτου Τεχνών και Γραμμάτων για δημιουργική εργασία στη φιλολογία. Στις διάφορες εκδόσεις του πούλησε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα και μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες. Κατά σύμπτωση, αν και το βιβλίο ταιριάζει στις ιδέες του Κ. Γκ. Γιουνγκ, τα παραδείγματα και οι ψυχολογικές αναφορές στρέφονται περισσότερο στο έργο του Φρόιντ και άλλων ψυχαναλυτών, καθώς και σε μια επιλεγμένη μερίδα φιλολογικών και εθνολογικών πηγών.

    Συνέδρια Έρανος και Κ. Γκ. Γιουνγκ

    Καθώς τυπωνόταν ο Ήρωας και ενώ διαμόρφωνε τα έργα του Τσίμερ, διδάσκοντας ταυτόχρονα στο Κολέγιο Σάρα Λόρενς, ο Κάμπελ ανέλαβε άλλο ένα σχέδιο για τη Σειρά Μπόλινγκεν τις “Μελέτες των Ετήσιων Εκδόσεων Έρανος”. Το ετήσιο Συνέδριο Έρανος στην Ασκόνα της Ελβετίας υπήρξε από το 1933 κέντρο διαλέξεων μελετητών της θρησκείας, της φιλοσοφίας και της ψυχολογίας, ανάμεσα στους οποίους προεξέχων ήταν ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ. Οι Μέλον βοηθήθηκαν από τα Συνέδρια και ανάμεσα στα σχέδια της Μαίρης Μέλον περιλαμβανόταν η έκδοση διαλέξεων από τις Ετήσιες Εκδόσεις Έρανος. Το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε μόνο μετά τον θάνατό της, το 1946. Μόνο μέσα σε ένα χρόνο ο Κάμπελ διάβασε όλες τις Ετήσιες Εκδόσεις -140 διαλέξεις, οι περισσότερες στη Γερμανία ή Γαλλία- τις συνόψισε και προγραμμάτισε την έκδοσή τους. Οι εκδοτικές απόψεις του όμως ήταν διαφορετικές από εκείνες της Όλγας Φρέμπε Καπτάιν, (Olga Froebe Capstein), της ευφυέστατης και δονκιχωτικής αρχηγού του Έρανος. Η Καπστάιν πίστευε ότι η προσέγγιση του Κάμπελ ήταν πολύ ορθολογιστική και παραβίαζε τον μυστικισμό του Έρανος. Ακολούθησαν αρκετά χρόνια απραξίας αλλά τα πράγματα μπήκαν σιγά-σιγά σε μια σειρά. Οι Κάμπελ παρακολούθησαν το Συνέδριο του 1953. Και οι δυο τους γοήτευσαν τόσο τη Φρέμπε, ώστε συμφώνησε να ιδρυθεί Συνέδριο Έρανος στην Αμερική υπό τη διεύθυνσή τους. Ποτέ δεν έγινε κάτι τέτοιο, αλλά προχώρησε η έκδοση των Μελετών και τα επόμενα χρόνια ο Κάμπελ έδωσε και ο ίδιος διαλέξεις στο Συνέδριο Έρανος. Στο μεταξύ η εξοικείωση του Κάμπελ με το έργο του Γιουνγκ βάθυνε. Όταν επισκέφτηκε τον Γιουνγκ στον πύργο του Μπόλινγκεν, περιέγραψε την εμπειρία του με μυθικούς παραλληλισμούς -η επικίνδυνη διασταύρωση των σιδηροδρομικών γραμμών, ένα πυκνό δάσος, ένα μικρό κάστρο κρυμμένο από πίσω να αντανακλάται στα νερά της σιωπηλής λίμνης και ένας Μέρλιν που καπνίζει αγγλικό καπνό.

    Όταν τα βιβλία του Τσίμερ και η σειρά Έρανος ολοκληρώθηκαν, το Ίδρυμα Μπόλινγκεν βοήθησε τον Κάμπελ να εκπληρώσει ένα έργο που είχε κατά νου από τότε που ήταν 21 χρονών, μια μελέτη πάνω στις βασικές μυθολογίες του ανθρώπινου είδους που θα παρουσιάζει τις διαφορές τους, ενώ ο Ήρωας τονίζει τις ομοιότητές τους. Στο τέλος της δεκαετίας του ‘50 και στη δεκαετία του ‘60 -όταν ο Κάμπελ ήταν σύμβουλος του Ιδρύματος και έγραφε τους τέσσερις τόμους του έργου του Οι Μάσκες των Θεών – το Ίδρυμα έφτασε στο μέγιστο σημείο ακμής του. Όταν ανέλαβε τη Σειρά Μπόλινγκεν το Princeton University Press, το πολύτομο πλάνο του κατέληξε σε ένα μόνο τόμο με τίτλο Η Μυθική Εικόνα, που εκδόθηκε το 1974.

    Ο Πόλεμος των Άστρων

    Όταν ο Κάμπελ αποσύρθηκε από το Κολέγιο Σάρα Λόρενς (το οποίο τον τίμησε με διδακτορικό και τη θέση του επίτιμου προέδρου) μετακόμισε στη Χαβάη, άρχισε να ταξιδεύει και να δίνει διαλέξεις ανά τον κόσμο, να εμφανίζεται στην τηλεόραση και να διεξάγει σεμινάρια. Με αυτόν τον τρόπο τον γνώρισε ένα πολύ πλατύ κοινό, καθώς και τις απόψεις του για τη μυθολογία και την κοινωνία. Επηρέασε τον κινηματογράφο και ιδιαίτερα τον παραγωγό Τζορτζ Λούκας, ο οποίος γύρισε το Πόλεμος των Άστρων. Έγινε επίτιμο μέλος του Ινστιτούτου Κ. Γκ. Γιουνγκ του Σαν Φρανσίσκο. Ένας νέος εκδότης, ο Άλφρεντ βαν ντερ Μαρκ ανέλαβε να συνεχίσει το σχέδιο «Βασικές Μυθολογίες» με τον τίτλο Ιστορικός Άτλας της Παγκόσμιας Μυθολογίας. Ο πρώτος τόμος, με γενικό τίτλο Ο Δρόμος των Ζωικών Δυνάμεων, εκδόθηκε το 1983. Ο επόμενος τόμος, Ο Δρόμος της Σπαρμένης Γης, εκδόθηκε το 1988, μετά τον θάνατό του. Ο Τζόζεφ Κάμπελ πέθανε στην κατοικία του, στη Χονολουλού, στις 30 Οκτωβρίου 1987. Αν και υπέφερε από καρκίνο για αρκετούς μήνες, συνέχισε να γράφει και να εργάζεται μέχρι την ημέρα του θανάτου του.

    Λίγο πριν το θάνατό του, η Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων τον εξέλεξε ως ένα από τα πενήντα μέλη της. Η εκλογή αναγγέλθηκε στις 9 Δεκεμβρίου και η καρέκλα συνεχίζει να φέρει το όνομά του. Στις 17 Δεκεμβρίου μερικές χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν για να γιορτάσουν τη ζωή και το έργο του Κάμπελ. Ανάμεσά τους ποιητές, χορευτές, εκδότες, ακαδημαϊκοί, μαθητές, μουσικοί φολκ και ροκ και ο σχολιαστής Μπιλ Μάγιερς (Bill Moyers), που ήταν τελετάρχης των εκδηλώσεων. Παρουσιάστηκαν αποσπάσματα από την κινηματογραφική βιογραφία Το Ταξίδι του Ήρωα και από την τηλεοπτική σειρά Ο Τζόζεφ Κάμπελ και ο Δρόμος του Μύθου, με συνεντεύξεις που διηύθυνε ο Μάγιερς -για τις απόψεις του πάνω στην τέχνη, τη μυθολογία τη θρησκεία, το ανθρώπινο πνεύμα και το ταξίδι του, τη ζωή και το θάνατο, την αγάπη και το γάμο, τα τυπικά και τις τελετουργίες. Από τις συνεντεύξεις αυτές προέκυψε και το βιβλίο Η Δύναμη του Μύθου, το οποίο επιμελήθηκε ο Μάγιερς και γρήγορα μπήκε στη λίστα των άριστων πωλήσεων.

    Ιδέες

    Κεντρική έννοια στο έργο του Κάμπελ είναι η αναζήτηση του Θεού και η παρουσίαση της μυθολογίας ως της διαχρονικής προσπάθειας του Ανθρώπου να μιλήσει μεταφορικά για τα μυστήρια της θρησκείας. Ο Κάμπελ πίστευε ότι ο μυστικισμός είναι η υπέρτατη πηγή του θρησκευτικού φαινομένου και ότι οι μύθοι των περισσότερων πολιτισμών ανά τους αιώνες μιλούν κεκαλυμμένα για αυτόν. Το τελικό θέμα των μύθων είναι το ακατονόμαστο, [το] άρρητο, [αυτό που] υπερβαίνει όλα τα ονόματα, ή αλλιώς η υπέρτατη ενέργεια, η ζωή του Σύμπαντος[21], δηλαδή ένας απρόσωπος, υπερβατικός Θεός, πέρα από κάθε περιγραφή και δυνατότητα αντίληψης, ο οποίος διαποτίζει το Σύμπαν. Ωστόσο ο Κάμπελ διέκρινε διαφορετικά στάδια στην εξέλιξη της μυθολογίας:

    • Στην παλαιολιθική εποχή, οι άνθρωποι ήταν οργανωμένοι σε μικρές ομάδες θηρευτών-τροφοσυλλεκτών. Η βασική μορφή θρησκευτικής έκφρασης ήταν ο ανιμισμός, η πίστη δηλαδή στο ότι ολόκληρη η φύση είναι διαποτισμένη με κάποιο πνεύμα ή θεϊκή παρουσία και άρα έχει συνείδηση. Ο σαμάνο ήταν ο κεντρικός φορέας και εκφραστής μιας μυθολογίας που επικεντρωνόταν στην ζωτική σχέση ανθρώπου και ζώου-θηράματος, όπως τα βουβάλια για τους Ινδιάνους των πεδιάδων στην Αμερική. Η ψυχολογική ένταση που δημιουργούσε το γεγονός οτί ο θάνατος του ενός αποτελεί αναγκαστικά τη ζωή του άλλου, μετασχηματίζεται μέσα από τελετές που παρουσιάζουν τα ζώα να πηγάζουν από κάποια αθάνατη πηγή και να οδηγούνται αυτόβουλα στους ανθρώπους για να θυσιαστούν. Έτσι οι πρώιμες κοινωνίες μάθαιναν ότι η ζωή υπάρχει σκοτώνοντας και τρώγοντας και αυτή είναι η ουσία της· αυτό είναι το μεγάλο μυστήριο με το οποίο πρέπει να ασχοληθούν οι μύθοι. Το κυνήγι έγινε μία τελετή θυσίας και οι κυνηγοί με τη σειρά τους εκτελούσαν πράξεις εξιλέωσης προς τα αποβιώσαντα πνεύματα των ζώων, ελπίζοντας να τα καλοπιάσουν για να επιστρέψουν και να θυσιαστούν πάλι.
    • Στη νεολιθική εποχή εμφανίζεται η γεωργία και οι μικρές, εξισωτικές φυλές θηρευτών-τροφοσυλλεκτών (όπου μόνον ο σαμάνος ξεχώριζε) αντικαθίστανται από πλήρως αγροτικές κοινωνίες με ιεραρχικές κοινωνικές σχέσεις και κρατικούς θεσμούς, ενώ οι σαμάνοι με τη σειρά τους αντικαθίστανται από οργανωμένο ιερατείο το οποίο μονοπωλεί τη γνώση του πνευματικού επιπέδου. Όσο όμως η φύση υποτάσσεται σε μαζικές αγροτικές κοινωνίες, η ανάγκη για την τελετουργική χειραγώγησή της υποχωρεί και ο μαγικός χαρακτήρας της θρησκείας εξασθενεί προς όφελος ενός συμβολικού και κοινωνικοποιητικού χαρακτήρα. Οι απλοϊκές σαμανικές μαγικές τελετουργίες εκλεπτύνονται, καθίστανται μεταφορικές και παράγονται μύθοι που τις συνοδεύουν, επικεντρωμένοι στη γονιμότητα της φύσης λόγω του κεντρικού ρόλου που αυτή παίζει σε μία αγροτική οικονομία. Στους εν λόγω μύθους πρωταγωνιστούν ισχυρά πνευματικά πλάσματα τα οποία προσωποποιούν όψεις της φύσης ή των κοινωνικών λειτουργιών, οι θεοί. Οι θρησκευτικοί μύθοι έχουν τη ρίζα τους στα φυσικά φαινόμενα μέσω μεταφορών όπως η θνήσκουσα και αναστημένη θεότητα που επιφέρει τη λύτρωση (=διαδοχή των εποχών και αναγέννηση της φύσης και των σοδειών), ένας συνήθης συμβολισμός της καλλιέργειας της γης, ή η λατρεία της Μεγάλης Μητέρας, της θεϊκής προσωποποίησης της μορφοποιητικής και δημιουργικής ζωοδοτικής ενέργειας που αναδύεται από τη γη και τη φύση, εκφράζοντας τη γονιμότητα.
    • Με την παραπέρα εξέλιξη των κοινωνιών σε αστικές, εμπορικές κοινότητες με σύγχρονους κρατικούς θεσμούς, οι θεοί αποτελούν πλέον όργανα μίας ουράνιας τάξης που επιφέρει τάξη και στα ανθρώπινα πράγματα. Ως αποτέλεσμα η λατρεία της Μεγάλης Μητέρας υποχωρεί προς όφελος ενός ευρύτατου πανθέου καθοδηγούμενου από κατώτερες, αλλά ισχυρές, πολεμικές αρσενικές θεότητες. Καθώς οι κοινότητες έχουν αποκτήσει μαζικότερο χαρακτήρα και η φύση έχει ως έναν βαθμό υποταχθεί μέσω της τεχνολογίας, οι θρησκευτικές τελετουργίες γίνονται καθαρά τυπολατρικές, με στόχο την εξασφάλιση της θεϊκής εύνοιας στα ανθρώπινα εγχειρήματα, ενώ οι μύθοι γίνονται αντιληπτοί ως μεταφορές και διδακτικές αλληγορίες εναρμόνισης με τη φύση και την κοσμική τάξη. Οι απλοϊκοί άνθρωποι βλέπουν τους θεούς των μύθων ως αυτοτελή, ισχυρά πνευματικά πλάσματα, ενώ οι πιο εκλεπτυσμένοι τους αντιλαμβάνονται ως αυτό που πραγματικά είναι: μυθολογικές προσωποποιήσεις αρχέγονων, τελεολογικών κοσμικών και κοινωνικών δυνάμεων. Η θρησκεία και οι συνοδευτικοί της μύθοι πλέον, λόγω πλήρους εκκοσμίκευσης, αποτελούν μηχανισμό εξασφάλισης κοινωνικής συνοχής, εσωτερικής ωρίμανσης και επαφής μεταξύ των υπηκόων και της άρχουσας τάξης.
    • Μετά τον έβδομο αιώνα π.Χ. η επίσημη τυπολατρική θρησκευτική παράδοση, αποκρυσταλλωμένη πλέον σε κοινοτικό, ιερατικό κατεστημένο, παύει να επαρκεί καθώς η ανάπτυξη της φιλοσοφίας, ως απόπειρα λογικής ερμηνείας των μυστικιστικών εμπειριών και της θρησκευτικής μυθολογίας, οδηγεί σε ουσιαστικά ερωτήματα για τη φύση και την αιτία ύπαρξης του κόσμου. Έτσι αναπτύσσονται ποικίλα συστήματα μεταφυσικής φιλοσοφίας που συμπεριλαμβάνουν το υπερβατικό και το διερευνούν λογικώς, ενώ στους θρησκευτικούς μύθους τονίζεται ένα παράλληλο μυστικιστικό νόημα το οποίο αφορά την εσωτερική επαφή του ατόμου με τον υπερβατικό Θεό, και εμφανίζονται νέες, εκσυγχρονισμένες μυστικιστικές παραδόσεις οι οποίες συμπληρώνουν προαιρετικά την επίσημη, ωφελιμιστική και τυπολατρική, θρησκεία. Στη Δύση είναι τα Μυστήρια, ο πλατωνισμός και ο γνωστικισμός, ενώ στην Άπω Ανατολή ο βουδισμός, ο βεταντικός ινδουισμός και ο φιλοσοφικός ταοϊσμός. Στο μυθολογικό αρχέτυπο της θνήσκουσας και αναστημένης θεότητας προστίθεται ο συμβολισμός της επίπονης υπέρβασης της κατώτερης, ζωώδους φύσης, μέσω της συμπόνοιας, με απώτερο στόχο την προσέγγιση της ανώτερης πνευματικής φύσης και της μυστικιστικής έκστασης. Η Μεγάλη Μητέρα επιστρέφει δειλά, είτε ταυτιζόμενη με μία θηλυκή θνήσκουσα και αναστημένη θεότητα, είτε ως μητέρα μίας παρθενογεννημένης θνήσκουσας και αναστημένης θεότητας, με την παρθενογέννεση να καθιστά σαφές ότι πρόκειται για συμβολικό, εσωτερικό και πνευματικό, θάνατο και ανάσταση.

    Κεντρικά μοτίβα της θρησκευτικής μυθολογίας είναι για τον Κάμπελ η κατάπτωση από την αρχέγονη, άχρονη, αμετάβλητη και υπερβατική ενότητα της μυστικιστικής έκστασης στη συνήθη υλική πολλαπλότητα και μεταβλητότητα του φυσικού κόσμου η οποία διέπεται από ζεύγη αντιθέτων: καλό-κακό, αρσενικό-θηλυκό, Θεός-άνθρωπος, φύση-κοινωνία κλπ. Η δυαδικότητα αυτή είναι εγγενές χαρακτηριστικό της φύσης και της μικρογραφίας της, της ζωής, καθώς απεικονίζει τον τρόπο με τον οποίον αντιλαμβάνεται η συμβατική ανθρώπινη συνειδητότητα τον κόσμο, αποτελώντας έτσι δείγμα απομάκρυνσης από το ενιαίο, αρχέγονο, θεϊκό πνευματικό επίπεδο το οποίο υπερέβαινε κάθε διάκριση και πολλαπλότητα. Οι μύθοι βλέπουν τη ζωή ως εκδήλωση και προβολή στο πεδίο του χρόνου της θεϊκής μορφοποιητικής και δημιουργικής δύναμης η οποία κυβερνά και διαπερνά το Σύμπαν (εκφραζόμενη ως η Μεγάλη Μητέρα), αλλά επιχειρούν και να συμφιλιώσουν τον άνθρωπο με τη μεγάλη κοσμική αντίφαση που ενυπάρχει σε αυτήν: προκειμένου να αντιμετωπίσει τη φθοροποιό τάση που διαφεντεύει το πεδίο του χρόνου, δηλαδή τον θάνατο, η ζωή πρέπει να συντηρηθεί από τις σάρκες της μέσω της τροφικής αλυσίδας, διαπράττοντας φόνο και παραβιάζοντας έτσι την ίδια την ιερότητά της. Μία άλλη όψη της ίδιας αντίφασης είναι η αυτοδιαιώνιση της ζωής με τη βοήθεια του θανάτου, μέσω της διαδοχής των γενεών. Θάνατος και ζωή δεν είναι δύο διαφορετικά πράγματα αλλά οι δύο όψεις της ύπαρξης.

    Η ετήσια αναγέννηση της φύσης, ο ηλιακός κύκλος των εποχών και η πορεία της ατομικής ανθρώπινης ζωής μέσω διαδοχικών σταδίων (γέννηση, ωρίμανση, τεκνοποίηση, γήρανση, θάνατος) συσχετίζονται άμεσα με αυτούς τους προβληματισμούς, όντας εκφράσεις της μεταβολής και της επανάληψης η οποία χαρακτηρίζει όχι μόνο το φαινόμενο της ζωής αλλά και τον ίδιο τον φυσικό κόσμο, οδηγώντας σε ένα συνεκτικό σώμα κοινών, αρχετυπικών μυθολογικών συμβόλων που αφορούν την επώδυνη είσοδο στο επικίνδυνο πεδίο της γέννησης, του χρόνου, του θανάτου και του καθημερινού βίου, ουσιαστικά τις αλήθειες της βιολογικής ζωής. Στόχος των μύθων είναι η συμφιλίωση και η εναρμόνιση των ατόμων με τις αλήθειες αυτές, αλλά την ίδια στιγμή και η διατήρηση της μνήμης της μυστικιστικής συνειδητότητας ως ύψιστου ιδανικού. Επίσης οι μύθοι μπορεί να κωδικοποιούν συλλογικές ιστορικές μνήμες του περάσματος από βουκολικές / θηρευτικές σε αγροτικές κοινωνίες, ενώ όχι σπάνια επικεντρώνονται σε ήρωες οι οποίοι αναχωρούν, υπερπηδούν δοκιμασίες για να φτάσουν σε νέο επίπεδο συνειδητοποίησης και επιστρέφουν για να διδάξουν στην κοινωνία τη γνώση που απέκτησαν, πολλές φορές αυτοθυσιαζόμενοι. Το αυξημένο επίπεδο συνειδητοποίησης των ηρώων μπορεί να αφορά είτε την εναρμόνιση με τις κοσμικές αλήθειες, είτε την υπέρβαση της επιθυμίας των αγαθών και του φόβου της απώλειάς τους, των δύο καταστάσεων που δεσμεύουν τη συμβατική ανθρώπινη αντίληψη, με στόχο τη βύθιση στον Θεό. Ταυτόχρονα οι μύθοι για τον Κάμπελ προβάλλουν τη συμπόνοια για κάθε ζωντανό ον ως μονοπάτι επίτευξης του ιδανικού της προσέγγισης του Θεού, σαν ηθική έκφραση του μυστικιστικού περιεχομένου τους.

    Λειτουργίες του Μύθου

    Ο Κάμπελ αναγνώρισε στην μυθολογία, 4 βασικές λειτουργίες όσον αφορά στην επίδραση της πάνω στην ανθρώπινη εμπειρία, τις οποίες εξέφρασε σε πολλά έργα του όπως στο τέλος του τετράτομου Μάσκες του Θεού [1962 – 68] και στη Δύναμη του Μύθου [1988].

    • Αφύπνιση ενός Αισθήματος Δέους μπροστά στο Μυστηρίου της Ζωής.

    Ο Καμπελ υποστήριζε ότι το ανώτερο μυστήριο της ύπαρξης δεν μπωρεί να εκφραστεί με το λόγο, γιατί προϋπάρχει και υπερβαίνει αυτόν. Η μόνη δυνατή προσέγγιση του αυτού είναι η άμεση εμπειρία. Οι μύθοι και οι τελετές που τους αναπαριστούν μπορούν να οδηγήσουν σε μία τέτοια εμπειρία μέσω της σύνδεσης της ατομικής εμπειρίας με κάτι μεγαλύτερο. Έτσι όρισε και την ετυμολογία της λέξη religion (λατ. religio) ως re-link (επανασύνδεση).

    • Κοσμολογική Λειτουργία

    Τον καιρό της δημιουργίας τους, οι μύθοι λειτουργούσαν ως πρώτο-επιστήμη, αναγάγωντας γενικά συμπεράσματα μέσα από φυσικές παρατηρήσεις.

    • Διατήρηση της Υπάρχουσας Τάξης

    Η δομή των αρχαίων κοινωνιών δημιουργήθηκε κάτω από πολύ ισχυρότερες πιέσεις απ’ότι οι σύγχρονες. Η δομή αυτή συχνά κρινόταν απαραίτητη για την επιβίωση των κοινωνιών αυτών και εδώ ο μύθος έπαιζε τον βασικό ρόλο για τη διαιώνιση της.

    • Καθοδήγηση του ανθρώπου μέσα από τα στάδια της ζωής

    Εδώ ο μύθος προσέφερε ένα αρχετυπικό πρότυπο για την τα στάδια της ενηλικίωσης, της ζωής μετά και τελικά την αντιμετώπιση της πραγματικότητας του θανάτου.

    Έργα

    • Μύθοι και Παραδόσεις (αγγλ. The Inner Reaches of Outer Space: Metaphor as Myth and as Religion), Ιάμβλιχος, (Αθήνα, 1990).
    • Πρωτόγονη Μυθολογία, (τομ. Α΄Β΄), Ιάμβλιχος (Αθήνα, 1997), από τη σειρά The Masks of God: Creative Mythology (Masks of God), Penguin Books, Reissue Edition (1995).
    • Ο Ήρωας με τα Χίλια Πρόσωπα, Ιάμβλιχος (Αθήνα, 1995).
    • Η Δύναμη του Μύθου, Ιάμβλιχος (Αθήνα, 1998).
    • Myths of Light: Eastern Metaphors of the Eternal (Collected Work of Joseph Campbell Series), New World Library (2003).
    • Myths to Live by, Penguin Books, Reprint edition (1993).
    • Mythic Worlds, Modern Words: On the Art of James Joyce, by Joseph Campbell, Edmund L. Epstein, Joseph Campbell Foundation, New World Library (2004).
    • Pathways to Bliss: Mythology and Personal Transformation, New World Library (2004).
    • Thou Art That: Transforming Religious Metaphor, New World Library (2001).
    • Transformations of Myth Through Time, Perennial, 1st edition (1990).
  • 1904 – Ξενοφών Ζολώτας, οικονομολόγος και πολιτικός
  • 1905 – Ουίλιαμ Κάγκνεϊ, Αμερικανός ηθοποιός
  • 1907 – Λι Χαρλάιν, Αμερικανός συνθέτης
  • 1908 – Φραντς Στανγκλ, Γερμανός στρατιωτικός
  • 1911 – Μπέρναρντ Κατς, Γερμανός βιοφυσικός
  • 1911 – Τενεσί Ουίλιαμςφιλολογικό ψευδώνυμο του Τόμας Λάνιε Ουίλλιαμς (αγγλικά: Thomas Lanier "Tennessee" Williams III‎‎, 26 Μαρτίου 1911 - 25 Φεβρουαρίου 1983) ήταν Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας. Έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Νέα Ορλεάνη, όπου και άλλαξε το όνομά του από την πολιτεία καταγωγής του πατέρα του. Έγραψε ποιήματα, νουβέλες, θεατρικά έργα και παιχνίδια, ιστορίες και μυθιστορήματα. Κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ το 1948 για το Λεωφορείον ο Πόθος και το 1955 για τη Λυσσασμένη Γάτα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες και αποτελούν δημοφιλείς παραστάσεις σε όλο τον κόσμο.

    Βιογραφία

    Ο Τόμας Λάνιε Ουίλλιαμς ο Γ΄ γεννήθηκε το 1911 στο Κολόμπους του Μισσισσίππι. Η μητέρα του, Εντουίνα Ντέικιν, καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, ενώ ο πατέρας του, Κορνίλιους Κόφφιν "Κ. Κ." Ουίλλιαμς, δούλευε ως πλασιέ για μια εταιρεία παπουτσιών. Σε ηλικία 5 ετών, διαγνώστηκε παράλυση των κάτω άκρων του, ασθένεια που τον καθήλωσε για τα επόμενα δυο χρόνια. Επειδή ήταν ανήμπορος να κάνει οτιδήποτε, η μητέρα του τον ενθάρρυνε να φαντάζεται και να γράφει ιστορίες. Ο Τεννεσσί Ουίλλιαμς είχε επιρροές από τον Άντον Τσέχωφ, τον Άουγκουστ Στρίντμπεργκ και άλλους συγγραφείς. Συνήθης φυσιογνωμία στα έργα του είναι η ηρωίδα στα όρια της παράνοιας, με καθαρές επιρροές από τη ζωή της αδερφής του, Ρόουζ. Από την αδερφή του και τη μητέρα του φαίνεται ότι εμπνέεται για τους γυναικείους χαρακτήρες (Λώρα, Αμάντα) στο Γυάλινο Κόσμο, ενώ ο χαρακτήρας της Μπλανς Ντυμπουά στο Λεωφορείο ο Πόθος φαίνεται να βασίστηκε στη Ρόουζ, αλλά και στον ίδιο, καθώς την περίοδο που έγραφε το έργο, πίστευε ότι θα πεθάνει κι ότι αυτό θα αποτελούσε το κύκνειο άσμα του. Στη Λυσσασμένη Γάτα διακρίνονται στοιχεία από τη ζωή του Ουίλλιαμς, όπως η ομοφυλοφιλία, ο αλκοολισμός και οι ψυχικές διαταραχές.
  • 1913 – Πολ Έρντος, Ούγγρος μαθηματικός
  •  
    1913 – Ζακλίν ντε Ρομιγί

    (Jacqueline Worms de Romilly, πατρικό Jacqueline David) (26 Μαρτίου 1913 – 18 Δεκεμβρίου 2010) ήταν Γαλλίδα κλασική φιλόλογος και ελληνίστρια. Από τις πλέον εξέχουσες προσωπικότητες στο χώρο των αρχαιοελληνικών σπουδών του εικοστού αιώνα, ήταν η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια στο Κολέζ ντε Φρανς (Collège de France) και η δεύτερη γυναίκα που ανακηρύχθηκε ισόβιο μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie Francaise). Είναι διάσημη για τις μελέτες της στην αρχαιοελληνική γραμματεία της κλασικής εποχής και ειδικά στον Θουκυδίδη, καθώς και για το εκτεταμένο έργο της σχετικά με την ιστορία, τη γλώσσα και τον πολιτισμό της Αρχαίας Ελλάδας.

    Η Ζακλίν ντε Ρομιγί γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1913 στην πόλη Σαρτρ. Σπούδασε Λατινικά και Αρχαία Ελληνικά στο Lycée Molière και σε ηλικία μόλις 17 ετών έγινε η πρώτη γυναίκα υποψήφια στο Concours General, τις γενικές εξετάσεις αριστούχων της Γαλλίας, με τις οποίες εισήχθη στην École Normale Supérieure.

    Δίδαξε ως καθηγήτρια της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στα πανεπιστήμια του Μπορντό (1939-1949), της Λιλ (1949-1957) και της Σορβόνης (1957-1973). Το 1973 της δόθηκε η έδρα των Ελληνικών στο περίφημο Collège de France, για πρώτη φορά σε γυναίκα καθηγήτρια. Εκεί δίδαξε μέχρι το 1984 την εξέλιξη της ηθικής και πολιτικής σκέψης στην Αρχαία Ελλάδα. Υπήρξε επίσης η πρώτη γυναίκα μέλος της Académie des inscriptions et belles-lettres (1975), στην οποία και προήδρευσε κατά το έτος 1987. Διετέλεσε μέλος της Ακαδημίας της Δανίας, της Βρετανικής Ακαδημίας, των Ακαδημιών της Βιέννης, των Αθηνών, της Νάπολης, του Τορίνο, των Κάτω Χωρών, της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών κ.ά. Ανακηρύχθηκε επίτιμη διδάκτωρ των πανεπιστημίων της Οξφόρδης, των Αθηνών, του Δουβλίνου, του Μόντρεαλ και του Γέιλ.

    Εκστρατεία υπέρ των Κλασικών Σπουδών

    Η Ζακλίν ντε Ρομιγί ξεχώρισε για τη δέσμευσή της στη μελέτη των αρχαίων ελληνικών και λατινικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

    Βαθιά πληγωμένη από τα γεγονότα του Μαΐου του 68, κατά τα οποία μερικοί θεωρούσαν ότι η διδασκαλία των αρχαίων γλωσσών είναι άχρηστη, αστική και ελιτίστικη, την επόμενη χρονιά δημοσίευσε το βιβλίο “Εμείς οι καθηγητές”, Εκδόσεις Fayard (Nous autres, professeurs aux éditions Fayard), για να υπερασπίσει τους αφοσιωμένους καθηγητές στη διδασκαλία αρχαίων γλωσσών.

    Δραστηριοποιήθηκε σε διάφορους συλλόγους που ενθάρρυναν τη μελέτη των ανθρωπιστικών επιστημών και την ανανέωση των πολιτικών αξιών. Το 1992, ίδρυσε την Ένωση Προστασίας Λογοτεχνικών Διδασκαλιών (SEL), η οποία αγωνίζεται για τη διατήρηση των κλασικών σπουδών με παρεμβάσεις σε κυβερνητικό επίπεδο. Στη συνέχεια παρέμεινε με την ιδιότητα της Επίτιμης Πρόεδρου.

    Κέρδισε μεγάλη δημοτικότητα στη διάσημη εκπομπή για βιβλιόφιλους του Bernard Pivot “Apostrophes”. Συνεργάστηκε επίσης με διάφορα επιστημονικά περιοδικά όπως : Revue des études grecques, Journal des savants, κτλ….

    Βραβεύσεις

    Έχει τιμηθεί με το βραβείο Ambatiélos de l’ Académie des inscriptions et belles-lettres (1948), το βραβείο Croiset de l’Institut de France (1969), το βραβείο Langlois de l’Académie francaise (1974), το Grand Prix d’Académie της Académie francaise (1984), το βραβείο Ωνάσης (Αθήνα, 1995), το βραβείο ΥΠΑΤΙΑ (Σύνδεσμος Ελληνίδων Επιστημόνων, 1995). Η μέγιστη διάκριση ήταν η εκλογή της στις 24 Νοεμβρίου του 1988 ως μέλους της Γαλλικής Ακαδημίας. Έγινε έτσι η δεύτερη γυναίκα μεταξύ των Γάλλων «αθανάτων» μετά την Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Το 1995 της δόθηκε η ελληνική υπηκοότητα και το 2001 ανακηρύχθηκε «πρέσβειρα του Ελληνισμού». Επίσης το 2013 το όνομα της Ζακλίν ντε Ρομιγί πήρε η πλατεία Θησείου στην Αθήνα.

    Έργο

    Θουκυδίδης

    Η Ζακλίν ντε Ρομιγί μετέφρασε πολλούς Έλληνες κλασικούς συγγραφείς στα γαλλικά και δημοσίευσε πλήθος εξειδικευμένων και μη μελετών για την αρχαία ελληνική γραμματεία και ιστορία. Μέσα από τα δεκάδες βιβλία που συνέγραψε, άφησε ένα σημαντικό έργο για όλες τις όψεις του Αθηναϊκού πολιτισμού του 5ου π.Χ. αιώνα: τη φιλοσοφία, την ιστορία, την τραγωδία, την κωμωδία, την επίδραση των σοφιστών, κλπ. Στο έργο της ενσαρκώνει μια ουμανιστική αντίληψη του πολιτισμού, με ιδιαίτερη προσήλωση στην πεποίθηση ότι η μελέτη της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού αποτελεί εκπαίδευση στην κατανόηση της ελευθερίας του ατόμου και στην δημοκρατία.

    Το 1953, επιχείρησε την μετάφραση των οκτώ βιβλίων της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου του Θουκυδίδη, το έργο αυτό την απασχόλησε για σχεδόν 20 χρόνια. Έλεγε ότι εκτιμά τις ικανότητές του ως ιστορικού για να αναδείξει τα βασικά στοιχεία και να αναλύσει τις αιτίες και τις συνέπειες των γεγονότων που μελετά. Παθιασμένη με τον Θουκυδίδη, έγραψε τρία επιπλέον βιβλία (Θουκυδίδης και ο αθηναϊκός ιμπεριαλισμός, Ιστορία και λόγος στον Θουκυδίδη, Η οικοδόμηση της αλήθειας στο Θουκυδίδη) και έδωσε πολλές διαλέξεις, κάποια αποσπάσματα δημοσιεύθηκαν με τον τίτλο “Η ανακάλυψη της Πολιτικής Ιστορίας στον Θουκυδίδη” .

    Καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας της, η Ζακλίν ντε Ρομιγί μελέτησε τα σπουδαία κλασικά έργα, όπως: ο Όμηρος, ο Θουκυδίδης ή την αρχαία τραγωδία: Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης. Όπως γράφει στο τέλος του προλόγου του βιβλίου της «Γιατί η Ελλάδα», θέλει «ο αναγνώστης της να νοιώθει την επιθυμία της αναζητήσεως των κείμενων και να αντλήσει από αυτά. […] Ίσως να βρει εκεί – ω, θαύμα! – μια πιο διαυγή ευχαρίστηση και επομένως πιο ζωντανή ».

    Βιβλιογραφία στα ελληνικά

    • Το ανθρώπινο μεγαλείο στον αιώνα του Περικλή, Ωκεανίδα, 2010. ISBN 978-9-6041-0622-6
    • Πόσο επίκαιρη είναι η αθηναϊκή δημοκρατία σήμερα; Ερμής, 2009. ISBN 978-9-6032-0189-2
    • Η ηπιότητα στην αρχαία ελληνική σκέψη, Νέα Σύνορα Α. Α. Λιβάνη, 2007. ISBN 978-9-6014-1536-9
    • Άνοδος και πτώση των κρατών κατά τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, Καρδαμίτσα, 2007. ISBN 978-9-6035-4210-0
    • Η έξαρση της δημοκρατίας στην αρχαία Αθήνα, Άστυ, 2006. ISBN 978-9-6089-2520-5
    • Από το φλάουτο στην Απολλώνια λύρα, Άστυ, 2005. ISBN 978-9-6086-3319-3
    • Λεξικό της ελληνικής λογοτεχνίας Αρχαίας και Νέας, Ζαχαρόπουλος-Δαίδαλος, 2004. ISBN 978-9-6022-7336-4
    • Μια ορισμένη αίσθηση της Ελλάδος, Άστυ, 2004. ISBN 978-9-6086-3318-6
    • Ήρωες τραγικοί – Ήρωες λυρικοί, Άστυ, 2003. ISBN 9-6086-3316-8
    • Ο φόβος και η αγωνία στο θέατρο του Αισχύλου, Άστυ, 2002. ISBN 978-9-6086-3317-9
    • Η αρχαία Ελλάδα σε αναζήτηση της ελευθερίας, Άστυ, 2001. ISBN 978-9-6085-0051-8
    • Η αρχαία Ελλάδα εναντίον της βίας, Άστυ, 2001. ISBN 978-9-6086-3315-5
    • Ο χρόνος στην Ελληνική τραγωδία, Άστυ, 2001. ISBN 978-9-6086-3314-8
    • Ο Θουκυδίδης και ο αθηναϊκός ιμπεριαλισμός, Παπαδήμας, 2000. ISBN 978-9-6020-6467-2
    • Ο θησαυρός των λησμονημένων γνώσεων, Άστυ, 2000. ISBN 978-9-6086-3311-7
    • Η εξέλιξη του πάθους – Από τον Αισχύλο στον Ευριπίδη, Άστυ, 2000. ISBN 978-9-6086-3313-1
    • Έκτωρ, Άστυ, 1998. ISBN 978-9-6086-3310-0
    • Έπος και δράμα, Σχολή Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, 1999. ISBN 978-9-6085-9631-3
    • Προβλήματα της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας, Καρδαμίτσα, 1998. ISBN 978-9-6072-6242-4
    • Η νεοτερικότητα του Ευριπίδη, Καρδαμίτσα, 1997. ISBN 978-9-6035-4049-6
    • Αρχαία ελληνική τραγωδία, Καρδαμίτσα, 1997. ISBN 978-9-6035-4055-7
    • Συναντήσεις με την αρχαία Ελλάδα, Άστυ, 1997. ISBN 978-9-6085-0059-4
    • Η ελληνική τραγωδία στο πέρασμα του χρόνου, Άστυ, 1996. ISBN 978-9-6085-0057-0
    • Οι μεγάλοι σοφιστές στην Αθήνα του Περικλή, Καρδαμίτσα, 1994. ISBN 9-6035-4999-X
    • Η οικοδόμηση της αλήθειας στο Θουκυδίδη, Παπαδήμας, 1994. ISBN 978-9-6020-6300-2
    • Όμηρος, Ζαχαρόπουλος-Δαίδαλος, 1994. ISBN 978-9-6022-7037-0
    • Σημερινές προοπτικές για το ομηρικό έπος, Καρδαμίτσα, 1992. ISBN 978-9-0035-4082-6
    • Γιατί η Ελλάδα; Αστυ, 1990. ISBN 978-9-6085-0054-9
    • Βάστα καρδιά μου – Η ανάπτυξη της ψυχολογίας στα Αρχαία Ελληνικά Γράμματα, Άστυ, 1990. ISBN 978-9-6085-0053-2
    • Αλκιβιάδης, Άστυ, 1990.
    • Ο νόμος στην Ελληνική σκέψη – Από τις Απαρχές στον Αριστοτέλη, Άστυ, 1990. ISBN 978-9-6085-0055-6
    • Παιχνίδι φωτός στην Ελλάδα, Άστυ, 1990. ISBN 978-9-6085-0058-7
    • Αρχαία ελληνική γραμματολογία, Καρδαμίτσα, 1988. ISBN 978-9-6035-4038-0
    • Ιστορία και λόγος στον Θουκυδίδη, Μ.Ι.Ε.Τ, 1988.
  • 1914 – Ουίλιαμ Ουέστμορλαντ, Αμερικανός στρατιωτικός
  • 1916 – Κρίστιαν Άνφινσεν, Αμερικανός χημικός
  • 1931 – Λέοναρντ Νίμοϊ, Αμερικανός ηθοποιός
  • 1933 – Τίντο Μπρας, Ιταλός σκηνοθέτης
  • 1934 – Άλαν Άρκιν, Αμερικανός ηθοποιός
  • 1935 – Μαχμούντ Αμπάς, Παλαιστίνιος πολιτικός
  • 1941 – Ρίτσαρντ Ντόκινς, Βρετανός βιολόγος
  • 1945 – Μιχαήλ Βορόνιν, Ρώσος αθλητής της γυμναστικής
  • 1950 – Τέντι Πέντεργκρας, Αμερικανός τραγουδιστής (Harold Melvin & the Blue Notes)
  • 1952 – Ντιντιέ Πιρονί, Γάλλος οδηγός αγώνων
  • 1958 – Έλιο ντε Άντζελις, Ιταλός οδηγός αγώνων
  • 1962 – Τζον Στόκτον, Αμερικανός καλαθοσφαιριστής
  • 1970 – Θωμάς Κυπαρίσσης, ποδοσφαιριστής
  • 1970 – Μάρτιν Μακ Ντόνα, Άγγλος θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης
  • 1971 – Έρικ Μορίλο, Αμερικανός μουσικός παραγωγός
  • 1973 – Λάρρυ Πέιτζ, Αμερικανός επιστήμονας υπολογιστών, συνιδρυτής της Google
  • 1976 – Νουργκιούλ Γεσιλτσάι, Τουρκάλα ηθοποιός
  • 1976 – Έιμι Σμαρτ, Αμερικανίδα ηθοποιός
  • 1978 – Αναστασία Κωστάκη, καλαθοσφαιρίστρια
  • 1982 – Μικέλ Αρτέτα, Ισπανός ποδοσφαιριστής
  • 1985 – Κίρα Νάιτλι, Αγγλίδα ηθοποιός
  • 1992 – Στόφελ Φαντόρν, Βέλγος οδηγός αγώνων
  • 1999 – Αθανασία Παντελίδη, ηθοποιός

Θάνατοι

  • 908 – Αυτοκράτορας Αϊτί των Τανγκ
  • 1211 – Σάντσο Α΄, βασιλιάς της Πορτογαλίας
  • 1350 – Αλφόνσος ΙΑ΄, βασιλιάς της Καστίλης
  • 1402 – Δαυίδ Στιούαρτ, δούκας του Ροδεσέι
  • 1597 – Θεοφάνης Α΄ Καρύκης, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
  • 1814 – Ζοζέφ Ινιάς Γκιγιοτέν, Γάλλος γιατρός
  •  
    1827 – Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, (Ludwig van Beethoven, ορθή προφορά: Λούτβιχ φαν Μπέετχοφενˈ17 Δεκεμβρίου 1770 – 26 Μαρτίου 1827) ήταν Γερμανός συνθέτης και πιανίστας της κλασικής μουσικής. Μέχρι και σήμερα θεωρείται ως ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες όλων των εποχών. Μερικές από τις γνωστότερες συνθέσεις του περιέχουν 9 συμφωνίες, 5 κονσέρτα για πιάνο, 1 κονσέρτο για βιολί, 32 σονάτες για πιάνο, 16 κουαρτέτα εγχόρδων, μία Λειτουργία (Missa solemnis), καθώς και μία όπερα, τη Φιντέλιο. Η καριέρα του ως συνθέτη χωρίζεται διακριτά σε τρεις περιόδους, την πρώιμη, τη μέση και την τελευταία. Η πρώτη τελειώνει περίπου το 1802, η μέση διαρκεί από το 1802 έως και το 1812, ενώ η τελευταία αρχίζει το 1812 και τελειώνει το 1827, οπότε και πέθανε. Ο Μπετόβεν γεννήθηκε στη Βόννη, τότε πρωτεύουσα του Εκλεκτοράτου της Κολωνίας, το οποίο ήταν μέρος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (σημερινή Γερμανία). Ήδη από μικρή ηλικία επέδειξε το ταλέντο που είχε στη μουσική, με τον πατέρα του, Γιόχαν βαν Μπετόβεν να είναι ο πρώτος του δάσκαλος, μαζί με τον Κρίστιαν Γκότλομπ Νέεφε. Σε ηλικία 21 ετών μετακόμισε στη Βιέννη, όπου ξεκίνησε να μαθητεύει στο πλευρό του Γιόζεφ Χάυντν, αποκτώντας παράλληλα και τη φήμη και το ρεπερτόριο του βιρτουόζου πιανίστα. Στη Βιέννη έζησε μέχρι και το θάνατό του. Κατά το τέλος της τρίτης δεκαετίας της ζωής του άρχισε να εξασθενεί η ακοή του, ώσπου αργότερα έγινε ολοκληρωτικά κωφός. Έτσι, το 1811, σταμάτησε να διευθύνει και να εκτελεί μπροστά σε κοινό, και καταπιάστηκε αποκλειστικά με τη σύνθεση.
     

    Το πατρικό σπίτι του Μπετόβεν στη Βόννη, που σήμερα είναι μουσείο προς τιμήν του.

    Ο Μπετόβεν ήταν εγγονός του Λούντβιχ φαν Μπετόβεν (1721-1773), ο οποίος ήταν μουσικός, με καταγωγή από την πόλη Μέχελεν, που ανήκε στις τότε Αυστριακές Κάτω Χώρες (σημερινή φλαμανδική περιοχή στο Βέλγιο). Ο παππούς του είχε μετακομίσει στη Βόννη σε ηλικία 21 ετών. Εκεί εργάστηκε ως βαρύτονος στην Αυλή του Εκλεκτοράτου της Κολωνίας, όμως κατόπιν έγινε διευθυντής ορχήστρας και αργότερα επιφανής μουσικός στη Βόννη. Ένα πορτρέτο που είχε ο ίδιος παραγγείλει διακοσμούσε τον τοίχο του εγγονού του μέχρι και το θάνατο του δεύτερου, θυμίζοντάς του τη μουσική καταγωγή του. Ο Λούντβιχ είχε έναν γιο, τον Γιόχαν (1740-1792), ο οποίος εργαζόταν ως τενόρος, ενώ έδινε και μαθήματα πληκτροφόρου και βιολιού, ώστε να ενισχύσει το εισόδημά του.[19] Ο Γιόχαν νυμφεύθηκε τη Μαρία Μαγκνταλένα Κέβεριτς, το 1767, η οποία ήταν κόρη του Γιόχαν Χάινριχ Κέβεριτς (1701-1751), ο οποίος ήταν αρχιμάγειρας στην Αυλή της Αρχιεπισκοπής του Τριρ.

    Ο Λούντβιχ ήταν παιδί του Γιόχαν Μπετόβεν και της συζύγου του Μαρίας και γεννήθηκε στη Βόννη. Δεν υπάρχει επίσημο έγγραφο για τη γέννησή του, ωστόσο υπάρχει έγγραφο για τη βάπτισή του σε καθολική εκκλησία, στην ενορία του Αγίου Ρέγκιους στις 17 Δεκεμβρίου του 1770. Όλα τα παιδιά εκείνης της εποχής στην περιοχή εκείνη, παραδοσιακά βαπτίζονταν ακριβώς την επομένη της γέννησής τους, ενώ επίσης είναι γνωστό ότι η οικογένεια του Μπετόβεν, καθώς και ο δάσκαλός του, Γιόχαν Άλμπρεχτσμπεργκ, γιόρταζαν την 16η Δεκεμβρίου ως γενέθλια, η οποία ημερομηνία είναι και η αποδεκτή από την επιστημονική κοινότητα ως η ημερομηνία γέννησης του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν (ήτοι 16 Δεκεμβρίου 1770). Από τα συνολικά επτά παιδιά της οικογένειας Μπετόβεν, μόνο ο Λούντβιχ, ο δευτερότοκος και άλλα δύο νεαρότερα αδέλφια επέζησαν. Ο ένας εξ αυτών ήταν ο Κάσπερ Άντον Καρλ, ο οποίος γεννήθηκε στις 8 Απριλίου του 1774 και ο άλλος ο Νίκολαους Γιόχαν ο νεότερος, ο οποίος γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου του 1776.

    Ο πρώτος δάσκαλος μουσικής του Λούντβιχ ήταν ο πατέρας του. Αργότερα είχε και άλλους τοπικούς δασκάλους, όπως τον οργανίστα Γκίλες φον ντεν Έεντεν, τον Τομπίας Φρίντριχ Πφάιφερ (οικογενειακός φίλος) και τον Φραντς Ροβαντίνι (ο οποίος τον έμαθε να παίζει βιολί και βιόλα). Η μουσική του εκπαίδευση ξεκίνησε όταν ήταν σε ηλικία 5 ετών και ήταν σκληρή και βάναυση, πολλές φορές κάνοντάς τον μικρό Λούντβιχ να ξεσπά σε δάκρυα, ειδικότερα από τη συμμετοχή του Πφάιφερ σε όλο αυτό, ο οποίος είχε πρόβλημα αϋπνίας και πολλές φορές τον ανάγκαζε βράδυ να σηκωθεί από το κρεβάτι του και να μελετήσει στο πληκτροφόρο. Το μουσικό του ταλέντο ήταν φανερό ήδη από πολύ νεαρή ηλικία. Ο Γιόχαν, που γνώριζε την επιτυχία που είχε κάνει ο Λέοπολντ Μότσαρτ με τον γιο του (Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, καθώς και την κόρη του Νάννερλ, προσπάθησε να προωθήσει και τον γιο του ως ένα παιδί θαύμα, όπως ήταν ο Μότσαρτ, λέγοντας κιόλας ότι ήταν έξι ετών, ενώ ήταν εφτά προς οχτώ, στις αφίσες της πρώτης δημόσιας εμφάνισής του, η οποία έγινε το Μάρτιο του 1778.

    Πρώτες δημοσιευμένες συνθέσεις

    Λίγο καιρό μετά το 1779, ο Μπετόβεν ξεκίνησε τις σπουδές του μαζί με τους σημαντικότερους καθηγητές μουσικής της Βόννης, όπως τον Κρίστιαν Γκότλομπ Νέεφε, ο οποίος ήταν οργανίστας σε πριγκηπική αυλή εκείνη τη χρονιά. Ο Νέεφε του δίδαξε σύνθεση, και ήδη από το Μάρτιο του 1783 τον είχε βοηθήσει να γράψει την πρώτη του σύνθεση: ένα σετ για πληκτροφόρα (WoO 63.). Ο Μπετόβεν ξεκίνησε σιγά σιγά να εργάζεται ως βοηθός οργανίστα με τον Νέεφε, αρχικά χωρίς να πληρώνεται (1781) και κατόπιν επί πληρωμή (1784), υπό τον μαέστρο Αντρέα Λουκέσι. Οι πρώτες του τρεις σονάτες για πιάνο, ονόματι Kurfürst, αφιερώθηκαν στον Μαξιμίλιαν Φρέντερικ (1708-1784), Εκλέκτορα της Αρχιεπισκοπής της Κολωνίας, και δημοσιεύθηκαν το 1783. Ο Μαξιμίλιαν Φρέντερικ κατάλαβε γρήγορα το ταλέντο του Μπετόβεν και τον υποστήριξε στις κατοπινές μουσικές του σπουδές.

     

    Ο Μπετόβεν σε ηλικία 13 ετών. Πορτρέτο με άγνωστο δημιουργό.

    Ο νέος Εκλέκτορας της Βόννης, Μαξιμιλιανός Φραγκίσκος, αρχιδούκας της Αυστρίας ο νεότερος, γιος της αυτοκράτειρας Μαρίας Θηρεσίας της Αυστρίας επέφερε μεγάλες αλλαγές στη Βόννη. Μεγάλες αλλαγές έγιναν και στη Βιέννη από τον αδελφό του, Γιόζεφ, ο οποίος εισήγαγε μεταρρυθμίσεις βασισμένες στον Διαφωτισμό, οι οποίες επαύξησαν τη στήριξη των σπουδών και των τεχνών. Ο έφηβος τότε Μπετόβεν επηρεάστηκε αρκετά από αυτές τις μεταρρυθμίσεις και αλλαγές. Πιθανό θεωρείται να επηρεάστηκε κι από τις πρωτοπόρες ιδέες του Ελευθεροτεκτονισμού, καθότι, μεταξύ αυτών και ο Νέεφε, πολλοί από τον περίγυρό του ήταν μέλη του τοπικού τμήματος του Τάγματος των Ιλλουμινάτι.

    Τον Δεκέμβριο του 1786 ο Μπετόβεν ταξίδεψε στη Βιέννη για πρώτη φορά, με έξοδα του εργοδότη του και με την ελπίδα να μαθητεύσει στο πλευρό του Μότσαρτ. Οι λεπτομέρειες της σχέσης τους είναι έως και σήμερα αδιευκρίνιστες, ακόμα και το γεγονός αν πράγματι ποτέ συναντήθηκαν. Εκείνο το διάστημα έμαθε ότι η μητέρα του αρρώστησε σοβαρά και αποχώρησε γρήγορα από τη Βιέννη με προορισμό τη Βόννη τον Μάιο του 1787. Μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα η μητέρα του πέθανε και ο πατέρας του βυθίστηκε ακόμα περισσότερο στον αλκοολισμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνει υπεύθυνος για τη φροντίδα των δύο μικρότερων αδελφών του, με συνέπεια να περάσει πέντε χρόνια στη Βόννη.

    Εκείνα τα χρόνια γνώρισε πολλές σπουδαίες προσωπικότητες της ζωής του. Ο Φραντς Βέγκλερ, ένας φοιτητής της ιατρικής, τον σύστησε στην οικογένεια φον Μπρόινινγκ (με τον Βέγκλερ να παντρεύεται μία από τις κόρες της οικογένειας). Ο Μπετόβεν συχνά επισκεπτόταν την οικία της οικογένειας αυτής, όπου δίδαξε πιάνο σε κάποια από τα παιδιά της. Εκεί έμαθε για τη γερμανική και την κλασική λογοτεχνία. Η ατμόσφαιρα του σπιτικού αυτού ήταν ευχάριστη για αυτόν, σε αντίθεση με το δικό του, το οποίο είχε κυριευθεί πλήρως από τον αυταρχικό και αλκοολικό πατέρα του. Εκείνη την περίοδο, ήρθε και σε επαφή με τον κόμη Φερδινάνδο φον Βάλντσταϊν, ο οποίος έγινε φίλος του και (οικονομικός) υποστηριχτής του σχεδόν σε όλη του τη ζωή.

    To 1789 ο Μπετόβεν κατάφερε με δικαστική εντολή να λαμβάνει τα μισά έσοδα του πατέρα του ώστε να πηγαίνουν άμεσα σε αυτόν, για να μπορεί να συντηρεί την οικογένεια. Εκεί συνεισέφερε περισσότερο, παίζοντας βιόλα σε ορχήστρα της τοπικής πριγκηπικής Αυλής. Αυτό τον έκανε να μάθει περισσότερα για τις όπερες, μεταξύ αυτών και τρεις του Μότσαρτ, που εκείνη την περίοδο είχαν εκτελεστεί στο κοινό. Εκείνη την περίοδο έγινε φίλος και με τον φλαουτίστα και βιολονίστα Άντον Ρέιχα, με τον οποίο είχαν την ίδια ηλικία και ο οποίος ήταν ανιψιός του μαέστρου της ορχήστρας της τοπικής πριγκηπικής Αυλής Γιόζεφ Ρέιχα.

    Από το 1790 έως και το 1792 συνέθεσε έναν σημαντικό αριθμό έργων (όμως κανένα δεν δημοσιεύθηκε εκείνον τον καιρό, και τα περισσότερα εξ αυτών κατηγοριοποιήθηκαν ως WoO.), το οποίο δείχνει την ωριμότητα που είχε αποκτήσει ο συνθέτης και την εξέλιξη που είχε σημειώσει. Μουσικολόγοι είχαν αναγνωρίσει θέματα σχεδόν παρόμοια με αυτό της 3ης Συμφωνίας σε ένα σετ έργων του, που έγραψε το 1791. Εκείνη την περίοδο, μάλλον λόγω Νέεφε, ο Μπετόβεν επιφορτίστηκε να συνθέσει καντάτες για το θάνατο του αυτοκράτορα Ιωσήφ Β΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, καθώς και τη διαδοχή αυτού από τον Λεοπόλδο Β΄. Οι δύο αυτές καντάτες μπήκαν στον κατάλογο ως WoO 87 και WoO 88. Τα έργα αυτά ποτέ δεν εκτελέστηκαν κατά την περίοδο αυτή, αλλά παρέμειναν χαμένα μέχρι και τη δεκαετία του 1880. Βεβαίως, βάσει του Μπραμς, ήταν πλήρως μπετοβενικά έργα και είχαν μία προφητική τραγικότητα, η οποία θα χαρακτήριζε γενικότερα τη μουσική του και θα τη διαχώριζε από την τυπική κλασσική.

    Πιθανότατα προς τα τέλη του 1790 γνώρισε τον Γιόζεφ Χάυντν, όταν ο τελευταίος ταξίδευε προς το Λονδίνο και σταμάτησε στη Βόννη την περίοδο των Χριστουγέννων. Ενάμιση χρόνο αργότερα συναντήθηκαν ξανά στη Βόννη, όταν ο Χάυντν επέστρεφε από το ταξίδι του στο Λονδίνο και πήγαινε προς τη Βιέννη. Εκείνη κάπου την περίοδο ήταν που ήρθαν σε συμφωνία, ώστε ο Μπετόβεν να μαθητεύσει στο πλευρό του.

    Εδραιώνοντας την καριέρα του στη Βιέννη

    Με τη βοήθεια του Εκλέκτορα, ο Μπετόβεν έφυγε από τη Βόννη το Νοέμβριο του 1792 με προορισμό τη Βιέννη, επάνω στην ώρα των φημών περί του ξεσπάσματος του Πολέμου του Πρώτου Συνασπισμού, ενώ λίγο καιρό αφού έφτασε στη Βιέννη πληροφορήθηκε και το θάνατο του πατέρα του, χωρίς τελικά να παρευρεθεί στην κηδεία του. Εκείνη την εποχή πέθανε και ο Μότσαρτ. Ο κόμης Βάλντσταϊν σε ένα γράμμα του στον Μπετόβεν έγραφε: «Μέσω της αδιάλειπτης επιμέλειάς σου, θα λάβεις το πνεύμα του Μότσαρτ, μέσω του Χάυντν». Έτσι κατά τα επόμενη έτη ο Μπετόβεν ανταποκρίθηκε στο γενικό αίσθημα, ότι ήταν ο διάδοχος του προσφάτως θανόντος Μότσαρτ, μέσω των σπουδών του κοντά στον καθηγητή του και γράφοντας κομμάτια με μοναδικό μοτσαρτικό ύφος.

     

    Πορτρέτο του Μπετόβεν, αρκετά νεαρού τότε, από τον Καρλ Τρόγκοτ Ρίντελ.

    Στην αρχή δεν εδραιώθηκε ως συνθέτης, αλλά περισσότερο αφιερώθηκε στις σπουδές του και στην εκτέλεση. Υπό τη διδασκαλία του Χάυντν, έμαθε και αντίστιξη. Εκείνη την περίοδο διδάχθηκε και βιολί υπό τις οδηγίες του Ίγκνατς Σούπαντσικ. Επίσης έλαβε και κάποιες γνώσεις αναφορικά με τον ιταλικό τρόπο τραγουδιού από τον Αντόνιο Σαλιέρι, η σχέση με τον οποίο κράτησε από το 1802 έως και το 1809. Νωρίτερα, όταν ο Χάυντν επέστρεψε από την Αγγλία, ο Εκλέκτορας της Βόννης τον ανέμενε να επιστρέψει κι αυτός, όμως ο Μπετόβεν παρέμεινε στη Βιέννη στο πλευρό του Γιόχαν Γκέοργκ Άλμπρεχτσμπεργκερ και άλλων δασκάλων. Η υποστήριξη από τον Εκλέκτορα έπαυσε, όμως αρκετοί ευγενείς είχαν διακρίνει τις ικανότητες του και του προσέφεραν αυτοί οικονομική υποστήριξη, μεταξύ αυτών οι πρίγκηπες Γιόζεφ Φραντς φον Λόπκοβιτς και Καρλ φον Λιχνόφσκι και ο βαρώνος Γκότφριντ φαν Ζβίτεν.

    Περί το 1793 είχε ήδη εδραιώσει τη φήμη του στα σαλόνια των ευγενών ως ένας πολύ καλός μουσικός στον αυτοσχεδιασμό, ενώ συχνά έπαιζε και πρελούδια και φούγκες από το Καλοσυγκερασμένο Κλειδοκύμβαλο του Μπαχ. Ο φίλος του, Νίκολαους Σίμροκ είχε ξεκινήσει να εκδίδει κάποιες από τις συνθέσεις του, οι οποίες στην αρχή ήταν γνωστές ως ένα σετ παραλλαγών (WoO 66). Την ίδια εποχή είχε ήδη εδραιώσει και τη φήμη του ως βιρτουόζος του πιάνου στη Βιέννη, όμως έως και το 1795 δεν είχε δημοσιεύσει κάποιο έργο του. Η πρώτη του δημοσίευση έγινε το Μάρτιο του 1795, ένα κοντσέρτο το οποίο ο ίδιος το είχε εκτελέσει, χωρίς όμως να ξέρουμε αν αυτό ήταν το πρώτο του ή το δεύτερό του κοντσέρτο για πιάνο. Αμέσως μετά από αυτή την εκτέλεση δημοσίευσε την πρώτη του σύνθεση με αριθμό opus (αριθμός μουσικού έργου), την “Τρίο Πιάνο, Op. 1”. Όλες αυτές οι συνθέσεις είχαν αφιερωθεί στον πρίγκηπα Καρλ φον Λιχνόφσκι, ο οποίος τον υποστήριζε οικονομικά, με τα κέρδη του να φτάνουν να μπορούν να του καλύψουν μια ολόκληρη χρονιά.

    Μουσική ωρίμανση

    Ο Μπετόβεν συνέθεσε τα πρώτα έξι κουαρτέτα εγχόρδων μεταξύ 1798 και 1800, τα οποία του ανατέθηκαν —αλλά και αφιερώθηκαν— στον πρίγκηπα φον Λόπκοβιτς και δημοσιεύθηκαν το 1801. To 1800 και το 1803 πραγματοποιήθηκαν και οι πρεμιέρες της Πρώτης και της Δεύτερης Συμφωνίας του, οι οποίες εν πολλοίς τον έκαναν έναν από τους σπουδαιότερους νέους συνθέτες της εποχής, μαζί με τους Μότσαρτ και Χάυντν. Παράλληλα συνέχισε να συνθέτει και άλλες φόρμες, ειδικότερα στις σονάτες για πιάνο, με μία από τις σημαντικότερες εκείνης της εποχής να είναι η Παθητική (Op. 13), την οποία ο Κούπερ περιγράφει ως «ένα πέρασμα από όλες τις προηγούμενες συνθέσεις του σε δύναμη, ύφος, βάθος συναισθημάτων, επίπεδο αυθεντικότητας και εφευρετικότητας μοτίβου και τονικού χειρισμού». Το 1799 είχε ολοκληρώσει και τη σύνθεσή του Septet (Op. 20), η οποία ήταν ένα από τα σπουδαιότερα έργα του.

    Για την πρεμιέρα της Πρώτης του Συμφωνίας ο Μπετόβεν προσλήφθηκε από το αυστριακό Εθνικό Θέατρο στη Βιέννη (Burgtheater) στις 2 Απριλίου του 1800 και μαζί με αυτήν εκτέλεσε ένα μακροσκελές μουσικό πρόγραμμα, το οποίο περιείχε και έργα του Χάυντν και του Μότσαρτ, όπως επίσης και τη Septet του, καθώς επίσης και κοντσέρτα του για πιάνο. Το έντυπο της εποχής Allgemeine Musikalische Zeitung (μετ. Γενική Μουσική Εφημερίδα) χαρακτήρισε εκείνη την παράσταση ως «το πιο ενδιαφέρον μουσικό γεγονός μετά από πολύ καιρό». Ωστόσο δεν έλειψε και η αρνητική κριτική, η οποία κριτικάρισε τους μουσικούς, οι οποίοι φαίνονταν να μη δίνουν προσοχή στο τι έπαιζε ο σολίστ.

    Η ζωή του

     

     

    Πορτραίτο του Μπετόβεν σε πίνακα του Γιόζεφ Βίλλιμπρορντ Μέλερ (1804).

    Σε αντίθεση με την πλειονότητα των συνθετών της εποχής ο Μπετόβεν δεν ανήκε στην Αυλή, ούτε εργάστηκε για την Εκκλησία, αλλά διατήρησε την ανεξαρτησία του ως συνθέτης. Κατόρθωνε να συντηρείται είτε με έσοδα από τις δημόσιες συναυλίες του είτε παράγοντας έργα κατά παραγγελία. Την πρώτη δημιουργική του περίοδο κατάφερε να καθιερωθεί στη Βιένη χάρη στη σημαντική υποστήριξη του αριστοκρατικού κύκλου της Αυστρίας, της Βοημίας και της Ουγγαρίας.

    Ένα από τα σημαντικότερα και το πιο τραγικό γεγονός της ζωής του Μπετόβεν αποτέλεσε η κώφωσή του. Άρχισε να χάνει την ακοή του σταδιακά από την ηλικία των 26 ετών το 1796 (κατά άλλους άρχισε λίγα χρόνια αργότερα) και περίπου το 1820 θεωρείται πως ήταν ολοκληρωτικά κωφός. Το γεγονός αυτό προκαλούσε μεγάλη θλίψη στον Μπετόβεν, η οποία αποτυπώνεται και σε γράμμα του προς τους αδελφούς του, το 1802, με την παράκληση να διαβαστεί μετά το θάνατό του, γνωστό και ως Διαθήκη του Heiligenstadt. Παρά την απώλεια της ακοής του έγραψε μουσική μέχρι το τέλος της ζωής του. Η υγεία του Μπετόβεν ήταν γενικά κακή και το 1826 επιδεινώθηκε δραστικά, γεγονός που οδήγησε και στο θάνατό του τον επόμενο χρόνο.

    Στην κηδεία του Μπετόβεν, που έγινε στις 29 Μαρτίου του 1827, ο Φραντς Σούμπερτ ήταν ένας από τους 36 λαμπαδηφόρους.

    Μουσικό έργο

     

     

    Χειρόγραφη παρτιτούρα του Μπετόβεν (Σονάτα op. 109)

    Το έργο του Μπετόβεν διακρίνεται κυρίως σε τρεις χρονικές περιόδους. Η πρώτη αρχίζει από τις δημιουργίες του μέχρι το 1802, οπότε και δημιουργεί το προσωπικό του ύφος. Η δεύτερη περίοδος διαρκεί περίπου μέχρι το 1816 και ο Μπετόβεν είναι ήδη ένας αναγνωρισμένος συνθέτης. Η τελευταία περίοδος διακρίνεται από την παρουσία του ρομαντικού στοιχείου στις συνθέσεις του.

    Πρώτη περίοδος

    Τις πρώτες σονάτες που συνέθεσε ο Μπετόβεν τις αφιέρωσε στον Χάιντν, που αποτέλεσε και το σημαντικότερο δάσκαλό του. Οι σονάτες αυτές χαρακτηρίζονται από μεγάλες ομοιότητες με αντίστοιχες συνθέσεις του Χάιντν. Η σημαντικότερη ίσως από αυτές είναι η Παθητική (op. 13). Άλλες εμφανείς επιδράσεις είναι ο Μότσαρτ, ο Μούτσιο Κλεμέντι (Muzio Clementi) και ο Γιαν Ντούσεκ (Jan Dussek). Τον Απρίλιο του 1800, ο Μπετόβεν παρουσίασε την 1η Συμφωνία και δύο χρόνια αργότερα τη 2η Συμφωνία. Η πρώτη ακολουθεί περισσότερο τα κλασικά πρότυπα, ενώ η δεύτερη χαρακτηρίζεται από περισσότερες καινοτομίες, κυρίως ως προς τη δομή της. Τα πρώτα έργα του Μπετόβεν διακρίνονται γενικά από συχνές εναλλαγές στη δυναμική και έντονες αντιθέσεις ή εξάρσεις. Στην πρώτη περίοδο ανήκουν επιπλέον τα έξι πρώτα κουαρτέτα εγχόρδων (op. 18) και τα δύο πρώτα κοντσέρτα για πιάνο.

    Δεύτερη περίοδος

    Κατά τη διάρκεια της δεύτερης δημιουργικής περιόδου του ο Μπετόβεν έχει αναγνωριστεί σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη ως συνθέτης και πιανίστας. Παράλληλα αναπτύσσει ένα περισσότερο προσωπικό ύφος, το οποίο χαρακτηρίζεται συχνά ως “ηρωικό”. Η περίοδος αυτή ξεκινά με την 3η Συμφωνία (ή Ηρωική Συμφωνία), η οποία είναι πολύ μεγάλη σε διαστάσεις για τα πρότυπα της εποχής και χαρακτηρίζεται από αρκετές παρεκτροπές από την κλασική δομή των συμφωνιών. Το δεύτερο μέρος (Πένθιμο Εμβατήριο) έχει εμβατηριακό χαρακτήρα και θεωρείται αναφορά στη Γαλλική Επανάσταση. Αφιερώθηκε αρχικά στον Ναπολέοντα Α΄ Βοναπάρτη.

    Την ίδια περίοδο ο Μπετόβεν συνθέτει και τη μοναδική του όπερα, τη Φιντέλιο. Κεντρικός χαρακτήρας της είναι η Λεονόρα, η οποία μεταμφιεσμένη σε άνδρα σώζει το σύζυγο της από τη φυλακή. Η όπερα παραπέμπει επίσης στη Γαλλική Επανάσταση, με τη Λεονόρα να ενσαρκώνει τα ιδανικά της. Η πρώτη παράσταση της όπερας δόθηκε το 1805, αλλά ακολούθησαν άλλες δύο εκδοχές της το 1806 και το 1814.

    Την περίοδο 1806-1808 ο Μπετόβεν ολοκλήρωσε την , την  και την 6η Συμφωνία (ή Ποιμενική), ενώ το 1812 γράφτηκε η  και η 8η Συμφωνία. Στη δεύτερη περίοδο του Μπετόβεν ανήκουν ακόμα τα τρία τελευταία κοντσέρτα για πιάνο, το μοναδικό κοντσέρτο για βιολί, πέντε κουαρτέτα εγχόρδων (7-11) και έξι επιπλέον σονάτες για πιάνο στις οποίες περιλαμβάνεται η σονάτα Waldstein και η Appassionata.

    Τρίτη περίοδος

    Το 1816 το προχωρημένο στάδιο απώλειας ακοής του Μπετόβεν αναγκάζει το συνθέτη να αποσυρθεί από πολλές κοινωνικές εκδηλώσεις. Οι συνθέσεις αυτής της περιόδου είναι μεγαλοπρεπείς, με μεγαλύτερο πνευματικό βάθος, ενώ η δομή τους θεωρείται γενικά πιο αφηρημένη και ασαφής. Στα τελευταία έργα του, ο Μπετόβεν χρησιμοποίησε επίσης πολύ συχνά το στοιχείο των παραλλαγών. Οι παραλλαγές Diabelli θεωρούνται από τα σημαντικότερα έργα αυτού του είδους και αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για αρκετά έργα της Ρομαντικής περιόδου.

    Η τρίτη δημιουργική περίοδος χαρακτηρίζεται από την ολοκλήρωση της 9ης Συμφωνίας, η οποία παρουσιάστηκε δημόσια το Μάιο του 1824. Αναφέρεται πως ο Μπετόβεν, που φαινομενικά διηύθυνε το έργο, δεν ήταν σε θέση να ακούσει τα χειροκροτήματα του πλήθους και χρειάστηκε να τον στρέψει προς το κοινό για υπόκλιση μία από τις σολίστ. Στην 9η Συμφωνία υπάρχει ένα στοιχείο καινοτομίας, που είναι η χρήση χορωδίας και τεσσάρων μονωδών στη μελοποίηση του ποιήματος Ωδή στη Χαρά του Σίλερ (Friedrich Schiller). Θεωρείται ως σήμερα ένα από τα αριστουργήματα στην ιστορία της μουσικής αν και, σε ορισμένα σημεία, ο συνθέτης έχει (πιθανόν λόγω της κώφωσής του) γράψει για ορισμένα όργανα (όπως το κόρνο) νότες που δεν τις διαθέτουν. Άλλα έργα που ανήκουν στην τελευταία περίοδο δημιουργίας του Μπετόβεν είναι τα τελευταία έξι κουαρτέτα εγχόρδων, οι τελευταίες έξι σονάτες για πιάνο, καθώς και η Missa Solemnis (Επίσημη Λειτουργία), έργο θρησκευτικής αντιστικτικής μουσικής.

    Βιβλιογραφία

    • Richard Wagner: Beethoven: Μία Συμβολή Στη Φιλοσοφία Της Μουσικής, μετάφρ. Ιωάννης Φούλιας, εισαγωγή – επιμ. Μ. Τσέτσος, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 2013.
    • Ηλίας Χρυσοχοϊδης, “Ludwig van Beethoven: Klaviersonate op. 27, nr 2 (Πρώτο Μέρος) – Μια Ερμηνευτική Ανάλυση”, Μουσικοτροπίες 3/1995, 40–45.
    • Ηλίας Χρυσοχοϊδης (μετάφρ.), Barry Cooper, “Beethoven’s Place in Music History”, The Beethoven Compendium: A Guide to Beethoven’s life and music, ed. by Barry Cooper et al. (London: Thames and Hudson, 1991), Mousikotropies 2/1994, 41–43.
  • 1870 – Τσαρλς Γκριν, Άγγλος αεροστατιστής και εφευρέτης
  •  
    1892 – Ουόλτ Ουίτμαν, (Walter “Walt” Whitman, 31 Μαΐου 1819 – 26 Μαρτίου 1892) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς και ποιητές. Κυριότερο έργο του αποτελεί η ποιητική συλλογή Φύλλα χλόης (Leaves of Grass).

    Ο Ουίτμαν γεννήθηκε το 1819 στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης, ο δεύτερος γιος μιας πολυμελούς οικογένειας με συνολικά εννέα παιδιά. Το 1823 η οικογένειά του αναγκάζεται να μεταβεί στο Μπρούκλιν όπου ο πατέρας του δουλεύει ως μαραγκός και ο ίδιος φοιτά για έξι χρόνια στο δημοτικό σχολείο. Από την ηλικία των δώδεκα ετών, εργάζεται στο γραφείο ενός δικηγόρου και στα δεκατέσσερά του γίνεται μαθητευόμενος σε τυπογραφείο. Την ίδια περίπου περίοδο εγγράφεται σε κάποιο αναγνωστήριο βιβλιοθήκης, όπου έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει πολλούς κλασικούς αλλά και νεότερους συγγραφείς. Το 1835 επιστρέφει στο Λονγκ Άιλαντ όπου εργάζεται ως δάσκαλος. Παράλληλα, ιδρύει την εφημερίδα Long-Islander, της οποίας είναι συγχρόνως διευθυντής, υπεύθυνος σύνταξης και τυπογράφος. Το έργο του ως δάσκαλος συνεχίζεται μέχρι το 1841, χρονιά που μετακομίζει στη Νέα Υόρκη προκειμένου να εργαστεί ως στοιχειοθέτης σε τυπογραφείο, αλλά και ως δημοσιογράφος σε διάφορα περιοδικά ή εφημερίδες της εποχής. Συγχρόνως, λαμβάνει ενεργό μέρος στην πολιτική και συμμετέχει σε προεκλογικές εκστρατείες του Δημοκρατικού Κόμματος. Παράλληλα εγκαταλείπει την εργασία του στο τυπογραφείο και αναλαμβάνει διευθυντής εφημερίδων, βρισκόμενος διαδοχικά στις Daily Aurora και Brooklyn Eagle. Σε αυτό το διάστημα δημοσιεύει πλήθος άρθρων επί διαφόρων θεμάτων που συνδέονται συνήθως με την παγκόσμια ή την αμερικανική πολιτική επικαιρότητα. Το 1848 διακόπτεται η συνεργασία του με την εφημερίδα Brooklyn Eagle και γίνεται συντάκτης της Crescent, θέση που κατέχει για ένα χρόνο στο διάστημα του οποίου ταξιδεύει σχεδόν σε ολόκληρο τον αμερικανικό Νότο.

    Το 1849, επικεφαλής ενός μικρού τυπογραφείου, εκδίδει την εφημερίδα Freeman. Τον επόμενο χρόνο όμως αλλάζει εκ νέου κατεύθυνση και γίνεται μαραγκός, χτίζοντας σπίτια που αργότερα πουλά. Το 1854 φαίνεται πως εγκαταλείπει κάθε εργασία και επεξεργάζεται την πρώτη του ποιητική συλλογή Φύλλα χλόης (Leaves of Grass), η οποία εκδίδεται το 1855 με προσωπικά έξοδα του Ουίτμαν. Σε αυτή την πρώτη έκδοση της, η συλλογή περιλαμβάνει δώδεκα εκτεταμένα άτιτλα ποιήματα και λαμβάνει ως επί το πλείστον αρνητικές κριτικές ενώ πωλείται τελικά μόλις ένα αντίτυπο. Ένα χρόνο αργότερα, ο Ουίτμαν ετοιμάζει την δεύτερη έκδοση της συλλογής του η οποία περιέχει επιπλέον είκοσι ποιήματα, γενικότερες διορθώσεις, τίτλους και μια σαφέστερη ταξινόμηση. Παράλληλα περιλαμβάνει ως εισαγωγή ένα συγχαρητήριο γράμμα του Ραλφ Ουάλντο Έμερσον προς τον Ουίτμαν. Η κυκλοφορία της δεύτερης έκδοσης των Φύλλων χλόης συνοδεύεται επίσης από αντιδράσεις του περισσότερο συντηρητικού τμήματος της αμερικανικής κοινωνίας. Από το φόβο δικαστικών διώξεων, το έργο αποσύρεται ενώ έχουν ήδη πωληθεί μερικές εκατοντάδες αντιτύπων. Το επόμενο διάστημα δημιουργείται σταδιακά ένα ευνοϊκότερο κλίμα για τον Ουίτμαν που οδηγεί τελικά το 1860 σε μία τρίτη έκδοση από τον εκδοτικό οίκο Thayer and Eldridge.

    Την περίοδο του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου ο Ουίτμαν εργάζεται ως εθελοντής νοσοκόμος και περιθάλπει τραυματισμένους στρατιώτες κυρίως στην περιοχή της Ουάσινγκτον. Με το τέλος του πολέμου διορίζεται στο Υπουργείο Εσωτερικών και ειδικότερα στο τμήμα Υποθέσεων των Ινδιάνων. Λίγο αργότερα ωστόσο, ο νέος υπουργός Τζέιμς Χάρλαν (James Harlan), πρώην ιεροκήρυκας των μεθοδιστών, απολύει τον Ουίτμαν επειδή αποτελεί τον συγγραφέα των Φύλλων χλόης. Παρ’ όλα αυτά, ένα μήνα αργότερα, διορίζεται εκ νέου, αυτή τη φορά στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.

    Το καλοκαίρι του 1866, ο Ουίτμαν επεξεργάζεται την τέταρτη έκδοση των Φύλλων χλόης κατά τη διάρκεια διακοπών του στο Μπρούκλιν. Στα πλαίσια αυτής της νέας επανεξέτασής τους, διαφοροποιεί ορισμένους τίτλους και προχωρεί σε κάποια αρίθμηση ώστε το έργο να αποκτήσει μια ενότητα. Δημοσιεύεται τελικά το 1867 με προσωπικά του έξοδα. Ακολουθούν άλλες τέσσερις εκδόσεις και το 1891 η τελευταία κατά σειρά, είναι αρκετά ογκώδης περιλαμβάνοντας περισσότερα από τετρακόσια ποιήματα, ενώ παράλληλα συνοδεύεται από μία ευρύτερη αποδοχή του Ουίτμαν που σταδιακά έχει επιτευχθεί.

    Ήδη από το 1870 η υγεία του Ουίτμαν είχε αρχίσει να κλονίζεται σημαντικά. Πέθανε το 1892 και στον τάφο του (που ο ίδιος σχεδίασε) αναγράφεται απόσπασμα από ένα ποίημά του:

    My foothold is tenon’d and mortis’d in granite;
    I laugh at what you call dissolution;
    And I know the amplitude of time.
  • 1910 – Ωγκύστ Σαρλουά, Γάλλος αστρονόμος
  • 1923 – Σαρά Μπερνάρ, Γαλλίδα ηθοποιός
  • 1940 – Σπύρος Λούης, μαραθωνοδρόμος
  • 1952 – Βάσος Στεφανόπουλος πολιτικός
  • 1960 – Βασίλειος Ρούφος, πολιτικός
  • 1973 – Νόελ Κάουαρντ, Άγγλος συνθέτης και θεατρικός συγγραφέας
  •  
    1980 – Ρολάν Μπαρτ

    (Roland Gérard Barthes, 12 Νοεμβρίου 1915 – 26 Μαρτίου 1980) ήταν Γάλλος θεωρητικός και κριτικός της λογοτεχνίας, φιλόσοφος, γλωσσολόγος και σημειολόγος. Οι ιδέες του εξερευνούσαν πολλά διαφορετικά πεδία και επηρέασε την ανάπτυξη θεωρητικών σχολών σκέψεως, όπως ο στρουκτουραλισμός, η σημειωτική, η κοινωνική θεωρία, η ανθρωπολογία και ο μετα-στρουκτουραλισμός.

    Ο Ρ. Μπαρτ γεννήθηκε στο Χερβούργο της Νορμανδίας. Πατέρας του ήταν ο αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού Λουί Μπαρτ, που σκοτώθηκε σε ναυμαχία στη Βόρεια Θάλασσα πριν ο Ρολάν συμπληρώσει τον πρώτο χρόνο της ζωής του. Η μητέρα του Ενριέτ τον ανέθρεψε στο χωριό Υρ και την πόλη Μπαγιόν, μαζί με τη θεία και τη γιαγιά του. Τελικώς, όταν ο Ρολάν ήταν 11 ετών, η οικογένεια μετακόμισε στο Παρίσι. Πάντως ο δεσμός με τις επαρχιακές του ρίζες θα παρέμενε ισχυρός σε όλη τη ζωή του.

    Πολλά υποσχόμενος ως φοιτητής, ο Μπαρτ πέρασε την περίοδο από το 1935 ως το 1939 στη Σορβόννη, όπου πήρε πτυχίο κλασικών σπουδών. Τον ταλαιπωρούσε όμως η υγεία του από τότε, καθώς είχε κολλήσει φυματίωση, η οποία απαιτούσε συχνά απομόνωση σε σανατόρια. Οι επαναλαμβανόμενες κρίσεις της υγείας του διέκοπταν την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία, επηρεάζοντας τις σπουδές του και τη συμμετοχή του στις εξετάσεις. Είχε όμως ως αποτέλεσμα και την απαλλαγή του από τη στρατιωτική θητεία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

    Από το 1939 ως το 1948 η ζωή του Μπαρτ πέρασε με την έκδοση των πρώτων του έργων, τη συμμετοχή σε μία ιατρική μελέτη και με το πρόβλημα της υγείας του. Το 1948 επέστρεψε στο καθαρώς ακαδημαϊκό έργο, με πολυάριθμες μικρές απασχολήσεις σε ινστιτούτα στη Γαλλία, στη Ρουμανία και στην Αίγυπτο. Σε αυτή την περίοδο συνεισέφερε στην αριστερή παριζιάνικη εφημερίδα Combat, συνεισφορές από τις οποίες αναπτύχθηκε το πρώτο του μεγάλο έργο, το Ο βαθμός μηδέν της γραφής (1953). Από το 1952 ο Μπαρτ έμεινε σε μία πιο μακρόχρονη θέση στο Centre National de la Recherche Scientifique, όπου μελέτησε λεξικολογία και κοινωνιολογία. Κατά την επταετία που έμεινε εκεί, άρχισε να γράφει μία δημοφιλή σειρά δοκιμίων για το περιοδικό Les Lettres Nouvelles (Τα νέα γράμματα), στα οποία διέλυε μύθους της μαζικής κουλτούρας και τα οποία συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο Mythologies (1957). Παρά το ότι δεν γνώριζε καλά αγγλικά, ο Μπαρτ δίδαξε στο Κολέγιο Middlebury στο Βερμόντ των ΗΠΑ το 1957. Πέρασε τις αρχές της δεκαετίας του 1960 εξερευνώντας τα πεδία της σημειωτικής και του στρουκτουραλισμού, διδάσκοντας σε πανεπιστήμια ανά τη Γαλλία και συνεχίζοντας να δημοσιεύει πραγματείες. Πολλά από τα έργα του εναντιώνονταν στις παραδοσιακές ακαδημαϊκές απόψεις της κριτικής της λογοτεχνίας και φημισμένων λογοτεχνικών μορφών. Η ανορθόδοξη σκέψη του τον οδήγησε σε σύγκρουση με έναν γνωστό καθηγητή της λογοτεχνίας στη Σορβόννη, τον Raymond Picard, που κατηγόρησε τη «νέα κριτική» του Μπαρτ για ασάφεια και έλλειψη σεβασμού στις λογοτεχνικές ρίζες της Γαλλίας. Η απάντηση του Μπαρτ στο Κριτική και αλήθεια (1966) κατηγορούσε την παλαιά αστική κριτική για έλλειψη ενδιαφέροντος για τα λεπτότερα σημεία της γλώσσας και για μία επιλεκτική αγνόηση των προκλητικών θεωριών.

    Μέσα στη δεκαετία του 1960 ο Μπαρτ έχτισε την προσωπική του φήμη. Ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία, κάνοντας μία παρουσίαση των θεωριών του στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, ενώ την ίδια περίοδο συνέγραψε το γνωστότερο έργο του, το δοκίμιο «Ο θάνατος του συγγραφέα», το οποίο, υπό το φως της αυξανόμενης επιδράσεως που άρχισε να ασκεί η αποδόμηση του Ζακ Ντεριντά, θα αποδεικνυόταν ένα μεταβατικό κείμενο στη διερεύνηση των λογικών στόχων της στρουκτουραλιστικής σκέψης. Ο Μπαρτ συνέχισε να γράφει στο αβάν-γκαρντ λογοτεχνικό περιοδικό του Φιλίπ Σολέρ Tel Quel, που ανέπτυσσε παρόμοιες θεωρητικές αναζητήσεις με αυτές του Μπαρτ. Το 1970 ο Μπαρτ δημοσίευσε το θεωρούμενο από αρκετούς ως το πλέον αξιοθαύμαστο έργο του: την πυκνή κριτική ανάγνωση της νουβέλας του Μπαλζάκ Σαραζέν, με τον τίτλο S/Z. Καθ’ όλη τη δεκαετία του 1970 ο Μπαρτ συνέχισε να επεκτείνει τη λογοτεχνική του κριτική, αναπτύσσοντας νέα ιδανικά. Το 1971 ήταν επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης.

    Το 1975 έγραψε μία αυτοβιογραφία με τίτλο Roland Barthes και το 1977 εκλέχθηκε στην έδρα της Λογοτεχνικής Σημειολογίας (Sémiologie Littéraire) στο Collège de France. Την ίδια χρονιά η μητέρα του Ενριέτ, στην οποία ήταν αφοσιωμένος, πέθανε σε ηλικία 85 ετών. Είχαν ζήσει μαζί επί 60 χρόνια και η απώλειά της ήταν σοβαρό χτύπημα για τον Μπαρτ. Το τελευταίο μεγάλο έργο του, το Camera Lucida (εκδόθηκε στην ελληνική υπό τον τίτλο Ο φωτεινός θάλαμος. Δοκίμιο για τη φωτογραφία.), είναι εν μέρει ένα δοκίμιο για τη φύση της φωτογραφίας και εν μέρει ένας διαλογισμός πάνω στις φωτογραφίες της μητέρας του.

    Στις 25 Φεβρουαρίου 1980 ο Ρολάν Μπαρτ, αφού είχε γευματίσει προηγουμένως με τον Μιτεράν και άλλους φίλους του, επέστρεφε σπίτι του περπατώντας στους δρόμους των Παρισίων, όταν παρασύρθηκε από ένα βανάκι. Πέθανε ένα μήνα αργότερα από τραύματα στο στήθος που του προκάλεσε αυτό το ατύχημα.

    Στο έργο «Συμβάντα», που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, το 1987, αποκαλύφθηκε ότι ήταν ομοφυλόφιλος.

  • 1984 – Σεκού Τουρέ, πρόεδρος της Γουινέας
  • 1995 – Eazy-E, Αμερικάνος ράπερ
  • 1998 – Στράτος Ατταλίδης, συνθέτης
  • 2003 – Ταουέζε Σούνια, κυβερνήτης της Αμερικανικής Σαμόα
  • 2005 – Τζέιμς Κάλαχαν, Άγγλος πολιτικός
  • 2007 – Μπάμπης Μπακάλης, τραγουδοποιός
  • 2014 – Λάκης Παππάς, τραγουδιστής
  • 2015 – Τούμας Τράνστρεμερ, Σουηδός ποιητής
Επέτειοι

  • Ημέρες Δράσης για τη Στέγαση
  • Το Μπαγκλαντές (πρώην Ανατολικό Πακιστάν) γιορτάζει την ανεξαρτησία του από το Πακιστάν (1971).
  • Στη Χαβάη έχουν αργία και αναμένεται οι σέρφερς να κατακλύσουν τις παραλίες. Εορτάζεται η μνήμη του Πρίγκηπα Κούχιο, ο οποίος υπήρξε ο τελευταίος διάδοχος του Θρόνου της Χαβάης και μετά την προσάρτησή της στις ΗΠΑ βουλευτής στο Κογκρέσο. Είναι η μία από τις δύο αργίες που είναι αφιερωμένες στη βασιλεία στις ΗΠΑ. Και η δεύτερη ανήκει στη Χαβάη.
  • Ημέρα γέννησης του Ζωροάστρη (Ζαρατούστρα), Οι πιστοί της Ζωροαστρικής θρησκείας, νηστεύουν και προσεύχονται.
  • Εθνική Ημέρα Σπανακιού στις ΗΠΑ.


 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου